Τρεις σκηνοθέτες από την Ισλανδία και τρεις από την Ελλάδα, συναντήθηκαν σε μια από τις σάλες του ξενοδοχείου Borg, το οποίο μπορεί να είναι ένα από τα καλύτερα στο Ρέικιαβικ, αλλά υπήρξε επίσης, ένα καυτό σημείο στην ιστορία της κρίσης που χτύπησε την χώρα το 2008. Κυριολεκτικά δίπλα στην Ισλανδική βουλή, το ξενοδοχείο έγινε τόπος πολιτικών συναντήσεων και τεταμένων συνεδριάσεων της κυβέρνησης, ενώ έξω από τις πόρτες του πλήθος Ισλανδών διαδήλωνε ζητώντας την παραίτησή της.
Με μια πρώτη ματιά, η κρίση μπορεί να μοιάζει με κάτι σαν μακρινό παρελθόν στην Ισλανδία του σήμερα, όμως όχι ακριβώς και για το σινεμά. Η καινούρια συντηρητική κυβέρνηση της χώρας είναι αποφασισμένη να κόψει το μπάτζετ για τον κινηματογράφο σχεδόν στο μισό, μειώνοντας την χρηματοδότηση κατά 45% και κάνοντας τους έξι σκηνοθέτες που βρέθηκαν στην αίθουσα, να καταλαβαίνουν σχεδόν απόλυτα ο ένας τον άλλον.
Ο Γκούναρ Σίγκουρντσον είναι ντοκιμαντερίστας κι ένας από τους ανθρώπους που όχι μόνο έχει καταγράψει τη κρίση και τις αντιδράσεις των κατοίκων της Ισλανδίας μέσα από τα φιλμ του, αλλά έχει λάβει ενεργά μέρος στην αντίσταση απέναντι στην οικονομική πολιτική της κυβέρνησης, μέσα από την διοργάνωση ενός φόρουμ πολιτών που απέκτησε βαρύνουσα σημασία στην πορεία της κρίσης. Ο Γκρίμουρ Χακόναρσον είναι σκηνοθέτης ντοκιμαντέρ και μικρού μήκους, κι έχει μια μεγάλου μήκους ταινία στο ενεργητικό του μέχρι σήμερα το «Summerland» ενώ ο Μπορκούρ Γκούναρσον έχει επίσης σκηνοθετήσει δυο ταινίες μεγάλου μήκους μέχρι τώρα.
Η Πέννυ Παναγιωτοπούλου, ο Μενέλαος Καραμαγγιώλης κι ο Αλέξανδρος Αβρανάς, από την μεριά των Ελλήνων, μίλησαν για την δική τους εμπειρία του να κάνουν σινεμά τώρα, λέγοντας ότι προτιμούν να μην κάνουν σινεμά για την ίδια την κρίση. «Είναι δύσκολο να μιλάς μέσα από την μυθοπλασία για κάτι που διαδραματίζεται αυτή την στιγμή διπλά σου» είπε ο Αλέξανδρος Αβρανάς στην ερώτηση αν οι ταινίες τους είναι ταινίες για την κρίση. «Περιμένουμε να δούμε που θα βγει , ποιο θα είναι το τέλος αυτού του πράγματος. Αλά αυτό που έχει ενδιαφέρον περισσότερο κι από την οικονομική κατάσταση, είναι το τι επίδραση έχει αυτή η κρίση στους ανθρώπους, στο ηθικό και την ηθική τους. Και νομίζω ότι αυτό είναι κάτι που μας ενδιαφέρει περισσότερο κι όχι να μιλήσουμε για τα χρήματα ή το πόσο λάθος χειρίζονται την κατάσταση οι πολιτικοί»
Η Πέννυ Παναγιωτοπούλου εξήγησε πως στην Ελλάδα αντίθετα με άλλες χώρες, όπως για παράδειγμα την Μεγάλη Βρετανία, δεν υπάρχει μια παράδοση στο πολιτικό σινεμά, ενώ ο Μενέλαος Καραμαγγιώλης τόνισε πως η λέξη «κρίση» εκτός από τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιείται στην οικονομία σήμερα, σημαίνει επίσης να μπορείς να επιλέγεις να ξεχωρίζεις, να έχεις άποψη και πως ακόμη κι αν δεν είναι απαραίτητο κάθε ταινία να έχει μια πολιτική στάση απέναντι στην οικονομική και πολιτική συγκυρία της Ελλάδας, το να κάνεις σινεμά είναι ούτως ή άλλως μια πολιτική πράξη. «Χρησιμοποιούμε τις ταινίες μας σαν όπλα για να μιλήσουμε γι αυτό που ζούμε. Το να κάνουμε σινεμά είναι για εμάς ένας τρόπος για να βρούμε μια δική μας λύση».
Ο Γκούναρ Σίγκουρντσον μίλησε για το πως στην Ισλανδία η κρίση οδήγησε τους καλλιτέχνες να πάρουν θέση και να εκφραστούν πολιτικά μέσα από το έργο τους, με βιβλία, ταινίες, θεατρικά, βοηθώντας τον κόσμο να ενωθεί σε μια αντίδραση. «Σε καλές οικονομικές περιόδους παίρναμε χρήματα από τον κρατικό προϋπολογισμό για να κάνουμε σινεμά, στην ουσία από τους ίδιους τους πολίτες, οπότε οφείλουμε να δώσουμε κάτι πίσω, όταν η κοινωνία το έχει ανάγκη, κάτι που να μην είναι απλά οργή, αλλά μια δίοδος για έναν διαφορετικό τρόπο σκέψης».
Συμφωνώντας ο Μενέλαος Καραμαγγιώλης είπε πως για τους Έλληνες σκηνοθέτες οι ταινίες τους είναι ακριβώς αυτό, μια προσπάθεια να αποκτήσουν μια γέφυρα με την αίσθηση, την κατάσταση που βιώνουμε όλοι στην Ελλάδα, αλλά όπως είπε η Πέννυ Παναγιωτοπούλου, «επειδή υπάρχει μια οικονομική κρίση, δεν σταματάς εξ΄αιτίας της, να είσαι αυτός που είσαι σαν άνθρωπος και σαν καλλιτέχνης. Τα πράγματα που σε ενδιέφεραν συνεχίζουν να σε ενδιαφέρουν, βλέπεις την ζωή και το σινεμά με τον ίδιο τρόπο που το έκανες και πριν».
Η κουβέντα ήρθε φυσικά και στο πόσο δύσκολο είναι σε πρακτικό επίπεδο να κάνεις ταινίες στην Ελλάδα του σήμερα και οι σκηνοθέτες κλήθηκαν να μοιραστούν μέσα από λίγες φράσεις την πορεία της ταινίας τους μέχρι την ολοκλήρωση, για να συμφωνήσουν πως στην «ουσία όλες οι ταινίες που γίνονται αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα είναι ανεξάρτητες παραγωγές» και πως πλέον η νέα γενιά σκηνοθετών έχει πάψει να περιμένει χρήματα από τον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά προσπαθούν να κάνουν ταινίες με κάθε τρόπο.
Κι όμως κάτι τέτοιο δεν έχει δημιουργήσει σύμφωνα με τον Αλέξανδρο Αβρανά την αίσθηση μιας κοινότητας και μια πρακτική αλληλοβοήθειας, όπως θα περίμενε κανείς, έστω κι αν αυτό οφείλεται σε καθαρά πρακτικούς λόγους: «Κάποτε οι τεχνικοί και οι σκηνοθέτες, μπορούσαν να ζήσουν από την διαφήμιση, οι ηθοποιοί από την τηλεόραση ή το θέατρο και δεν τους ήταν δύσκολο να δουλέψουν σε μια ταινία ακόμη και δωρεάν. Τώρα που όλες οι άλλες δουλειές είναι σχεδόν εξαφανισμένες, όλοι περιμένουν ένα μίνιμουμ αμοιβής, κάτι που κάνει τα πράγματα ακόμη πιο δύσκολα».
Η Πέννυ Παναγιωτοπούλου, της οποίας η ταινία «September» βρίσκεται αυτές τις μέρες στις αίθουσες, μίλησε για το πρόβλημα της διανομής στην Ελλάδα και για το ποια απήχηση έχει αυτή η αναγνώριση στο εξωτερικό, ενός νέου ελληνικού κύματος, στο κοινό της χώρας μας. «Η αλήθεια είναι πως οι θεατές προτιμούν να βλέπουν ταινίες του Χόλιγουντ, αλλά νομίζω ότι αυτό δεν είναι μόνο ένα ελληνικό πρόβλημα, αλλά αφορά σε ολόκληρη την Ευρώπη. Μια μεγάλη μερίδα του κοινού είναι εκπαιδευμένη από την τηλεόραση και τον εμπορικό κινηματογράφο να αναζητά ένα συγκεκριμένο είδος σινεμά, αλλά ευτυχώς υπάρχει η δυνατότητα να βγαίνουν οι ταινίες μας στις αίθουσες, ακόμη κι αν δεν είναι μια εύκολη δουλειά».
Κι αν υπάρχει κάτι θετικό σε αυτή την ομολογουμένως δύσκολη για το Ελληνικό σινεμά περίοδο, είναι όπως επισήμανε ο Μενέλαος Καραμαγγιώλης το γεγονός ότι «οι ταινίες ταξιδεύουν, βρίσκουν ανταπόκριση ανοίγουν μια συζήτηση κι αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί παρά να μας κάνει να αισιοδοξούμε».