Συνέντευξη

Η Σόνια Λίζα Κέντερμαν είναι σίγουρη πως η αισιοδοξία είναι η καλύτερη πράξη αντίστασης

στα 10

Λίγο πριν το μεγάλου μήκους ντεμπούτο της, ο «Ράφτης» βγει στις αίθουσες, η Σόνια Λίζα Κέντερμαν μιλάει στο Flix για την υψηλή ραπτική του σινεμά και τις σταυροβελονιές της ζωής.

Η Σόνια Λίζα Κέντερμαν είναι σίγουρη πως η αισιοδοξία είναι η καλύτερη πράξη αντίστασης

Στην πρώτη της μεγάλου μήκους ταινία, η Σόνια Λίζα Κέντερμαν στρέφει το βλέμμα σε έναν κόσμο που μοιάζει να τελειώνει, αλλά που, αναπάντεχα και σε πείσμα των καιρών βρίσκει τρόπο να κρατηθεί ζωντανός. Μια ιστορία για ένα ράφτη που βλέπει το ραφτάδικό του να γεμίζει σκόνη και απφασίζει να αλλάξει target group βγαίνοντας για πρώτη φορά στο δρόμο. Μια αλληγορία για όσα άφησε πίσω της η οικονομική κρίση και όσα συμπαρασύρει η ταχύτητα της ψηφιακής εποχής μας ή μια μεταφορά ακόμη και για το ίδιο το σινεμά;

Μετά την πρεμιέρα και τις βραβεύσεις του στο 61ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, τη διεθνή του πρεμιέρα στο Φεστιβάλ του Τάλιν και την αναμονή λόγω πανδημίας, ο «Ράφτης» είναι έτοιμος για να βγει στις αίθουσες. Στο Flix η Σόνια Λίζα Κέντερμαν πιάνει την ιστορία από την αρχή και μιλάει για την αρχική έμπνευσή της ταινίας, τις δυσκολίες που αντιμετώπισε, την επόμενη μέρα μετά την πανδημία, το ελληνικό σινεμά, το σεξισμό που αντιμετωπίζει πάντα με τον ίδιο απόλυτο τρόπο, την προσωπική της φιλοσοφία απέναντι σε ένα κόσμο που δεν έχει μάθει να ακούει τη σιωπή και που δεν εννοεί να καταλάβει πως η αισιοδοξία είναι ένας αποτελεσματικός τρόπος να αντισταθείς.

Ο «Ράφτης» της Σόνιας Λίζας Κέντερμαν θα προβάλλεται στα θερινά σινεμά όλης της Ελλάδας από την Πέμπτη 3 Ιουνίου, σε διανομή της Tanweer.

Ράφτης Γυρίσματα 607

Τι είναι ο «Ράφτης»;

Είναι μια ιστορία –καθυστερημένης– ενηλικίωσης ενός μοναχικού ήρωα, πνιγμένου στα χρέη, που ζει σαν ερημίτης παγιδευμένος και αυτοεξόριστος στο ραφτάδικο του πατέρα του, που πλέον έχει γίνει το καταφύγιό του και η φυλακή του, συνάμα. Ο Νίκος βγαίνει στον έξω κόσμο και μεταμορφώνεται σε έναν πλανόδιο ράφτη. Σαν νομάς μέσα στην πόλη, κατορθώνει να επανεφεύρει τον εαυτό του και την τέχνη του. Αρνείται να τα παρατήσει: με μοναδικό του όπλο το ταλέντο του στην ραπτική και μοναδικό του μέσο την χειροποίητη άμαξά του, καταφέρνει να πετύχει, με τον δικό του τρόπο. Στα πρόθυρα να χάσει τα πάντα, βρίσκει τον εαυτό του ανάμεσα σε αυτούς που δεν έχουν τίποτα: ταυτίζεται με τους ανθρώπους των φτωχογειτονιών και δίπλα τους βρίσκει τη λύση.

Πώς ξεκίνησε η ιδέα; Υπάρχει κάποια αληθινή ιστορία που ενέπνευσε το σενάριο της ταινίας;

Εφαλτήριο για το σενάριο ήταν φυσικά η οικονομική και κοινωνική κρίση και η σταδιακή απαξίωση μικρών ανεξάρτητων επιχειρήσεων. Μέσα σε αυτές είναι και οι χειροποίητες τέχνες. Ετσι διαλέξαμε το επάγγελμα του ράφτη μαζί με την Αμερικανίδα συν-σεναριογράφο μου, Τρέισι Σαντερλαντ. Είναι ένα χειρωνακτικό επάγγελμα. Πολύ δημιουργικό και απαιτεί χρόνια εξάσκησης, είναι όμως χειροποίητο και για αυτό ολοένα και φθίνει. Οσο ανακάλυπτα τον κόσμο της ραπτικής, τόσο διαμορφώναμε και τον χαρακτήρα της ταινίας. Οι ράφτες που γνώρισα, καθώς και οι έμποροι υφασμάτων, ενέπνευσαν πολλά από τα στοιχεία της ταινίας, τους διαλόγους και τις συνήθειές του χαρακτήρα. Κάτι που τους ξεχωρίζει πολύ είναι πως μετρούν το χρόνο. Οι ράφτες και οι πελάτες αφιερώνουν πολύ χρόνο στη διαδικασία αυτή. Σε μια κοινωνία που βιάζεται και που επικρατεί το fast fashion, αυτοί δημιουργούν με μια βραδύτητα και με έμφαση στη λεπτομέρεια της κάθε βελονιάς.

Που έρχεται και συναντάει ο «Ράφτης», ως πρώτη μεγάλου μήκους ταινία σου, τις επιτυχημένες μικρού μήκους ταινίες σου, τη «Νικολέτα» και το «Λευκό Σεντόνι»; Πώς αποφάσισες πως αυτή θα είναι πρώτη σου μεγάλου μήκους ταινία;

Σε όλες τις ταινίες μου πρωταγωνιστής και πρωταγωνίστρια είναι ένας νομάς που φορτώνει τα σημαντικότερα υπάρχοντά του στον ώμο, φεύγει από τη ζωή που είχε ζήσει μέχρι τότε και κατορθώνει να επανασυστήσει τον εαυτό του και να «ενηλικιωθεί». Το βασικό θέμα που έχει επηρεάσει τις ταινίες μου είναι οι απροσάρμοστοι, οι εξοβελισμένοι. Με ενδιαφέρουν χαρακτήρες που θεωρούνται περιθωριοποιημένοι, εξοστρακισμένοι από την κοινωνία και τις οικογένειές τους. Χαρακτήρες που βιώνουν μια μεγάλη απώλεια και τελικά κατορθώνουν να ελευθερωθούν από τις συμβάσεις και να ορθοποδήσουν, με το δικό τους τρόπο, κόντρα στον καιρό και τις κοινωνικές ή πολιτικές αναταραχές. Ετσι προέκυψε η ιδέα του «Ράφτη».

Ράφτης 607

Ανακάλυψα και εγώ όπως και ο ήρωας της ταινίας τη δύναμη που έχω μέσα μου. Σίγουρα ωρίμασα. Είναι τεράστια εμπειρία μια μεγάλου μήκους ταινία και δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να σε προετοιμάσει για αυτό, όσες μικρού μήκους και αν έχεις κάνει. Νομίζω ότι τώρα είμαι ακόμα πιο ορμητική. Μου έδωσε φόρα. Ελπίζω.»

Ως πρωτοεμφανιζόμενη σκηνοθέτης, ποιες ήταν οι σημαντικότερες προκλήσεις με τις οποίες ήρθες αντιμέτωπη;

Η μεγαλύτερη πρόκληση είναι, πρώτα απ’όλα, να υλοποιηθεί ένα σενάριο. Το να περιμένεις χρόνια για οικονομικούς πόρους χωρίς να χάνεις την πίστη ή τον ενθουσιασμό για την ταινία, είναι η μεγαλύτερη δυσκολία. Οπότε, έμαθα να είμαι υπομονετική και επίμονη. Οι απαντήσεις από το ΕΚΚ και την ΕΡΤ αργούν πολύ και έπειτα για να συγκεντρώσουμε τα χρήματα πό την Γερμανία, το Βέλγιο και το Eurimages απαιτήθηκε πολύ χρόνος. Στο χρόνο αυτό της αναμονής ξαναγράψαμε το σενάριο - πολλά πράγματα ωρίμασαν μέσα μου και για τις υπόλοιπες δημιουργικές αποφάσεις - αλλά υπήρξαν και πολλές στιγμές που έχανα την όρεξη να το «ξαναπιάσω». Μετά, όταν ήρθε η ώρα της προετοιμασίας για το γύρισμα, είχα σκεφτεί τόσο πολύ την ταινία πριν, που έπρεπε να διατηρήσω όλες τις ιδέες φρέσκες. Είχα την πολυτέλεια να μπορώ να κάνω γυρίσματα εκεί που ήθελα, να δουλέψω με τους συντελεστές που ονειρευόμουν και να έχουμε όλα τα απαραίτητα μέσα. Οι περιορισμοί λόγω προϋπολογισμού ήταν προκλήσεις, αλλά, βλέποντας τις θετικά, με ώθησαν να βρω εναλλακτικές πιο δημιουργικές.

Αν γύριζες το χρόνο πίσω τι θα άλλαζες, αν μπορούσες να εξασφαλίσεις ιδανικές συνθήκες για την ταινία;

Τον χρόνο αναμονής! Αλλά αυτό πια ανήκει στη σφαίρα του θαύματος! Γιατί θα πρέπει όλοι οι μηχανισμοί χρηματοδότησης να επιταχυνθούν!

Τι σου έμαθε η εμπειρία της πρώτης μεγάλου μήκους ταινίας;

Τη σημασία της προετοιμασίας, να γνωρίζω σε βάθος τον πυρήνα του κάθε ήρωα και της κάθε σκηνής. Παράλληλα, τη σημασία να μη φοβάσαι να κάνεις λάθος. Ακούγεται παράδοξο αυτό αλλά η τέλεια προετοιμασία για να πετύχει χρειάζεται κάποιες στιγμές, ίσως μάλιστα στις πιο σημαντικές σκηνές, να ανατρέψεις στο γύρισμα ό,τι είχες σκεφτεί μέχρι τότε. Δηλαδή να αφήνεσαι και να βρίσκεις στη διάρκεια του γυρίσματος καινούριους δρόμους. Αυτό είναι και το πιο δύσκολο.

Ωρίμασες, πιστεύεις; Απότομα; Με ποιον τρόπο; Πώς θα χρησιμοποιήσεις αυτήν την εμπειρία για την επόμενη σου ταινία;

Ανακάλυψα και εγώ όπως και ο ήρωας της ταινίας τη δύναμη που έχω μέσα μου. Σίγουρα ωρίμασα. Είναι τεράστια εμπειρία μια μεγάλου μήκους ταινία και δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να σε προετοιμάσει για αυτό, όσες μικρού μήκους και αν έχεις κάνει. Νομίζω ότι τώρα είμαι ακόμα πιο ορμητική. Μου έδωσε φόρα. Ελπίζω. Αλλάζουμε επίσης τη μέθοδο συν-συγγραφής μαζί με την Τρέισι. Είμαστε πολύ πιο ειλικρινείς με την ιστορία που γράφουμε τώρα, πετάμε πράγματα που δεν λειτουργούν πολύ πιο γρήγορα, αφιερώσαμε πολύ περισσότερο χρόνο για μια ενδελεχή ανάλυση των ηρώων και της δομής προτού προχωρήσουμε στο πρώτο ντραφτ.

Ράφτης Γυρίσματα 607

Το βασικό θέμα που έχει επηρεάσει τις ταινίες μου είναι οι απροσάρμοστοι, οι εξοβελισμένοι. Με ενδιαφέρουν χαρακτήρες που θεωρούνται περιθωριοποιημένοι, εξοστρακισμένοι από την κοινωνία και τις οικογένειές τους. Χαρακτήρες που βιώνουν μια μεγάλη απώλεια και τελικά κατορθώνουν ελευθερωθούν από τις συμβάσεις και να ορθοποδήσουν, με το δικό τους τρόπο, κόντρα στον καιρό και τις κοινωνικές ή πολιτικές αναταραχές.»

Πώς θα χαρακτήριζες τον κεντρικό σου ήρωα; Είναι ένας άνθρωπος της διπλανής πόρτας που…

...παρότι αλαφροΐσκιωτος και φαινομενικά δειλός και αποτραβηγμένος, μπορεί και μεταμορφώνεται. Είναι μια αλληγορία ενός καθημερινού ανθρώπου που πρέπει να παλέψει όταν όλες οι πιθανότητες είναι εναντίον του. Ηθελα να πω αυτήν την ιστορία γιατί πραγματικά πιστεύω ότι ο κάθε ένας από εμάς έχει τη δύναμη και μπορεί να πάρει τη μοίρα στα χέρια του για να διεκδικήσει το δικαίωμα για μια αξιοπρεπή ζωή. Κόντρα στο οικονομικό και πολιτικό σύστημα που έχει κάνει τη ζωή μας τόσο δύσκολη, να δημιουργήσει τη ζωή που του αξίζει.

Μια ταινία για τις δεύτερες ευκαιρίες ή για τον άνθρωπο που τελικά βρίσκει τον τρόπο να τα καταφέρει;

Τα καταφέρνει στρέφοντας ελαφρά το επάγγελμά του. Από ράφτης αντρικών κοστουμιών γίνεται μόδιστρος νυφικών. Από ένα εμποροραφείο που συγκέντρωνε την παλιά αριστοκρατία της Αθήνας γίνεται γυρολόγος ράφτης και βρίσκει κοινό σε πιο φτωχές γειτονιές. Επιστρέφοντας σε ένα ανταλλακτικού τύπου εμπόριο – επιστρέφοντας στο παρελθόν – χτίζει το μέλλον του. Διατηρεί την τέχνη του ζωντανή και βρίσκει τη θέση του στον κόσμο.

Γιατί επέλεξες τον Δημήτρη Ημελλο; Τι είδες πάνω του που σε έκανε να πεις ότι αυτός είναι ο «Ράφτης»;

Από την αρχή είχα στο μυαλό μου τον Δημήτρη. Και όταν πια δημιουργήσαμε τον χαρακτήρα του ήρωα και η ιστορία του σεναρίου είχε πια ολοκληρωθεί, συνεχίσαμε να γράφουμε «πάνω» στον Δημήτρη. Τον γνωρίζω σαν ηθοποιό από μικρή. Θυμάμαι ότι πρώτη φορά τον είδα στο θέατρο στην παράσταση «Νοσταλγός» του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη που έπαιζε τον βαρκάρη. Πολύ πολύ πριν καν σκεφτώ να γράψω ένα σενάριο. Και επειδή έκτοτε τον είδα σε πολλές παραστάσεις και ταινίες εξοικειώθηκα μαζί του. Οταν γνωριστήκαμε νομίζω ότι δεν είχε κανένας μας αμφιβολία ότι ο ρόλος είναι ραμμένος πάνω του. Ο Δημήτρης θεωρώ ότι είναι ο ήρωας. Λιγότερο αλαφροΐσκιωτος και περισσότερο πρακτικός ο ίδιος, αλλά τα συναισθήματα του ήρωα τα έχει νιώσει και ο ίδιος. Η σπαρτιάτικη εμφάνιση, η ακινησία του σώματός του ενώ οι τροχοί του μυαλού του τρέχουν ιλιγγιωδώς είναι κοινές στον Δημήτρη και στον ήρωα. Δεν ξέρω βέβαια αν εκείνος συμφωνεί μαζί μου! Σίγουρα η ταινία δεν θα ήταν αυτή που είναι αν ο Δημήτρης δεν ενσάρκωνε τον ήρωα.

Τι συζητήσεις, ιδέες, ταινίες και ποιους κινηματογραφικούς ήρωες είδατε και μελετήσατε προκειμένου να «βρείτε» την κινησιολογία, εκφραστικότητα, συμπεριφορά του ήρωα του;

Με τον Δημήτρη μελετήσαμε πολλές ασπρόμαυρες ταινίες και ιδίως τις ταινίες του Μπάστερ Κίτον. Ο ηθοποιός αυτός ήταν και η βασική μας αναφορά. Η τόσο ισχυρή εκφραστικότητά του και η κίνησή του που λένε τα πάντα στη σιωπή. Και στην στατικότητα ακόμα, το μυαλό του τρέχει. Στην βωβή εικόνα, μπορείς να ακούσεις τους τροχούς του μυαλού του. Μελετήσαμε επίσης γαλλικές κωμωδίες όπως τις ταινίες του Ζακ Τατί και το «L'amour c'est Gai, l'amour c'est Triste» του Ζαν-Ντανιέλ Πολέτ. Αλλά και ρεαλιστικές ταινίες όπως το «Man Push Cart» του Ραμίν Μπαχρανί.
Μελετήσαμε όμως και τους ίδιους τους ράφτες που έκαναν μαθήματα στον Δημήτρη για μήνες. Εκείνος περνούσε περισσότερο χρόνο μαζί τους από εμένα και κάθε φορά μου τηλεφωνούσε να μου διηγηθεί κάποιο περιστατικό που του έκανε εντύπωση. Είχαμε την τύχη να περάσουμε πάρα πολύ χρόνο με έναν σπουδαίο έμπορο υφασμάτων ο οποίος μας εισήγαγε ουσιαστικά σε όλο τον κόσμο της ραπτικής και μας είπε και για την δική του αρχή στη δουλειά αυτή. Περπατήσαμε επίσης πολύ στο κέντρο της Αθήνας. Σκεφτόμασταν τι ακριβώς βλέπει και ακούει ο ήρωας όταν είναι στο ραφτάδικο, όταν βγαίνει έξω. Πώς ζει αποκλεισμένος στο πατάρι ενώ η πόλη είναι πολύβουη και σε διαρκή κίνηση.

Ράφτης Γυρίσματα 607 Η Σόνια Λίζα Κέντερμαν με τον Θανάση Παπαγεωργίου και τον Δημήτρη Ημελλο

Θανάσης Παπαγεωργίου, Ταμίλλα Κουλίεβα, Στάθης Σταμουλακάτος, Δάφνη Μιχοπούλου. Γιατί διάλεξες τον καθένα ξεχωριστά, πώς ήταν η εμπειρία της συνεργασίας σου μαζί με τον καθένα;

Η συνεργασία με τον Θανάση Παπαγεωργίου ήταν όνειρο που έγινε αληθινό! Ηταν τιμή και χαρά για εμένα να πει το ναι! Υπέροχα προσιτός και δοτικός στην ταινία. Ο κόσμος της ραπτικής είναι ένας κόσμος που γνωρίζει ο ίδιος από πρώτο χέρι. Εχει γνωρίσει τους παλιούς ράφτες, γνωρίζει τον ρυθμό που κινούνται, τον τρόπο που βλέπουν τους ανθρώπους, την – σχεδόν – ηθική τους στάση απέναντι στην αισθητική. Γλυκός και ευθύς ο ίδιος, θεωρώ ότι έχει τεράστιο ενδιαφέρον πόσο δυναστευτικός και πατριαρχικός ήταν στο ρόλο του.
Η Ταμίλλα έχει ένα κράμα ευθραυστότητας και αναπάντεχης δύναμης που είναι μοναδικό. Απόλυτα αφοσιωμένη στον ρόλο και γενναιόδωρη συνεργάτης. Το πρόσωπό της και το βλέμμα της είναι σαν χάρτης συναισθημάτων. Σε ένα πλάνο σιωπής περνάει από αλλεπάλληλα διαφορετικά συναισθήματα.
Ηθελα πάρα πολύ να παίξει ο Στάθης Σταμουλακάτος αυτόν τον ρόλο γιατί αισθανόμουν ότι είναι κόντρα σε ό,τι έχει παίξει μέχρι τώρα. Είναι πολύ γοητευτική και η τρυφερή και μαλακή πλευρά του που εκδηλώνει στον «Ράφτη». Και από ότι μου είπε και ο ίδιος αυτός είναι ο λόγος που ήρθε στην ταινία.
Η Δάφνη είναι ακριβώς ο χαρακτήρας του σεναρίου. Πανέξυπνη και πανούργα. Κινείται και σκέφτεται σαν ελατήριο. Δεν είχε ξαναπαίξει στο σινεμά – δεν είναι δηλαδή παιδί-ηθοποιός - αλλά κάνει θέατρο στην ομάδα του σχολείου της. Γράφει υπέροχα και είχε και τρομερές αυτοσχεδιαστικές ιδέες. Εφτιαξε και κόμικ για την κάθε σκηνή του σεναρίου, χωρίζοντάς σε πλάνα!

Ράφτης Γυρίσματα 607

Ποια ήταν η κεντρική ιδέα γύρω από την αισθητική και τον τόνο της ταινίας; Τι ζήτησες από τους συνεργάτες σου σε φωτογραφία, σκηνογραφία, ενδυματολογία και μουσική;

Η ταινία ακολουθεί τη βασική πορεία του ήρωα καθώς βγαίνει από τον μικρόκοσμό του,μεταμορφώνεται και εξελίσσεται. Σε αυτό το ταξίδι περνάει μέσα από τρεις κόσμους που αυτοίδιαμόρφωσαν την κινηματογράφηση και τις αισθητικές επιλογές που κάναμε σε όλους τους τομείς.
Η συνεργασία με τον Διευθυντή Φωτογραφίας, τον Γιώργο Μιχελή, και τις σκηνογράφους, την ΠηνελόπηΒαλτή και τη Δάφνη Κούτρα δημιούργησε ένα ενιαίο σύμπαν. Περάσαμε πολύ χρόνο στηνενδελεχή ανάλυση του σεναρίου και του ήρωα και το μεγαλύτερο στοίχημα ήταν πώς θα δέσουν οιαπό το μηδέν δημιουργημένοι χώροι, όπως το ραφτάδικο, με την πόλη και τα Καμίνια.
Η ζωή του ήρωα αρχικά είναι σε παγιδευμένη σε έναν μικρόκοσμο, αυτόν του ραφτάδικου. Ενασύμπαν που καταρρέει. Η ατμόσφαιρα είναι κλειστοφοβική. Αμυδρός φωτισμός. Ενας κόσμοςαυστηρής γεωμετρίας. Ο ήρωας να φαίνεται μικρός, αδύναμος και εγκλωβισμένος, σαν σκιά, μέσαστον κόσμο που δημιούργησε ο πατέρας του και τώρα αποσυντίθεται. Το σκηνικό του ραφτάδικου είναι σε γκρι-θαμπούςπράσινους τόνους: παλιωμένα ξύλα, πάγκοι ντυμένοι στη σκόνη, ξεφλουδισμένοι από την υγρασίατοίχοι. Ενας σιωπηλός κόσμος. Οι ήχοι που ο ίδιος δημιουργεί γίνονται μουσική. Εφαλτήριο τηςκάθε μουσικής είναι ο ήχος και ο ρυθμός που δημιουργούν η ραπτομηχανή, το πετάλ, οι τροχαλίες,τα υφάσματα. Ουσιαστικά η μουσική του Νίκου Κυπουργού είναι οργανική συνέχεια των ήχων πουσυντροφεύουν τον ήρωα. Ο Νίκος δημιούργησε επίσης μια συγχορδία ήχων και μελωδιών για ναζωντανέψει τους ήχους και τη σκέψη του ήρωα. Είναι σαν να κάνει μουσική τα γρανάζια τουμυαλού του.
Οι πρώτες μέρες έξω στην πόλη με την άμαξα αποκαλύπτουν την απομόνωσή του από τον κόσμο:είναι ένας εκκεντρικός γυρολόγος που περιπλανιέται στο κέντρο της Αθήνας με την πολύχρωμηάμαξά του στη γκρίζα, θορυβώδη πόλη. Είναι έξω στον κόσμο αλλά ακόμα αποξενωμένος από τονκόσμο. Ο φακός τον απεικονίζει σαν μια μινιατούρα μέσα στον κόσμο που τον προσπερνά. Ηκάμερα τον παρακολουθεί καθώς αυτός παρακολουθεί τον κόσμο. Βλέπουμε την Αθήνα από τηδική του οπτική γωνία.
Οταν πια ο ήρωας γίνεται ένα με τον κόσμο έχει και το εξωτερικό περιβάλλον συντονιστεί μαζίτου. Σχεδόν σαν παραμύθι η σκηνογραφία και η κίνηση της κάμερας τον ακολουθούν και έχουνπαρασυρθεί από τη δική του πολυχρωμία και με αυτόν τον τρόπο επανασυστήνεται και η ίδια ηπόλη. Τα νυφικά που δημιουργεί είναι ευφάνταστα και μια δική του κρυμμένη και καταπιεσμένηέκφραση αισθητικής και δημιουργίας.
Η πορεία του ήρωα είναι ουσιαστικά από τη σκιά στο φως και από το ασπρόμαυρο στο χρώμα.Αυτό ακολουθήσαμε σε όλους τους τομείς της ταινίας.

Στην ταινία πρωταγωνιστεί και η Αθήνα, αλλά σαν να είναι βγαλμένη από μια άλλη εποχή.Πόσο εύκολο ήταν να βρεις φυσικά σκηνικά και τελικά ποια locations επιλέχθηκαν και γιατί;

Το ραφτάδικο είναι μια δημιουργία της Πηνελόπης Βαλτή και της Δάφνης Κούτρα. Νοικιάσαμε έναν άδειοχώρο, σαν καμβάς, και χτίστηκε εξ ολοκλήρου όπως θέλαμε. Αν το ραφτάδικο φαίνεται οσκηνογραφικός πρωταγωνιστής, η Αθήνα και τα Καμίνια είναι ο συμπρωταγωνιστής του αλλάκαι του ίδιου του ήρωα. Θέλαμε να κινηματογραφήσουμε με τον Διευθυντή Φωτογραφίας Γιώργο Μιχελή την Αθήνα όπωςακριβώς είναι: ένα πολυποίκιλτο κέντρο που συγκεντρώνει όλες τις οικονομικές τάξεις, όλες τιςηλικίες, με νεο-χίπστερ καφέ δίπλα στον κλασικό Κρίνο, παλιά παραδοσιακά μαγαζιά δίπλα σεαλυσίδες πολυκαταστημάτων και όλα αυτά ανάμεσα σε άπειρα πολύχρωμα γκραφίτι καιαδιάκοπη κίνηση αυτοκινήτων και περαστικών. Αυτό θέλαμε να αναδείξουμε. Ηταν επίσηςπρόκληση να συνυπάρχουν εικαστικά, από τη μία σκηνή στην άλλη, το ραφτάδικο και η πόλη.Μετά από ατελείωτα περπατήματα και αναζητήσεις στις γειτονιές του Πειραιά καταλήξαμε όλοι μαζί σε κάθε ένα σημείο. Φυσικά οι σκηνογράφοι επενέβαιναν και στους φυσικούςεξωτερικούς χώρους για να δημιουργηθεί ένα ενιαίο σύμπαν.

sonia liza

Η κίνηση φυσικά είναι ζωή και εξέλιξη αλλά χρειαζόμαστε και τη στάση, την παύση, την αναρώτηση. Η διαρκής κίνηση στον χώρο - συχνότερα εικονικά - και στον χρόνο μας αποσυντονίζει από τον πυρήνα μας. Πώς θα εξελιχθεί πραγματικά κάποιος αν δεν αφεθεί και λίγο στη σιωπή; Η σιωπή είναι εκκωφαντικά τρομαχτική αλλά φανερώνει αλήθειες.»

Πιστεύεις στη δύναμη του αναλογικού, του χειροποίητου, του παραδοσιακού; Που συναντάαυτή η αγάπη σου το ψηφιακό σινεμά, την digital εποχή μας;

Στη δύναμη του χειροποίητου αναμφίβολα. Το αναλογικό δεν θα αντέξει για πολύ ακόμα αλλάαυτό δεν αλλάζει την αξία και την τέχνη του σινεμά. Ο κινηματογράφος είναι προϊόν τηςβιομηχανικής επανάστασης. Υπάρχει γιατί η τεχνολογία τον γεννά και τα δύο εξελίσσονταιπαράλληλα.

Η ταινία παίζει έντονα με τους όρους του old fashioned. Με ποιους τρόπους προσπάθησες νακρατήσεις την αίσθηση αυτή της νοσταλγίας αλλά να μιλήσεις ταυτόχρονα και για το σήμερα;

Για εμένα το μόνο πραγματικά old fashioned στην ταινία είναι η πράξη του χρόνου. Ηταχύτητα του ήρωα είναι διαφορετική από αυτή των σύγχρονων ανθρώπων. Αυτό τονξεχωρίζει. Κινείται με άλλο ρυθμό. Αντιλαμβάνεται τον κόσμο σε άλλον ρυθμό. Για αυτό ίσωςφαίνεται να έχει μείνει λίγο πίσω. Η κίνηση φυσικά είναι ζωή και εξέλιξη αλλά χρειαζόμαστεκαι τη στάση, την παύση, την αναρώτηση. Η διαρκής κίνηση στον χώρο - συχνότεραεικονικά - και στον χρόνο μας αποσυντονίζει από τον πυρήνα μας. Πώς θα εξελιχθείπραγματικά κάποιος αν δεν αφεθεί και λίγο στη σιωπή; Η σιωπή είναι εκκωφαντικά τρομαχτικήαλλά φανερώνει αλήθειες.

Ράφτης Γυρίσματα 607 Η Ταμίλλα Κουλίεβα στα γυρίσματα της ταινίας

Καθώς τα νυφικά είναι το σουξέ του ήρωα σου, ο γάμος γίνεται ένα από τα κεντρικά θέματατης ταινίας. Πιστεύεις ότι τα κορίτσια ονειρεύονται σήμερα ακόμη το τέλειο νυφικό;

Αν επιλέξουν να παντρευτούν, νομίζω πως ναι! Και σε υπερβολικό βαθμό, το νυφικό γίνεται ένα σύμβολο. Μεδιάρκεια φυσικά μιας μέρας… Παρότι ο γάμος είναι ένα θέμα της ταινίας νομίζω ότι μάλλον τοδιακωμωδούμε λίγο. Ο μοντέρ της ταινίας πάντως, ο Δημήτρης Πεπονής, όταν είδε όλο το υλικόκαι ολοκλήρωσε το first assembly, γύρισε και μου είπε: «εσένα πραγματικά δεν σου αρέσει ο γάμος!»
Εμεινα εκείνη τη στιγμή αλλά μάλλον έχει δίκιο. Τις ευχαριστήθηκα τόσο πολύ αυτές τις σκηνέςόταν τις γυρίζαμε, ίσως γιατί το θέμα του γάμου το βλέπω από απόσταση και με χιούμορ!

Η χειραφέτηση στην ταινία ισχύει και για τον ήρωα αλλά και την ηρωίδα της ταινίας; Ποιαδιαφορετικά χαρακτηριστικά έχει η χειραφέτηση του ενός και του άλλου;

Οι γυναίκες είναι ο καταλύτης στην πορεία του ήρωα. Η δική του χειραφέτηση πραγματώνεται γιατί οι γυναίκες τον ωθούν, τον εμψυχώνουν, τον καθοδηγούν και τον βγάζουν έξω από τανερά του. Οι γυναίκες φέρνουν την λύση στον ήρωα. Τις φοβάται λίγο στην αρχή αλλά στην πραγματικότητα αφιερώνεται σε αυτές. Αντίθετα η χειραφέτηση της ηρωίδας συμβαίνει γιατί ηίδια πάει κόντρα στον άντρα της, στηριζόμενη στην προσωπική της δύναμη. Αυτό τους ενώνει τους δύο: φέρουν ο ένας στον άλλον την αλλαγή.

Γυναίκα σκηνοθέτης στην Ελλάδα σήμερα. Ποια είναι η κατάσταση που επικρατεί, η προσωπική σου εμπειρία, που βρισκόμαστε σε επίπεδο ισότιμης συμπεριφοράς, ισονομίας στην εργασία, ισότητας σε ευκαιρίες, αμοιβή και ανεξαρτησία;

Είναι αποκαρδιωτικό ότι ακόμα υπάρχουν διακρίσεις στην εποχή μας. Είναι ενοχλητικό που ακόμα μία νέα γυναίκα δημιουργός δέχεται αυτή την ερώτηση. Το να πρέπει να αποδείξεις τον εαυτό σου εξαιτίας του φύλου σου ή να πρέπει να δουλέψεις πιο σκληρά για να γίνεις αποδεκτή σε μία πατριαρχική κοινωνία είναι πραγματικά απαξιωτικό. Γιατί να αποδείξεις τι αξίζεις σε μία κοινωνία που η ίδια δεν έχει βελτιωθεί;
Μεγάλωσα σε ένα οικογενειακό και φιλικό περιβάλλον με δυνατές και ανεξάρτητες γυναίκες. Ολοι, άντρες και γυναίκες, είχαν υπόσταση. Η διάκριση ανάμεσα στα δύο φύλα μου ήταν άγνωστη. Η εμπειρία αυτή της διάκρισης στην Ελλάδα ήταν ένα άγριο ξύπνημα. Αλλά είμαι τυχερή γιατί όταν η πρώτη μου ταινία μικρού μήκους βγήκε στα φεστιβάλ, τα βραβεία τα σάρωναν κυρίως γυναίκες.
Είχα την τύχη, επίσης, να συνεργαστώ με άντρες που με αντιμετώπισαν ισότιμα. Οπότε νιώθω ότι υπάρχει πρόοδος, ακόμα και αργή.
Αντιμετωπίζω τη δυσκολία του σεξισμού και του μισογυνισμού με τον ίδιο τρόπο που αντιμετωπίζω όλες τις δυσκολίες. Τις κατονομάζω, τις αντιμετωπίζω και απαιτώ η συμπεριφορά κάποιου που κάνει διακρίσεις με βάση το φύλο ή την ηλικία να αλλάξει. Αν δεν το κάνει, τότε αντιμετωπίζω και αυτή την άρνηση. Η ισότητα στις αμοιβές μεταξύ φύλου είναι μεταγενέστερο του προβλήματος της μη αμοιβής γενικά!

sonia liza Η Σόνια Λίζα Κέντερμαν στα γυρίσματα

Με την πανδημία μπήκε για πρώτη φορά στη ζωή μας ο φόβος ενός αόρατου εχθρού. Ο φόβος του θανάτου διαπέρασε τα πάντα. Ολα αναποδογύρισαν. Και αποδείχτηκε ότι και ο – φαινομενικά - σπουδαίος, τρανός δυτικός κόσμος που μεγαλουργεί ηττήθηκε και αυτός από την αλαζονία του. Με τρομάζει πόσο παθητικοί έχουμε γίνει. Πρέπει να μη φοβόμαστε πια τόσο πολύ την αντίδραση. Και να είμαστε αισιόδοξοι. Η αισιοδοξία είναι μια μορφή αντίστασης.»

Που τοποθετείς το «Ράφτη» μέσα στο σύγχρονο ελληνικό σινεμά;

Δεν νομίζω ότι ξέρω την απάντηση! Ελπίζω ότι εξ ορισμού είναι μέρος του σύγχρονου ελληνικού σινεμά που είναι άλλωστε τόσο πλούσιο. Τόσα διαφορετικά στιλ και θέματα. Από το «Παρί» του Σιαμάκ Ετεμάντι έως τον «Ηλεκτρικό Κύκνο» της Κωνσταντίνας Κοτζαμάνη και από τον «Αδικο Κόσμο» του Φίλιππου Τσίτου έως το «Xenia» του Πάνου Χ. Κούτρα.

Το ελληνικό σινεμά συνεχίζει τη σχιζοφρενική του πορεία - να συνεχίζει να γίνεται υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, να πετυχαίνει πράγματα εντός κι εκτός, αλλά κανείς να μην ενδιαφέρεται πραγματικά γι’αυτό σε επίπεδο Πολιτείας. Μετά από τόσες συζητήσεις μπορείς να καταλάβεις τι ακριβώς συμβαίνει;

Η γενναιότητα των σκηνοθετών και των παραγωγών είναι φοβερή. Αλλά ακριβώς όπως το λες, η εκάστοτε κυβέρνηση δεν φαίνεται να θέλει να δημιουργήσει σύγχρονο πολιτισμό. Με εξαίρεση φυσικά τη δημιουργία του ΕΚΟΜΕ. Ο,τι θαυμάζουμε και μας έχει καθορίσει από το παρελθόν είναι έργα πολιτισμού. Γυρίζοντας πίσω, αυτά έχουν μείνει. Αυτά στιγματίζουν και το μέλλον μας. Πώς γίνεται να μη θέλει η Πολιτεία να δημιουργήσει το μέλλον; Είναι κάτι που δεν έχει προηγούμενο και μου είναι πραγματικά αδύνατο να το συλλάβω.

Προετοίμασες την ταινία σου μέσα στην οικονομική κρίση, την είδες να συναντά στην ολοκλήρωση της την πανδημία. Ατυχία, πρόκληση, τι;

Κατ’ αρχάς το να κάνεις μια ταινία στην Ελλάδα είναι θαύμα από μόνο του! Σε εμένα και στη «φουρνιά» μου, μας έτυχε η οικονομική κρίση και η πανδημία. Αλλά στη χώρα μας πάντα θα υπάρχει κάτι που θα κάνει τη δημιουργία ενός έργου τέχνης κάτι το τόσο δύσκολο. Οπότε την ατυχία θα την προσπεράσω γιατί και στην επόμενη ταινία δεν νομίζω ότι θα συναντήσω όλη την τύχη του κόσμου. Η πρόκληση είναι τεράστια και αυτό μας κάνει να δυναμώσουμε. Κανένας δεν έχει καταφέρει τίποτα σε κανέναν τομέα χωρίς να έχει πρώτα νικήσει μεγάλα εμπόδια. Μπορεί στο τέλος να αισθάνθηκα κουρασμένη από την ελληνική πραγματικότητα, βγήκα όμως και πιο δυνατή.

Η διαδικασία της ολοκλήρωσης της ταινίας εν μέσω πανδημίας, τι συναισθήματα σου προκάλεσε; Αναθεώρησες σταθερές και πράγματα που θεωρούσες δεδομένα;

Ημασταν πολύ τυχεροί γιατί ολοκληρώσαμε την ταινία ακριβώς τις πρώτες δύο εβδομάδες του lockdown. Η μετέπειτα απραγία ήταν σοκαριστική. Στην αρχή ξεκουράστηκα από την φρενίτιδα των γυρισμάτων, μετά όμως ήταν λες και έπεσα σε κώμα. Ο φόβος του θανάτου που μπήκε για πρώτη φορά στη ζωή μας διαπέρασε τα πάντα. Ολα αναποδογύρισαν. Και αποδείχτηκε ότι και ο – φαινομενικά - σπουδαίος, τρανός δυτικός κόσμος που μεγαλουργεί ηττήθηκε και αυτός από την αλαζονία του. Είναι η πρώτη φορά που οι γενιές μας καταλάβαμε ότι πρέπει να ακούμε και να σεβόμαστε τη φύση που μας φιλοξενεί.

Πώς βλέπεις την εποχή που ακολουθεί της πανδημίας; Που και σε τι κατάσταση σε βρίσκει ως πολίτη, ως καλλιτέχνη; Τι είναι το ζητούμενο πιστεύεις από δω και πέρα;

Μπήκε για πρώτη φορά στη ζωή μας ο φόβος ενός αόρατου εχθρού. Δεχθήκαμε ως πολίτες τεράστιες οπισθοδρομήσεις στην κοινωνική και πολιτική μας ζωή. Αποδείχθηκε ότι το σύστημα δημόσιας υγείας κατέρρευσε και αυτό δεν μας ξεσήκωσε. Πέρασαν νομοσχέδια που θα αλλάξουν τη ζωή μας συλλήβδην και οι περισσότεροι δεν το γνωρίζουμε από το μονοπώλιο των ειδήσεων γύρω από τον κορονοϊό. Με τρομάζει πόσο παθητικοί έχουμε γίνει. Πρέπει να μη φοβόμαστε πια τόσο πολύ την αντίδραση. Και να είμαστε αισιόδοξοι. Η αισιοδοξία είναι μια μορφή αντίστασης.

Ράφτης Γυρίσματα 607 Η Ταμίλλα Κουλίεβα και ο Δημήτρης Ημελλος επί τω έργω, από τα γυρίσματα της ταινίας

Αγαπώ πολύ τα ενδύματα και έμαθα πολλά για τη ραπτική από την μελέτη της ταινίας αλλά δεν ξέρω να ράβω! Νομίζω ότι τα ρούχα μας, όπως και το σπίτι μας, είναι και μια επιλογή τέχνης και ηθικής – λίγα και καλά ενάντια στο fast fashion - όχι απλά αισθητικής.»

Δηλώνεις λάτρης της μεγάλης οθόνης; Χαίρεσαι που η ταινία σου βγαίνει τελικά στις αίθουσες;

Απολύτως! Οι ταινίες σχεδιάστηκαν για τη μεγάλη οθόνη! Η ένταση των συναισθημάτων που σου δημιουργεί δε συγκρίνεται με καμία τηλεόραση. Είμαι πανευτυχής που βγαίνει στα σινεμά. Τώρα πια η ταινία ολοκληρώνεται στα αλήθεια. Οταν δηλαδή μοιράζεται με το κοινό στα σινεμά.

Τι θα έλεγες αν κάποιος σου αντιπρότεινε ότι μέσω μιας πλατφόρμας η ταινία σου θα φτάσει σε πολύ περισσότερο κόσμο, το οποίο δεν είναι απίθανο αν αναλογιστεί κανείς την πορεία των ελληνικών ταινιών στις αίθουσες;

Είναι υπέροχο και το θέλω πολύ! Αλλά μετά τις αίθουσες! Φυσικά είναι μια τεράστια ευκαιρία για τις ταινίες μας να ταξιδέψουν και ο αριθμός των θεάσεων είναι ασύγκριτος. Δίνεται επίσης η δυνατότητα σε ταινίες που δε βρήκαν διανομή να βρουν το κοινό τους. Η επιλογή κάποιου να κάτσει στον καναπέ για να δει μια ταινία όσο αυτή προβάλλεται στο σινεμά της γειτονιάς του είναι κοινωνικό φαινόμενο. Μια καινούρια ανάγκη και επιλογή του σύγχρονου ανθρώπου να προτιμά να είναι μόνος του.

Γιατί πιστεύεις ότι ο κόσμος δεν βλέπει ελληνικό σινεμά; Τι πρέπει να γίνει για να αλλάξει αυτό;

Ισως γιατί δεν αντέχουμε να βλέπουμε τον εαυτό μας στον καθρέφτη. Είναι περίεργο ότι το eλληνικό κοινό είναι τόσο δεκτικό σε ταινίες όλων των ειδών, από mainstream μέχρι τις πιο ιδιαίτερες ταινίες από την άλλη άκρη του κόσμου, αλλά όχι στις ελληνικές. Δηλαδή μια ταινία σαν το «Εγώ, ο Ντάνιελ Μπλέικ» του Κεν Λόουτς σπάει τα ταμεία αλλά μια αντίστοιχη ιστορία που διαδραματίζεται στην χώρα μας, στην γλώσσα μας, με τα χαρακτηριστικά και τις λεπτομέρειες της δική μας ιδιοσυγκρασίας δεν γίνεται αποδεκτή. Θεωρείται μίζερη. Επειδή μας λέει μια αλήθεια; Σαν να μην αντέχουμε να αναγνωρίσουμε τη δική μας πραγματικότητα στη μεγάλη οθόνη. Φέτος, αυτή τη σεζόν δηλαδή, είναι η πρώτη χρονιά που τόσοι Ελληνες διανομείς εμπιστεύτηκαν ελληνικές ταινίες. Μπορεί και να είναι η χρονιά της ανατροπής! Χρειάζεται όμως και η στήριξη του Υπουργείου Πολιτισμού προς τους αιθουσάρχες και του διανομείς δίνοντάς τους ένα κίνητρο. Αυτό που συμβαίνει σε τόσες άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Ποια είναι η σχέση σου με το ράψιμο;

Αγαπώ πολύ τα ενδύματα και έμαθα πολλά για τη ραπτική από τη μελέτη της ταινίας αλλά δεν ξέρω να ράβω! Νομίζω ότι τα ρούχα μας, όπως και το σπίτι μας, είναι και μια επιλογή τέχνης και ηθικής - λίγα και καλά ενάντια στο fast fashion - όχι απλά αισθητικής.

Ο «Ράφτης» της Σόνιας Λίζας Κέντερμαν θα προβάλλεται στα θερινά σινεμά όλης της Ελλάδας από την Πέμπτη 3 Ιουνίου, σε διανομή της Tanweer.