Ποιος έρωτας διαρκεί για πάντα; Η ερώτηση είναι κυριολεκτική στη... μεταθανάτια κομεντί που σκηνοθετεί ο Ιρλανδός Ντέιβιντ Φρέιν, δημιουργός του ανεξάρτητου queer ρομάντζου «Dating Amber» που ελάχιστοι είδαν το σκοτεινό καλοκαίρι του 2020 και που, αν μη τι άλλο, σε κάνει να θέλεις να κοιτάς μέσα στα ορθάνοιχτα μπλε μάτια της Ελίζαμπεθ Ολσεν ως την αιωνιότητα.
Η Τζόαν (υποδύεται η Ελίζαμπεθ Ολσεν, η ταινία βασίζεται σε δική της ιδέα, εμπνευσμένη από το «Defending Your Life» του Αλμπερτ Μπρουκς, άλλωστε υπογράφει και ως executive producer), είναι μια χαρούμενη γυναίκα στην τρίτη ηλικία, παντρεμένη για δεκαετίες με τον Λάρι, σ' έναν ευτυχισμένο δεύτερο γάμο. Ομως ο Λάρι θα πεθάνει, λίγο αργότερα θα πεθάνει και η Τζόαν και θα μεταφερθεί στη «διασταύρωση», σ' έναν μεταβατικό τόπο που ακολουθεί τον θάνατο κι όπου η καθεμιά και ο καθένας οφείλει μέσα σε μια εβδομάδα ν' αποφασίσει πού θέλει να περάσει την αιωνιότητά του και με ποιο έτερον ήμισυ. Μάλιστα, όλοι καταφθάνουν στη «διασταύρωση» με την εμφάνιση που είχαν στην τελευταία αληθινή στιγμή ευτυχίας τους, νέοι, ωραίοι, ποθητοί. Για καλή τύχη της Τζόαν, εκεί βρίσκεται και ο Λάρι, όπως περίπου τον πρωτογνώρισε. Για κακή τύχη του Λάρι, εκεί βρίσκεται και ο Λουκ, ο πρώτος σύζυγος της Τζόαν που πέθανε στον πόλεμο νέος, απαθανατισμένος με όλη τη λάμψη της νιότης, της νοσταλγίας, του what might have been. Τώρα η Τζόαν πρέπει να διαλέξει με ποιον από τους δυο θέλει να περάσει την αιωνιότητά της, ενώ κι οι δυο άντρες τη διεκδικούν. Ο ένας την περίμενε καρτερικά για 67 χρόνια, ο άλλος μοιράστηκε μαζί της μια ολόκληρη ζωή.
Ενώ αισθητικά ο χώρος της δράσης, η «διασταύρωση», είναι βαμμένη στα ποπ χρώματα του '60, η αύρα της ταινίας, ο χαριτωμένος ρομαντισμός της, η γκαφατζίδικη κωμωδία της, θυμίζουν ρομαντικές κομεντί του '40 και του '50, έναν Μπίλι Γουάιλντερ, έναν Λιούμπιτς, έναν Μπλέικ Εντουαρντς. Το σύνθημα είναι πανζουρλισμός, καθώς το ερωτικό τρίγωνο προσπαθεί να βγάλει άκρη κυκλωμένο από τους «μεταθανάτιους συμβούλους» τους, κάτι σαν αγγελικούς μεσίτες ευτυχίας που πρακτορεύονται το διηνεκές. Το ίδιο και με τους τόπους που προσφέρονται για τις αιωνιότητες, από μια ειδυλλιακή παραλία ως τη men-free τοποθεσία για όσες έχουν απηυδήσει από το άλλο φύλο (η οποία, φυσικά, είναι διαρκώς sold out!), ή έναν πραγματικό queer world.
Queer είναι ολόκληρη η ταινία μ' έναν παιχνιδιάρικο τρόπο που, ωστόσο, πραγματεύεται σοβαρότατα ζητήματα. Εχει μεγαλύτερη αξία ό,τι έζησες και χόρτασες και λίγο ίσως βαρέθηκες, ή ό,τι ονειρεύτηκες να ζήσεις αλλά δεν ξέρεις και πώς θα εξελισσόταν; Υπάρχει deadline για τις φορές που θα νιώσεις ερωτικό σκίρτημα, ή ενθουσιασμό με τη ζωή;
Σ' ένα περιβάλλον σκηνογραφικής πανδαισίας, με χορευτικό μοντάζ και προσχήματα ελαφρότητας, οι δευτεραγωνιστές δίνουν τον τόνο (ο διασκεδαστικά φαφλατάς Τζον Ερλι και η Ντα'Βάιν Τζο Ράντολφ του «Holdovers» με μεταδοτικό high energy), ο Κάλουμ Τέρνερ ως Λουκ είναι λες βγαλμένος από τη χρυσή εποχή της χολιγουντιανής αθωότητας, ο Μάιλς Τέλερ ως Λάρι φέρνει στην οθόνη τη δοκιμασμένη οικειότητα αλλά και την αρρενωπότητα ενός Τζέιμς Γκάρνερ. Είναι, όμως, η Ελίζαμπεθ Ολσεν που αναδεικνύεται εδώ ως σταρ (έχοντας ήδη αποδείξει τις θαυμαστές ικανότητές της συνήθως σε μικρού μπάτζετ καλλιτεχνικές ταινίες), με εκπληκτική φωτογένεια, ακαταμάχητη αθωότητα και κωμικό νεύρο.
Ολα αυτά τα ενδιαφέροντα στοιχεία, ο Ντέιβιντ Φρέιν δεν καταφέρνει να τα συνθέσει ως το τέλος σε κάτι στιβαρό. Είναι πολλά, είναι διασκεδαστικά, αλλά χρειάζεται κάτι βαθύτερο για να λειτουργήσει μια ρομαντική κομεντί φαντασίας που έστω για δυο ώρες πρέπει να σε πείσει ότι η «διασταύρωση» μεταξύ ζωής και ες αεί θα μπορούσε να είναι πραγματικότητα. Κι έτσι το φιλμ τελειώνει μάλλον φλύαρα, σκορπισμένο, εξασθενημένο απ' όση προσπάθεια μπήκε στην αρχή του. Χωρίς, όμως, να μην ξεχωρίζει για μια ωραία ιδέα, μια χούφτα αληθινά fun στιγμές και μια διάθεση επιστροφής στον κλασικό ρομαντισμό, με λίγο κυνισμό για αλατοπίπερο.

