Με τη μουσική σύνθεση και σκηνοθεσία της Δήμητρας Τρυπάνη και το λιμπρέτο του Παντελή Μπουκάλα, με την ερμηνεία δεκαοκτώ διακεκριμένων ηθοποιών, χορευτών και μουσικών, ανεβαίνει στην Εθνική Λυρική Σκηνή, στις 25, 27 και 28 Σεπτεμβρίου, η παράσταση ήχου «Αντρέι: Ρέκβιεμ σε οκτώ σκηνές», όπου Αντρέι είναι, φυσικά, ο Ταρκόφσκι και έμπνευση τίποτε λιγότερο από το έργο του, το στοχασμό του για τ' ανθρώπινα, τη θέση του απέναντι στον άνθρωπο του χτες και του σήμερα.
Το «Αντρέι» είναι μια ιδιότυπη σύγχρονη «εξόδιος λειτουργία» αφιερωμένη στο μεγάλο κινηματογραφικό δημιουργό Αντρέι Ταρκόφσκι, τον καλλιτέχνη και φιλόσοφο που απέδωσε τις σκέψεις και τα αισθήματά του με εικόνες απαράμιλλης ομορφιάς και διανοητικού σφρίγους. To ποιητικό κείμενο, που το υπογράφει ο Παντελής Μπουκάλας, συνδιαλέγεται με το γερμανικό κείμενο του Λουθηρανικού Ρέκβιεμ, αλλά και με θραύσματα διαλόγων από τις επτά ταινίες του Ρώσου δημιουργού.
Δεκαοκτώ αναγνωρισμένοι κι αφοσιωμένοι ηθοποιοί, χορευτές και μουσικοί ερμηνεύουν επί σκηνής ισάριθμες εκδοχές του Αντρέι, πρόσωπα υπαρκτά ή φανταστικά, κομβικούς χαρακτήρες από τις επτά ταινίες του. Οι Σαβίνα Γιαννάτου, Φάνης Ζαχόπουλος, Νίκος Ζιάζιαρης, Χρήστος Θάνος, Μαριάννα Καβαλλιεράτου, Βάλια Καράγιωργα, Γιώργος Κασαβέτης, Δήμητρα Κοκκινοπούλου, Νάντια Κοντογεώργη, Χαρά Κότσαλη, Χριστίνα Μαξούρη, Ηρώ Μπέζου, Ειρήνη Μπιλίνη-Μωραΐτη, Γιώργος Νικόπουλος, Καλλιόπη Σίμου, Αλίκη Σιούστη, Φώτης Σιώτας και Αλέξανδρος Ψυχράμης αρθρώνουν τον ποιητικό, κινηματογραφικό και μουσικό λόγο του έργου είτε ως μονάδες είτε ως ενιαίο «χορικό» σύνολο.
Το FLIX μίλησε με τους δημιουργούς κι ερμηνευτές της παράστασης, θέλοντας να κατανοήσει τι θα δούμε στη σκηνή, πώς προσεγγίζεται το έργο και η ύπαρξη του Ταρκόφσκι κι αν ο θεατής χρειάζεται «προετοιμασία», πώς ο τόσο εικαστικός σκηνοθέτης μεταφράζεται σε μουσική και λόγο, γιατί χρειάζεται ένα Ρέκβιεμ, γιατί το χρειάζεται σήμερα και τι ερεθίσματα για σκέψη έδωσαν οι ταινίες του στον καθένα τους ξεχωριστά. Παρακάτω βυθιζόμαστε στον «Αντρέι» και εδώ κλείνουμε εισιτήριο για την παράσταση.
Οι δημιουργοί
Σύλληψη, σύνθεση, σκηνοθεσία, μουσική διεύθυνση: Δήμητρα Τρυπάνη
Πρωτότυπο ποιητικό κείμενο: Παντελής Μπουκάλας
Πώς ορίζεται μια «παράσταση ήχου» και πώς αποδίδεται με μουσική και λόγο το έργο ενός τόσο εικαστικού δημιουργού;
Δ.Τ. Ορίζω την «παράσταση ήχου» ως τη μουσική παράσταση όπου ο ήχος - κείμενο και μουσική, αυστηρά συνδομημένα μέσα στην παρτιτούρα - είναι το κατεξοχήν αφηγηματικό μέσο της παράστασης. Η εικόνα της παράστασης προκύπτει κατά κύριο λόγο από τη διαδικασία παραγωγής του ήχου. Τα πρωτεύοντα μουσικά όργανα μιας παράστασης ήχου είναι η φωνή και το σώμα, και ο θεατής μπορεί να επιλέξει αν θα παρακολουθήσει την παράσταση με ανοιχτά ή κλειστά μάτια - αντιμετωπίζοντάς την ως ακουσματική εμπειρία. Στόχος μιας παράστασης ήχου είναι η σχεδόν πλήρης κατάργηση των «ραφών» ανάμεσα στο κείμενο και τη μουσική, η οποία επιτυγχάνεται με την αυστηρή ενορχηστρωτική ενσωμάτωση του κειμένου στη μουσική παρτιτούρα αλλά και την εμμονική χρήση ασύμμετρων ρυθμών και πολυρυθμικών φορμών τόσο στη μουσική όσο και στα κείμενα.
Ο Ταρκόφσκι, όπως είναι γνωστό σε εκείνους που γνωρίζουν το έργο του, ήταν λάτρης της κλασικής μουσικής και των ήχων του φυσικού περιβάλλοντος, και χρησιμοποιούσε αυτές τις ηχητικές του εμμονές με έναν τρόπο που τις συνιστούσαν έναν ακόμα ισχυρό «χαρακτήρα» μέσα στις ταινίες του, ισότιμο με τους ηθοποιούς του. Θεωρώ ότι ο ήχος - είτε μουσικός, είτε κειμενικός, είτε μεταγλωσικός - έχει πολύ μεγαλύτερη ευκολία από την εικόνα να επιτρέπει στον ακροατή και να τον καθοδηγεί διακριτικά σε μια προσωπική καταβύθιση στα δωμάτια του νου και της ψυχής του που κρύβουν τις πιο μύχιες σκέψεις και συναισθήματά του. Η παράστασή μας σε αυτό ακριβώς αποσκοπεί. Σε αυτή την καταβύθιση.
Από το έργο του Ταρκόφσκι δεν έχει πεθάνει απολύτως τίποτε. Τα έργα του είναι ο ορισμός της αθανασίας της τέχνης και του δημιουργού της.»
Π.Μπ. Στον «Αντρέι» συμπράττουν δύο γλώσσες, η γλώσσα της ποίησης και η γλώσσα της μουσικής, ώστε με τη συμβολή τους να αποδώσουν κατά το δυνατόν εναργέστερα ορισμένα έστω από τα πολλά που εκόμισε στον κόσμο της τέχνης και της σκέψης ο κινηματογραφικός λόγος του Αντρέι Ταρκόφσκι. Η ποίηση καταρχάς, αλλά και η μουσική, δεν μπορούν να αυτοακυρωθούν και να αυτοκαταργηθούν αποδεχόμενες ότι ο γνωστός κοινός τόπος «μια εικόνα χίλιες λέξεις» έχει την απόλυτη ισχύ ενός νόμου της φύσης. Είναι υποχρέωσή τους, αλλά και δικαίωμά τους, να δρουν, να συνεργούν, να ερευνούν και να αναζητούν.
Το κινηματογραφικό σύμπαν του Ταρκόφσκι, όπου η ομορφιά της εικόνας δεν προτείνεται σαν αυτόνομη αξία αλλά σαν συμπαραγωγός νοήματος, συγκαταλέγεται στα ερεθιστικότερα της έβδομης τέχνης. Σ’ εκείνα που σε προσκαλούν να μη μείνεις στα αισθήματα αλλά να προχωρήσεις στη σκέψη, στη συζήτηση. Να ψαχτείς εντός σου και να ψάξεις γύρω σου. Αυτό δοκιμάσαμε να κάνουμε με τη μουσικοποιητική αφήγηση του «Αντρέι».
Εάν το «Αντρέι» είναι ένα ρέκβιεμ, τι θεωρείτε ότι έχει πεθάνει από το έργο του Ταρκόφσκι και τι παραμένει ζωντανό; Αντίστοιχα, τι έχει εκλείψει και τι έχει παραμείνει, από τον Ανθρωπο στον οποίο απευθύνθηκε ο σκηνοθέτης το '60, το '70 και το '80;
Δ.Τ. Από το έργο του Ταρκόφσκι δεν έχει πεθάνει απολύτως τίποτε. Τα έργα του είναι ο ορισμός της αθανασίας της τέχνης και του δημιουργού της. Oλη του η σκέψη, τα ερωτήματα, η φιλοσοφία, τόσο καλλιτεχνική όσο και οντολογική - και μάλλον κακώς τα ξεχωρίζω - είναι πάντα ζωντανά γιατί εδράζουν στον πυρήνα του είδους μας.
Ως εκ τούτου, δεν νομίζω ότι ο Ταρκόφσκι απευθυνόταν πρωτίστως στον άνθρωπο του ’60, του ’70 ή του ’80. Απευθυνόταν στον Aνθρωπο ως ον με σκέψη, λόγο, αισθήσεις, ερωτήματα, αγωνίες. Αυτό που αλλάζει σε κάθε δεκαετία είναι η μορφή που παίρνουν οι ίδιες θεμελιώδεις αγωνίες στην εκάστοτε ανθρώπινη κοινωνία και πολιτισμό. Ο πυρήνας όμως του είδους μας παραμένει ο ίδιος. Και γι αυτό το λόγο πιστεύω ότι είναι πάντα επίκαιρες οι ταινίες του και με την ίδια δύναμη να συγκινούν και να συγκλονίζουν το θεατή ακροατή τους.
Αν ζούσε σήμερα ο Ταρκόφσκι, δεν θα επέτρεπε πιστεύω στη θλίψη και την πνιγηρή διάψευση να τον αφοπλίσουν, να του αρπάξουν την κάμερα από τα χέρια του. Ταινίες θα συνέχιζε να φτιάχνει. Αναζητώντας με πείσμα το νόημα της ύπαρξης. Και τσιγκλώντας μας.»
Π.Μπ. Από το έργο του Ταρκόφσκι, από τη μαστοριά του και τις διανοητικές ανιχνεύσεις του, δεν έχει πεθάνει τίποτε. Η πολιτική γεωγραφία της Ευρώπης πάντως έχει αλλάξει ριζικά από τον καιρό που κινηματογραφούσε, είτε στη Ρωσία, όπου αντιμετώπιζε χίλια μύρια προβλήματα, είτε μακριά από την πατρίδα του, με τη νοσταλγία να τον φαρμακώνει. Έχει αλλάξει επίσης ο κόσμος της εικόνας, η εικονόσφαιρα, με την προσθήκη των αμέτρητων πομπών του διαδικτύου, το οποίο έχει σίγουρα επηρεάσει τον ψυχισμό μας. Και μάλλον όχι και τόσο θετικά.
Σκέφτομαι ώρες ώρες πώς θ’ αντιδρούσε ο Ταρκόφσκι αν έβλεπε σε κάθε χώρα αναρίθμητες παρέες ανθρώπων (ακόμα και ζευγάρια ερωτευμένων) να κερματίζονται σε άτομα βυθισμένα στο κινητό τους και ανοήτως παραιτημένα από τη χαρά της συντροφιάς και της κουβέντας. Εικάζω ότι θα τον κυρίευε λύπη. Μοιάζει απίστευτο, πάντως η αποξένωση και ο ατομικισμός επιδεινώνονται ενώ κρατάμε στα χέρια μας τεχνολογικά σύνεργα που μας δελεάζουν με τη διαβεβαίωση ότι χάρη σ’ αυτά θα γίνουμε μέλη μιας ανοιχτής και φιλόξενης οικουμενικής κοινότητας που λειτουργεί με απεριόριστη ελευθερία.
Ο Ταρκόφσκι δεν πρόλαβε την πτώση του Τείχους του Βερολίνου. Φυσικά και θα χαιρόταν αν ζούσε στην εποχή της. Επίσης φυσική όμως θα ήταν η πίκρα του, η απογοήτευσή του, από όσα εξαιρετικώς στενάχωρα ακολούθησαν: Ο κόσμος δεν απολαμβάνει περισσότερη ελευθερία και δημοκρατία, νέα αυταρχικά καθεστώτα εμφανίζονται σε κάθε ήπειρο, οι ανισότητες χειροτέρεψαν, δεκάδες χώρες ζουν στην απόλυτη φτώχεια, η ειρήνη δεν εμπεδώθηκε, τα πυρηνικά συνεχίζουν να απειλούν τον πλανήτη με ολοκαύτωμα (το βλέπουμε και με όσα συμβαίνουν στον ουκρανικό πυρηνικό σταθμό της Ζαπορίζια), ο καταναλωτισμός τσακίζει το πνεύμα. Οικουμενικό βλέμμα, οικουμενικό αίσθημα δηλαδή και ανάλογη ανάληψη ευθύνης, δεν κατορθώθηκε ούτε καν με την πανδημία ή με την απορρύθμιση της εξαντλούμενης φύσης.
Μολαταύτα, αν ζούσε σήμερα ο Ταρκόφσκι, δεν θα επέτρεπε πιστεύω στη θλίψη και την πνιγηρή διάψευση να τον αφοπλίσουν, να του αρπάξουν την κάμερα από τα χέρια του. Ταινίες θα συνέχιζε να φτιάχνει. Αναζητώντας με πείσμα το νόημα της ύπαρξης. Και τσιγκλώντας μας.
Ο Ταρκόφσκι ήταν ένας διανοούμενος, ένας φιλόσοφος, ένας στοχαστής. Ταυτόχρονα, οι ταινίες του είναι εξαιρετικά προσιτές σε όποιον τις δει προσπερνώντας το δέος που προκαλεί το όνομά του. Σε ποιο κοινό απευθύνεται το «Αντρέι», πώς συνομιλεί με το σημερινό θεατή, τι θα καταλάβει και θα νιώσει ο θεατής που δεν γνωρίζει, πιθανόν, το έργο του σκηνοθέτη, τι «προετοιμασία» χρειάζεται να έχει κάνει;
Δ.Τ. Η παράστασή μας απευθύνεται σε όλους. Oπως άλλωστε και οι ταινίες του Ταρκόφσκι. Ο «Αντρέι» απευθύνεται σε όλους όσους έχουν ανοιχτά αυτιά και ανοιχτή ψυχή. Ο θεατής ακροατής που γνωρίζει το συγκεκριμένο δημιουργό και το έργο του, θα έρθει μαζί μας σε ένα ονειρικό «ταξίδι» αναγνωρίζοντας και περιδιαβαίνοντας για λίγο τους σταθμούς του - τις επτά ταινίες του Ταρκόφσκι. Αυτό που είναι σημαντικό να ειπωθεί είναι ότι οι επτά σκηνές οι οποίες αντιστοιχούν στις επτά ταινίες του δεν είναι περιγραφικές. Οι ταινίες είναι η αφορμή για να μιλήσει τόσο ο Παντελής Μπουκάλας που έγραψε το θαυμάσιο κείμενο της παράστασης όσο κι εγώ, όσο και οι δεκαοκτώ υπέροχοι ερμηνευτές επί σκηνής, για τον δημιουργό πίσω από τα έργα αλλά και τον δημιουργό πίσω από κάθε μεγαλειώδες έργο τέχνης.
Ο θεατής ακροατής λοιπόν που δεν γνωρίζει τον Ταρκόφσκι και δεν έχει δει καμία ταινία του, θα έρθει μαζί μας σε ένα ταξίδι μέσα στο μυαλό και τις αγωνίες ενός δημιουργού, αρχετυπικές αγωνίες, που όπως προείπα βρίσκονται στο κέντρο της ανθρώπινης ύπαρξης από καταβολής του είδους μας. Και ελπίζουμε ότι μέσα σε αυτό το ταξίδι μπορεί να νιώσει μέσα από τον ήχο της παράστασης να αντηχούν μέσα του και βαθιές δικές του σκέψεις και ερωτήματα.
Π.Μπ. Το στοίχημα του Ταρκόφσκι, η επιδίωξη της τέχνης του, ήταν η αυτογνωσία. Η δική του και βέβαια των θεατών του. Γνωρίζουμε πολύ καλά από τα γραπτά του ότι αποστρεφόταν τις ταινίες που προορίζονταν για τον ράθυμο και επιπόλαιο καταναλωτή εικόνων. Σε μια από τις πρώτες εγγραφές του Μαρτυρολογίου του υπογραμμίζει ότι «σήμερα, όσο ποτέ πριν, πρέπει να υπερασπιστούμε οτιδήποτε έχει σχέση με την πνευματικότητα». Αυτά τον Σεπτέμβριο του 1970. Αλλά και σήμερα, έπειτα από μισόν αιώνα, δεν διαφέρει ο στόχος. Το αίτημα είναι και πάλι η πνευματικότητα, η καλλιέργεια, η παιδεία. Ειδάλλως δεν θα ανακοπεί η πορεία φθοράς του πλανήτη. Και η φθορά αυτή, το βλέπουμε, εξελίσσεται σχεδόν ανεμπόδιστη με ποικίλες μορφές. Από την κλιματική κρίση, που δεν θ’ αργήσει να φτάσει στο σημείο της μη επιστροφής, αφού τίποτε δεν δείχνει ότι η απληστία μας εις βάρος της φύσης θα αυτοτιθασευτεί, έως την ευρύτατη διάδοση μισαλλόδοξων και πολεμόχαρων αντιλήψεων, ακόμα και καθαρά ρατσιστικών και φιλοναζιστικών.
Υπάρχει, όπως ξέρουμε, το σινεμά-ποπ κορν, σαν κι αυτό με το οποίο ταϊζουν συστηματικά το κοινό τους τα κανάλια όπου γης, ναρκώνοντάς το. Υπάρχει όμως και ο κινηματογράφος-κίνητρο, όπως αυτός που δημιούργησε η καλλιτεχνική συνείδηση του Αντρέι Ταρκόφσκι. Κίνητρο αναζήτησης και αυτογνωστικού στοχασμού. Τη «Θυσία» μπορεί να μην τη δούμε ποτέ στην τηλεόραση, θα τη βλέπουν όμως και θα την ξαναβλέπουν όσοι συμφωνούν πως η απόλαυση της τέχνης απαιτεί τον κόπο μας και την προσήλωσή μας.Οσοι περιμένουν από την τέχνη, οποιασδήποτε μορφής, έτοιμες, σίγουρες και ακίνδυνες απαντήσεις, δεν θα τις βρουν στον Ρώσο σκηνοθέτη. Οσοι πάλι προσυπογράφουν αυτό που σημειώνει στην Εισαγωγή του στο βιβλίο του, «Σμιλεύοντας το Χρόνο», ότι δηλαδή «στην αλήθεια φτάνει κανείς με την αμφισβήτηση», διαισθάνονται ότι κάποια στιγμή ο πνευματικός δρόμος τους θα διασταυρωθεί με τον δικό του. Σίγουρα προς όφελός τους.
Οι Ερμηνευτές
Χρήστος Θάνος
Η αισθητική του Ταρκόφσκι ξεπερνάει κάθε προσδοκία. Είναι ο απόλυτος κινηματογραφικός ποιητής.»
Οταν ήμουν 15 ο πατέρας μου με πήγε να δούμε τη «Νοσταλγία» στον κινηματογράφο Στέλλα όπου είχε ένα αφιέρωμα στον Ταρκόφσκι. Αυτό το γεγονός υπήρξε ιδιαιτέρως καθοριστικό για μένα. Θυμάμαι πώς με είχε μαγέψει η σκηνή με την ανάσκελα ξαπλωμένη στο κρεβάτι έγκυο γυναίκα η οποία, με την αργή αλλαγή των εξωτερικών φωτιστικών πηγών, κατέληξε να ίπταται κατάλευκη ανάμεσα στο απόλυτο μαύρο. Ή πώς με είχε συνταράξει το αγωνιώδες πήγαινε-έλα μέσα στην άδεια δεξαμενή των λουτρών με τη σπαρακτική προσπάθεια της διατήρησης της φλόγας του κεριού αναμμένη. Περπατούσα κι εγώ ακατάπαυστα στη βεράντα του σπιτιού μου εκείνη τη νύχτα μέχρι που ξημέρωσε, χωρίς να μπορώ να εξηγήσω την αναστάτωση που μου είχε προκαλέσει η ταινία αυτή. Εκείνη η στιγμή ήταν που αποφάσισα ότι θέλω να ασχοληθώ με το κομμάτι της σκηνοθεσίας. Η αισθητική του Ταρκόφσκι ξεπερνάει κάθε προσδοκία. Είναι ο απόλυτος κινηματογραφικός ποιητής. Και θα παραμένει πάντα επίκαιρος καθώς καταπιάνεται με τις βαθύτερες υπαρξιακές αγωνίες που ταλανίζουν τον καθένα, αγγίζοντάς τες με απόλυτη τρυφερότητα, έχοντας παράλληλα την ξεκάθαρη επίγνωση της πανανθρώπινης - συλλογικής αλλά και ατομικής - πάλης.
Θα προτιμούσα να είχα τη δυνατότητα να δουλέψω ως βοηθός του Ταρκόφσκι, ώστε να μπορούσα να παρακολουθήσω όλη τη διαδικασία και τον τρόπο δουλειάς του από την αρχή έως και το τέλος. Παρ' όλα αυτά, αν μπορούσα να παίξω σε μία ταινία του, θα έλεγα τον «Στάλκερ». Είναι η ταινία του Ταρκόφσκι με την οποία θα έλεγα ότι ευθυγραμμίζομαι περισσότερο και με αγγίζει πολύ η ιδιαιτερότητα του χαρακτήρα του Στάλκερ. Πρόκειται για έναν άνθρωπο που νιώθει τον εαυτό του κομμάτι περισσότερο μιας πραγματικότητας πέραν του κατανοητού παρά της ίδιας της ανθρωπότητας, στην οποία θεωρητικά ανήκει, για τη σωτηρία όμως της οποίας βάζει τον ίδιο τον εαυτό του σε κίνδυνο. Με συγκινεί αυτή η διττότητα και θα με ενδιέφερε να την επεξεργαστώ υποκριτικά, πόσω μάλλον πλάι σε έναν τέτοιο δημιουργό.
Θα πρότεινα στον θεατή που θα έρθει στο «Αντρέι» να καθίσει συγκεντρωμένα και να παρακολουθήσει την παράσταση με τεταμένες τις αισθήσεις του, αποφεύγοντας να μπει στην διαδικασία της λογικής επεξεργασίας. Ακριβώς όπως και οι ταινίες του Ταρκόφσκι, που σε πολλούς φαντάζουν «δύσκολες», θεωρώ ότι πρέπει να αντιμετωπίζονται περισσότερο με αισθητικά-αισθητηριακά κριτήρια παρά με διανοητικά, έτσι πιστεύω ότι θα ήταν χρήσιμο και για τον θεατή να αντιμετωπίσει τη συγκεκριμένη παράσταση. Θα πρότεινα λοιπόν να αφαιρεθεί με εμπιστοσύνη καταρχάς στον ήχο, ο οποίος έχει και τη μοναδική ικανότητα να συγκινεί χωρίς εξήγηση, και εν συνεχεία στην ποιητικότητα του λόγου και της εικόνας της παράστασης. Μιας παράστασης της οποίας είμαι υπερήφανος που είμαι μέρος.
Νάντια Κοντογεώργη
Στις ταινίες του Ταρκόφσκι ο ηθοποιός δεν γεμίζει το άδειο δοχείο του ήρωα. Αντίθετα, οφείλει να γίνει κι αυτός καθαρός αγωγός των ποιητικών ερωτημάτων.»
Ενας σπουδαίος δημιουργός συγκινεί αισθητικά και συναισθηματικά, παραμένοντας σε συσχετισμό με την ανθρώπινη ψυχή ανεξάρτητα απο χωροχρονικά πλαίσια. Αυτό είναι ο κόσμος του Ταρκόφσκι και θα του είμαστε πάντα ευγνώμωνες για τη γενναιότητα να τον εκφράσει και να επικοινωνήσουμε και εμεις μαζι του συντονισμένοι σ' αυτη τη δόνηση.
Θα ήθελα να έχω παίξει σε όλες τις ταινίες του Ταρκόφσκι, για να δω πώς δουλεύει . Δεν είναι ταινίες όπου ο ηθοποιός γεμίζει το άδειο δοχείο του ήρωα. Αντίθετα, οφείλει να γίνει κι αυτός καθαρός αγωγός των ποιητικών ερωτημάτων.
Στον θεατή που θα έρθει στην παράσταση θα έλεγα... «καλωσόρισες, έλα να βιώσουμε μαζί αυτη την εμπειρία». Γιατί, όπως λέει ο Παντελης Μπουκάλας στο έργο που εχει ιδιοφυώς συνθέσει η σπουδαία σε όλα της Δήμητρα Τρυπάνη: «γιατι δεν οι λέξεις, δεν τα λένε ολα οι λέξεις.»
Ηρώ Μπέζου
Μας συγκινούν οι ταινίες του γιατί είναι προσωπικές και ελεύθερες. Θα θέλαμε κι εμείς να ταξιδεύουμε στο υποσυνείδητό μας, στη μνήμη μας, στη φαντασία μας, χωρίς περιορισμό ως προς την αποτύπωσή τους.»
Είχα ήδη δει όλες τις ταινίες του Ταρκόφσκι, εκτός απ’ το «Σολάρις» που το είδα στη διάρκεια των προβών. Φυσικά κάθε σπουδαία ταινία έχει διαφορετική επίδραση πάνω σου ανάλογα με τη χρονική στιγμή που την παρακολουθείς. Πιστεύω ότι το μαγικό στον Ταρκόφσκι είναι η ελευθερία της κινηματογράφισης και της δραματουργίας, με αποκορύφωμα τον «Καθρέφτη». Η έννοια του ονείρου στην οποία επανέρχεται συνεχώς κι απ’ την οποία πηγάζουν οι εικόνες του, απελευθερώνει από το βραχνά του ορθολογισμού που κατά βάθος κανείς μας δεν αντέχει. Μας συγκινούν οι ταινίες του γιατί είναι προσωπικές και ελεύθερες. Θα θέλαμε κι εμείς να ταξιδεύουμε στο υποσυνείδητό μας, στη μνήμη μας, στη φαντασία μας, χωρίς περιορισμό ως προς την αποτύπωσή τους. Επίσης η αισθητική του είναι ασύλληπτη.
Νομίζω δεν θα ήθελα να παίξω σε καμία ταινία του Ταρκόφσκι, προτιμώ να τις βλέπω. Ισως να με γοήτευε η ιδέα να παίξω τον Αντρέι Ρουμπλιόφ, είναι πολύ συγκινητική αυτή η περιπλάνηση και η σιωπή του. Οι γυναικείοι χαρακτήρες του ομολογώ δεν είναι τόσο ελκυστικοί όσο οι αντρικοί.
Το «Αντρέι» είναι μια δουλειά που όλοι μας λατρεύουμε και για την οποία έχουμε κοπιάσει πολύ. Πρόκειται για μια παράσταση ήχου. Επομένως όποιος την παρακολουθήσει καλό θα 'ναι να εγκαταλείψει, όσο γίνεται, τη σκέψη και να ανοίξει τ’ αυτιά και την καρδιά του. Δεν επιδιώκεται ένα αφιέρωμα στον Ταρκόφσκι ούτε μια οποιαδήποτε αναμέτρηση με το μεγαλείο του έργου του, προφανώς. Ο δημιουργός είναι αφορμή, πηγή έμπνευσης, όχι αντικείμενο μελέτης. Η Δήμητρα Τρυπάνη είναι σπάνια περίπτωση ανθρώπου και καλλιτέχνη. Ερευνά τον πλούτο και την πολυπλοκότητα του ήχου, μέσα από αυτά συνομιλεί. Εμείς παλεύουμε να ανταποκριθούμε στο όραμά της και ο θεατής καλείται να αφεθεί στη δόνηση.
Γιώργος Νικόπουλος
Αν προσπαθήσω να αναζητήσω στο έργο του Ταρκόφσκι κάποιο στοιχείο με το οποίο συνδέομαι, θα χρησιμοποιήσω τον όρο "στοιχείο" με τη φυσική του έννοια και θα επιλέξω αυτό του νερού.»
Βρίσκω πως είναι κάπως δύσκολο να απομονώσει κανείς επιμέρους στοιχεία μέσα σε ένα τέτοιο έργο όπως του Ταρκόφσκι. Η νοηματική και αισθητική ενότητα του κάθε έργου καταφέρνουν να παραμένει στη μνήμη το κάθε ένα σαν όλον. Παρά ταύτα, αν προσπαθήσω να αναζητήσω κάποιο στοιχείο με το οποίο συνδέομαι, θα χρησιμοποιήσω τον όρο «στοιχείο» με τη φυσική του έννοια και θα επιλέξω αυτό του νερού. Οι σκηνές των ταινιών του Ταρκόφσκι που είναι γυρισμένες στα εσωτερικά βροχερά τοπία ή αυτά γεμάτα υγρασία και λιμνάζοντα νερά, όπου οι ήρωες φαίνονται να βαδίζουν επάνω τους, ή ακόμα οι ανακλάσεις τους επαυξάνουν τον πραγματικό χώρο με έναν «κάτω χώρο», είναι εικόνες που μου έρχονται όταν προσπαθήσω να ανακαλέσω το έργο του Ταρκόφσκι αυθόρμητα. Αυτοί οι κλειστοί και γεμάτοι υγρασία χώροι, κατά κάποια έννοια δυστοπικοί, με τοποθετούν σε μια ισορροπία τόσο συναισθηματικά όσο και αισθητικά. Σχετικά με τη διαχρονικότητα ή το σύγχρονο του έργου του, αν και η θέση αυτή δεν μπορεί εύκολα να υποστηριχθεί μέσα σε δύο λόγια, βρίσκω πως ορίζεται από εκείνα τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τα έργα των μεγάλων ποιητών. Οταν η ευαισθησία του δημιουργού είναι τέτοια μέσα από την οποία μπορεί να εκφράσει περισσότερα από όσα επιθυμεί ή θεωρεί ότι λέει ο ίδιος, μάλλον το παραγόμενο έργο βρίσκει και ακουμπάει στις ανάγκες των ανθρώπων που το απολαμβάνουν όσος χρόνος κι αν περάσει. Τέτοιου είδους έργα λοιπόν βρίσκω πως είναι απαλλαγμένα από τα όρια του χρόνου.
Σίγουρα θα ήθελα να έχω παίξει στο «Στάλκερ». Ο λόγος είναι, χωρίς δεύτερη σκέψη, τα φυσικά και τεχνητά τοπία που κινηματογραφήθηκαν στην ταινία. Ξαναβλέποντας την ταινία ένιωσα την επιθυμία να ξαπλώσω σε εκείνα τα λασπόνερα όπου παλεύουν ο Στάλκερ με τον Καθηγητή, ή στη μικρή νησίδα μέσα στα τρεχούμενα νερά όπου κοιμάται και ονειρεύεται ο ίδιος ο Στάλκερ.
Η παράσταση αυτή είναι μια πρωτότυπη παράσταση ήχου εμπνευσμένη από το έργο του Ταρκόφσκι. Οι ακούοντες λοιπόν άνθρωποι που θα έρθουν να παρακολουθήσουν την παράσταση χρειάζεται μόνο να έχουν ενεργοποιημένη την αίσθηση αυτή στον χρόνο που συμβαίνει το έργο. Πραγματικά δεν χρειάζεται να καταβληθεί καμία προσπάθεια από πλευράς θεατών / ακροατών για να απολαύσουν μια τέτοια παράσταση (και αν μου επιτρέπεται δεν χρειάζεται προσπάθεια για να παρακολουθηθεί οποιαδήποτε παράσταση). Η προσπάθεια γίνεται ήδη από όλη τη δημιουργική ομάδα ώστε οι υπόλοιποι/ες παρευρισκόμενοι/ες απλώς να απολαύσουν ή να μην απολαύσουν αυτό που φτιάξαμε.
Καλλιόπη Σίμου
Δεν φαντάζομαι να ερμηνεύω κάποιον ρόλο από τις ταινίες του, αλλά να συμμετέχω στη δημιουργία των σκηνικών του.»
Οσο υπάρχει ζωή, θάνατος και επέκεινα, θα είναι επίκαιρος και ο Ταρκόφσκι. Είναι εκπληκτικό πώς φέρνει στο προσκήνιο αυτές τις υπαρξιακές έννοιες με τον πιο απλό και ανθρώπινο τρόπο. Μέσα από συγκεκριμένες σκηνές της ζωής των ηρώων του, ιδωμένοι οι τελευταίοι με περίσσεια αγάπη και κατανόηση.
Η αλήθεια είναι ότι δεν φαντάζομαι να ερμηνεύω κάποιον ρόλο από τις ταινίες του, αλλά να συμμετέχω στη δημιουργία των σκηνικών του. Ιδιαίτερα αυτό της «Νοσταλγίας» έχει χαραχτεί ανεξίτηλα στη μνήμη μου.
Η παράστασή μας, αποτελούμενη στη γραφή της από τις μουσικές συνθέσεις της Δήμητρας Τρυπάνη και αποσπάσματα από το κείμενο του Παντελή Μπουκάλα, Ο Χριστός στα Χιόνια, είναι μια ποιητική σύνθεση, εμπνευσμένη από το έργο του Αντρέι Ταρκόφσκι. Μπορεί κανείς να την απολαύσει και να ταξιδέψει μέσα της, χωρίς να έχει κάποια προηγούμενη επαφή με το έργο του Ταρκόφσκι. Αν από την άλλη κάποιος γνωρίζει το έργο του, αυτό μπορεί να προσθέσει εικόνες και ερεθίσματα στην προσωπική ιστορία που πλάθει κάθε θεατής όταν βλέπει μια παράσταση, και δη ποιητική… Αρκεί να αφεθεί κανείς στον ήχο της.
Παρακάτω δείτε το τετράλεπτο τρέιλερ του «Αντρέι», μια μικρού μήκους ταινία, σε σκηνοθεσία Γρηγόρη Πανόπουλου.
info «Αντρέι: Ρέκβιεμ σε οκτώ σκηνές»
Παράσταση ήχου | Ανάθεση της ΕΛΣ | Νέα παραγωγή
25, 27, 28 Σεπτεμβρίου 2022
Ωρα έναρξης: 19.30 (Κυριακή: 18.30)
Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος Εθνικής Λυρικής Σκηνής - ΚΠΙΣΝ
Σύλληψη, σύνθεση, μουσική διδασκαλία, σκηνοθεσία, μουσική διεύθυνση: Δήμητρα Τρυπάνη
Πρωτότυπο ποιητικό κείμενο: Παντελής Μπουκάλας
Σκηνικά: Ελενα Σταυροπούλου | Κοστούμια: Νίκος Κόκκαλης | Χορογραφία, κινησιολογία: Ερμίρα Γκόρο | Φωτισμοί: Βαλεντίνα Ταμιωλάκη | Σχεδιασμός ήχου: Κώστας Μπώκος
Ερμηνεύουν (αλφαβητικά): Σαβίνα Γιαννάτου, Φάνης Ζαχόπουλος, Νίκος Ζιάζιαρης, Χρήστος Θάνος, Μαριάννα Καβαλλιεράτου, Βάλια Καράγιωργα, Γιώργος Κασαβέτης, Δήμητρα Κοκκινοπούλου, Νάντια Κοντογεώργη, Χαρά Κότσαλη, Χριστίνα Μαξούρη, Ηρώ Μπέζου, Ειρήνη Μπιλίνη-Μωραΐτη, Γιώργος Νικόπουλος, Καλλιόπη Σίμου, Αλίκη Σιούστη, Φώτης Σιώτας, Αλέξανδρος Ψυχράμης
Με τη συμμετοχή εννεαμελούς μουσικού συνόλου
Τιμές εισιτηρίων: €8, €12, €15, €20, €30, €35, €50 | Φοιτητικό, παιδικό: €8 | Περιορισμένης ορατότητας: €5
Προπώληση: Ταμεία ΕΛΣ στο ΚΠΙΣΝ (2130885700, καθημερινά 09.00-21.00) | www.ticketservices.gr | Ομαδικές κρατήσεις 2130885742
Διαβάστε περισσότερα στο site της Εθνικής Λυρικής Σκηνής
Κλείστε το εισιτήριό σας εδώ