Το «GOST» είναι όπως περιγράφει ο υπότιτλος του μια «πνευματική εξερεύνηση στα ελληνικά soundtracks των χρόνων από το 1975 μέχρι και το 1989» και δεν είναι τυχαίο ότι κυκλοφορεί από την Into the Light, εταιρία που επιμένει να «φέρνει στο φως» άγνωστους δημιουργούς και μουσικές που αλλιώς θα χάνονταν μέσα στο χρόνο.
Με οδηγό τον σκηνοθέτη, μουσικό και «φιλμοδίφη» του σινεμά (ελληνικού και ξένου) Γιάννη Βεσλεμέ, το πρότζεκτ χρειάστηκε χρόνια έρευνας και επιμονής προκειμένου να γίνει πραγματικότητα πριν κυκλοφορήσει και παρουσιάσει σε μια ενιαία συλλογή σπάνια, χαμένα και αδισκογράφητα θέματα από ελληνικές ταινίες των τελών του '70 και των 80s από συνθέτες όπως οι Γιάννης Κωστιδάκης, Δημήτρης Παπαδημητρίου, Μιχάλης Χριστοδουλίδης, Σταμάτης Σπανουδάκης, Χάρης Ξανθουδάκης, Βαγγέλης Κατσούλης, Σάρλοτ Βαν Γκέλντερ και Thesia.
Οι τίτλοι των ταινιών που αντιστοιχούν στα κομμάτια του δίσκου δίνουν και το στίγμα μιας εποχής για το ελληνικό σινεμά που - και με αφορμή τις πετυχημένες προβολές της «Χαμένης Λεωφόρου του Ελληνικού Σινεμά» - αρχίζει να ανακαλύπτεται ξανά από τις νεότερες γενιές: «Οh Babylon», «Η Πόλη Ποτέ δεν Κοιμάται», «Ηλεκτρικός Αγγελος», «Προμηθέας σε Δεύτερο Πρόσωπο», «Ρεβάνς», «Κάθοδος των 9», «Πρωινή Περίπολος», «Happy Day, «Φωτογραφία», «Κλειστό Παράθυρο», «Η Γυναίκα που Εβλεπε τα Ονειρα», «Καρκαλού».
Ο Γιάννης Βεσλεμές δίνει στο Flix ένα στίγμα της «πνευματικής εξερεύνησης» που οδήγησε στο «Gost».
Προμηθέας σε Δεύτερο Πρόσωπο
Πώς ξεκίνησε η ιδέα του «Gost»;
Ο Ηλίας Πίτσιος, ο άνθρωπος που τρέχει την Into the Light/Echovolt υπήρξε και πιστός θαμώνας της «Χαμένης Λεωφόρου του Ελληνικού Σινεμά». Εγώ απ’ τη μεριά μου αγαπούσα αφάνταστα όλες τις κυκλοφορίες του. Από τα βαθιά house των ημερών μας μέχρι τις προσεγμένες ανθολογίες σπάνιων ή ακυκλοφόρητων υλικών (κυρίως από τα 70s/80s) συνθετών όπως ο Γιώργος Θεοδωράκης ή ο Δημήτρης Πετσετάκης. Οπότε αυτά τα δυο – το κρυφό ελληνικό σινεμά και η χαμένη μουσική του - έπρεπε, μέσα από την πρόσκληση του Ηλία, να ξαναγεννηθούν μέσα από αυτή τη συλλογή. Το κομμάτι που τα ξεκίνησε όλα αυτά ήταν φυσικά το δεκάλεπτο έπος της Thesia με τίτλο «Parodos» από το «Οh Babylon» (1989) του Κώστα Φέρρη, που στην πραγματικότητα είναι και η ταινία (που για μένα τουλάχιστον) αποτέλεσε την πυρίτιδα για τις εκδηλώσεις της «Χαμένης Λεωφόρου».
Πόσο καιρό χρειάστηκε η αναζήτηση των κομματιών; Ποιο ήταν το πιο δύσκολο να βρεθεί; Υπήρξαν κομμάτια που δεν βρέθηκαν τελικά;
Τρία με τέσσερα χρόνια χρειάστηκαν για να ολοκληρωθεί το «Gost» και αυτό γιατί αναζητούσαμε σπάνια ή και ακυκλοφόρητα υλικά που ακόμα και οι ίδιοι οι συνθέτες ή οι σκηνοθέτες σε πολλές περιπτώσεις δεν είχαν στη κατοχή τους. Ταυτόχρονα θέλαμε ο διπλός αυτός δίσκος να μην απευθύνεται μόνο στους συλλέκτες και στους diggers αλλά να έχει μια ομαλή ροή αλλά και μια ποικιλομορφία και να γεφυρώνει το διερευνητικό με το λυρικό, το ηλεκτρονικό με το φολκ. Φυσικά υπάρχουν κομμάτια που δεν μπήκαν γιατί αφορούν άλλες δεκαετίες (60s ή 90s) ή γιατί δεν υπήρχαν υλικά για να δουλέψουμε.
Ηλεκτρικός Αγγελος
Ποια ευθεία γραμμή ενώνει τα κομμάτια του δίσκου;
Οταν επιμελείσαι μια τέτοια συλλογή βάζεις τα πάντα σε πλαίσια. Συνήθως αν είσαι σοβαρός μελετητής (εγώ σοβαρός δεν είμαι…), οριοθετείς το χρόνο και τα είδη της μουσικής σε σχέση με την ιστορική περίοδο και ανθολογείς και με βάση την αντίληψη του κόσμου για τις ταινίες αυτές – την όποια απήχηση είχαν στο κοινό και την κριτική της εποχής. Εμείς το πιάσαμε λίγο ανάποδα εδώ. Η μουσική και η αντήχηση της στις ταινίες έχουν τον κύριο ρόλο. Τα «δεύτερα», τα πιο αλλόκοτα και όχι τα βασικά μουσικά θέματα πρωταγωνιστούν. Οι χρονολογίες που συνοδεύουν τον τίτλο του δίσκου (1975-1989) είναι πέρα από ένα χρονικό πλαίσιο το κλείσιμο του ματιού στην σημαντικότερη και πιο παραγνωρισμένη περίοδο του ελληνικού κινηματογράφου.
Τι ακριβώς να περιμένει κανείς να ακούσει στο Gost;
GOST είναι το παιχνίδι με τις λέξεις Greek, Original, Soundtracks και τη λέξη φάντασμα (Ghost). Είναι μια εξερεύνηση σε πτυχές της δουλειάς συνθετών που είτε δισκογραφούνται εδώ για πρώτη φορά (Γιάννης Κωστιδάκης «Η Πόλη Ποτέ δεν Κοιμάται», Charlotte Van Gelder «Καρκαλού») είτε είναι γνωστοί για την ενασχόληση τους με άλλα είδη μουσικής (Διονύσης Σαββόπουλος, Γιώργος Χαντζηνάσιος). Μπορείς να το βιώσεις ως ακροατής σαν ένα παιχνίδι με τη συλλογική μνήμη, το πάντρεμα των ειδών και των τεχνών, την κατασκευή μια νέας μουσικής με τα νέα -τότε - ηλεκτρονικά μουσικά εργαλεία.
Happy Day
Γιατί αυτές οι μουσικές δεν κυκλοφόρησαν ποτέ ή είναι δυσεύρετες; Τι κρατάει στην αφάνεια τα ελληνικά soundtracks;
Τα σάουντρακ αυτά παραμένουν κρυφά ή τουλάχιστον γνωστά σε λίγους ακολουθώντας (δυστυχώς) την τύχη των αντίστοιχων ταινιών. Με ελάχιστες εξαιρέσεις κυκλοφόρησαν μια φορά στην εποχή τους και κατέληξαν δεύτερο χέρι να πουλιούνται τώρα πανάκριβα (ή αν είσαι τυχερός πάμφθηνα). Κανένα κομμάτι αυτής της συλλογής δεν αποτελεί συμβατική κινηματογραφική μουσική. Η συνεργασία των σκηνοθετών και των συνθετών αυτής της εποχής γέννησε υβρίδια που μπορούν να υπάρξουν αυτόνομα των ταινιών, πυξίδες στον αχαρτογράφητο μυστηριακό κόσμο του ελληνικού σινεμά.
Δείτε εδώ το teaser του «Gost»:
Ακούστε εδώ το «Parodos» από τη Thesia από το «Oh Babylon» του Κώστα Φέρρη που ανοίγει το δίσκο:
Αναζητήστε περισσότερες πληροφορίες εδώ για την εταιρία Into the Light και την προ-παραγγελία και κυκλοφορία του «Gost».
GOST (Greek Original Sound Tracks)
A Spiritual Exploration into Greek Soundtracks (1975 - 1989)
Το ελληνικό σινεμά της δεκαετίας του 70 και του 80 παραμένει ακόμα και για τους ίδιους τους Έλληνες μια αχαρτογράφητη περιοχή. Ειδικά οι πιο σκοτεινές και μυστηριακές πλευρές του που εξερευνά αυτή η συλλογή. Πρόκειται για ταινίες που αγαπήθηκαν στην εποχή τους και ξεχάστηκαν αλλά και ταινίες – φαντάσματα, ερμητικά κλειστές, σκοτεινές και ιδιόρρυθμες παρενθέσεις στις φιλμογραφίες των σκηνοθετών. Τα σάουντρακ τους, τα περισσότερα ακυκλοφόρητα ή τρομερά δυσεύρετα αποτελούν σπάνιες περιπτώσεις ηλεκτρονικών και φολκ υβριδίων που γεφυρώνουν την ανατολή με τη δύση με ένα δικό τους ιδιοσυγκρασιακό, αταξινόμητο και μοναχικό τρόπο.
Το «Οh Babylon» (1989) του Κώστα Φέρρη είναι μια σχεδόν φουτουριστική εκδοχή των Βακχών του Ευριπίδη που συνομιλεί διαρκώς με το ηλεκτρονικό reggae της Thesia. Στο πλήρες soundtrack αλλά και σε μια αλλόκοτη cameo εμφάνιση στη ταινία εμφανίζεται άλλωστε και ο Maxi Priest.
Στο υπνωτιστικό «Η Πόλη Ποτέ δεν Κοιμάται» (1984) του Αντρέα Τσιλιφώνη, ένα μεταλλαγμένο bike film, ο συνθέτης Γιάννης Κωστιδάκης (σε ένα ακυκλοφόρητο μέχρι τώρα ost) φιλτράρει μέσα από τα 80s synths του και τα sequencer της εποχής, τη νεορομαντική του άποψη για τις χαμένες γενιές.
Στον πειραματικό «Ηλεκτρικό Αγγελο» (1981) του Θανάση Ρεντζή όψεις του ερωτισμού του 20υ αιώνα δημιουργούν ένα καλειδοσκοπικό φιλμ μικτών τεχνικών (live action, animation) με τη χρήση του ενίοτε folk rock και άλλες φορές ηλεκτρονικά ψυχεδελικού soundtrack των Δημήτρη Παπαδημητρίου και Δημήτρη Λέκκα.
Ο «Προμηθέας σε Δεύτερο Πρόσωπο» (1975) του Κώστα Φέρρη, η πρώτη του ενασχόληση με την αρχαία τραγωδία, είναι ένα φιλμ σωματικό και αλχημικό που αποκαλύπτει τα πολλά πρόσωπα της εξουσίας. Ο Σταμάτης Σπανουδάκης συνθέτει ψύχραιμα για την ταινία λιτά θέματα με κιθάρες, synths και ντραμόκουτα.
Η «Ρεβάνς» (1983) του Νίκου Βεργίτση είναι ένα νεανικό νουάρ σε μια Αθήνα λουσμένη στα νέον, τον καπνό και τα ανθρώπινα χαλάσματα. Ο Δημήτρης Παπαδημητρίου συμπληρώνει την ατμόσφαιρα με ένα «καρπεντερικό» σάουντρακ με εργαλεία τα αναλογικά της εποχής και τα νεόφερτα τότε sampler synths (E- MU Emulator).
Η «Κάθοδος των 9» (1984) του Χρήστου Σιοπαχά είναι ένα ευθύ πολιτικό φιλμ, μια μπαλάντα για τους ηττημένους. Ο κύπριος Μιχάλης Χριστοδουλίδης συνθέτει για την κάθοδο αυτή ηλέκτρο - συμφωνικές βινιέτες δωματίου.
Η μεταποκαλυτπική «Πρωινή Περίπολος» (1987) του Νίκου Νικολαΐδη εξερευνά τις συνέπειες του λάθους φιλτράροντας ισόποσα την αμερικάνικη παράδοση της επιστημονικής φαντασίας με την ανατολικοευρωπαϊκή μεταγραφή της. Τη μουσική την υπογράφει ο Γιώργος Χαντζηνάσιος σε μια σπάνια αμιγώς ηλεκτρονική του στροφή που αντηχεί την μεγάλη επιρροή του Blade Runner με τη δική του όμως λυρική σφραγίδα.
Στο «Happy Day (1976) o Παντελής Βούλγαρης κάνει την πιο άγρια και σκοτεινή αλληγορική ταινία του, μια θαλασσογραφία της φρίκης της Μακρονήσου και με τη σειρά του ο Διονύσης Σαββόπουλος απογυμνώνει παγανιστικούς ρυθμούς και ψυχοτροπικές τεχνοτροπίες στο αταβιστικό τζαζ του.
Η «Φωτογραφία (1986) είναι μια από τις δυο ελληνικές ταινίες του Νίκου Παπατάκη (η άλλη είναι οι περίφημοι Βοσκοί) . Πρόκειται για ένα κοινωνικό θρίλερ πάνω στην εξαπάτηση και το φάντασμα της επιθυμίας. Ο συνθέτης Χριστόδουλος Χάλαρης με χρόνια έρευνας πάνω στη Βυζαντινή μουσική παραδίδει τα ακατάτακτα θέματα της ταινίας στα οποία πρωταγωνιστούν τα harmonized έγχορδα και οι vocoded χορωδίες.
Το «Κλειστό Παράθυρο» (1977) του Ερμή Βελλόπουλου είναι ένα ψυχοερωτικό πορτραίτο της τρέλας και της καταπίεσης που συγγενεύει με κάποιο τρόπο με τα ιταλικά giallo της εποχής. Το πειραματικό (ακυκλοφόρητο) σκορ της το υπογράφει ο Βαγγέλης Κατσούλης και αποτελεί ένα συνδυασμό ηλεκτροακουστικών τεχνικών και tribal ρυθμών (φτιαγμένων με το θρυλικό EMS Synthi AKS).
H «Γυναίκα που Εβλεπε τα Όνειρα» (1987) του Νίκου Παναγιωτόπουλου είναι μια «ελαφριά» κωμωδία του φανταστικού πάνω στη μπαναλιτέ της συμβίωσης. Σε πλήρη αντίστιξη με την ποπ εικονογραφία ο Χάρης Ξανθουδάκης συνθέτει μοναδική για τα εγχώρια δεδομένα musique concrete, μέχρι τώρα ακυκλοφόρητη (όπως και το μεγαλύτερο κομμάτι της μουσικής του συνθέτη).
Η «Καρκαλού (1984) του Σταύρου Τορνέ είναι μια καμουφλαρισμένη ταινία τρόμου της ελληνικής υπαίθρου. Η Ολλανδή Charlotte Van Gelder, συνθέτρια σε όλες τις ταινίες του Τορνέ, συνσεναριογράφος σε κάποιες και σύντροφος του στη ζωή πειραματίζεται με τα όρια των εγχόρδων συνομιλώντας αυτοσχεδιαστικά με τις ακατέργαστες εικόνες της ταινίας, στο μοναδικό αυτό δισκογράφημα του έργου της.
Γιάννης Βεσλεμές
Αναζητήστε περισσότερες πληροφορίες εδώ για την εταιρία Into the Light και την προ-παραγγελία και κυκλοφορία του «Gost».