[Προσοχή: Το παρακάτω κείμενο, για τις ανάγκες της κριτικής, αποκαλύπτει κάποια σημαντικά τμήματα της πλοκής που έχουν νόημα για την αφήγηση της ταινίας. Οπως είναι φυσικό, ενδέχεται να χαλάσει εκπλήξεις για όποιον θεατή θέλει να δει την ταινία χωρίς να γνωρίζει τίποτα, γι' αυτό και προτείνουμε να διαβάσετε το κείμενο αφού την έχετε δει.]
Το είδος του τρόμου έχει κερδίσει μεγάλη μερίδα του κοινού το τελευταίο διάστημα με ταινίες που μας εκπλήσσουν ολοένα και περισσότερο. Και φαίνεται πως το 2025 ξεκινά με τις καλύτερες προθέσεις μιας και η ταινία «Companion», η πρώτη σκηνοθετική απόπειρα του ηθοποιού Ντρου Χάνκοκ, επιχειρεί να συνδυάσει τα είδη της επιστημονικής φαντασίας, του θρίλερ, του τρόμου και της μαύρης κωμωδίας, παρουσιάζοντας μια ιστορία που εξερευνά τις ανθρώπινες σχέσεις, αλλά with a twist.
Η πλοκή της ταινίας μπορεί, εκ πρώτης όψεως, να μοιάζει ως κάτι αρκετά προβλέψιμο: ο θάνατος ενός δισεκατομμυριούχου φέρνει μια σειρά από απρόσμενες εξελίξεις για την Αϊρις και τους φίλους της, κατά τη διαμονή τους στην πολυτελή ιδιοκτησία του.
Αλλά δεν μπορεί κάποιος να γράψει μια κριτική για την συγκεκριμένη ταινία χωρίς να αναφερθεί σε ένα στοιχείο κλειδί της πλοκής της, ένα στοιχείο όμως που, αν και αποκαλύπτεται στα τρέιλερ, στις φωτογραφίες και εμφανίζεται στο πρώτα 15 λεπτά της ταινίας, παραμένει μια από τις σημαντικές ανατροπές της - κι αυτό είναι ότι η Αϊρις είναι ένα ρομπότ.
Παρότι ακολουθεί τα χνάρια παλαιότερων ταινιών που εξερευνούν την αλληλεπίδραση ανθρώπων με τεχνητές μορφές ζωής (όπως τα «Ex Machina» και «Under the Skin»), ο Χάνκοκ, ο οποίος πέρα από τη σκηνοθεσία έχει γράψει και το σενάριο, καταφέρνει να προσδώσει μια ιδιαίτερη ταυτότητα μέσω της στιβαρής ατμόσφαιρας και των ανατρεπτικών χαρακτήρων. Η ταινία εισάγει ένα αίσθημα αποξένωσης, το οποίο επιτείνεται μέσα από κλειστοφοβικά κάδρα, σκοτεινούς διαδρόμους και μια αίσθηση αναπόφευκτου κινδύνου, ενώ η σταδιακή αποκάλυψη της αλήθειας για την Αϊρις, γίνεται έξυπνα μέσω αναφορών από τους υπόλοιπους χαρακτήρες, αλλά και με τη χρήση ηχητικών παράσιτων και παραμορφωμένων ηλεκτρονικών ήχων, οι οποίοι ταυτόχρονα δημιουργούν μια δυστοπική ατμόσφαιρα.
Ωστόσο, εκεί όπου η σκηνοθεσία δείχνει μια μικρή αδυναμία είναι στη συνοχή του ύφους. Η ταινία επιχειρεί να ισορροπήσει ανάμεσα στο ψυχολογικό θρίλερ, τον τρόμο και τη μαύρη κωμωδία, αλλά σε κάποια σημεία οι μεταβάσεις ανάμεσα σε αυτά τα είδη φαίνονται απότομες, με το σασπένς και τον τρόμο να χτίζεται με έναν τρόπο που καταφέρνει να τρυπώσει μέσα σου, οι χιουμοριστικές στιγμές (κυρίως μέσω διαλόγων) δεν είναι πάντα λειτουργικές, διακόπτοντας την ένταση της αφήγησης.
Εκείνο που κάνει την ταινία πραγματικά να ξεχωρίζει είναι ότι δεν είναι απλώς ένα sci-fi horror θρίλερ, αλλά μια πολυεπίπεδη αφήγηση για τη σχέση ανθρώπων και μηχανών, όπου όμως κάτω από την επιφάνεια είναι μια ιστορία για την εξουσία, την καταπίεση και την αυτοδιάθεση. Μέσα από την πορεία της Αϊρις, η ταινία μας μιλά για τη δύναμη της αυτογνωσίας και την ανάγκη να παλεύουμε για τη δική μας ταυτότητα, όποιο κι αν είναι το κόστος. Θέτοντας την τεχνητή νοημοσύνη και τη σχέση αφέντη/ρομπότ στο επίκεντρο, ο Χάνκοκ πολύ εύστοχα βάζει την ιστορία του να λειτουργήσει ως μεταφορά για τις γυναίκες που βρίσκονται σε κακοποιητικές και χειριστικές σχέσεις, όπου οι σύντροφοί τους προσπαθούν να τις ελέγχουν ψυχολογικά και συναισθηματικά.
Σε αυτό συμβάλουν και οι ερμηνείες των Σόφι Θάτσερ και Τζακ Κουέιντ. Η Θάτσερ, την οποία απολαύσαμε και πρόσφατα στο εξίσου καλό «Heretic», καταφέρνει να δώσει μια ανεπαίσθητα παράξενη χροιά στον χαρακτήρα της — μια αίσθηση ότι κάτι δεν είναι απόλυτα «ανθρώπινo». Καθώς η ιστορία προχωρά και η πραγματική φύση της Αϊρις αποκαλύπτεται, η Θάτσερ μεταμορφώνεται από παθητικό θύμα σε μια δυναμική, απειλητική παρουσία. Από την άλλη ο Κουέιντ, γνωστός από το «The Boys» και «Scream V», προσδίδει μια ανατριχιαστική ευγένεια στον χαρακτήρα του, έναν άντρα που αρχικά φαίνεται υποστηρικτικός, αλλά σταδιακά αποκαλύπτεται ως μια χειριστική και επικίνδυνη φιγούρα, παίζοντας με την ένταση του βλέμματός του, μεταπηδώντας από το γοητευτικό χαμόγελο σε ένα απόκοσμο, σχεδόν σαδιστικό ύφος.
Το «Companion» δεν είναι απλώς μια ακόμα ταινία επιστημονικής φαντασίας με στοιχεία τρόμου· είναι ένας καθρέφτης που αντανακλά τις ανησυχίες μας για την τεχνητή νοημοσύνη, τις δυναμικές εξουσίας και το τι σημαίνει πραγματικά να έχεις συνείδηση. Ανάμεσα στις δυνατές ερμηνείες και μια σκηνοθεσία που χτίζει υποχθόνια την ένταση, η ταινία σε αφήνει με ένα ερώτημα που δεν μπορεί να απαντηθεί εύκολα: μήπως η μεγαλύτερη απειλή δεν είναι η μηχανή (ή ο άνθρωπος) που ξυπνά, αλλά εκείνος που πραγματικά αρνείται να την αφήσει να ζήσει;