Κάπου στην αρχή του «Madeline’s Madeline» και παραφράζοντας τις θεωρίες περί ονείρων του Γιουνγκ, η Τζοζεφίν Ντέκερ, μέσω της δασκάλας θεάτρου που ερμηνεύει η Μόλι Πάρκερ, εξηγεί ότι «τα όνειρα δεν έχουν να κάνουν με το λάθος ή το σωστό αλλά με πράγματα που απλά βγάζουν ή δεν βγάζουν νόημα».
Ακολουθώντας την ίδια λογική, το ίδιο το φιλμ μοιάζει να μην βιάζεται να καταλήξει κάπου, επιλέγοντας να εστιάσει σε καθημερινές στιγμές που μπορεί να έχουν ή να μην έχουν τελικά σημασία, προβάλλοντας είδωλα και μεγεθυμένα σημεία του σώματος που μπορεί να μαρτυρούν ή να μην μαρτυρούν κάτι και συνοδεύοντας τις εικόνες του με ένα πλούσιο ηχητικό σύνολο, που είτε ενδυναμώνει είτε απομονώνει τους ήρωές της, όλα εργαλεία σε μια φαινομενικά άναρχη DIY προσέγγιση που εκδηλώνει τραχύτητα αλλά και, παραδόξως, προσοχή στη λεπτομέρεια.
Εξάλλου και στις δύο προηγούμενες ταινίες της, το «Butter on the Latch» και το «Thou Wast Mild and Lovely», τα οποία παρουσιάστηκαν αμφότερα τέσσερα χρόνια πριν στην Berlinale (και το ελληνικό κοινό γνώρισε μέσα από τις Νύχτες Πρεμιέρας), η Ντέκερ έδειξε την έφεσή της σε ένα περισσότερο συναισθητικό παρά λογικό σινεμά, που διατηρεί μια ενδοσκοπική ματιά απέναντι στην γυναικεία ψυχολογία, την ουσία της έννοιας της χειραφέτησης και τον ίδιο τον κόσμο των συναισθημάτων, μακριά από περίτεχνους εξωραϊσμούς και αφέλειες.
Αυτό που κάνει την διαφορά όμως τώρα, είναι το γεγονός ότι στο «Madeline’s Madeline» η Ντέκερ χρησιμοποιεί την τεχνική της για να καταλήξει όντως κάπου, αποκαλύπτοντας πίσω από την παραισθησιογόνα οπτική της μια στέρεα οπτική και μια σίγουρη ματιά, η οποία μέσα από αλλεπάλληλους αυτοσχεδιασμούς και εξαντλητικούς performance art πειραματισμούς καταλήγει σε ένα απρόσμενα ισχυρό ψυχογράφημα, το οποίο, αν και όχι παράταιρο από το υπόλοιπο της φιλμογραφίας της, αποτελεί ουσιαστικά την πρώτη ισχυρή δημιουργική κατάθεση της σκηνοθέτιδος.
Γιατί μέσα από τη συνεχή παρακολούθηση της καθημερινότητας της Μαντλίν που ερμηνεύει με ωμή δύναμη η, πρωτοεμφανιζόμενη και προσωπική ανακάλυψη της Ντέκερ, Ελένα Χάουαρντ, η Ντέκερ καταφέρνει να ισορροπήσει ανάμεσα στο θόρυβο και τις ανεπαίσθητες λεπτομέρειες, αποκαλύπτοντας σταδιακά μια διττή αφήγηση. Μέσα από τον ηχητικό συνδυασμό που εγκλωβίζει την ηρωίδα της σε έναν άλλον κόσμο και αποτελεί ταυτόχρονα ανάγκη αλλά απειλή, πετυχαίνει να αναδείξει τι είναι αυτό που πραγματικά την κάνει ξεχωριστή χωρίς να καταφεύγει σε στερεοτυπικές απεικονίσεις. Επιπλέον, μέσα από τις αλληλεπιδράσεις της Μαντλίν με τις πολλαπλές μητρικές φιγούρες που την περιβάλλουν, αυτό που ξεκινά ως προσωπικό ταξίδι απελευθέρωσης καταλήγει να είναι ένα ψυχολογικό σχεδόν θρίλερ που αποκαλύπτει πως οι ελεγκτικοί μηχανισμοί δεν κρύβονται πάντα πίσω από προφανή προσωπεία.
Η ιστορία της Μαντλίν ξεκινά από την σύγκρουση με την μητέρα της (η αγαπητή Μιράντα Τζουλάι σε ένα μικρό αλλά χαρακτηριστικό ρόλο), συνεχίζει με την καθημερινότητα στην θεατρική ομάδα που δείχνει να την απελευθερώνει, προχωρά με την αξιολόγηση μιας εναλλακτικής μορφής μητέρας που παρουσιάζεται στο πρόσωπο της δασκάλας της και οδηγείται τελικά σε ένα σκοτεινό σταυροδρόμι όπου τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται, με την ουσιαστική θεματική της ταινίας να αποδεικνύεται πιο δυνατή από όσο προετοιμάζει η Ντέκερ από την αρχή και με πολύ πιο σύνθετη ηθική βάση.
Διαβάστε ακόμη: Berlinale 2018: Η Ιζαμπέλ Ιπέρ δε φοβάται τίποτα (εκτός από τους ανόητους ρόλους και τους ηλίθιους σκηνοθέτες)
Και αυτό είναι που ουσιαστικά χαρίζει στην Ντέκερ την νίκη και της δίνει την δυνατότητα να εμβαθύνει ακόμα περισσότερο στην ψυχολογία των ηρωίδων που τόσο αγαπά, τονίζοντας τις αιχμηρές γωνίες τους αλλά και τις ανυπέρβλητες δυνάμεις τους. Το «Madeline’s Madeline» δεν είναι απλά η ιστορία ενηλικίωσης μιας ταλαντούχας κοπέλας αλλά η προβολή ολόκληρου του εσωτερικού κόσμου αυτής της ταλαντούχας κοπέλας σε ήχους, κινήσεις, θορύβους, θολές αντανακλάσεις, εκφράσεις, επαναλήψεις, κραυγές και πλείστες ακόμα εικαστικές και σωματικές επιλογές.
Η επιμονή της Ντέκερ σε μια φόρμα που προσπαθεί από τον αυτοσχεδιασμό και την επανάληψη να δημιουργήσει κάτι ξεχωριστό εγκλωβίζει την δημιουργό κατά στιγμές σε κύκλους, όμως το όραμά της (και η ορμή της Χάουαρντ, προφανώς, η οποία χαρίζει πολλαπλά επίπεδα ενσυναίσθησης σε κάθε έντονη αντίδραση της ηρωίδας) παραμένει αρκούντως ισχυρό για να οδηγήσει την ταινία σε μια απρόσμενη, έντονη και καίρια κατάληξη.
Το «Madeline’s Madeline» είναι ουσιαστικά το manifesto της Ντέκερ, τόσο καλλιτεχνικά όσο και ηθικά, ένα σύνολο DIY τεχνικών και performance art επιρροών, το οποίο βρίσκει μέσα από τραχείς και έντονες απόπειρες έκφρασης και την αλήθεια που υποβόσκει κάτω από την επιφάνεια. Μπορεί ακόμα να μην έχει καταλήξει στην πιο προσβάσιμη μορφή του, όμως το «Madeline’s Madeline» αποδεικνύει ότι η Ντέκερ όχι απλά βρίσκεται στη σωστή κατεύθυνση αλλά και ότι, ίσως, βρίσκεται στα πρόθυρα της ανακάλυψης μιας ολόκληρης νέας αφηγηματικής φόρμας.
Τα πρώτα λόγια που ακούγονται στην ταινία προτρέπουν ότι «δεν είσαι η γάτα, βρίσκεσαι μέσα στη γάτα». Ισως η επιλογή των λέξεων να μην ήταν και τόσο τυχαία τελικά.
Περισσότερες κριτικές από την Berlinale 2018
- Berlinale 2018: To «Isle of Dogs» του Γουές Αντερσον είναι μια δήλωση αγάπης. Κι όχι μόνο υπέρ των σκύλων
- Berlinale 2018: Το «Black 47» χτίζει ένα βίαιο «γουέστερν» πάνω σε μια σκοτεινή σελίδα της ιρλανδικής ιστορίας
- Berlinale 2018: Ο Ρούπερτ Εβερετ συναντά νομοτελειακά τον Οσκαρ Γουάιλντ στον «Ευτυχισμένο Πρίγκιπα»
- Berlinale 2018: Οι «Κληρονόμοι» από την Παραγουάη είναι η έκπληξη που ελπίζαμε να δούμε
- Berlinale 2018: To «Central Airport THF» του Καρίμ Αϊνούζ, κοιτάζει με ψύχραιμη ματιά την προσφυγική κρίση
- Berlinale 2018: Ούτε «το μικρό μου πόνι στην Αγρια Δύση» δεν περιγράφει το ασυνάρτητο «Damsel»