Φεστιβάλ / Βραβεία

Νύχτες Πρεμιέρας 2024: Νύχτα τέταρτη, πυρετός το Σαββατόβραδο

στα 10

To Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας - Νύχτες Πρεμιέρας κλείνει τα 30 του χρόνια. Το Flix σας μεταφέρει τι είδαμε κάθε νύχτα της επετειακής διοργάνωσης.

Νύχτες Πρεμιέρας 2024: Νύχτα τέταρτη, πυρετός το Σαββατόβραδο

Η χθεσινή βραδιά του 30ού Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου - Νύχτες Πρεμιέρας απέπνεε την αίσθηση πως ένα μεγάλο πάρτυ εκτυλίσσεται στις κινηματογραφικές αίθουσες της Αθήνας.

Λίγο η επίδραση το Σαββάτου, λίγο η πολυαναμενόμενη προβολή-μαγνήτης του «Trainspotting» και ο γενικότερος προσανατολισμός του προγράμματος σε ταινίες - κυρίως - εστιασμένες στην τέρψη του κοινού, είχαν σαν αποτέλεσμα το βράδυ της 5ης Οκτωβρίου να κυλήσει με σχεδόν γιορτινή διάθεση. Το όλο κλίμα ήρθε να ενισχύσει και το «LUST FOR LIFE Πάρτυ» στο Χοροστάσιο, η ιδέα για το οποίο γεννήθηκε με αφορμή την επετειακή προβολή του Trainspotting. Στόχος του; H αναβίωση του θρυλικού πάρτυ του ’96 για την τότε πρεμιέρα της ταινίας.

Το Flix βρέθηκε για μία ακόμη βραδιά σε επιλεγμένες προβολές, προκειμένου να σας μεταφέρει εντυπώσεις.

Διαβάστε ακόμα: Νύχτες Πρεμιέρας 2024: Νύχτα τρίτη, η Αθήνα αγκαλιάζει το «The Substance»

rashomon

«Ρασομόν» του Ακίρα Κουροσάουα | Αφιέρωμα Ακίρα Κουροσάουα

Ενας ιερέας κι ένας ξυλοκόπος συζητάνε έντονα στο ξέφωτο της Πύλης Ρασομόν. Οταν ένας χωρικός πλησιάζει προκειμένου να προστατευθεί από τη βροχή και συμμετέχει στη συζήτησή τους, μαθαίνει ότι ένας σαμουράι δολοφονήθηκε, η σύζυγός του βιάστηκε και ένας τοπικός ληστής είναι ύποπτος. Αφηγούνται στον χωρικό όσα γνωρίζουν μέσα από φλας μπακ, στα οποία ο ληστής, η σύζυγος κι ο ξυλοκόπος λένε αυτά που είδαν ή αυτά που νομίζουν ότι είδαν, και στη συνέχεια ένα μέντιουμ εντοπίζει το πνεύμα του νεκρού σαμουράι, που επίσης θα παραθέσει τη δική του εκδοχή.

Στην εποχή του, το 1950, το «Ρασομόν» εκλήφθηκε ως πείραμα. Εστω κι αν παρουσιαζόταν σ’ ένα κοινό πολύ περισσότερο εκπαιδευμένο από εκείνο του 1916, που είχε πιστέψει πως ο μηχανικός προβολής είχε μπερδέψει τις μπομπίνες της «Μισαλλοδοξίας» του Γκρίφιθ. Λοιπόν, τι πραγματικά συνέβη σ’ εκείνο το δάσος της ιαπωνικής επαρχίας του 12ου αιώνα; Ακριβώς, δεν θα μάθουμε ποτέ. Ούτε από τους τρεις φυσικούς πρωταγωνιστές του δράματος, που θα «θυμηθούν» τα γεγονότα από θέση και κατά βούληση, ούτε και από τον αυτόπτη μάρτυρα, που το έγκλημα μπορεί να το είδε, αλλά τα κίνητρα αποκλείεται να αποκωδικοποίησε πέραν των επιταγών της ψυχοπαθολογίας και της μνημονικής του ικανότητας (σωστότερα, ανικανότητας, μιας και η μνήμη πάντα ξεγελά, και κανείς μας τίποτα δεν μπορεί να ανακαλέσει επακριβώς όπως συνέβη).

Διαβάστε εδώ ολόκληρη τη γνώμη του Flix για την ταινία

small-things-like-these

«Μικρά Πράγματα Σαν κι Αυτά» του Τιμ Μίλαντς | Νύχτες Πρεμιέρας

Είναι 1985. Βρισκόμαστε σε μια μικρή πόλη της Ιρλανδίας. Πλησιάζουν Χριστούγεννα, εποχή πολυάσχολη για τον Μπιλ Φέρλονγκ (Κίλιαν Μέρφι), προμηθευτή καυσόξυλων και πατέρα πέντε κοριτσιών. Νωρίς ένα πρωί, κι ενώ προσπαθεί να προλάβει τις παραγγελίες των πελατών του, φτάνει στο τοπικό μοναστήρι που δεσπόζει ψηλά στον λόφο της πόλης για να παραδώσει μια παραγγελία. Κι εκεί θα ανακαλύψει κάτι που θα τον φέρει αντιμέτωπο τόσο με το παρελθόν του όσο και με τη συνένοχη σιωπή μιας πόλης που φαίνεται πως βρίσκεται υπό τον έλεγχο της Εκκλησίας.

Το βασισμένο, και πιστό, στο αριστουργηματικό μυθιστόρημα της Κλερ Κίγκαν φιλμ, σε παραγωγή των Ματ Ντέιμον και Μπεν Αφλεκ άνοιξε τη φετινή Berlinale, φέρνοντας μια μικρή συγκλονιστική ταινία στο κόκκινο χαλί του Φεστιβάλ.

Διαβάστε εδώ τα όσα είπαν οι συντελεστές της ταινίας στη συνέντευξη Τύπου στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου

fantasmata

«Φαντάσματα από το Παρελθόν» του Τζονατάν Μιλέ | Διεθνές Διαγωνιστικό

Με αληθοφάνεια, ψυχραιμία και μεθοδικότητα που έρχεται κατευθείαν από το παρελθόν του νεαρού, μόλις 38 ετών, Τζονατάν Μιλέ στο ντοκιμαντέρ, το μυθοπλαστικό του ντεμπούτο αφηγείται μια - λες - προσωπική ιστορία με την αντικειμενικότητα και κυρίως το σασπένς και την κινηματογραφική υπερβολή που του προσδίδει το είδος του πολιτικού θρίλερ.

Σαν νεαρός Μάικλ Μαν, με απόηχους που φτάνουν μέχρι το «Μόναχο» του Στίβεν Σπίλμπεργκ και από εκεί στην καρδιά του αμερικανικού σινεμά του ‘70, ο Μιλέ γράφει (μαζί με την Φλοράνς Ροσάτ) ένα σενάριο βασισμένο σε πραγματικά γεγονότα, μιλώντας για το ανθρωποκυνηγητό ενός νεαρού Σύριου πρώην κρατουμένου που αναζητά στην Γαλλία τον βασανιστή του και ταυτόχρονα για κάθε ιστορία εκδίκησης που ανάγκασε τους θεωρητικούς να ανακηρύξουν το revenge movie σε σε κυρίαρχο κινηματογραφικό genre μέσα στον αιώνα του κινηματογράφου.

Μέλος μιας οργάνωσης που προσπαθεί να εντοπίσει εγκληματίες πολέμου του καθεστώτος της Συρίας, ο Χαμίντ, πρώην καθηγητής πανεπιστημίου που ζει στο Στρασβούργο, είναι ο οδηγός σε μια αναζήτησή που διαθέτει το σασπένς του θρίλερ αλλά κυρίως εκείνο το άλλο, το πιο αγωνιώδες, της ανάγκης να επουλωθούν ανοιχτά τραύματα που σε εμποδίζουν να είσαι ο εαυτός σου. Χωρίς ταυτότητα, με το παρόν του φτιαγμένο από ένα ψέμα και με την οργισμένη επιθυμία για αντίποινα που όμως θα εμποδίσει πολλές φορές - μέχρι το τέλος; - η ανθρώπινη συνείδηση, ο Χαμίντ παίζει στο δικό του video game, φρενήρες σε ρυθμό αλλά και σε ρίσκο, σε έγχυση αδρεναλίνης αλλά και σε ουμανισμό.

Ενα εκρηκτικό μείγμα αποτυπωμένο μαγνητικά, θλιμμένα και πανανθρώπινα στο πρόσωπο ενός πρωταγωνιστή, του Αντάμ Μπεσά, που βραβευμένος στο τμήμα Ενα Κάποιο Βλέμμα των Καννών το 2022 για το «Harka» του Λότφι Νάθαν και ήδη διεθνής με συμμετοχή στο «Extraction» των αδελφών Ρούσο, με αυτήν την ταινία κερδίζει δίκαια τον τίτλο ενός «νέου Ταχάρ Ραχίμ» στο σύγχρονο σινεμά.

Μανώλης Κρανάκης

blur-to-the-end

«Blur: To the End» του Τόμπι Λ. | Μουσική & Φιλμ

90s. Οι Blur εκτοξεύονται στην κορυφή των τσαρτς. Battle of Britpop. Ακόμη μεγαλύτερη απήχηση. Το κοινό πορώνεται, χειροκροτεί, τους κάνει θρύλους. Και μετά τι;

To «Blur: To the End» δανειζόμενο τον τίτλο του ομώνυμου κομματιού της μπάντας (παίζοντας με τις λέξεις και δίνοντας μία νέα σημειολογική ανάγνωση στους στίχους «And it looks like we might have made it, yes» που γράφτηκαν το '94), ακολουθεί, τους μεσήλικες πια, Ντέιμον, Γκράχαμ, Αλεξ και Ντέιβ στη διαδικασία ηχογράφησης του νέου δίσκου που στέκεται η αφορμή για τη δημιουργική τους επανένωση, έπειτα από 8 χρόνια αδράνειας.

Το πρότζεκτ καταπιάνεται με όλες τις χρονικές βαθμίδες, ανατρέχοντας σε ανείπωτες-ό,τι-να-'ναι ιστορίες της μπάντας από τα παλιά (δεν μπορείς να μην αγαπήσεις την αφήγηση του Ντέιμον για το πώς άλλαξε την ώρα του ρολογιού στο δημαρχείο του Newcastle, σκαρφαλώνοντας στο κτήριο υπό την επήρεια lsd) και εξερευνώντας ταυτόχρονα τι σημαίνει το παρόν, αλλά και το ενδεχόμενο ενός κοινού μέλλοντος για την μπάντα. Πάνω απ' όλα καλείται να απαντήσει στο ερώτημα που το ίδιο θέτει νοερά: «ποιο είναι το μετά της ζωής ενός ρόκσταρ;» κάνοντάς σε να αναρωτηθείς πώς και δεν το είχες σκεφτεί ποτέ μέχρι τώρα. Η επίδραση του μύθου σταδιακά δίνει τη θέση της σε ένα ανθρώπινο πορτρέτο, γεμάτο νοσταλγία, μουσική και νηφαλιότητα.

Ενίοτε cheesy και υπερβολικά δοσμένο, σαν να προσπαθεί να εκμαιεύσει με το ζόρι τη συγκίνησή σου, το ντοκιμαντέρ του Τόμπι Λ. προσεγγίζει το sex-drugs-and-rock-n'-roll λάιφσταϊλ μέσα από μία εντελώς διαφορετική οπτική γωνία, αυτή των ανθρώπων που το έζησαν, το έφαγαν με το κουτάλι και πλέον μπορούν να το αποδομήσουν - ή και όχι - έχοντας τη σχετική διαύγεια που επιφέρει στην κρίση τους η απόσταση των χρόνων.

Το να βλέπεις τους τέσσερις ανθρώπους που σου χάρισαν ορισμένα από τα πιο αγαπημένα σάουντρακς της εφηβείας σου (ασχέτως του αν τους γνώρισες 20 χρόνια μετά από την ακμή τους), να μεταμορφώνονται από οργισμένα brats σε κανονικοί άνθρωποι, με οικογένεια, ζωή πέρα από την μπάντα, άγχος και μυοσκελετικά προβλήματα συντελεί στο να συμβεί κάτι μαγικό: Ξεχνάς το πλαίσιο, ξεχνάς και τις προσωπικές σου προσδοκίες από ένα μουσικό ντοκιμαντέρ και απλά παρακολουθείς το ταξίδι αυτών των ανθρώπων που είπαν στα mid 50s τους θα βγάλουμε και νέο άλμπουμ, θα παίξουμε και στο Γουέμπλεϊ, γιατί α) μπορούμε και β) αγαπάμε τρομαχτικά αυτό που κάνουμε. Και τότε, αυτή η συγκίνηση που προσπάθησαν βεβιασμένα να σου πάρουν, έρχεται από μόνη της, με την παράλληλη συνειδητοποίηση πως ακόμη και όλη αυτή η υπερβολή κρύβει μέσα της ουσιαστική ειλικρίνεια.

Νέλη Κυρίκου

oddity

«Οντότητα» του Ντέμιαν ΜακΚάρθι | Μετά τα Μεσάνυχτα

Μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια που οι Νύχτες Πρεμιέρας έχουν καθιερώσει το τμήμα μεταμεσονύχτιων προβολών, έχουν προβληθεί μερικές αξέχαστες και ενδιαφέροντες ταινίες τρόμου του ανεξάρτητου σινεμά. Μια από αυτές για φέτος είναι και η ιρλανδική ταινία του Ντέμιαν Μακ Κάρθι «Οντότητα», ένα σκοτεινό ψυχολογικό θρίλερ που ξεχωρίζει για την ικανότητά του να δημιουργεί μια έντονη ατμόσφαιρα μυστηρίου και τρόμου με περιορισμένα μέσα.

Η ταινία διαδραματίζεται σε μια απομονωμένη έπαυλη της ιρλανδικής επαρχίας, όπου μια γυναίκα βρίσκεται μυστηριωδώς δολοφονημένη. Τη νύχτα που συμπληρώνεται ένας χρόνος από τον ανεξιχνίαστο θάνατό της, η δίδυμη αδερφή της, ένα τυφλό μέντιουμ που ισχυρίζεται ότι ξέρει ποιος διέπραξε τον φόνο, επισκέπτεται την έπαυλη. Παρέα της έχει μια ανατριχιαστική τελετουργική ξύλινη κούκλα. Στοιχεία τα οποία από μόνα τους σε προδιαθέτουν για μια κλισέ ταινία τρόμου, αλλά ο Μακ Κάρθι χρησιμοποιεί βασικά στοιχεία του κινηματογραφικού αυτού είδους, όπως απομονωμένες τοποθεσίες, ήχο και φωτισμό, για να χτίσει σιγά-σιγά μια αίσθηση αβεβαιότητας και φόβου, κρατώντας το κοινό του σε συνεχή εγρήγορση. Ακόμα και τα κλασικά jump scares παρουσιάζονται με έναν τρόπο ακόμα και όσοι τα περιμένουν σίγουρα θα εκπλαγούν

Ο τρόπος με τον οποίο ο Μακ Κάρθι χειρίζεται την αφήγηση είναι αργός και υπαινικτικός, σε βαθμό που ίσως κουράσει κάποιους οι οποίοι περιμένουν μια κλαισκή χολιγουντιανή τανία τρόμου, βασιζόμενος περισσότερο στην ψυχολογική ένταση παρά σε ακρέες σκηνές. Κι ενώ χτίζει αργά αλλά παρόλα αυτά σταθερά μια αποπνυκτική ατμόσφαιρα, η οποία τροφοδοτεί την ταινία με μια αξιοπρεπέστατη δυναμική, αυτή αρχίζει να χάνεται στο τρίτο μέρος της και ειδικότερα μετά και την αποκάλυψη, η οποία δεν φοηθάει στο να ενώσει και τόσο καλά τα κομμάτια του παζλ.

Τουλάχιστον όμως ως τότε, η ταινία του Μακ Κάρθι θα σου παγώσει το αίμα στις σωστές στιγμές και με τις κατάλληλες δόσεις, έτσι ώστε να βγεις από την αίθουσα ικανοποιημένος έχοντας δει μια τις πιο τίμιες ταινίες τρόμου της φετινής χρονιάς.

Χρήστος Μπακατσέλος

aiff30

Διαβάστε ακόμα: 30 ταινίες να δείτε στις 30ές Νύχτες Πρεμιέρας

Το 30ό Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας - Νύχτες Πρεμιέρας πραγματοποιείται από τις 2 έως και τις 14 Οκτωβρίου 2024. Αναζητήστε περισσότερες πληροφορίες στην ιστοσελίδα του Φεστιβάλ, καθώς και στα επίσημα προφίλ του σε Facebook και Instagram.

aiff-poster