Η μεγαλύτερη ουρά του φεστιβάλ δεν ήταν για τον Πέδρο Αλμοδόβαρ τελικά. Ούτε για τον Μάρτιν Σκορσέζε. Ούτε για τον Ιντιάνα. Από τις 10 το πρωί, αν και το ραντεβού ήταν για τις 16.15, η είσοδος του Theatre Croisette ήταν μπλοκαρισμένη. Μέχρι το μεσημέρι, η ουρά είχε κάνει τον κύκλο του τετραγώνου.
Κι όλα αυτά για τον Κουέντιν Ταραντίνο. Το πάλαι ποτέ enfant terrible του αμερικανικού σινεμά ήρθε καλεσμένος της Quinzaine des Cinéastes με λευκή κάρτα: να δείξει μία αγαπημένη του ταινία και μετά να ακολουθήσει συζήτηση με το κοινό.
Ο Ταραντίνο εμφανίστηκε σε μεγάλα κέφια. Ανέβηκε στη σκηνή και παρουσίασε την ταινία της επιλογής του - το «Rolling Thunder» του Τζον Φλιν.
«Δε θέλω να πω πολλά. Θα κάτσω μαζί σας να το δω κι εγώ πάλι. Το μόνο που θέλω να σας παρακαλέσω: βγάλτε λίγο τις Κάννες από μέσα σας. Αφήστε τους εαυτούς σας ελεύθερους.
Φωνάξτε, ουρλιάξτε, χειροκροτήστε! Ελάτε να φέρουμε λίγο από Grindhouse στις Κάννες!»
Ο Ζουλιάν Ρεζ, ο σημερινός Καλλιτεχνικός Διευθυντής της Quinzaine des Cinéastes (Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών) καλωσόρισε τον Ταραντίνο επί σκηνής, με μία απολογία.
«Ο Κουέντιν έρχεται στο Δεκαπενθήμερο με 31 χρόνια καθυστέρηση. Είχε ολοκληρώσει το «Reservoir Dogs» το είχε καταθέσει στο Δεκαπενθήμερο και δεν τον πήραν. Αργότερα ο καλλιτεχνικός διευθυντής Πιερ Ενρί Ντελό ομολόγησε ότι ήταν το μεγαλύτερο λάθος της ζωής του. Οπως όμως και στις ταινίες του Ταραντίνο, σήμερα είμαστε κι εμείς εδώ για να επανορθώσουμε την Ιστορία...»
Τι σήμαινε για τον Ταραντίνο το Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών το 1992; Οχι ότι ήξερα και πολλά πράγματα τότε. Αλλά μου είχε καρφωθεί ότι αυτό είναι το μέρος για να παρουσιάσει κάποιος την πρώτη του ταινία. Από όσα άκουγα και καταλάβαινα, αν σε έπαιρναν στο Δεκαπενθήμερο στις Κάννες, σε ανακάλυπταν ως διεθνή κινηματογραφιστή. Εμπαινες στον χάρτη.
Γιατί ήταν μία ταινία-σταθμός για εκείνον το «Rolling Thunder» («Χτυπούσε σαν Κεραυνός» 1977) του Τζον Φλιν; Είχα πάει να τη δω με την μητέρα μου την μέρα που βγήκε. Το μυστικό είναι ότι δεν είχα πάει για αυτή την ταινία. Αλλά για το «Enter the Dragon» με τον Μπρους Λι που παιζόταν αμέσως πριν. Απογοητεύτηκα, είχα μεγάλες προσδοκίες. Ομως τα φώτα έσβησαν και άρχισε το «Rolling Thunder», που ναι μου άλλαξε τη ζωή. Αυτή η ταινία είναι ένα παράδειγμα ταινίας με cult following. Οσοι την αγαπούν, την αγαπούν πολύ. Μόνο που πίσω στα 70ς δεν είχαμε social media να οργανωθούμε. Ακουγες φήμες ότι υπάρχουν κι άλλοι που την έχουν ως την αγαπημένη τους αλλά δεν μπορούσες να τους γνωρίσεις.
Το «Rolling Thunder» είναι η ταινία που άρχισα να σκέφτομαι σοβαρά σαν κριτικός κινηματογράφου. Το έβλεπα ξανά και ξανά και ανακάλυπτα κάτι καινούργιο - όχι μόνο στην κατασκευή των σκηνών δράσης, αλλά και σε πιο μικρές λεπτομέρειες που έγραψε ο Πολ Σρέιντερ. Παρατηρώ μέσα στα χρόνια πράγματα που μού ξέφευγαν στην αρχή - πχ δεν τον ενδιαφέρει η πρώην γυναίκα του πια. Θέλει να πάρει εκδίκηση για το γιο του. Και, ουάου, το όπλο που παίρνει μαζί του ήταν δώρο του γιου του. Τέτοια πράγματα. Ειδικά η σχέση του με το γιο του, τώρα που έγινα κι εγώ πατέρας, με κάνει και βουρκώνω κάθε φορά που το ξαναβλέπω.
Τι να πω; Μου αρέσουν οι βίαιες ταινίες (γέλια). Σε κάποιους αρέσουν τα μιούζικαλ, σε κάποιους οι κωμωδίες. Εμένα μου αρέσουν οι βίαιες ταινίες. Νομίζω ότι έχουν πολύ πλάκα και σου δίνουν την ευκαιρία να πειραματιστείς με την κάμερα. Μπορεί να κόβω κεφάλια, να ξεκοιλιάζω ανθρώπους, αλλά είναι ψεύτικο αίμα και φαίνεται ξεκάθαρα ότι κάνουμε πλάκα. Αυτό είναι το σινεμά - make belief. Ενα παιχνίδι. Είμαστε πεντάχρονα και παίζουμε - αυτό είμαστε οι σκηνοθέτες.»
Η σχέση σκληρού αρσενικού και γυναίκας Η ταινία με συγκινεί κάθε φορά που τη βλέπω. Συνήθως λόγω της Λίντα. Με συγκινεί η γυναίκα. Σήμερα μαζί σας πρόσεξα κάτι που δεν είχα ξαναδεί. Οταν η Λίντα είναι μαζί του στο νοσοκομείο και τον παίρνει ο ύπνος, φεύγει από το δωμάτιο αθόρυβα για να μην τον ξυπνήσει, αλλά τελευταία στιγμή παρατηρεί ότι είναι ξεσκέπαστος και τον σκεπάζει. Αυτή η σκηνή επαναλαμβάνεται κι αντίστροφα. Ο Σρέιντερ τον βάζει να ετοιμάζεται για το μακελειό και να την αφήνει πίσω στο μοτέλ να κοιμάται. Τελευταία στιγμή όμως την σκεπάζει. Αυτό έχει μία μεγάλη τρυφερότητα. Μόνο αυτό μπορεί να κάνει αυτός ο άνθρωπος. Εχει καεί από το Βιετνάμ. Δεν μπορεί να αγαπήσει - και το λέει συνεχώς «είμαι νεκρός». Την σκεπάζει και της αφήνει χρήματα στο κομοδίνο. Πρέπει να της φερθεί σαν να είναι πόρνη, γιατί είναι το μόνο που μπορεί να κάνει. Ενα λυπηρό αρσενικό.
Πώς έμαθε τον Τζον Φλιν Ο Φλιν ξεκίνησε την καριέρα του ως βοηθός σκηνοθέτη. Οι βοηθοί σκηνοθέτες στην Αμερική είναι μία λίγο διαφορετική θέση στην Αμερική. Συνήθως αν επιτύχεις στην καριέρα σου να είναι ένας επιτυχημένος βοηθός σκηνοθέτη μένεις εκεί. Αυτό είσαι. Τότε όμως υπήρχε ο τρόπος να ξεφύγεις και να γίνεις σκηνοθέτης - ο Ρόμπερτ Αλτμαν, ο Γουόλτερ Χιλ τα κατάφεραν. O Tζον Φλιν ξεκίνησε ως βοηθός σκηνοθέτη του Ρόμπερτ Γουάιζ - έκανε το «West Side Story».
Η πρώτη του ταινία που τον ανακάλυψα εγώ και θεωρώ ότι είναι μία από τις καλύτερές του, ήταν το «Outfit» το 1973, που στην ουσία είναι σίκουελ στο «Point Blank» του Τζον Μπούρμαν. Και, για μένα ήταν η αρχής μίας τριλογίας που είναι κεντρική στην καριέρα του - με το «Rolling Thunder» και το «Defiance» να ακολουθούν. Το τελευταίο δεν είναι τόσο καλό, αλλά είναι καλό.
Ο Σρέιντερ μου είπε «έγραψα μία ταινία εναντίον του φασισμού κι εκείνοι γύρισαν μία φασιστική ταινία.»
Θεωρεί τη βία στο σινεμά καθαρτική; Τι να πω; Μου αρέσουν οι βίαιες ταινίες (γέλια). Σε κάποιους αρέσουν τα μιούζικαλ, σε κάποιους οι κωμωδίες. Εμένα μου αρέσουν οι βίαιες ταινίες. Νομίζω ότι έχουν πολύ πλάκα και σου δίνουν την ευκαιρία για σκηνοθετικές τεχνικές και να λες ιστορίες. Αυτό κάνουμε: λέμε ιστορίες.
Γιατί συμφωνεί ο Πολ Σρέιντερ έχει αποκηρύξει το «Rolling Thunder» ως φασιστική ταινία: Ναι είναι αλήθεια. Ο Σρέιντερ δεν αναγνωρίζει το σενάριό του στο τελικό αποτέλεσμα, με τον ίδιο τρόπο που κι εγώ δεν αναγνωρίζω το δικό μου στο «Natural Born Killers» του Ολιβερ Στόουν (γέλια, χειροκροτήματα). Ναι, τι να κάνω - δεν μου αρέσει καθόλου αυτή η ταινία. Σε πολλούς αρέσει όμως. Μια φορά με είχε δει ο Τζόνι Κας σ' ένα ασανσέρ και μου λέει (μιμείται τη φωνή του Κας) «Αυτό το Natural Born Killers πολύ μου άρεσε». Τι να του πω; Τζόνι έχεις άδικο; Ευχαριστώ πολύ του είπα!
Οταν έμαθα ότι ο Σρέιντερ είχε αποκηρύξει την ταινία το συζητήσαμε. Και μου έστειλε το αρχικό σενάριο. Τότε μόνο κατάλαβα και συμφώνησα. Ηταν εντελώς διαφορετικό - όχι ως στόρι, το στόρι είναι βασικά το ίδιο. Αλλά κανείς από τους χαρακτήρες δεν είναι ίδιος, κανένας διάλογος μεταξύ τους (και πιστέψτε με, ο Σρέιντερ είχε γράψει μερικούς από τους πιο έξυπνους διαλόγους της καριέρας του εδώ) δεν έμεινε ίδιος. Ο Τσαρλς και η Λίντα έλεγαν ρατσιστικά πράγματα συνέχεια για τους μεξικανούς και υπήρχε λόγος: ήταν Τεξανοί των 70ς. Αυτό άλλαξε. Η συμμορία των Μεξικανών παίχτηκε από λευκούς. Και ειδικά το φινάλε. Στο φινάλε, ο Σρέιντερ έχει τους δύο απόστρατους να μπαίνουν στον οίκο ανοχής και να σκοτώνουν τους πάντες. Ολους - μεξικάνους, πόρνες, πελάτες. Αυτό ήταν το νόημα. Οτι ο φασισμός του πολέμου δημιουργεί παρανοϊκούς ανθρώπους που η ανθρώπινη ζωή δεν έχει πια καμία σημασία για αυτούς. Εδώ το φινάλε είναι ηρωϊκό: βάζουν τις στρατιωτικές στολές τους και σκοτώνουν μόνο όσους ευθύνονται για τη δολοφονία του γιου του. Οπότε βγαίνεις από την αίθουσα δικαιωμένος. Για αυτό ο Σρέιντερ μου είπε «έγραψα μία ταινία εναντίον του φασισμού κι εκείνοι γύρισαν μία φασιστική ταινία.» Ναι, αλλά την καλύτερη φασιστική ταινία όλων των εποχών (γελάει).
Πώς ο Σρέιντερ είχε εντελώς διαφορετική γραφή του «ήρωα εκδικητή» Στα 70ς κάθε εβδομάδα έβγαινε μία vigilante movie. Κάθε εβδομάδα. Λευκός Αμερικανός έπαιρνε εκδίκηση για κάτι και η ταινία τελείωνε με μακελειό. Η διαφορά του Σρέιντερ ήταν πολιτική. Σκεφτείτε και τον «Ταξιτζή». Το βλέπεις και καταλαβαίνεις ότι δεν είναι ήρωας. Το αντίθετο. Ο Σρέιντερ έδινε έναν αντικατοπτρισμό του «ήρωα εκδικητή» μέσα από σπασμένο καθρέφτη. Σου έδειχνε την παράνοια, δεν τον δικαιολογούσε.
Κατηγορεί τον Σκορσέζε γιατί υπέκυψε στις επιταγές των στούντιο για τον «Ταξιτζή»; Φυσικά και όχι. Πρώτον, γιατί ο Σκορσέζε παρέδωσε μία από τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών. Και δεύτερον, ΟΚ, το στούντιο δεν ήθελε μαύρο να παίξει τον νταβατζή (στα 70ς οι νταβατζήδες στους δρόμους της Νέας Υόρκης ήταν αποκλειστικά μαύροι). Κι ο Σκορσέζε υπέκυψε και έδωσε το ρόλο στον Χάρβεϊ Καϊτέλ. Πολύ καλά έκανε και βγήκε και αριστούργημα. Ομως, έχοντας πει όλα αυτά, αυτούς που κατηγορώ είναι τους παραγωγούς και το στούντιο. Γιατί φυσικά δεν έπρεπε να επέμβουν στο σενάριο και στις επιταγές του και να αφήσουν τον Σκορσέζε ελεύθερο. Αυτοί πήραν μία ρατσιστική απόφαση (τη δικαιολόγησαν ότι «αν οι μαύροι έβλεπαν μαύρο σε ρόλο κακό θα είχαμε την οργή τους») και τρόμαξαν τον Σκορσέζε ότι η ταινία θα κατέβει από τα σινεμά. Κι εκείνος υπέκυψε. Τον καταλαβαίνω απόλυτα.
Μεγάλωσα την εποχή που έβγαινε αυτή η παρέα, η brat pack σκηνοθετών: Στίβεν Σπίλμπεργκ, Μάρτιν Σκορσέζε, Μπράιαν Ντε Πάλμα, Τζορτζ Λούκας. Ολοι αγαπούσαν τους Σπίλμπεργκ και Σκορσέζε. Οπότε εγώ δε θα ακολουθούσα τα πλήθος. Δεν με ενδιέφερε η ωραία και η δημοφιλής κοπέλα του σχολείου (γελάει). Εγώ υποστήριζα τον Ντε Πάλμα γιατί ήταν αμφιλεγόμενος και μπορούσες να τσακωθείς για αυτόν. Ετσι νομίζω ότι πέρασα την εφηβεία μου. Να τσακώνομαι υπερασπιζόμενος τις ταινίες του Ντε Πάλμα..»
Πώς αντιδρά εκείνος σε κριτικές ότι η βία των ταινιών του έχει αρνητικό πρόσημο Τις εμπεριστατωμένες απόψεις τις ακούω. Μπορεί να συνεχίσω να διαφωνώ αλλά τις ακούω. Αυτό όμως που δεν μπορεί κανείς να με πείσει διαφορετικά είναι για την πρόθεσή μου. Ξέρω πολύ καλά γιατί γράφω και κάνω αυτό που κάνω. Αν επιμένει κάποιος ότι έχω άλλες προθέσεις, δεν μπορώ να τον πείσω. Η μητέρα μου μού είχε πει ότι μπορούμε να βλέπουμε βία στην τέχνη, αρκεί να έχουμε ξεκάθαρο το πλαίσιο της πράξης αυτής. Μόνο η αδικαιολόγητη βία με ενοχλεί. Η κακοφτιαγμένη. Η δωρεάν.
Που θεωρεί ότι η βία ήταν δωρεάν (το σκέφτεται λίγο) Εχω ένα παράδειγμα. Το «Patriot Games» του Φίλιπ Νόις με τον Χάρισον Φορντ. Ο Σον Μπιν παίζει τον αρχηγό τρομοκρατικής οργάνωσης της ΙΡΑ, ετοιμάζουν χτύπημα, μπαίνει ο Φορντ που τυχαίνει να είναι εκεί στη μέση και σκοτώνει και τον αδελφό του. Ο Μπιν έχει για μένα κάθε δικαίωμα σεναριακά να θέλει να τον εκδικηθεί. Και του κατέστρεψε το πολιτικό σχέδιο και σκότωσε και τον αδελφό του. Ο Φορντ όμως γιατί συνεχίζει για ακόμα μια ώρα να σκοτώνει αριστερά-δεξιά; Και γιατί το σενάριο πρέπει να μεταμορφώσει τον Μπιν σε παρανοϊκό τέρας; Οχι δεν το δέχομαι. Το θεωρώ κακοφτιαγμένο, ατάλαντο. Δεν με πείθει.
Δεν πληρώνω εισιτήριο για να μού δείξεις τον θάνατο Εχω μεγάλο πρόβλημα με το πώς κάποιοι σκηνοθέτες σκότωναν ζώα στις ταινίες τους. Γιατί αυτό είναι αληθινό. Και εκεί τραβάω τη γραμμή. Εγώ μπορεί να κόβω κεφάλια, να ξεκοιλιάζω ανθρώπους, αλλά είναι ψεύτικο αίμα και φαίνεται ξεκάθαρα ότι κάνουμε πλάκα. Αυτό είναι το σινεμά - make belief. Ενα παιχνίδι. Είμαστε πεντάχρονα και παίζουμε - αυτό είμαστε οι σκηνοθέτες. Οταν όμως σκοτώνεις ένα ζώο - σκύλο, άλογο, λάμα, κουνούπι, που δεν δίνει δεκάρα για την ταινία σου και είχε κάθε δικαίωμα να ζήσει, εκεί γίνομαι έξαλλος.
Γιατί αγαπάει τον Μπράιαν Ντε Πάλμα περισσότερο από όλους Μεγάλωσα την εποχή που έβγαινε αυτή η παρέα, η brat pack σκηνοθετών: Στίβεν Σπίλμπεργκ, Μάρτιν Σκορσέζε, Μπράιαν Ντε Πάλμα, Τζορτζ Λούκας. Ολοι αγαπούσαν τους Σπίλμπεργκ και Σκορσέζε. Οπότε εγώ δε θα ακολουθούσα τα πλήθος. Δεν με ενδιέφερε η ωραία και η δημοφιλής κοπέλα του σχολείου (γελάει). Εγώ υποστήριζα τον Ντε Πάλμα γιατί ήταν αμφιλεγόμενος και μπορούσες να τσακωθείς για αυτόν. Ετσι νομίζω ότι πέρασα την εφηβεία μου. Να τσακώνομαι υπερασπιζόμενος τις ταινίες του Ντε Πάλμα. Αγαπώ πολύ ότι έχει ως κανόνα την εικόνα, την κάμερα. Δεν τον ενδιαφέρουν δύο ήρωες που κάθονται και συζητούν. Βάζει την κάμερα μπροστά, ψάχνει πώς θα σου δείξει. Επίσης τον θεωρώ πάρα πολύ αστείο. Μέσα και στα πιο σκοτεινά του θρίλερ υπάρχει κωμωδία, σάτιρα μια κατάστασης. Τον θεωρώ μάστερ σε αυτό.
Tι τον κάνει να θέλει να διορθώνει την Ιστορία, να αποδίδει δικαιοσύνη μέσα στις ταινίες του (σκοτώνει τον Χίτλερ, σώσει τη Σάρον Τέιτ) Στο «Inglourious Basterds» δεν ήξερα από την αρχή ότι θα γράψω αυτό το τέλος. Δεν είχα τέλος. Εγραφα το σενάριο και έφτασα στο σημείο που μπαίνουν στο σινεμά και κόλλησα. Τώρα τι κάνουμε; Δεν ήθελα να καταφύγω στην ευκολία «δεν ήταν ο Χίτλερ ήταν σωσίας». Δεν ήθελα να τον φυγαδέψουν από την πίσω πόρτα - δεν υπήρχε περίπτωση να κάνω κάτι τέτοιο. Τι να έκανα λοιπόν; Δεν είχα ιδέα. Ηταν 2 το πρωί, είχα βάλει μουσική και ξαφνικά μου ήρθε η ιδέα. Και αναρωτιόμουν «μα, μπορώ να κάνω κάτι τέτοιο;» Και απαντούσα μόνος μου «φυσικά και μπορώ είναι η δική μου γαμημένη ιστορία». Εγραψα σε ένα χαρτί με μεγάλα γράμματα: σκότωσέ τον τον γαμημένο. Και το έβαλα δίπλα μου στο κομοδίνο μου. Σκέφτηκα ότι αν ξυπνήσω το πρωί, κοιτάξω το χαρτί και συνεχίζω να το βρίσκω καλή ιδέα θα το κάνω. Κι έτσι έγινε.
Η περίπτωση του «Once Upon a Time in Hollywood» όμως ήταν εντελώς διαφορετική. Ολη την ταινία τη γύρισα για το τέλος της. Ηθελα να σώσω αυτό το κορίτσι. Ηθελα να σώσω την Σάρον. Να μπουν τα καθίκια σε λάθος σπίτι. Ω, σε πόσο λάθος σπίτι μπήκαν!»
Cancel John Ford Για χρόνια μιλούσα μεγαλόστομα για τον Τζον Φορντ και ταινίες όπως το «Fort Apache» για παράδειγμα. Και δεν δεχόμουν πολιτικά ότι ο ήρωας του Τζον Γουέιν συγχωρεί συστημικά αυτόν του Χένρι Φόντα - ο οποίος ήταν ένας λευκός αλαζόνας που οδήγησε το στρατό σε γενοκτονία. Ακόμα αυτό το τέλος με ενοχλεί. Ομως τι; «Cancel Τζον Φορντ»; Οχι. Μην το βλέπεις αν δεν σου αρέσει. Οι ταινίες που γυρίζονται σε μία εποχή δείχνουν, καλώς ή κακώς, τη στάση της Αμερικής και της κοινωνίας σε εκείνη την εποχή. Είναι πολύ υποκριτικό να το ξεχνάμε αυτό. Μην το ακυρώνεις. Αστο εκεί, να το βλέπεις, να σε προβληματίζει, να το εξετάζεις.
Γιατί για τη 10η ταινία του επιλέγει έναν κριτικό για κεντρικό ήρωα; Αχ έχω το μικρόφωνο στο χέρι και μπαίνω στον πειρασμό να κάνω εδώ μπροστά σας μερικούς μονολόγους του χαρακτήρα. Οιχ, όχι δε θα το κάνω. Πρέπει να περιμένετε και να το ανακαλύψετε όταν έρθει η ώρα...
Ευχαριστούμε την Aegean Airlines για τη βοήθεια πραγματοποίησης του ταξιδιού στο 76ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών.