Ο Τζέσι Μπράουν ήταν ο πρώτος μαύρος πιλότος στην ιστορία της Ναυτικής Αεροπορίας. Ενας από τους καλύτερους της σειράς τους - γνωστός για την τόλμη του να σπάει το φράγμα ταχύτητας και να παίρνει ρίσκα. Ενας ήρωας που υπηρέτησε με αυτοθυσία στον πόλεμο της Κορέας για την πατρίδα του. Και ταυτόχρονα, ένα ακόμα θύμα ρατσισμού της εποχής του: οι συνάδελφοι και συμπολεμιστές του δεν ξεπερνούσαν εύκολα το χρώμα του δέρματός του για να τον θεωρήσουν δικό τους. Εκτός από τον Τομ Χάντερ, τον λευκό συγκυβερνήτη και κολλητό του φίλο. Μαζί αποτέλεσαν το πιο διάσημο δίδυμο της αεροπορίας. Μαζί έφυγαν για την Κορέα. Ενας μόνο γύρισε.
Μπορεί ο τίτλος («Devotion») να μοιάζει αταίριαστος για μία πολεμική ταινία. Κι αυτό γιατί δεν πρόκειται για μία -μόνο- πολεμική ταινία. Ο λόγος που κάποιος επιθυμεί να υπηρετήσει και παίρνει το ρίσκο να θυσιαστεί είναι ακριβώς αυτή η αφοσίωση, η πίστη σε κάποια ιδανικά. Και η αφοσίωση μοιάζει να ήταν η κινητήριος δύναμη του Τζέσι Μπράουν. Σ' έναν κόσμο άδικο μαζί του εκείνος έβρισκε μέσα του τους λόγους να είναι πιστός: στη γυναίκα, την κόρη, την πατρίδα και τον φίλο του.
Ο Τζέι Ντι Ντίλαρντ αποφασίζει να πλησιάσει έτσι την ιστορία του Τζέσι Μπράουν: να αφιερώσει περισσότερο χρόνο στο να χτίσει και να επιδείξει τον χαρακτήρα του ήρωα σε μη-εμπόλεμες καταστάσεις, ώστε όταν τον απογειώσει στους αιθέρες, η αυτοθυσία του να έχει μεγαλύτερο νόημα. Ο Ντίλαρντ δεν προσφέρει κάτι καινούργιο: ο τρόπος που καταγράφεται ο ρατσισμός (από τη γειτονιά μέχρι το στρατόπεδο), η παραδοσιακή αγαπημένη οικογένεια, ο ηρωισμός - όλα λειτουργούν μέσα στο σχήμα τους και χωρίς κορώνες. Αναμφισβήτητα όμως, συμπεριφέρεται στον ήρωά του με σεβασμό, αποφεύγοντας χυδαία χολιγουντιανά κλισέ (κανείς δεν ζει καλά κι εμείς καλύτερα, ακόμα κι όταν είσαι ήρωας πολέμου) και χαρίζοντάς του στιγμές που διαφαίνεται η αξιοπρέπεια και το ήθος του.
Κι ενώ η χημεία των δύο πρωταγωνιστών (ο Τζόναθαν Μέιτζορς του «Lovecraft country» και ο Γκλεν Πάουελ του «Τοp Gun: Maverick») είναι καταπληκτική (σε πείθουν για τη φιλία τους, δεν χορταίνεις να τους βλέπεις), το υπόλοιπο ensemble ηθοποιών μένει ανεκμετάλλευτο - σε μία ταινία 139 λεπτών, που όλοι θα μπορούσαν να είχαν μία πιο ουσιαστική στιγμή.
Επίσης, οι μάχες στους αιθέρες δεν έχουν καμία τύχη να εντυπωσιάσουν, ειδικά τη χρονιά του «Τοp Gun: Maverick».
Ομως, ο Ντίλαρντ δεν είχε στόχο τον εντυπωσιασμό. «Αφοσιώθηκε» στο να κάνει χώρο, ανάμεσα στους διάσημους ήρωες της ιστορίας, για κάποιο ξεχασμένο. Και, αυτό, το κατάφερε.