Υπάρχουν reboot που γεννιούνται από μια αληθινή αγάπη για το υλικό και υπάρχουν κι εκείνα που μοιάζουν με powerpoint ενός εταιρικού meeting που απλώς βάφτηκε μπλε. Δυστυχώς, τα «Στρουμφάκια» του Κρις Μίλερ ανήκει στη δεύτερη κατηγορία: ένα φανταχτερό, αλλά κενό, πακέτο που θυμίζει περισσότερο εμπορικό τέχνασμα παρά ως κάτι πραγματικά ουσιαστικό (και διασκεδαστικό παράλληλα).
Οταν ο Μπαμπαστρούμφ απάγεται μυστηριωδώς από τους κακούς μάγους Δρακουμέλ και Φρικουμέλ, η Στρουμφίτα αναλαμβάνει να καθοδηγήσει τα Στρουμφάκια σε μια αποστολή στον πραγματικό κόσμο για να τον σώσουν. Με τη βοήθεια νέων φίλων τους, τα Στρουμφάκια πρέπει να ανακαλύψουν τι ορίζει το πεπρωμένο τους, ώστε να σώσουν το σύμπαν.
Η ταινία επιχειρεί να εντυπωσιάσει με μια μίξη στυλ – από 3D CGI μέχρι στιγμές που θυμίζουν 2D σχέδιο, stop-motion ή και anime. Στα χαρτιά αυτό ακούγεται φιλόδοξο, στην πράξη όμως καταλήγει να μοιάζει με άναρχο patchwork χωρίς ταυτότητα. Οι κορεσμένες παλέτες κουράζουν, οι αισθητικές εναλλαγές δεν κουμπώνουν ποτέ πραγματικά, και η εμπειρία μοιάζει περισσότερο με διαφημιστικό σόου διαφορετικών animation τεχνικών παρά με έναν ενιαίο, πειστικό κόσμο.
Ο Κρις Μίλερ, που έχει αποδείξει πως μπορεί να δώσει ζωντανό ρυθμό και χιούμορ (ας θυμηθούμε το αρκετά καλύτερο «Γάτο Σπιρουνάτο» του 2011), εδώ δείχνει χαμένος. Το σεναριακό εύρημα του Ανώνυμου Στρουμφάκι, ενός ήρωα που δεν ξέρει ποιος είναι, θα μπορούσε να φέρει μια ενδιαφέρουσα διάσταση ταυτότητας και αυτογνωσίας. Αντ’ αυτού, η σκηνοθεσία βιάζεται να γεμίσει την οθόνη με θόρυβο. Κάθε στιγμή που θα μπορούσε να έχει συναίσθημα πνίγεται σε υπερκινητικά gags, ενώ οι αλλαγές ρυθμού μοιάζουν σπασμωδικές, χωρίς καμία εσωτερική συνοχή. Είναι μια ταινία που τσεκάρει βιαστικά όλα τα κουτάκια — περιπέτεια, δράση, pop αστεία, μουσικά νούμερα — χωρίς να βρει ποτέ τον δικό της παλμό.
Το σενάριο της Παμ Μπρέιντι, με παρελθόν στο «South Park», μοιάζει με συνονθύλευμα: μαγικά αντικείμενα, κακοί μάγοι, πολυδιάστατα ταξίδια, ατάκες για το ίντερνετ, σατιρικά καρφιά που θυμίζουν άλλο έργο και όχι ταινία για τα Στρουμφάκια. Η ιδέα ότι ακόμα κι ένα στρούμφακι «χωρίς όνομα» μπορεί να βρει τον εαυτό του ακούγεται όμορφη θεωρητικά, αλλά μένει αχρησιμοποίητη, με το υποτιθέμενο μήνυμα χάνεται μέσα σε αστεία τύπου Zoom και LinkedIn, που δεν βρίσκουν ακροατήριο ούτε σε παιδιά ούτε σε ενήλικες.
Το τελικό αποτέλεσμα είναι μια φαντασμαγορία χωρίς ψυχή. Ενα reboot που θέλει να εντυπωσιάσει, αλλά καταλήγει θορυβώδες και επιφανειακό. Εκεί που τα Στρουμφάκια κάποτε συμβόλιζαν την απλότητα και τη γλυκιά αθωότητα, τώρα μετατρέπονται σε προϊόν franchise, κουραστικά μοντέρνο και άδειο συναισθημάτων. Είναι μια ταινία που ούτε τιμά το παρελθόν ούτε καταφέρνει να χτίσει μέλλον.
Με λίγα λόγια αν αυτό είναι το κινηματογραφικό μέλλον του franchise, τότε την... στρουμφίσαμε για τα καλά.