Οταν αρχίσαμε να μαθαίνουμε και ν’ αγαπάμε το ανεξάρτητο σινεμά, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, ο Καναδός Τζέρεμι Ποντέσουα ήταν εκεί, δίπλα στους αγαπημένους μας, σαν τον Χαλ Χάρτλεϊ και τον Πολ Τόμας Αντερσον, με ταινίες σαν το εύθραυστο «Eclipse» και το συναισθηματικό λαβύρινθο του «Five Senses». Χρόνια μετά, γύρισε το «Fugitive Pieces» στην Ελλάδα, ακολουθώντας την ιστορία του ολοκαυτώματος και τις εβραϊκές ρίζες του. Στο ενδιάμεσο, ο Ποντέσουα έγινε, χωρίς να προλάβουμε να το καταλάβουμε πριν συντελεστεί, ο σπουδαιότερος σκηνοθέτης τηλεοπτικών σειρών, στην πρώτη γραμμή ενός μέσου που έπαιρνε νέα, πανίσχυρη καλλιτεχνική ταυτότητα.
Διαβάστε ακόμη: Ο Τζέρεμι Ποντέσουα του Game of Thrones έρχεται στην Ελλάδα για ένα μοναδικό masterclass
Ξεκινώντας από το «Six Feet Under», ο Τζέρεμι Ποντέσουα σκηνοθέτησε επεισόδια για όλες τις σημαντικότερες τηλεοπτικές σειρές που μας απασχόλησαν την τελευταία δεκαπενταετία. Από το «Queer as Folk», το «Dexter», το «Rome», το «Boardwalk Empire», το «The Pacific», το «True Detective», ως το «Homeland» και το «Newsroom». Εχει υπογράψει κάποια από τα ωραιότερα – και ήδη κλασικά – επεισόδια του «Game of Thrones» (από τον 5ο κύκλο τα «Kill the Boy» και «Unbowed, Unbent, Unbroken», από τον 6ο τα εναρκτήρια της σεζόν κι υποψήφια για ΕΜΜΥ «The Red Woman» και «Home», καθώς και την πρεμιέρα και το μεγάλο φινάλε του 7ου, τα «Dragonstone» και «The Dragon and the Wolf».
Ταυτόχρονα, σκηνοθετεί για το «Handmaid’s Tale», με πλήρη συνείδηση της σημασίας της σειράς και απεριόριστο θαυμασμό για την Ελίζαμπεθ Μος, αλλά και για τη νέα σειρά του Αλαν Μπολ, το «Here and Now». Και, ναι, ετοιμάζεται να επισκεφθεί ξανά το σινεμά, ο δημιουργός που πριν απ’ όλους αξιοποίησε την τεράστια καλλιτεχνική αναβάθμιση της τηλεόρασης, την ώρα που συνέβαινε.
Ακριβώς πριν, το Flix συνάντησε τον Τζέρεμι Ποντέσουα στο κέντρο της Αθήνας και τον άκουσε, μαγεμένο, να μεταφέρει με χιούμορ κι απίστευτη συγκρότηση, τις αναμνήσεις και τις σκέψεις ενός σκηνοθέτη που παρέμεινε τολμηρός κι ευαίσθητος, απλώς έγινε, ταυτόχρονα, εξαιρετικά πετυχημένος. Διαβάστε παρακάτω όσο μας είπε.
«Eclipse», 1994
Θυμάμαι πολύ καλά τις φιλοδοξίες μου όταν ξεκίνησα, στις αρχές του ’90: ήταν να γίνω ένας σκηνοθέτης του ανεξάρτητου σινεμά και να συνεχίσω να κάνω τις ταινίες που μου προκαλούσαν το πάθος. Η «Εκλειψη» ήταν η πρώτη, πολύ προσωπική, μικρή ταινία που έγραψα και σκηνοθέτησα και ταξίδεψα μαζί της για δυο χρόνια σχεδόν, σε φεστιβάλ σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Πήγα πρώτα στο Σάντανς και στο Βερολίνο κι από εκεί, παντού. Ο Ατόμ Εγκογιάν ήταν στενός φίλος αλλά και μέντορας για μένα, έκανε μια εκπληκτική καριέρα σκηνοθετώντας ταινίες που διανέμονταν διαφορετικά, δεν ήταν εμπορικές, αλλά μεγάλες καλλιτεχνικές επιτυχίες. Οι αναφορές μου τότε βρίσκονταν στον Καναδά, τι μπορούσα να κάνω εκεί. Ο Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ βρισκόταν στη μία πλευρά του άξονα, ζούσε ακόμα στο Τορόντο τότε και ο Ατόμ βρισκόταν στην άλλη και αρκετοί ακόμα Καναδοί σκηνοθέτες είχαν μια ενδιαφέρουσα πορεία πριν από εμένα. Αλλά η «Εκλειψη» ήταν για μένα το πρώτο βήμα για τη ζωή που ήθελα, να γίνω δηλαδή μέρος ενός περιοδεύοντος θιάσου κινηματογραφιστών που γυρίζουν τον κόσμο με τις ταινίες τους.
«The Five Senses», 1999
Η επόμενη ταινία μου, οι «Πέντε Αισθήσεις», ήταν μια προέκταση αυτού του σχεδίου κι ήμουν πολύ χαρούμενος με όσα κατάφερνα, εκτός από ένα πράγμα, το πόσο δύσκολο ήταν να κάνεις ταινία. Η καθεμιά έπαιρνε περίπου πέντε χρόνια για να γίνει κι εν τω μεταξύ δεν σκηνοθετούσα και πολύ, με εκνεύριζε το πόσο αργά κινούνταν όλα. Αλλά η δεύτερη ταινία μου είχε πολύ μεγαλύτερη επιτυχία από την πρώτη κι αυτό μου άνοιξε δρόμους σε νέα πράγματα, στην τηλεόραση, παρότι τότε δεν επικεντρωνόμουν καθόλου σ’ αυτό.
«Six Feet Under»
Η τηλεόραση τότε ήταν, γενικά, γιατροί, αστυνομικοί και δικηγόροι, αλλά αυτή ήταν ακριβώς η στιγμή που άρχισε ν’ αλλάζει. Η καλωδιακή τηλεόραση στην Αμερική, το HBO και το Showtime, άλλαξαν τα πράγματα. Αφού το κοινό πληρώνει για να τα δει, πρέπει να του προσφέρουν κάτι που δεν υπάρχει στην ελεύθερη τηλεόραση. Αρα μπορείς να πιέσεις τα όρια. Η αλλαγή ξεκίνησε με σειρές σαν το «Sopranos» και το «Sex and the City» και, μετά, το «Six Feet Under» που, κατά κάποιο τρόπο, ήταν μια ανατροπή. Μου ζητήθηκε να το σκηνοθετήσω κι αυτό άλλαξε όλη την οπτική μου για τη δουλειά μου. Ηταν τρομερή εμπειρία, δούλεψα με εκπληκτικούς ηθοποιούς, με πάρα πολύ καλά σενάρια, πανέξυπνους ανθρώπους σε κάθε τομέα. Είχα σπουδάσει στο Λος Αντζελες αλλά δεν είχα δουλέψει ποτέ εκεί κι ως τότε δεν μ’ ενδιέφερε κάτι τέτοιο γιατί θεωρούσα ότι οι δικές μου ευαισθησίες δεν ταίριαζαν με το Χόλιγουντ. Αλλά όταν έκανα το «Six Feet Under» είδα ότι υπήρχαν σημεία όπου ταίριαζαν μια χαρά. Η σειρά αυτή πήγε εκπληκτικά κι αυτό μου άνοιξε άλλες προοπτικές. Δούλεψα στο «Carnival», το «Rome», το «Pacific» κι άλλες τέτοιες δουλειές που μου έδωσαν δυνατότητες, στην τηλεόραση, που ποτέ δεν θα είχα στο σινεμά. Οπότε ήθελα να συνεχίσω να το κάνω αυτό και ξεμάκρυνα από το αρχικό μου μονοπάτι, πολύ συνειδητά και πρόθυμα και χάρηκα που μπορούσα να έχω όλες αυτές τις εμπειρίες, αντί να κάνω μια ταινία στα πέντε χρόνια, να γυρίζω για πέντε βδομάδες κάθε πέντε χρόνια. Μ’ αυτές τις σειρές, μπορούσα ξαφνικά να πάω στην Τσινετσιτά, όπου δούλευε ο Φελίνι, στα μεγαλύτερα σκηνικά που είχαν φτιάξει εκεί και να σκηνοθετώ ένα ρωμαϊκό έπος. Ποτέ δεν θα φανταζόμουν ότι θα έκανα κάτι τέτοιο κι επιπλέον μου άρεσε πάρα πολύ, άρχισα να νιώθω πολύ άνετα και να σκέφτομαι ότι, παρότι δεν ήταν στα σχέδιά μου, ήταν αυτό που ήθελα.
Εγώ δεν γράφω τα δικά μου σενάρια πολύ γρήγορα, ούτε και προκύπτουν τόσα πολλά πράγματα που να θέλω να κάνω. Περιμένω να προκύψει μια ιδέα που να μου προκαλεί το πάθος και τότε ξεκινάω να το κάνω. Το «Five Senses» μου πήρε πέντε χρόνια, εν μέρει λόγω της συγκέντρωσης των χρημάτων, αλλά και για να φτάσω το σενάριο εκεί όπου το ήθελα. Η δική μου περίοδος ανάπτυξης ενός πρότζεκτ είναι μεγάλη. Όταν προέκυψε το «Fugitive Pieces», ήξερα ότι ήθελα να το κάνω. Είχα διαβάσει το μυθιστόρημα και το είχα λατρέψει, μου προέκυψε η δυνατότητα να το διασκευάσω κι ήθελα πολύ να το κάνω. Οπότε πήρα ένα χρόνο άδεια από τις τηλεοπτικές δουλειές μου κι ασχολήθηκα μ’ αυτό, που, για μένα, ήταν μια εκπληκτική εμπειρία και μ’ έφερε κι εδώ, στην Ελλάδα. Αλλά, κυρίως, ικανοποίησε την ανάγκη μου να πω κάτι πολύ προσωπικό. Είχε μεγάλη σημασία για μένα ο τόπος όπου θα γυριζόταν: έχω διαβάσει πάρα πολύ για τον Δεύτερο Παγκόσμιο, το Ολοκαύτωμα, αλλά δεν είχα διαβάσει ποτέ για την ελληνική κατοχή και τους Εβραίους που ζούσαν εδώ. Κι έτσι το βιβλίο με άγγιξε πολύ προσωπικά ενώ, ταυτόχρονα, δεν είχε όλη αυτή την εικονογραφία που μου ήταν τόσο γνώριμη, ήταν ένας τρόπος να αφηγηθώ την ιστορία που ήθελα, διαφορετικά, με μια φρέσκια οπτική. Εκανα εκτεταμένη έρευνα, ήρθα στην Ελλάδα, πήγα στο Εβραϊκό Μουσείο, διάβασα, μίλησα με ανθρώπους. Πήγα στη Ζάκυνθο όπου εκτυλίσσεται μέρος της ιστορίας, αλλά είχε καταστραφεί με τον σεισμό, οπότε δεν είχε νόημα να κάνω γύρισμα εκεί και την αντικαταστήσαμε με τη Μυτιλήνη, πήγα στην Υδρα, προσπάθησα να καταλάβω τα κίνητρα της συγγραφέως, τι ρόλο έπαιζαν οι τοποθεσίες. Η ιστορία έχει μεγάλη σημασία για μένα, ήθελα απαραίτητα να κάνουμε την ταινία στην Ελλάδα, όπου γράφτηκε το βιβλίο. Η εμπειρία του γυρίσματος στην Ελλάδα ήταν εκπληκτική για μένα, αλλά ίσως κι επειδή το έκανα με τον δικό μου, αλλόκοτο τρόπο: δηλαδή, πέρασα πολύ χρόνο εδώ πριν το γύρισμα κι επέλεξα, έναν-έναν, ο ίδιος, όλους τους συνεργάτες. Εκανα πολλή έρευνα στην εδώ βιομηχανία, στην κινηματογραφική κοινότητα, γιατί έχει τόσο μεγάλη σημασία με ποια άτομα, συγκεκριμένα, δουλεύεις. Εκανα την ταινία, η εμπειρία ήταν σπουδαία, αλλά η έξοδός της στις αίθουσες ήταν απογοητευτική. Η ταινία άρεσε, αλλά η αγορά των ταινιών είχε αρχίσει ν’ αλλάζει, παράλληλα με την αλλαγή στην τηλεόραση. Οι διανομείς είχαν γίνει πολύ επιφυλακτικοί, δεν ήθελαν να ξοδεύουν πολλά χρήματα, φοβούνταν τέτοιου είδους δράματα.
Ολοι άρχισαν να με θεωρούν ιδιοφυία, επειδή είχα κάνει αυτή την επιλογή πολύ νωρίς. Δεν ήμουν ιδιοφυία φυσικά, απλώς είχα κινηθεί με το ρεύμα.»
Η εικόνα της τηλεόρασης άλλαξε άρδην, μέσα στο διάστημα όπου εγώ έκανα το «Fugitive Pieces». Όταν τελείωσα με την ταινία, όλοι πια ήθελαν να κάνουν τηλεόραση. Ο Σκορσέζε έκανε τον πιλότο για το «Boardwalk Empire», ο Ντέιβιντ Φίντσερ έκανε το «House of Cards», όποιος σπουδαίος σκηνοθέτης σου ερχόταν στο μυαλό, ήθελε να κάνει τηλεόραση, γιατί είχε γίνει αδύνατον να κάνεις σινεμά, εκτός αν ήταν blockbusters. Κι έτσι όλοι άρχισαν να με θεωρούν ιδιοφυία, επειδή είχα κάνει αυτή την επιλογή πολύ νωρίς. Δεν ήμουν ιδιοφυία φυσικά, απλώς είχα κινηθεί με το ρεύμα. Αλλά μετά και το «Fugitive Pieces», δεν είχα καμία αμφιβολία για το τι θα έκανα μετά, οι δυνατότητες στην τηλεόραση διευρύνονταν τόσο πολύ. Κι ήμουν ευτυχής να το κάνω, ως τώρα. Είναι παράξενο, οι φιλοδοξίες σου αλλάζουν με τον καιρό, δεν είναι μια γραμμική πορεία. Μπορείς να μένεις στην ίδια διαδρομή, ώσπου να θελήσεις ν’ αλλάξεις κατεύθυνση. Κι εγώ τώρα θέλω να την αλλάξω λιγάκι, να γράψω περισσότερο για το σινεμά, να κάνω δουλειές στην τηλεόραση αλλά και ως παραγωγός, να είμαι πιο επιλεκτικός στις σκηνοθετικές δουλειές μου, άρα να σκηνοθετώ λιγότερο ίσως. Να ζω λίγο περισσότερο, να κάνω τέτοια πράγματα, όπως το να έρθω τώρα στην Αθήνα, που μου χαρίζουν εμπειρίες μεν, αλλά που δεν έχουν να κάνουν με τη σκηνοθεσία.
Με την «Εκλειψη», που ήταν η πρώτη μου ταινία, με καθησύχαζε η ιδέα ότι έκανα 10 μικρού μήκους μαζί – γιατί ήδη είχα κάνει μπόλικες μικρές – αντί για μια μεγάλου μήκους ταινία. Το άλμα προς τη μεγάλου μήκους, έτσι, δεν μου φαινόταν τόσο τρομακτικό, ήταν σαν δέκα μονόπρακτα, δεν είχα φόβο. Το «Five Senses» είναι πολύ πιο σύνθετο, αλλά ενώ είναι παράλληλες ιστορίες, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται για μία ταινία. Η έμπνευσή μου ήταν ο Ρόμπερτ Ολτμαν (η ταινία ήταν σαν φόρος τιμής στο «Nashville», ειδικά, που με είχε επηρεάσει πολύ), ο Πολ Τόμας Αντερσον, αυτές οι αφηγήσεις με τα πολλά παρακλάδια, τέτοιες ταινίες μου άρεσαν ανέκαθεν. Γιατί μπορείς να πραγματεύεσαι ένα ζήτημα, όπως είναι η ανθρώπινη επικοινωνία, από διαφορετικές οπτικές.
Είμαι πρακτικός άνθρωπος, μάλλον επειδή μεγάλωσα σε μια απολύτως μικροαστική εβραϊκή μπουρζουά οικογένεια κι είμαι ακόμα αυτός ο άνθρωπος. Ο πατέρας μου ήταν ζωγράφος, οπότε είχα και την καλλιτεχνική πλευρά στην οικογένειά μου κι έπειτα, το να γίνεις σκηνοθέτης δεν είναι μια πρακτική επιλογή, οτιδήποτε άλλο θα ήταν πολύ πιο πρακτικό. Αλλά από τη στιγμή που το αποφάσισα, το προσέγγισα ως πρακτικός άνθρωπος και, παρόλ’ αυτά, χρειάστηκα πολλά χρόνια προσπάθειας για να καταφέρω αυτά που ήθελα.
«Boardwalk Empire»
Η τηλεόραση μοιάζει σήμερα ν’ αλλάζει ταχύτατα, αλλά στην πραγματικότητα η αλλαγή έγινε αργά και σταδιακά. Στην αρχή δεν έβλεπα την αλλαγή, απλώς ότι περισσότεροι άνθρωποι προσπαθούσαν να κάνουν σειρές σαν το «Six Feet Under», σειρές που μπορεί να μην απευθύνονται σε εκατομμύρια θεατές, αλλά που τις λατρεύουν οι κριτικοί κι ένα επιλεκτικό κοινό, που μπορεί να μην είναι τεράστιες, αλλά είναι τρομερά ενδιαφέρουσες κι απορροφούν ολοένα και περισσότερους ανθρώπους του κινηματογράφου. Στη Νέα Υόρκη, έχουμε μια πολύ ανεπίσημη ομάδα σκηνοθετών, βρισκόμαστε μια φορά το μήνα, μιλάμε για ό,τι κάνουμε εκείνη την περίοδο. Ειδικά όταν δούλευα στο «Boardwalk Empire», ζούσα στη Νέα Υόρκη και τους έβλεπα τακτικά. Στην αρχή, έβλεπα όλους αυτούς τους ανεξάρτητους σκηνοθέτες που θαύμαζα κι έβλεπα για χρόνια τις ταινίες τους, ενώ εγώ έκανα τηλεόραση. Ξαφνικά άρχισαν να με ρωτάνε, πώς μπορώ κι εγώ να σκηνοθετήσω μια από αυτές τις σειρές; Κι είχαν όλοι πολύ καλύτερες καριέρες στο σινεμά απ’ ό,τι εγώ και τους έλεγα, “αλήθεια, δεν μπορείς να βρεις δουλειά στην τηλεόραση;”. Ολοι ήθελαν να βρουν πρότζεκτ στην τηλεόραση, σε πράγματα σαν το HBO, όχι οτιδήποτε φυσικά. Δεν μπορούσαν πια να κάνουν τις ταινίες που ήθελαν κι έψαχναν για κάτι πραγματικά ενδιαφέρον. Και τότε κατάλαβα ότι συμβαίνει μια μεγάλη αλλαγή. Ξαφνικά, όλες οι ταινίες που βραβεύονταν στο Σάντανς, δεν μπορούσαν να βρουν διανομή. Αυτό που συμβαίνει σήμερα, είναι ότι το σινεμά και η τηλεόραση βρίσκονται τρομερά κοντά κι όλοι πηγαινοέρχονται από το ένα στο άλλο. Αλλά ναι, θεωρώ ότι υπάρχει μια μεγάλη διαφορά, ως προς το περιεχόμενο. Η τηλεόραση είναι μια εκτεταμένη αφήγηση. Δεν είναι κάτι που ολοκληρώνεται κι αυτό είναι μια άλλου είδους καλλιτεχνική έκφραση. Μπορείς να κάνεις απίθανα πράγματα στην τηλεόραση, πολύ κινηματογραφικά πράγματα, το “Berlin Alexanderplatz” τηλεόραση ήταν κι είναι ακόμα ένα αριστούργημα. Το αληθινό πλεονέκτημα της τηλεόρασης είναι η νεωτεριστική της προσέγγιση κι επειδή στην Αμερική η λογοτεχνία έχει πέσει πολύ, νομίζω ότι η τηλεόραση έχει πάρει τη θέση της ανάγνωσης ενός βιβλίου με κάποιον τρόπο. Κι έχει αντικαταστήσει τα κινηματογραφικά δράματα, γιατί οι παραγωγοί του σινεμά τα αποφεύγουν. Και φαίνεται, ακόμα και στα Οσκαρ κοπιάζουν να βρουν ταινίες να προτείνουν. Η τηλεόραση σου δίνει την ευκαιρία να κάνεις πράγματα που δεν μπορείς πια να κάνεις στο σινεμά, με κινηματογραφικό, δραματικό, ελκυστικό τρόπο. Στην τηλεόραση υπάρχουν επίσης auteurs, αλλά είναι κυρίως οι σεναριογράφοι.
Συνήθως στις σειρές - και στο «Game of Thrones» - επιλέγουν τον σκηνοθέτη του κάθε επεισοδίου, σαν κάστινγκ σκηνοθετών. Προσπαθούν να σου αναθέσουν τα επεισόδια που θεωρούν ότι επωφελούνται από τις αρετές σου. Για πολύ καιρό, από την εποχή του «Six Feet Under», εμένα με επέλεγαν για σχέσεις, για διεύθυνση ηθοποιών, για σύνθετα συναισθηματικά σενάρια. Αλλά σταδιακά άρχισα να κάνω σειρές εποχής, με μεγάλη, σύνθετη σκηνογραφία, στο «Rome» για παράδειγμα. Εκανα και το «Homeland», δεν είχα κάνει δράση, κατασκοπικά, μετά άρχισαν να μου προτείνουν πολεμικές σειρές. Συχνά σ’ επιλέγουν επιφανειακά, ανάλογα με το τελευταίο πράγμα που έχεις κάνει. Ετσι, όταν έφτασε η ώρα του «Game of Thrones», θεωρούσαν ότι ήμουν ο κατάλληλος για υπερθέαμα, εικαστικά απαιτητικές σκηνές, σε μεγάλο μέγεθος. Κι έτσι το πρώτο επεισόδιο που μου ζήτησαν να κάνω, ήταν το «Blackwater». Ηταν η μεγαλύτερη σκηνή μάχης που είχαν κάνει ως τότε και μ’ έφεραν γιατί πίστευαν ότι μπορούσα να το χειριστώ. Αρχισα την προετοιμασία, πολύμηνη γιατί ήταν μια τεράστια παραγωγή, σκηνικά, story boards, το ετοίμασα όλο και πριν πάω στην Ιρλανδία για το τελευταίο στάδιο της προετοιμασίας, αρρώστησε ο πατέρας μου σοβαρά και χρειάστηκε να σταματήσω. Πάντως αυτό ήταν το πρώτο επεισόδιο που θα σκηνοθετούσα και μετά θα με θεωρούσαν «τον τύπο για τις μάχες». Αλλά όταν, τελικά, επέστρεψα, στην 5η σεζόν, έκανα επεισόδια, αντιθέτως, με πολύ λεπτή δουλειά στους ήρωες και τους άρεσαν. Κι έτσι την επόμενη σεζόν μου ζήτησαν να κάνω τα πρώτα δύο, που δεν έχουν πολλή δράση αλλά είναι επικεντρωμένα στους ήρωες και στην ιστορία και, την επόμενη σεζόν, το πρώτο και το τελευταίο, τεράστιο επεισόδιο, σαν ταινία, πράγμα που θεώρησα κομπλιμέντο. Επειδή έχω κάνει, πια, μια ευρεία γκάμα πραγμάτων, δεν νομίζω ότι είμαι τυποποιημένος σε κάτι πια. Τώρα έχω τελείωσει με το «Game of Thrones», επρόκειτο να είναι μία σεζόν 13 επεισοδίων και την έκοψαν στα δύο: όποιος δούλεψε στο πρώτο μισό, δεν επιστρέφει στο δεύτερο.
Το «Game of Thrones» είναι τόσο μοναδική εμπειρία που, για μένα, είναι στην κορυφή της δουλειάς που έχω κάνει. Είναι σαν εμπειρία ζωής, είναι ένα ταξίδι, δουλεύεις για έξι μήνες, σε τρεις χώρες, πολλά μέρη στην καθεμιά, είμαστε σαν κινηματογραφιστές-νομάδες που ταξιδεύουμε, ένα τεράστιο καστ, εξαιρετικοί επαγγελματίες κι υπέροχοι άνθρωποι. Είναι στ’ αλήθεια μια οικογένεια, μια μεγάλη ομαδική δουλειά σε τεράστιο μέγεθος, πολύ δημοκρατική ομάδα, είναι πολύ ασυνήθιστες συνθήκες, δεν μοιάζει με τίποτε άλλο που έχω κάνει. Κι οι άνθρωποι που κάνουν τη σειρά είναι όλοι απίστευτοι, σε κάθε τομέα, εκπληκτικοί στη δουλειά τους κι εξαιρετικοί άνθρωποι, επιπλέον που δουλεύουν για μια πρωτοφανώς επιτυχημένη σειρά που βλέπουν εκατομμύρια θεατές σ’ όλο τον κόσμο. Εχει καταπληκτική ποιότητα, φτιαγμένη από τρομερούς τεχνίτες. Αρέσει πολύ ακόμα και στη μητέρα μου! Αρέσει σε νέους, μεγαλύτερους, το γεγονός ότι κάνει πρεμιέρα σε εκατό χώρες την ίδια μέρα, πολιτισμικά, είναι κάτι μοναδικό. Δεν υπάρχει κάτι άλλο που να συνδέει τόσο κόσμο με τόσο διαφορετικές καταβολές. Και, μάλιστα, βασιζόμενο όχι στον χαμηλότερο κοινό παρανομαστή, αλλά στον υψηλότερο.
Το «Handmaid’s Tale», είναι και πιο πρόσφατο, αλλά και μια από τις πιο αγαπημένες μου δουλειές. Είναι κι αυτή μια σειρά καλλιτεχνών, όλοι οι συντελεστές είναι εξαιρετικοί στον τομέα τους. Κι έχει κι ένα καταπληκτικό καστ. Ειδικά η Ελίζαμπεθ Μος είναι μια διάνοια στην υποκριτική. Είναι και παραγωγός στη σειρά, άρα ασχολείται με κάθε πλευρά της. Εχει τον απόλυτο έλεγχο στο πρακτικό επίπεδο και, ταυτόχρονα, καταφέρνει να είναι μόνο συναίσθημα όταν παίζει. Για μένα είναι μια από τις σπουδαιότερες ηθοποιούς με τις οποίες έχω δουλέψει. Είναι τόσο αληθινή, σύνθετη, δεν χρειάζεται να πεις τίποτε, τα λέει όλα το πρόσωπό της, χωρίς λόγια. Για μένα είναι σαν αυτές τις σπουδαίες ηθοποιούς του βωβού, αν κι είναι απίθανη και με τους διαλόγους. Βρίσκω τον αυθορμητισμό της και τις εκπλήξεις που επιφυλάσσει, εξαιρετικές αρετές. Εχει τεράστια γκάμα αλλά σε εκπλήσσει εξίσου σε κάθε ρόλο της. Στο «Τετράγωνο» είναι τόσο αστεία, κάνει τόσο απροσδόκητες επιλογές που δεν μπορείς να ξεκολλήσεις το βλέμμα σου από πάνω της. Κι εξίσου στο «Handmaid’s Tale», απλώς με τελείως διαφορετικό τρόπο. Αυτό είναι το τέλειο στην τηλεόραση σήμερα, ότι το επίπεδο των ανθρώπων με τους οποίους μπορείς να δουλέψεις, είναι πρωτοφανές. Αλλά και το «Handmaid’s Tale» είναι εκπληκτική σειρά καλλιτεχνικά και το τι μπορείς να κάνεις σε εικαστικό επίπεδο είναι πολύ ασυνήθιστο. Μπορέσαμε να κάνουμε κάποιες δημιουργικές επιλογές που λάτρεψα. Είναι σαν άγραφος κανόνας της σειράς, αν το πρώτο σου ένστικτο είναι να κάνεις κάτι όπως στις άλλες σειρές, κάνεις λάθος. Τις πρώτες μέρες είχα τρομοκρατηθεί κι έχω χρόνια να νιώσω φόβο σε μια σειρά.
Το «Here and Now» ήταν πολύ ενδιαφέρουσα εμπειρία. Κατ’ αρχάς, γιατί ο Αλαν Μπολ μου έδωσε την πρώτη μου ευκαιρία, στο «Six Feet Under», οπότε του είμαι αφοσιωμένος, κάναμε μαζί μετά και το «True Blood» και τον θεωρώ πολύ ξεχωριστό δημιουργό κι ήθελα πολύ να κάνω τη σειρά και μου το ζήτησαν πολύ νωρίς. Είναι ασυνήθιστη σειρά, είναι οικογενειακή, αλλά με μι διαφυλετική σύνθεση κι επιπλέον έχει ένα απόκοσμο στοιχείο. Καταπιάνεται με όλα τα σημερινά καυτά θέματα, όπως τη φυλή, το φύλο, τη σεξουαλικότητα, τη θρησκεία, την πολιτική, βρίσκεις τα πάντα μέσα στη σειρά. Δούλεψα στην πρώτη σεζόν, όσο ακόμα, όπως πολλές σειρές, προσπαθούσε να βρει την ταυτότητά της και δοκίμαζε τα όριά της, τόσο θεματικά, όσο και στιλιστικά, πράγμα πολύ ενδιαφέρον για μένα. Κανείς δεν μου είπε πώς να το γυρίσω, πρέπει να λειτουργείς διαισθητικά. Ηταν διαρκώς μια δουλειά σε εξέλιξη, συζητούσαμε συχνά με τον διευθυντή φωτογραφίας για το τι σήμαινε η σειρά για μας. Και το καστ είναι μοναδικό, η Χόλι Χάντερ έχει τόσο απίστευτη δύναμη.
Μην κάνεις μια «ταινία-επισκεπτήριο», για να δείξεις τι μπορείς να κάνεις. Να κάνεις κάτι που θα δείχνει ποιος είσαι.»
Ως σκηνοθέτης πρέπει πάντα κάπως να ορίζεις τον εαυτό σου. Δείχνεις στον κόσμο τι σκηνοθέτης είσαι, με τις ταινίες που κάνεις. Σε κάποιους θ’ αρέσεις, σε κάποιους όχι, αλλά τουλάχιστον θα ξέρουν ποιος είσαι. Εγώ δεν θα είχα δουλέψει ποτέ στο «Six Feet Under» αν δεν είχα κάνει τις πρώτες ταινίες μου. Δεν πήρα τη δουλειά επειδή σκηνοθέτησα πενήντα ώρες σε αστυνομική σειρά, την πήρα επειδή έκανα μια μικρή ταινία, που την έγραψα και τη σκηνοθέτησα και την είδαν και τους άρεσε και σκέφτηκαν ότι αυτός θα ταίριαζε σ’ αυτή τη σειρά. Κι έτσι κι εγώ φυσικά ταίριαζα στη σειρά που, τελικά, ήθελα να σκηνοθετήσω. Δεν θα με επέλεγε, βλέποντας τις ταινίες μου, κάποιος παραγωγός μιας ιατρικής σειράς, αλλά ήμουν κατάλληλος γι’ αυτό το συγκεκριμένο πρότζεκτ. Κι αυτό είναι σημαντικό, γιατί ήθελα να είμαι ο κατάλληλος γι’ αυτό, παρότι αγνοούσα την ύπαρξή του τότε. Κοιτάζοντας πίσω, χαίρομαι που ήμουν κατάλληλος γι’ αυτό κι όχι, για παράδειγμα, για το «Grey’s Anatomy», παρότι είναι θαυμάσια σειρά. Οπότε, για μένα, όσο περισσότερο μπορείς να δημιουργείς τη δουλειά σου – κι ειδικά όταν είσαι σπουδαστής, είναι ο ασφαλέστερος καιρός, μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις – να μην κάνεις μια «ταινία-επισκεπτήριο», για να δείξεις τι μπορείς να κάνεις. Να κάνεις κάτι που θα δείχνει ποιος είσαι. Να στοχεύεις στο όνειρό σου, στα πράγματα που θέλεις να καταφέρεις, να κάνεις κάτι που θα είναι η αφετηρία της γραμμής που θα σε φτάσει στο όνειρό σου. Νομίζω, επίσης, ότι αν κάνεις πολλά διαφορετικά πράγματα στην αρχή, ως καλλιτέχνης, στέλνεις ένα συγκεχυμένο μήνυμα στον κόσμο κι ούτε κι αυτό είναι καλό. Το να είσαι ικανός δεν είναι αρκετό πια. Ο καθένας μπορεί να μοντάρει εικόνες σπίτι του, όλοι είναι καλούτσικοι σε κάτι, δεν είναι τόσο σπουδαίο. Αν θέλεις να είσαι αληθινά σπουδαίος, πρέπει να είσαι ξεκάθαρος και συνεπής. Να βρεις τη φωνή σου, όποια κι αν είναι, το στιλ σου, το πάθος σου, να βρεις τι το μοναδικό σε χαρακτηρίζει.
Ναι, θα ξανακάνω σινεμά, απλούστατα γιατί έχω βρει την ιστορία που μ’ ενδιαφέρει και γιατί το σινεμά είναι ένας διαφορετικός τρόπος έκφρασης. Ηδη γράφω, μ’ έχει εμπνεύσει κάτι που μπορεί να είναι μόνο ταινία, όχι σειρά. Επιπλέον, τώρα, για πρώτη φορά, ξαναβλέπω πράγματα που δεν έχω κάνει, επειδή δουλειές σαν το «Game of Thrones» μου άνοιξαν αυτή την πόρτα. Γιατί τώρα πια αναζητούν τηλεοπτικούς σκηνοθέτες για να κάνουν ταινίες, ενώ μέχρι πριν λίγο συνέβαινε το αντίστροφο. Εχουμε αποκτήσει ικανότητες, δεξιότητες που άλλοι σκηνοθέτες δεν έχουν.
Το masterclass διοργανώνεται για τους σπουδαστές και απόφοιτους της SAE, ενώ θα υπάρξει και περιορισμένος αριθμός θέσεων για ενδιαφερόμενους εκτός SAE (μελλοντικούς σπουδαστές, νέους ή έμπειρους επαγγελματίες από το χώρο του κινηματογράφου και του θεάματος γενικότερα). Η συμμετοχή είναι δωρεάν.
Για την ομαλή διεξαγωγή του masterclass παρακαλείσθε να βρίσκεστε στον Δαναό στις 17:00. Η είσοδος θα επιτραπεί μόνο στους κατόχους Eventbrite εισιτηρίου (εκτυπωμένο ή σε ηλεκτρονική μορφή).
Δήλωσε συμμετοχή: sae.edu/grc/jeremy-podeswa- masterclass
Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να επικοινωνήσετε με την υπεύθυνη της εκδήλωσης Ελίνα Κοστανιάν (e.kostanian@sae.edu ή στο 210 3217661, καθημερινά 12:00 - 20:00)
Διαβάστε περισσότερα:
- To HBO επιβεβαίωσε τους χειρότερους φόβους μας: ετοιμαστείτε για σφαγή στο φινάλε του «Game of Thrones»
- Ο τελευταίος κύκλος του «Game of Thrones» θα κάνει πρεμιέρα τον Απρίλιο του 2019
- «Game of Thrones»: κυκλοφόρησαν συλλεκτικά γραμματόσημα
- «Είναι μεγαλύτερος από ποτέ»: Ο Κιτ Χάρινγκτον για τον τελευταίο κύκλο του «Game of Thrones»
- Γιατί η τελευταία σεζόν του «Game of Thrones» θα είναι τόσο ακριβή;