Πέθανε σε ηλικία 94 ετών ο Γαλλο-τσέχος μυθιστοριογράφος, δοκιμιογράφος και θεατρικός συγγραφέας Μίλαν Κούντερα. Ο Κούντερα πέθανε την Τρίτη στο Παρίσι μετά από μακροχρόνια ασθένεια, όπως δήλωσε η Τζίντρα Παβέλκοβα, εκπρόσωπος της Moravian Library, της τσέχικης βιβλιοθήκης που στεγάζει την προσωπική του συλλογή.
«Ο Μίλαν Κούντερα ήταν ένας συγγραφέας που έφτασε σε ολόκληρες γενιές αναγνωστών σε όλες τις ηπείρους και απέκτησε παγκόσμια φήμη», δήλωσε ο Τσέχος πρωθυπουργός Πετρ Φιάλα. «Αφήνει πίσω του όχι μόνο μια αξιόλογη συγγραφικό μυθοπλαστικό έργο, αλλά και σημαντικό δοκιμιακό έργο».
Ενας από τους σημαντικότερους λογοτέχνες του 20ου αιώνα, δημιουργός, μεταξύ άλλων, των «Η Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Είναι», «Το Αστείο», «Η Αγνοια», «Η Γιορτή της Ασημαντότητας», διακωμώδησε τα ολοκληρωτικά καθεστώτα και με ένα μείγμα μαύρης ειρωνείας και φιλοσοφικών στοχασμών, εξερεύνησε την ανθρώπινη φύση.
Ο Μίλαν Κούντερα γεννήθηκε στο Μπρνο της άλλοτε Τσεχοσλοβακίας (σήμερα Τσεχίας) την 1η Απριλίου 1929. Γιος γνωστού μουσικολόγου και πιανίστα, σπούδασε και ο ίδιος μουσική, καθώς και κινηματογράφο και φιλοσοφία, στην Πράγα. O ίδιος είχε πει πως «πήγα στη FAMU (Σχολή Κινηματογράφου και Τηλεόρασης της Ακαδημίας Παραστατικών Τεχνών στην Πράγα) και θυμάμαι το σκεπτικό μου πίσω από αυτήν την απόφαση: ήθελα να αποκηρύξω τη μουσική και την ποίηση γιατί μου αρέσει πάρα πολύ και σπουδάζω κινηματογράφο καθώς είναι το λιγότερο ελκυστικό από τα τρία. Θα είναι έτσι πιο εύκολο για μένα να απαλλαγώ από τα προσωπικά χόμπι και να επικεντρωθώ μόνο σε μια δίκαιη τέχνη όπως αυτή του σινεμά».
Ενθουσιώδες μέλος του κομμουνιστικού κόμματος στα νιάτα του, εκδιώχθηκε από το κόμμα δύο φορές, την πρώτη το 1950 για «αντικομμουνιστικές δραστηριότητες» και τη δεύτερη το 1970 μετά την καταστολή που διαδέχτηκε την Ανοιξη της Πράγας, κινήματος του οποίου ο Μίλαν Κούντερα υπήρξε τεράστιος υποστηρικτής, αξιώνοντας μαζί με χιλιάδες συμπατριώτες του ελευθερία του λόγου και ίσα δικαιώματα για όλους.
Ο αγώνας του ανθρώπου ενάντια στην εξουσία είναι ο αγώνας της μνήμης ενάντια στη λήθη.»
Παρότι τα πρώιμα ποιητικά του έργα ήταν φιλοκομμουνιστικά, τα μυθιστορήματά του αποφεύγουν την ιδεολογική ταύτιση. Ο ίδιος επανειλημμένως είχε δηλώσει πως είναι μυθιστοριογράφος, αντί ένας πολιτικά υποκινούμενος συγγραφέας.
Ο πρώτος που μετέφερε έργο του Μίλαν Κούντερα στην οθόνη ήταν ο Μίλοσλαβ Ζαχάτα. Η 30λεπτη τηλεοπτική του μεταφορά του «Sister of My Sisters» μεταδόθηκε στις 2 Αυγούστου 1963. Αλλά η πρώτη μεγάλου μήκους μεταφορά έργου του Κούντερα έγινε δύο χρόνια αργότερα από τον πρώην μαθητή του Χίνεκ Μπότσαν με την ταινία «Nobody Will Laugh».
Την άνοιξη του 1967, δύο χρόνια αφότου ο Κούντερα ολοκλήρωσε τη συγγραφή του, κυκλοφόρησε το πρώτο του μυθιστόρημα «Το Αστείο». Ο Γάλλος ποιητής Λουί Αραγκόν το χαρακτήρισε «ένα από τα σπουδαιότερα μυθιστορήματα του αιώνα». Ενα χρόνο αργότερα, το βιβλίο κέρδισε το βραβείο της Ενωσης Τσεχοσλοβάκων Συγγραφέων και διασκευάστηκε σε ταινία. Την σκηνοθεσία ανέλαβε ο Γιαρόμιλ Γιρίς με τον Κούντερα να μένει ικανοποιημένος με τη συνθετικά συμπαγή ταινία, η οποία τόνιζε τα τραγικά στοιχεία αντί για των ειρωνικών του μυθιστορήματος και μείωνε τον αριθμό των αφηγητών και των χρονοδιαγραμμάτων, όπως αποδεικνύεται από τα λόγια του που δημοσιεύθηκαν στο «Le Nouvel Observateur» μετά την πρώτη προβολή της ταινίας στη Γαλλία.
Η πιο διάσημη όμως κινηματογραφική μεταφορά έργου του ήταν το «Η Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Είναι» του 1988, το οποίο μάλιστα ήταν να το σκηνοθετήσει αρχικά ο Μίλος Φόρμαν. Τελικά η ταινία σκηνοθετήθηκε από τον Φίλιπ Κάουμαν και σε αυτή πρωταγωνιστούσαν οι Ντάνιελ Ντέι-Λιούις και Ζιλιέτ Μπινός. Ο Ζαν-Κλοντ Καριέρ και ο Κάουφμαν ήταν υποψήφιοι για Οσκαρ διασκευασμένου σεναρίου και ο Σβέν Νίκβιστ ήταν υποψήφιος για Οσκαρ φωτογραφίας. Αλλά ο Κούντερα δεν ήταν πολύ ικανοποιημένος με αυτή την μεταφορά του έργου του ως ερωτικό δράμα και από τότε δεν επέτρεψε άλλες διασκευές των έργων του.
Το 1975, μετανάστευσε στη Γαλλία και τέσσερα χρόνια αργότερα του αφαιρέθηκε η τσεχοσλοβακική υπηκοότητα. Εγινε Γάλλος πολίτης το 1981 και έζησε στη Γαλλία μέχρι το θάνατό του, αν και έγινε πολίτης πάλι της Τσεχικής Δημοκρατίας το 2019.