
Ο Μπράιαν Γουίλσον, η ιδιοφυΐα πίσω από τους Beach Boys και ο άνθρωπος που χάραξε το καλιφορνέζικο νεανικό όνειρο μέσα από μια σειρά αξέχαστων επιτυχιών της δεκαετίας του ’60, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 82 ετών.
Η είδηση του θανάτου του ανακοινώθηκε μέσω ανάρτησης της οικογένειάς του στο Instagram γράφοντας «Με βαριά καρδιά ανακοινώνουμε ότι ο αγαπημένος μας πατέρας, Μπράιαν Γουίλσον, απεβίωσε. Είμαστε συντετριμμένοι και δεν έχουμε λόγια αυτή τη στιγμή. Παρακαλούμε σεβαστείτε την ιδιωτικότητά μας καθώς πενθούμε. Κατανοούμε ότι μοιραζόμαστε τη θλίψη μας με όλο τον κόσμο.» Η ανάρτηση έκλεινε με τη φράση «Love & Mercy», τίτλο του πρώτου του σόλο single και της βιογραφικής ταινίας του 2014 που αφηγήθηκε τη συναρπαστική και τραγική ιστορία του.
Η πορεία του Γουίλσον ήταν κινηματογραφική από κάθε άποψη, γεμάτη δόξα, δημιουργική ιδιοφυΐα, σκοτεινές μάχες με τη ψυχική υγεία και έναν αδιάκοπο αγώνα για προσωπική λύτρωση. Το μουσικό του αποτύπωμα ξεπέρασε τα όρια της δισκογραφίας, αφήνοντας το στίγμα του στον κινηματογράφο, τη λαϊκή κουλτούρα και την ιστορία της σύγχρονης τέχνης.
Με τους Beach Boys, ο Μπράιαν Γουίλσον έφερε στο παγκόσμιο κοινό έναν ήχο γεμάτο φως, αρμονία και ανεμελιά, αλλά πίσω από τα χαμόγελα κρυβόταν μια ψυχή βαθιά συναισθηματική και πνευματικά ανήσυχη. Αν και η αρχική επιτυχία του συγκροτήματος βασίστηκε σε surf ύμνους όπως το «I Get Around» και το «California Girls», ο Γουίλσον είχε πολύ μεγαλύτερα καλλιτεχνικά οράματα.
Το 1966, κυκλοφόρησε το «Pet Sounds», ένα αριστούργημα παραγωγής και συναισθηματικής ειλικρίνειας που, αν και αρχικά δεν εκτιμήθηκε πλήρως, επηρέασε βαθειά τους Μπιτλς και επαναπροσδιόρισε τι μπορούσε να είναι ένα pop άλμπουμ. Το «Smile», το φιλόδοξο και ανολοκλήρωτο έργο του, έγινε ένα από τα μεγαλύτερα «τι θα γινόταν αν» της μουσικής ένα «χαμένο» έργο τέχνης που απέκτησε σχεδόν μυθικές διαστάσεις και αναβίωσε δεκαετίες αργότερα, σαν ταινία που επιτέλους βρήκε το κοινό της.
Διαβάστε ακόμα: 10 τραγούδια των Beach Boys που έγραψαν... κινηματογραφική ιστορία!
Η ιδιοφυΐα του Γουίλσον δεν ήρθε χωρίς τίμημα. Υπέφερε από ψυχικά προβλήματα, εξαρτήσεις και κακοποιητική πατρική φιγούρα, που τον οδήγησαν σε απομόνωση, δικαστικές διαμάχες και πολυετή απομάκρυνση από το συγκρότημα που ίδρυσε. Στις αρχές της δεκαετίας του ’80 έφυγε από τους ίδιους τους Beach Boys και τέθηκε υπό αυστηρό έλεγχο του αμφιλεγόμενου ψυχοθεραπευτή Γιούτζιν Λάντι, γεγονός που απεικονίστηκε με συγκλονιστικό τρόπο στην ταινία «Love & Mercy».
Η ταινία, με τους Πολ Ντέινο και Τζον Κιούζακ να υποδύονται τον Γουίλσον σε διαφορετικές φάσεις της ζωής του, προσέφερε ένα σπάνιο παράθυρο στην ψυχοσύνθεση ενός βασανισμένου δημιουργού. Πέρα από τις μουσικές του κατακτήσεις, το φιλμ κατέδειξε τον ανθρώπινο πόνο, την αγάπη, και την ανάγκη για κατανόηση και όχι απλώς θεραπεία. Η πρώτη του σόλο δουλειά κυκλοφόρησε το 1988. Παρά τις διαμάχες και την επιρροή του Λάντι, το άλμπουμ έτυχε καλής αποδοχής. Το 1995 παντρεύτηκε τη Μελίντα, που θα γινόταν βασική υποστηρικτής του.
Παρά τις δυσκολίες, ο Γουίλσον βίωσε μια καλλιτεχνική αναγέννηση. Επανήλθε στο προσκήνιο με σόλο δίσκους και θριαμβευτικές περιοδείες για την ζωντανή εκτέλεση των «Pet Sounds» και «Smile». Η επιτυχία του «That’s Why God Made the Radio» (2012), η τελευταία μεγάλη σύμπραξή του με τους εναπομείναντες Beach Boys, επανέφερε τη μπάντα στο Top 3 μετά από σχεδόν μισό αιώνα.
Τον Ιανουάριο του 2024, πέθανε η σύζυγός του Μελίντα, με την οποία ήταν παντρεμένος σχεδόν 30 χρόνια. Τον επόμενο μήνα, ανακοινώθηκε επισήμως η άνοιά του και τέθηκε υπό νόμιμη επιμέλεια για τις προσωπικές και ιατρικές του ανάγκες.
Η ζωή του αποτέλεσε αντικείμενο πολλών ντοκιμαντέρ και βιογραφιών, με το «Love & Mercy» να ξεχωρίζει ως ίσως η πιο συναισθηματικά φορτισμένη και καλλιτεχνικά ουσιώδης απεικόνιση ενός μουσικού που άλλαξε τον ήχο της Αμερικής.
Ο Μπράιαν Γουίλσον υπήρξε κάτι πολύ περισσότερο από μουσικός: ήταν ένας καλλιτέχνης με καρδιά παιδιού και μυαλό οραματιστή. Το έργο του υπερέβη τα σύνορα της μουσικής βιομηχανίας και μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο, στην ποπ κουλτούρα και στις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων. Η επίδρασή του θυμίζει αυτήν ενός μεγάλου σκηνοθέτη που δημιουργεί εικόνες με ήχους, μια αφήγηση με μελωδίες, ένα σενάριο γεμάτο φως και σκοτάδι.
Με την αποχώρησή του από τη ζωή, ο κόσμος της τέχνης χάνει μια φωνή που ποτέ δεν έπαψε να ψάχνει τη δική της αρμονία. Οπως είπε και ο Αλ Τζαρντίν, φίλος και συνοδοιπόρος του: «Ισως το πιο παρήγορο είναι ότι τώρα τραγουδά πάλι με τον Καρλ και τον Ντένις, σε μια άλλη διάσταση γεμάτη αρμονία».
Αν η ζωή του Γουίλσον ήταν ταινία, θα ήταν ένα οδυνηρό αλλά και λυτρωτικό αριστούργημα και εμείς, το κοινό του, θα το βλέπουμε ξανά και ξανά, κάθε φορά που παίζει το «God Only Knows» ή το «Wouldn’t It Be Nice». Γιατί οι μεγάλες ιστορίες δεν πεθαίνουν ποτέ.