Υπάρχουν πολλά ερωτήματα που προκύπτουν από το «Pokot» (στα αγγλικά «Spoor», θα λέγαμε «Ιχνος»), κι ανάμεσά τους δεν είναι το ποιος σκοτώνει μυστηριωδώς ζώα κι ανθρώπους στο απομακρυσμένο δάσος του πολωνέζικου νότου. Είναι, κυρίως, γιατί η Ανιέσκα Χόλαντ, μετά το οσκαρικό «In Darkness» έκανε αυτήν την ταινία, γιατί αυτή η ταινία χρηματοδοτήθηκε από το Eurimages και, κυρίως, γιατί βρίσκεται στο διαγωνιστικό τμήμα της Berlinale. Και μόνο μετά περνάμε στο σεναριακό μυστήριο.
Η ιστορία εκτυλίσσεται στο πανέμορφο, γεμάτο έλατα δάσος της πεδιάδας του Κλόντζκο, στα σύνορα Πολωνίας - Τσεχίας, στη διάρκεια σειράς μηνών που σηματοδοτούνται (κλείσιμο ματιού), από τα ζώα που επιτρέπεται, εποχιακά, να κυνηγούν οι αδηφάγοι κυνηγοί. Εκεί ζει η Ντουζέικο (για κάποιο λόγο γίνεται έξαλλη όταν τη φωνάζουν με το μικρό της, Τζανίνα), η οποία είναι προχωρημένης ηλικίας, 65άχρονη ας πούμε, αλλά σε καλή φυσική κατάσταση κι ελεύθερο πνεύμα. Αυτό το καταλαβαίνουμε γιατί: οδηγεί τζιπ και τα βγάζει πέρα άριστα στα χιόνια, έχει μακριά γκρίζα μαλλιά, επιτίθεται με υστερία όταν δει κυνηγό, ζει παρέα με δυο όμορφα σκυλιά, διδάσκει αγγλικά στο σχολείο και τραμπουκίζει όλους τους εκπροσώπους των τοπικών αρχών (γιατί είναι, βέβαια, διεφθαρμένοι).
Διαβάστε ακόμη: Berlinale 2017 - Το «Una Mujer Fantastica» είναι μια φανταστική ταινία
Η μικρή κοινότητα της (don't call me Janina) Ντουζέικο, αποτελείται από έξτρα-στερεοτυπικούς κατοίκους. Ο μοναχικός μελαγχολικός γείτονας. Ο αδέξιος IΤ της αστυνομίας. Η πωλήτρια στη μοναδική μπουτίκ του χωριού, που τυχαίνει επίσης πόρνη αλλά για να μαζέψει λεφτά να βγάλει από τη φυλακή τον αδικημένο μικρό αδελφό της. Ο περαστικός εντομολόγος που, ναι, ρίχνει την Ντουζέικο στο κρεβάτι. Κι από την άλλη πλευρά οι «κακοί», ο αυταρχικός αστυνομικός, ο χυδαίος δήμαρχος, ο σαδιστής γαιοκτήμονας που εμπορεύεται αλεπούδες. Ολοι τους κυνηγοί (ξανά κλείσιμο ματιού).
Η αρχή της ταινίας δίνει υποσχέσεις θρίλερ. Στο σκοτάδι του δάσους αρχίζουν να βρίσκονται δολοφονημένα ζώα (δυστυχώς και τα δυο σκυλιά της Ντουζέικο) και, στη συνέχεια, άνθρωποι. Ποιος, ή τι, τα σκοτώνει; Η Ντουζέικο μοιάζει να ξέρει, αλλά δεν λέει. Η συνέχεια, όμως, εξελίσσεται τραγελαφικά. Το τρίο Ντουζέικο-IT-πωλήτρια, ως δαιμόνιοι ντετέκτιβ, κάνουν τη δική τους έρευνα, η οποία κυλά, φλύαρα και με αυξανόμενες δόσεις αφέλειας, από το δάσος στην πόλη, από το αστυνομικό τμήμα σε σεξουαλικά όργια, από τα γραφικά καλυβάκια σ' ένα άνευ προηγούμενης κακογουστιάς μπαλ μασκέ. Οπου οι κακοί είναι πολύ, πολύ κακοί κι οι καλοί είναι πολύ, πολύ κουλοί.
Κι αν την εντύπωση ότι η ταινία πρόκειται για θρίλερ, μια και η Ανιέσκα Χόλαντ κάνει τον κόπο να δημιουργήσει ένα κάποιο σασπένς στο ομιχλώδες σκοτάδι του δάσους, στην πορεία αμβλύνει η αίσθηση ότι μάλλον πρόκειται για οικολογικό κατηγορώ, ως το τέλος κι αφού περάσουν 128 λεπτά σεναριακής ανοησίας, ο θεατής βρίσκεται αντιμέτωπος με την πιο κακώς εννοούμενη φιλοζωική εμμονή και με μια επικίνδυνα επιπόλαιη επικύρωση της αυτοδικίας. Χωρίς ρυθμό, χωρίς έμπνευση, χωρίς, τελικά, λογική. Από μια σκηνοθέτη που, τέλος πάντων, έχει στο παρελθόν υπογράψει ένα «Europa Europa», θα προτιμήσουμε της τελευταίας, αυτής, ταινίας της, να διαγράψουμε εντελώς τα ίχνη (κλείσιμο ματιού).
Διαβάστε ακόμη:
- Berlinale 2017: Μέρα 1η / Από το Τείχος του Βερολίνου σ' εκείνο του Ντόναλντ Τραμπ
- Berlinale 2017, Μέρα 2η: Choose Life. Ξανά!
- Berlinale 2017: Μέρα 3η / Ο Τζιακομέτι ανέπνεε τέχνη - εσείς;
- Berlinale 2017: Το «Una Mujer Fantastica» είναι μια φανταστική ταινία
- Berlinale 2017: «Wild Mouse», όχι τόσο αστείο, ούτε τόσο wild
- Berlinale 2017: Η ευτυχία είναι κάτι για το οποίο πρέπει να παλέψεις στο «Félicité»
- Berlinale 2017: Στη συνέντευξη Τύπου του «T2 Trainspotting» - «Δεν είναι σίκουελ, είναι... επικήδειος!»
- Berlinale 2017: Στο «On Body and Soul», όλος ο ρομαντισμός χωρά σ' ένα σφαγείο
- Berlinale 2017 - To «Trainspotting» θα σφυρίξει δυο φορές
- Berlinale 2017: Το «The Wound» είναι ίσως μια από τις καλύτερες ταινίες που θα δούμε ως το τέλος του φεστιβάλ
- Berlinale 2017: Ο Ρίτσαρντ Γκιρ δεν ήρθε μόνο για «Dinner» στο Βερολίνο
- Berlinale 2017: «Django». Ο ήχος μιας χαμένης ευκαιρίας