Δύο παλιοί φίλοι συναντιούνται τυχαία μετά από μία δεκαετία στην είσοδο μίας πολυκατοικίας. Μέσα σε λίγα λεπτά της ώρας έχουν εμπιστευθεί ο ένας στον άλλον τις αποτυχίες, τις φοβίες, την αποκαθήλωση που έφεραν μαζί τα τελευταία μεσήλικα χρόνια. Δύο φαινομενικά άγνωστοι κάθονται στο ίδιο παγκάκι στο πάρκο. Μία εκ βαθέων εξομολόγηση του ενός για την κρίση στο γάμο του και ανακαλύπτεται ότι μοιράζονται περισσότερα κοινά από όσα είχαν πιστέψει. Ενας μετανιωμένος άπιστος άντρας προσπαθεί να κερδίσει πίσω την πρώην γυναίκα του μ' ένα απελπισμένο παραλλήρημα που τελειώνει σε συναισθηματικό χαστούκι: τον έχει ξεπεράσει. Ενας ντροπαλός μικροπαντρεμένος πρόσφατα πατέρας θέλει να ζήσει ένα one night stand με την σέξι γραμματέα του γραφείου, αλλά παίρνει το μάθημά του. Δύο γυναίκες αποκαλύπτουν στους άντρες η μία της άλλης μυστικά που δε θα μπορέσουν ποτέ να ξεχάσουν: κανένας άντρας δε θέλει να ξέρει πραγματικά τους δαίμονες του κολλητού του. Τελικά, οι άντρες στα 40 δε διαφέρουν και πολύ από τις φύσει πιο φλύαρες νευρωτικές γυναίκες: κι εκείνοι ονειρεύτηκαν απραγματοποίητα όνειρα, κι εκείνοι απογοητεύτηκαν από την πορεία της ζωής τους, κι εκείνοι ξύπνησαν μία μέρα και δεν αναγνώρισαν το είδωλό τους στον καθρέφτη.

«Εσείς οι άντρες κυκλοφορείτε εκεί έξω με ένα πιστόλι στο κάθε χέρι» αιφνιδιάζει μία γυναίκα το με σκυμμένο το κεφάλι αρσενικό που έχει μόλις απορρίψει. Είναι παντρεμένος, πρόσφατα πατέρας, αλλά ήθελε να ζήσει και την άλλη πλευρά - casual sex χωρίς υποχρεώσεις. Εκεί αναφέρεται το πιστόλι του τίτλου αυτής της καταλανέζικης δραμεντί στην οποία μπορεί να μην ανοίγει ρουθούνι, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι κανείς δεν αιμοραγεί.

Ο Κεσκ Γκάι, μαζί με τον επί χρόνια συνεργάτη του Τομάς Αραγκάι, έχουν συνθέσει ένα γήινο, καλογραμμένο στις λεπτομέρειές του σενάριο μίας σπονδυλωτής ταινίας με 5 κεφάλαια, με ήρωες 40άρηδες άντρες, κατοίκους Βαρκελώνης, οι οποίοι μέσα στο 15λεπτο που μας συστήνουν τις ιστορίες τους καταφέρνουν να ρίξουν τις μάσκες. Εχουν απογυμνωθεί, ταπεινωθεί, ματώσει τον εγωισμό τους.

Η κάθε βινιέτα είναι στημένη ως αυτοτελές σκετς, με φόντο μία γωνιά της Βαρκελώνης - φωτισμένη με τρόπο που ξεφεύγει από το μητροπολιτικό της στοιχείο και γίνεται άμεσος και προσωπικός, σαν μια οικεία γωνιά της γειτονιάς σου. Ο Γκάι ξεθωριάζει την παλέτα των χρωμάτων, σβήνει τον ήλιο και φέρνει βροχή, κατεβάζει τους τόνους στις ερμηνείες (κόντρα παρουσίαση του μάτσο μεσογειακού αρσενικού) δημιουργεί ατμόσφαιρα μίας γλυκιάς, εξομολογητικής, ψιθυριστής μελαγχολίας. Ηρθε η ώρα να τα πουν οι άντρες μεταξύ τους, αλλά όχι σαν καρικατούρες, όχι χαριτωμένα, όχι εύκολα.

Αυτό δεν σημαίνει ότι λείπει το χιούμορ. Η πρόφαση της ταινίας είναι κωμική. Για κομεντί πρόκειται, αλλά από αυτές που το στεγνό, αυτοσαρκαστικό χιούμορ σπάει κόκκαλα. Γιατί είναι αυτό που λέει τα πιο σοβαρά πράγματα.

Από τον αγαπημένο μας Αλμοδοβαρικό Χαβιέ Καμάρα (σ' έναν εντελώς κόντρα ρόλο από το «Δεν Κρατιέμαι») μέχρι τον διάσημο Αργεντίνο Ρικάρντο Νταρέν («Το Μυστικό στα Μάτια της») οι ηθοποιοί ακροβατούν ανάμεσα στην κωμωδία και το δράμα, προσφέροντας στις ερμηνείες τους γενναιόδωρες μικρές στιγμές. Στιγμές αναγνώρισης. Στιγμές που ξέρουμε ακριβώς τι σημαίνει - αυτό το βλέμμα, αυτή η σιωπή, αυτό το σκυμμένο κεφάλι.

Οπως όλες οι σπονδυλωτές ταινίες και αυτή εδώ κατοικείται από ιστορίες που δεν αγαπάμε το ίδιο - άλλες πετυχαίνουν καλύτερα το στόχο τους, άλλες χάνουν το κέντρο. Κάποιοι ήρωες μιλάνε πιο ντόμπρα, σε άλλους ξεφεύγουν και μερικά κλισέ. Ομως κανένα πιστόλι δεν ρίχνει άσφαιρα σ' αυτή την μικρή, υπέροχη έκπληξη που σας προτείνουμε ανεπιφύλακτα.