Αθήνα και ξημερώνει Κυριακή. Αργά, ήρεμα, μελωδικά. Με το γλυκό λάλημα των κοκκοριών, το τρυφερό κελάηδισμα των πουλιών στα άδεια πάρκα, στις πλατείες... Αλλά μέσα σου ο ενθουσιασμός κάνει μικρές εκρήξεις. Τι κι αν η αδελφή σου βαριέται ν' ακολουθήσει, τι κι αν η μαμά σου τρομοκρατείται («αν ζούσε ο πατέρας σου...»), εσύ θα βάλεις το μαγιό σου, θα πάρεις το καπέλο σου και τα σάντουιτς από το σπίτι και θα πας για μπάνιο. Στο Καλαμάκι. Με το λεωφορείο, με τον κοσμάκη. Και για τους ανεπιθύμητους, πάντα μια καρφίτσα κρυμμένη στο χέρι κι όλα θα πάνε καλά. Τόσο καλά, που μπορεί ακόμα και να κερδίσεις το λαχείο, ή ένα μεγάλο έρωτα.
από το «Κυριακάτικο Ξύπνημα» του Μιχάλη Κακογιάννη, 1953