Ξεκινώντας με μια σκηνή στην οποία ο Αλί, o ήρωας της ταινίας αποπειράται να αυτοκτονήσει, καλύπτοντας το κεφάλι του με την βρεγμένη μπλούζα του, φορώντας μια πλαστική σακούλα από πάνω και περνώντας τα χέρια του, πίσω από την πλάτη του μέσα από τις σωλήνες μιας βρύσης ώστε να είναι πιο δύσκολο να ελευθερωθεί, φαντάζεσαι πως είναι δύσκολο το “Beyond the Wall” να παραδώσει κάτι πιο σκοτεινό στη συνέχεια.
Κι όμως, αυτή η ελπίδα θα διαψευστεί, όταν αφού ο ήρωας διασωθεί παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του να πεθάνει, θα ανακαλύψεις τις συνθήκες της ζωής του: Σχεδόν τυφλός, μετά από ένα συμβάν που αρχικά δεν προσδιορίζεται, ζει μόνος σε ένα διαμέρισμα που μοιάζει με σκηνικό δυστοπικού εφιάλτη, κάτω από το άγρυπνο μάτι του διαχειριστή και του φύλακα της πολυκατοικίας του. Το μόνο φιλικό πρόσωπο σε αυτό την άχρωμη, μουντή έρημο των τεσσάρων τοίχων του, είναι ένας γιατρός που τον επισκέπτεται καθημερινά προσπαθώντας να τον πείσει να παίρνει τα χάπια του και να ρίχνει τις σταγόνες στα μάτια του προκειμένου η κατάσταση του να μην χειροτερεύσει.
Κι αν μοιάζει δύσκολο να χτίσεις μια ολόκληρη ταινία με έναν σχεδόν τυφλό ήρωα κλεισμένο σε ένα διαμέρισμα ο Τζαλιλβάντ, θα εισάγει μια καταλυτική παρουσία στην αφήγηση, όταν ο ήρωας θα πληροφορηθεί πως μια γυναίκα που καταζητείται ως υπεύθυνη για τον θάνατο ενός αστυνομικού έχει βρει καταφύγιο στο αχανές κτίριο που κατοικεί. Και που ίσως να κρύβεται στο διαμέρισμα του.
Σύντομα αυτό που εμείς βλέπουμε, θα γίνει σαφές και σε εκείνον. Η γυναίκα κρύβεται όντως στο σπίτι του και ο Αλί θα προσπαθήσει να ανακαλύψει τους λόγους που την καταζητούν και θα προσπαθήσει να την βοηθήσει. Μέσα από την δική της παρουσία, η αφήγηση θα ανοίξει στα γεγονότα που την έφεραν να κρυφτεί κυνηγημένη: μια διαμαρτυρία έξω από το εργοστάσιο που δούλευε η οποία θα οδηγήσει σε γενικευμένες συγκρούσεις και στις οποίες εκείνη θα χωριστεί από τον μικρό γιο της.
Τώρα οι δυο τους κλεισμένοι στο διαμέρισμα του, καθώς αστυνομικοί περιπολούν το κτίριο κι ένας ντετέκτιβ πεπεισμένος ότι η γυναίκα κρύβεται εκεί προσπαθεί να τον πείσει να ομολογήσει -ενώ ενδιαφέρεται ιδιαίτερα και και μια σειρά από γράμματα που λαμβάνει ο Αλί-, θα βρεθούν στο κέντρο ενός κύκλου που κλείνει όλο και πιο ασφυκτικά γύρω τους, οδηγώντας τους στα ψυχολογικά και συναισθηματικά όρια τους.
Στην παράδοση του σύγχρονου ιρανικού σινεμά να χτίζει τις καλύτερες ταινίες του πάνω σε μια ηχηρή ανατροπή, το “Beyond the Wall” δεν απογοητεύει σε αυτό το μέτωπο, αλλά με κάποιο τρόπο αυτή η ανατροπή μοιάζει σχεδόν προδιαγεγραμμένη κι όχι απολύτως απαραίτητα. Ότι είχε να ειπωθεί άμεσα ή έμμεσα είχε ήδη ειπωθεί στην διάρκεια του φιλμ, το τέλος απλά μοιάζει με κάτι που σχεδόν υπονομεύει αντί να αυξάνει την ένταση της δήλωσης του.
Ομως, ο Τζαλιλβάντ πετυχαίνει να στήσει μια αδυσώπητα τεταμένη παραβολή για την καταπίεση και τον απόλυτο έλεγχο του ιρανικού κράτους απέναντι στους πολίτες του, που δείχνουν κυριολεκτικά πολιορκημένοι. Και το κάνει, κατορθώνοντας να κρατά την αγωνία και την ένταση συνέχεια στο κόκκινο, είτε στις σκηνές του διαμερίσματος είτε σε αυτές των συγκρούσεων έξω από εργοστάσιο που είναι γυρισμένες αριστοτεχνικά. Στην πορεία θα αποκαλύψει αργά την αληθινή φύση των όσων υπονοούνται πίσω από τα όσα δείχνουν να συμβαίνουν αποκαλύπτοντας μια διαφορετική, παραμορφωμένη εικόνα της πραγματικότητας.