«Οταν περιμένεις για μια ιδέα, δεν έρχεται ποτέ. Είναι σαν τον έρωτα. Αν αναζητάς απεγνωσμένα έναν σύντροφο, δεν θα βρεις ποτέ κανέναν. Αλλά ξαφνικά αν πεις στον εαυτό σου πως δεν χρειάζεσαι κανέναν, τότε αυτός θα βρεθεί στο δρόμο σου».
Κάπως έτσι κύλησε η μακρόχρονη και βαρυσήμαντη πορεία του Πατρίς Σερό στο θέατρο, την όπερα και το σινεμά: σαν μια σειρά από ερωτικές συναντήσεις από αυτές που δεν περιμένεις και που κάποια στιγμή βρίσκονται στο δρόμο σου, αποφασισμένες να σου αποκαλύψουν τα πάθη τους και να γίνουν κινούμενες εικόνες, έτοιμες να εκραγούν είτε στις διαστάσεις μιας μεγάλης οθόνης είτε πάνω στη σκηνή ενός θεάτρου.
Αν και φαινομενικά διχασμένος ανάμεσα στην bigger than life ζωή της όπερας και στις μικρές διαπροσωπικές ιστορίες του σινεμά του, ο Πατρις Σερό δεν διαχώρισε ποτέ το έργο του: «Για μένα όλα είναι το ίδιο. Ιστορίες που αφηγούμαι με τους ηθοποιούς. Είμαι το αποτέλεσμα όλων όσων έκανα. Είμαι το πρότζεκτ ολόκληρης της καριέρας μου, οπότε δεν το σκέφτομαι καν. Δεν σκέφτηκα ποτέ το χώρο που καταλαμβάνει στην πορεία μου το θεάτρο και η όπερα ή το σινεμά.»
Δεν χρειάζεται ωστόσο να ψάξεις πολύ για να ανακαλύψεις το σημείο εκείνο στο οποίο ο εκλεκτικός Πατρίς Σερό ένωσε σε μια και μόνο στιγμή τα δύο μεγάλα πάθη του: τον ρεαλισμό που λάτρευε στο σινεμά και την υπερβολή που τον γοήτευε στην όπερα και το θέατρο και μαζί όλη την αγάπη του στη γαλλική κουλτούρα, τη λογοτεχνία και τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι επηρεάζουν το κοσμικό γίγνεσθαι.
Η δική του εκδοχή πάνω στη «Νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου» θα γεννούσε το 1994 την πιο διάσημη ταινία του και μια από τις πιο παθιασμένες, σκληρές και ερωτικές αναγνώσεις της γαλλικής ιστορίας, έτσι όπως κανείς δεν είχε τολμήσει να αφηγηθεί μέχρι τότε.
Βασίλισσα Μαργκό, 1994
Μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του γαλλικού σινεμά, η «Βασίλισσα Μαργκό» χάρισε στον Σερό το Βραβείο της Επιτροπής στο Φεστιβάλ Καννών σε ένα instant classic αναφοράς που μοιάζει κάθε φορά που το παρακολουθείς σαν να φλέγεται από την αδύνατη να μετρηθεί με μαθηματικούς όρους κινητήρια δύναμη της ανθρώπινης αδυναμίας και του πάθους.
Το πάθος, όμως, ήταν εξαρχής ό,τι θα συνόδευε τον Πατρίς Σερό ήδη από τα πρώτα εφηβικά χρόνια της ζωής του.
Γεννημένος το 1944 στη Λεζίν της Δυτικής Γαλλίας, ο Σερό τέλειωσε το σχολείο στο Παρίσι και έγινε γνωστός στους θεατρικούς κύκλους ήδη από την ηλικία των 15 ετών, ανεβάζοντας σχολικές παραστάσεις που τον ανακήρυξαν ως παιδί - θαύμα, ενώ στα 19 του χρόνια άρχισε να σκηνοθετεί επαγγελματικά και το 1969, σε ηλικία 25 ετών ανέβασε την πρώτη του οπερα.
Το πρωτοποριακό, μελοδραματικό και τώρα πια κλασικό ανέβασμα του «Der Ring des Nibelungen» του Ρίτσαρντ Βάγκνερ το 1976, αν και στην εποχή του δεν συγκίνησε τους κριτικούς, αναγνωρίστηκε χρόνια αργότερα ως μια από τις πλέον εμβληματικές και επιδραστικές όπερες των τελευταίων δεκαετιών, αρχή μιας ζηλευτής καριέρας που έφερε τον Σερό στην Εθνική Οπερα του Παρισιού, στη Σκάλα του Μιλάνο και στα μεγαλύτερα φεστιβάλ του κόσμου.
La Chair de l' Orchidée, 1975
Την ίδια χρονιά με το «Der Ring des Nibelungen», ο Σερό θα σκηνοθετούσε και την πρώτη του ταινία, το «La Chair de l' Orchidée» με τη Σάρλοτ Ράμπλινγκ και τη Σιμόν Σινιορέ, βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Τζέιμς Χάντλεϊ Τσέις και το 1983 με το «L'Homme Blessé» θα έφτανε για πρώτη φορά στο Φεστιβάλ Καννών και θα κέρδιζε το Σεζάρ καλύτερου σεναρίου μαζί με τον Ερβέ Γκιμπέρ.
Ceux qui m' Αiment Prendront le Train, 1998
Συνεχίζοντας παράλληλα τη θητεία του στο θέατρο και το σινεμά, ο Σερό θα ακολουθούσε την επιτυχία της «Βασίλισσας Μαργκό» απομακρυνόμενος όλο και περισσότερο από την φαντασμαγορία της πιο διάσημης ταινίας του, στρέφοντας το βλέμμα του σε μικρές διαπροσωπικές ιστορίες με επίκεντρο τον έρωτα και το θάνατο, γνωρίζοντας συνεχείς διακρίσεις, όπως το Σεζάρ καλύτερης σκηνοθεσίας για το «Αυτοί που με Αγαπούν Θα Πάρουν το Τρένο» του 1998 που αφηγείται την ιστορία μίας παρέας που συνοδεύει το φέρετρο ενός φίλου τους μέχρι τη Λιμόζ σε μια εν κινήσει μελαγχολική και αποκαλυπτική «Μεγάλη Ανατριχίλα».
Intimacy, 2001
Τρία χρόνια αργότερα, η πρώτη του και μοναδική αγγλόφωνη ταινία, το «Intimacy» θα κέρδιζε τη Χρυσή Αρκτο σο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου, αλλά θα προκαλούσε πλήθος αντιδράσεων και θα άνοιγε μια μεγάλη συζήτηση στους κινηματογραφικούς κύκλους γύρω από την απεικόνιση πραγματικού σεξ στην οθόνη, μια επιλογή που ο Σερό υποστήριξε με κάθε τρόπο σε μια σπαρακτική ταινία για ένα ζευγάρι που μέσα από την ερωτική πράξη ανακαλύπτει όλα όσα το ενώνουν και το χωρίζουν.
Σε μια από τις συνεντεύξεις της εποχής και απαντώντας στο αν ήθελε να προκαλέσει ο Σερό είχε δηλώσει: «Νομίζω ότι υπήρξα σωστός στο να δείξω ακριβώς αυτό που ήθελα να δείξω. Γιατί η σκηνή του στοματικού σεξ είναι πολύ όμορφη. Ο κόσμος μιλάει γι' αυτήν σαν να ήταν κάτι απεχθές, αλλά ξεχνούν πως όταν κάνεις κάτι τέτοιο σημαίνει πως αγαπάς τον άλλον. Το χαμόγελο της και το χαμόγελό του μετά είναι τόσο όμορφα. Εκεί όπου ο κόσμος βλέπει την πρόκληση, εγώ βλέπω την αγάπη.»
Στα γυρίσματα του «Gabrielle»
Η τελευταία του ταινία ήταν το «Gabrielle» του 2005, μια μετριοπαθής αν και αξιοπρόσεκτη διασκευή του διηγήματος «The Return» του Τζόζεφ Κόνραντ με την Ιζαμπέλ Ιπέρ και τον για χρόνια σύντροφό του, ηθοποιό, Πασκάλ Γκρεγκορί.
Οι δυό τους υπήρξαν ζευγάρι για πολλά χρόνια, αν και ο ίδιος ο Σερό δήλωνε πάντα πως όσο κι αν η ομοφυλοφιλία του τον επηρέασε στο να γίνει ο δημιουργός που έγινε, δεν τον έφερε ποτέ στο περιθώριο: «Δεν υποκρίθηκα ποτέ. Αλλά δεν ήθελα ποτέ να ειδικευτώ σε γκέι ιστορίες και κατηγορήθηκα πολλές φορές στο παρελθόν γι' αυτό. Οπου και να τις συναντήσεις οι ερωτικές ιστορίες είναι ίδιες. Το παιχνίδι του πάθους και το πως ζεις με την επιθυμία είναι τα ίδια.»
Son Frère, 2003
Πριν από το «Gabrielle», το 2003, ο Πατρίς Σερό είχε αφηγηθεί - ειρωνικά πια σήμερα μετά το θάνατό του - μια από τις πιο συγκλονιστικές ιστορίες γύρω από την ανδρική αγάπη και το θάνατο, στο «Ο Αδερφός Του», την ιστορία δύο αποξενωμένων αδερφών που θα επαναπροσδιορίσουν τη σχέση τους όταν ο ένας από αυτούς θα αρρωστήσει βαριά, κερδίζοντας τη Χρυσή Αρκτο σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ του Βερολίνου.
Ο θανατός του, στα 69 του χρόνια, από καρκίνο στους πνεύμονες τον βρήκε να κάνει πρόβες στο «As You Like it» του Γουίλιαμ Σαίξπηρ που θα ανέβαινε τον επόμενο Μάρτιο στο Παρίσι. Πιστός στη συμβουλή που του είχε δώσει ο δάσκαλός του, θεατρικός συγγραφέας και σκηνοθέτης Ροζέρ Πλανσόν το 1969 όταν ξεκινούσε την παθιασμένη πορεία του στο χώρο της Τεχνης: «Να μην σταματήσεις ποτέ να δουλεύεις».
Tags: ΠΑΤΡΙΣ ΣΕΡΟ