Ενημέρωση

Flixibility: Ezy Rider

of 10

Αφορμής δοθείσης ο Νίκος Πετρουλάκης προσθέτει κάμποσες σημειώσεις στο περιθώριο αυτής της μιας και μοναδικής χρονιάς από τη ζωή του Jimi Hendrix που έχει αποτυπωθεί στα τεκνικολόρ καρέ του All Is Βy My Side …

Flixibility: Ezy Rider

Γεννημένος το ’42 στο Seattle, μία πόλη που ακόμα δεν είχε γίνει ξακουστή ανά την υφήλιο για το grunge και τις αλυσίδες καφέ, ο Johnny Allen Hendrix ήταν εκ κατασκευής διπλά καταραμένος καθώς η καταγωγή του, μισός μαύρος - μισός Ινδιάνος, είχε τις ρίζες σε δύο απάτριδες και εκτοπισμένους λαούς – χώρια το κάθε άλλο παρά ειδυλλιακό οικογενειακό περιβάλλον. Από μικρός στα… blues λοιπόν, από όποια πλευρά και αν το δει κανείς, και με το λεγόμενο ασθενές φύλο πάντα κατά νου, αγόρασε την πρώτη του ηλεκτρική κιθάρα το ’59 και έφτιαξε ένα συγκρότημα με τους συμμαθητές του στο γυμνάσιο΄ αν και αριστερόχειρας δε, έπαιζε με δεξιά κιθάρα που απλά τη γυρνούσε ανάποδα και, παρά το γεγονός ότι δεν είχε παρακολουθήσει ποτέ μαθήματα, έκανε κάτι κόλπα ο μπαγάσας που πράγματι ξετρέλαιναν τα κοριτσόπουλα!

H ταινία «Jimi: All Is by My Side» βγαίνει στους κινηματογράφους την Πέμπτη, 24 Σεπτεμβρίου. Δείτε το τρέιλερ παρακάτω και διαβάστε περισσότερα εδώ


Καθώς όμως οι σπουδές δεν ήταν και στις άμεσες προτεραιότητές του, κατατάχθηκε το ’61 στην Αεροπορία ώστε να μην μπει στη φυλακή για μικροκλοπές΄ έτσι πέρασε ζάχαρη στα μουσικά στέκια του Kentucky με έξοδα του αμερικανικού δημοσίου. Με το που απολύθηκε, τράβηξε κατά Nashville μεριά και στη συνέχεια περιφερόταν ανά τον Νότο παίζοντας σε διάφορα νυχτομάγαζα αποκλειστικά και μόνο για ενήλικες μαύρους - το θρυλικό chitlin’ circuit - δίπλα σε ονόματα όπως αυτά των Little Richard, B.B. King, Solomon Burke, Slim Harpo, Curtis Knight, Lonnie Youngblood, Don Covay, Impressions και Isley Brothers. Με μερικά από αυτά βρέθηκε μάλιστα και στο στούντιο, αλλά τίποτα πέρα από το τραγούδι “Testify” (’64) των τελευταίων, δεν μαρτυρά ότι πρόκειται για τον πλέον επιδραστικό και ελεύθερα σκεπτόμενο κιθαρίστα στην ιστορία της μουσικής που υποτάσσοντας με το συναίσθημα, την επινοητικότητα και την τεχνική του τα ηχητικά εφέ - distortion, fuzz, feedback, wah wah, phasing - παρουσίασε μία ασύγκριτη άποψη του τι μπορεί να κάνει κανείς τελικά με μια ηλεκτρική κιθάρα!


Φυσικά και χρειάστηκε κάμποσο καιρό ώστε να κατορθώσει να χωνέψει όλο αυτό το, κυριολεκτικά και μεταφορικά, soul food που κατανάλωνε κατά τη διάρκεια της έκθεσής του στις στενόμυαλες αντιλήψεις που κυριαρχούσαν τότε στην “πραγματική” μαύρη μουσική. Αν όχι ο πρώτος, σίγουρα ένας από τους πρώτους αφροαμερικανούς που απαίτησαν - και απέκτησαν τελικά - τον τίτλο του Καλλιτέχνη και όχι αυτόν του διασκεδαστή αγνοώντας τις επιπλήξεις, την πειθαρχία και το πρωτόκολλο που έκαναν, επέβαλαν και τηρούσαν αυταρχικοί διευθυντές ορχήστρας αλλά και επαγγελματίες υπηρέτες συνάμα ενός μεγάλου ακροατηρίου όπως π.χ. ο James Brown. Ο Hendrix βγήκε από εκεί το ακριβώς αντίθετο: ένας οξυδερκής αριστοκράτης που άφησε έτη φωτός πίσω του τα όρια μέσα στα οποία ήταν διαπιστευμένος να κινείται ένας μαύρος μουσικός! Πέρα όμως από το πείσμα και αρκετές μέρες στην ανεργία, ο Hendrix πρόσθεσε κάμποσα ακόμα ταχυδακτυλουργικά στη συλλογή του ξεσηκώνοντας το παίξιμο του T-Bone Walker πίσω από το κεφάλι, αντιγράφοντας τις χορευτικές φιγούρες και το γρατσούνισμα με τα δόντια του Buddy Guy και αγοράζοντας από τον Earl King ένα μακρύ καλώδιο χάρις στο οποίο μπορούσε να παίξει ακόμα και έξω από το μαγαζί! [σημ. Το αυτό τρικ είχε επαναλάβει στην Αθήνα το ’80 ο Albert Collins όταν βγήκε από τα τότε Δειλινά της Γλυφάδας για να παίξει… επί της Λεωφόρου Ποσειδώνος!]

jimi flixibility 607

Τελικά το ’65 κατέληξε στο Harlem της Νέας Υόρκης ζώντας λίγο πολύ μία από τα ίδια αλλά γοητευμένος από την μποέμικη ατμόσφαιρα του Greenwich Village άρχισε να ανακαλύπτει όχι μόνον τα σωστά στέκια, τα επανεισηγμένα πλην μεταλλαγμένα blues των Yardbirds, τον εξηλεκτρισμό του Bob Dylan και την φευγάτη jazz του John Coltrane αλλά και, μέσω της τότε φίλης του Keith Richards, Linda Keith, το LSD - ένα ναρκωτικό που κατανάλωναν κυρίως λευκοί. Ηταν αυτή η κουκλάρα από την Αγγλία λοιπόν, με τα ωραία της τα 45άρια και τις φοβερές της τις διασυνδέσεις στο μουσικό χώρο, που έστειλε, τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του ’66, με τη σειρά τον, μάνατζερ των Rolling Stones, Andrew Loog Oldham, τον ιδρυτή της εταιρείας Sire, Seymour Stein και τον, μπασίστα των πρόσφατα διαλυμένων Animals που σκόπευε να ασχοληθεί πλέον με το μανατζάρισμα, Chas Chandler να τον δουν να κάνει, ως Jimmy James & The Blue Flames, τα δικά του ακροβατικά στο σκοτεινό καταγώγιο Cafe Wha? με έξι δολάρια για πέντε εμφανίσεις την ημέρα, έξι μέρες την εβδομάδα! Αυτός ο τελευταίος μάλιστα ήταν και ο μόνος που ενθουσιάστηκε΄ τόσο μάλιστα ώστε να τον αρπάξει με τη μία, να τον μπάσει στο αεροπλάνο με την κάρτα επιβίβασης να αναγράφει Jimmy James και να τον κατεβάσει στο Λονδίνο ως Jimi Hendrix!

jimi flixibility 607

Στην πρωτεύουσα της Γηραιάς Αλβιόνας λοιπόν, όπου τα blues ήταν κάτι το εξωτικό και όχι μια βιωματική εμπειρία, ο Chandler είχε σκοπό να επιβάλλει τον Hendrix στην μουσική νομενκλατούρα πριν γραφτεί οτιδήποτε γύρω από αυτόν΄ κάτι που έγινε γρηγορότερα από ό,τι περίμενε καθώς ο Hendrix, που δεν είχε συμπληρώσει ούτε μία εβδομάδα καλά-καλά στη Λόντρα, έκανε σμπαράλια τον Eric Clapton όταν ανέβηκε να τζαμάρει με τους, νεοσύστατους τότε, Cream! Χτίζοντας λοιπόν πάνω στη φήμη τόσο του αυθεντικού μαύρου μουσικού όσο και του… εξωγήινου, ο Chandler τον πλαισίωσε με δύο νέους άγνωστους πλην ταλαντούχους μουσικούς, τους Noel Redding (μπάσο) και Mitch Mitchell (τύμπανα), τους ονομάτισε The Jimi Hendrix Experience και τους έβαλε στο στούντιο να ηχογραφήσουν μια εκδοχή του “Hey Joe”, μια φοβερή ιστορία απιστίας και εγκλήματος πάθους. Τα πλέον καθαρά ίχνη του τραγουδιού μπορεί να τα εντοπίσει κανείς στην [υπό]σχεση που είχε η Niela Miller μετά του ασταθούς Billy Roberts αλλά ήταν οι Leaves που το έκαναν γνωστό στην περιοχή του Los Angeles στα μέσα των ‘60s με αποτέλεσμα να το διασκευάσουν μεταξύ άλλων οι Love, οι Byrds και ο Tim Rose, στου οποίου την αργή απόδοση στηρίχθηκε το τρίο΄ το single κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του ’66 και… τίποτα πλέον δεν ήταν το ίδιο!


Παρά την τεράστια αίσθηση που είχε προκαλέσει στην Ευρώπη, ο Hendrix ήταν ήρωας χωρίς αντίκρισμα στην πατρίδα του. Τον Ιούνιο του ’67 λοιπόν επέστρεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες για να εμφανιστεί στο θρυλικό πλέον φεστιβάλ του Monterey. Με το που ανέβηκε στη σκηνή και ξεκίνησε ήταν το κάτι άλλο, όταν όμως έφτασε στην, δουλεμένη εδώ και καιρό, αναδόμηση του “Wild Thing” των Troggs άρχισε τα παλαβά: το θολό βλέμμα, τα στραβωμένα παχιά χείλια και το μουσκεμένο μουστάκι έκαναν αυτό το ελαφρά ασιατικό πρόσωπο με την αστεία μύτη και τα εξογκωμένα μήλα να φαντάζει ακόμα πιο εξωπραγματικό μέσα σε αυτό το ουράνιο τόξο που είχε τυλίξει το λιγνό κορμί του΄ ταυτόχρονα βογκούσε και μούγγριζε σαν τράγος επιβήτορας από πόθο προβάροντας διάφορες στάσεις από το βιβλιαράκι του Κάμα Σούτρα που κουβαλούσε πάντα στην κωλότσεπη. Εκεί λοιπόν που κάποια στιγμή είχε ξαπλώσει την κιθάρα στο πάτωμα και ασελγούσε γονατισμένος πάνω της ούρλιαξε από μέσα του: “ΤΩΩΩΩΡΑΑΑ ΚΟΥΦΑΑΑΑΛΕΕΕΣ ΘΑ ΣΑΣ ΔΕΙΞΩΩΩ!” Η εκδίκηση, ως γνωστόν, είναι ένα πιάτο που σερβίρεται κρύο΄ εκείνος όμως προτίμησε να το ζεστάνει - τόσο που κυριολεκτικά το έκαψε! Eβγαλε λοιπόν το ζιπέλαιο και τα σπίρτα και επανέλαβε τη ρουτίνα που έστελνε εδώ και κάμποσους μήνες τα Εγγλεζάκια στο άπειρο και ακόμα παραπέρα, που έλεγε και ο Buzz Lightyear! [σημ. Και αυτό κλεμμένο ήταν αλλά προπάντων εντυπωσιακό΄ το είχε κάνει ο Jerry Lee Lewis μία δεκαετία σχεδόν νωρίτερα καίγοντας το πιάνο του πριν βγει στην σκηνή ο Chuck Berry λέγοντας: “Να δω τώρα ποια κουφάλα θα κάνει κάτι καλύτερο”.] Το γεγονός δε ότι πριν λίγο οι Who είχαν διαλύσει τη σκηνή δεν το θυμόταν πια κανείς΄ όλοι είχαν χαζέψει με τον έκπτωτο άγγελο που, διάολε, ήταν μαύρος!


Στο αποκορύφωμα της επιτυχίας του ο Hendrix ήταν μονίμως σε κίνηση και οκτώ μίλια ψηλά, σύμφωνα με τους Byrds, είτε πατούσε στο έδαφος είτε πετούσε πάνω από τον Ατλαντικό με σκοπό να ολοκληρώσει μία πάντα ασφυκτικά προγραμματισμένη περιοδεία είτε πηδούσε στο κρεβάτι κάποια που είχε προσέξει λίγα μόλις λεπτά πριν. Με το να ταξιδεύει όμως συνέχεια χωρίς να φτάνει ποτέ πουθενά ήταν σαν ένας beatnik χρώματος μαύρου που ξαπόσταινε, τρόπος του λέγειν δηλαδή, μόνο στη σκηνή ή στο στούντιο. Νομάδας από την φύση του, αλλά και επιρρεπής στον νόστο, είπε κάποτε: “Θα ήθελα να έχω τη δική μου χώρα, μία όαση για ανθρώπους που σκέφτονται όπως οι Τσιγγάνοι. Το όνειρό μου είναι να σβήσω τα σύνορα από το χάρτη”. Προσπαθούσε ο άμοιρος να καταρρίψει τα πάσης φύσεως φυλετικά στερεότυπα της εποχής του και, στα πλέον μυστικιστικά του, να υπερβεί ακόμα και αυτήν την ανθρώπινη υπόστασή του και να γίνει ένα παιδί των άστρων ή - γιατί όχι - ένας γοργόνος! Ολα αυτά, μαζί με όλα τα υπόλοιπα, ακούγονταν κάπως παράξενα στα αυτιά της μαύρης κοινότητας που τον χλεύαζε ως έναν “ψυχεδελικό Μπάρμπα Θωμά”. Οπως αναφέρει το ’88 ο κριτικός nelson George, στο βιβλίο του The Death of Rhythm ‘n Blues, που, μαύρος ων, τα ήξερε εκ των έσω: “Δυστυχώς ο Hendrix έκοψε κάθε δεσμό με τα μαύρα ακροατήρια εξαιτίας της ρηξικέλευθης κιθαριστικής του λαμπρότητας… Σε μία αλλόκοτη συμμετρία, ο Hendrix με το νεανικό λευκό ακροατήριό του ήταν στα '60s το ισοδύναμο του Chuck Berry΄ όπως και αυτόν, η επιτυχία με μουσική βασισμένη στην κιθάρα τον κατέστησε απόκληρο στην Μαύρη Κεντρική Λεωφόρο!”

jimi flixibility 607

Ακόμα και το φιλαράκι του ο Miles Davis του τα έχωσε ένα χρόνο αργότερα στην αυτοβιογραφία του: “Σαν βλαχάκι μου ακουγόταν όταν έπαιζε συνέχεια 6/8 με εκείνα τα ασπρουλιάρικα εγγλεζάκια. Οταν όμως βρέθηκε με τους Band Of Gypsys νομίζω ότι τότε του βγήκε ό,τι πολέμαγε τόσο καιρό”. Παραπονεμένοι και οι Μαύροι Πάνθηρες που ο πασιφιστής αδερφός δεν τους παρείχε την υποστήριξη που προσέφεραν άλλα μαύρα ονόματα. Οπως όμως είχε πει ο Robert Wyatt, ντράμερ κάποτε των Soft Machine και μέλος του βρετανικού κομμουνιστικού κόμματος: «Ο Hendrix δεν είχε καμία υποχρέωση να κάνει δεξιά και αριστερά πολιτικές δηλώσεις. Εζησε μία σπουδαία πολιτικοποιημένη ζωή!». Η καλύτερη όμως άποψη για τον Hendrix ακούστηκε το ’75 από έναν εκ των κορυφαίων διανοούμενων μουσικών που, κατά τραγική ειρωνεία, είναι λευκός: “Παραμένει ακόμα ο μεγαλύτερος κιθαρίστας όλων των εποχών”. Ο Eno όμως, διότι περί αυτού επρόκειτο, δεν αναφερόταν στη θεϊκή βιρτουοζιτέ του΄ και εξήγησε: “Ηταν ο πρώτος κιθαρίστας που συνειδητοποίησε ότι η κιθάρα ήταν κάτι περισσότερο από ένα κομμάτι ξύλου που κρεμόταν από το λαιμό του και πολύ περισσότερο αντιλήφθηκε πράγματι ότι υπήρχε μία σχέση ανάμεσα στην ακουστική του χώρου και του ενισχυτή που χρησιμοποιούσε!” Πράγματι η μουσική του Hendrix είναι τρισδιάστατη΄ έρχεται κατά πάνω σου από όλες τις μεριές, περνάει από μέσα σου και σε αφήνει με το στόμα ανοιχτό, το μυαλό παλαβό, την ψυχή χορτάτη και το υπογάστριο μουδιασμένο.


Και αυτό διότι ο Jimi Hendrix πίστεψε όσο κανείς άλλος στην τριπλέτα “sex, drugs & rock ‘n roll”΄ σε τέτοιο βαθμό μάλιστα ώστε μετά από τόσο πήδημα και φτιάξιμο το rock έχασε διαπαντός το roll του! Και αν και μετά το θάνατό του έχουν εμφανιστεί μέχρι σήμερα περισσότερα από… 250 άλμπουμς που… τυμβωρυχική αδεία διαφόρων φορετών κληρονόμων και πάσης φύσεως εταίρων, ανακυκλώνουν άνισης ποιότητας υλικό από αμέτρητα χιλιόμετρα ταινίας, ο Hendrix παρουσίασε εν ζωή μόλις τέσσερις μεγάλους δίσκους, οι οποίοι και θεωρούνται ότι αποτελούν την επίσημη, και εγκεκριμένη από τον ίδιον φυσικά, δισκογραφία του. [σημ. Από την οποία μάλιστα δεν ακούγεται το παραμικρό στα 118 λεπτά του All Is Βy My Side, καθώς οι υπερτυχεροί που εκμεταλλεύονται τα κεκτημένα του Hendrix δεν επέτρεψαν την χρήση αυθεντικών ηχογραφημάτων του από τη στιγμή που η παραγωγή δεν δέχτηκε να έχουν λόγο στα γυρίσματα…] Από τα σημαντικότερα ντεμπούτα άλμπουμς όλων των εποχών για το rock καθώς έστειλε στον αγύριστο όλη την μέχρι τότε κιθαριστική νοοτροπία, το Are You Experienced (Μάιος ’67) είχε να επιδείξει, πέρα από τον πιο συμπαγή και εκκωφαντικό θόρυβο που είχαν κάνει μέχρι τότε τρεις μόλις νοματαίοι, τους ψυχεδελικούς οραματισμούς των “Are You Experienced”, “3rd Stone From The Sun” και “I Don’t Live Today”, το σεληνιασμένο rock ‘n roll των “Foxy Lady”, “Fire”, Can You See Me” και “Remember”, τα γεμάτα σεξουαλικά υπονοούμενα blues του “Red House” και το κολασμένο βαλς του “Manic Depression”. Κοντολογίς το τίμιο, αγνό και ασυμβίβαστο ξεκίνημα ενός μαύρου σε έναν κόσμο όπου κυριαρχούσαν οι λευκοί που δεν έψαχνε απλά συνεπιβάτες σε ένα συνηθισμένο ψυχεδελικό ταξίδι αλλά, πολύ περισσότερο, καλούσε να τον ακολουθήσουν στη Ζώνη του Λυκόφωτος! Tο επόμενο ραντεβού δε, κλείστηκε για επτά μήνες αργότερα … [σημ. Στις Ηνωμένες Πολιτείες κυκλοφόρησε με καθυστέρηση τριών μηνών, διαφορετικό και πιο ωραίο εξώφυλλο και ελκυστικότερο περιεχόμενο καθώς αντί των “Red House”, “Can You See Me” και “Remember” περιείχε τα singles “Hey Joe”, “Purple Haze” και “The Wind Cries Mary”.]


Συνεπέστατος λοιπόν κατέθεσε το Axis: Bold As Love (Δεκέμβρης ’67) που αποτέλεσε μία λεπτεπίλεπτα ραφιναρισμένη και ανεπιτήδευτα πολυχρωματική εκδοχή όσων προηγήθηκαν. Εξοικειωμένος ακόμα περισσότερο με τις δυνατότητες της κονσόλας και λοιπών άλλων ευρεσιτεχνιών, κυριευμένος από δημιουργική λαχτάρα και με την, Dylan-ικής προοπτικής, στιχουργική αυτοπεποίθηση να έχει περάσει πλέον στα ψηλότερα επίπεδα της ύπαρξης δημιούργησε έναν στουντιακό προσομοιωτή διαστημικών εκρήξεων (“You Got Me Floating”, “Up From The Skies”, “Little Miss Lover”) και χίπικης ευδαιμονίας (“Spanish Castle Magic”), αναπόλησε το rhythm & blues παρελθόν του (“Wait Until Tomorrow”, “Castles Made Of Sand”), αφέθηκε στον πειραματισμό και την ελευθεριότητα της jazz (“If 6 Was 9”), έμπασε την avant garde από την πόρτα (“EXP”) και ύμνησε τον έρωτα με τον δικό του γλυκό τρόπο (“Little Wing”, “Bold As Love”) με τη φωνή και την κιθάρα να γλιστρούν, να μανουβράρουν και να στροβιλίζονται ανάμεσα στα υπόλοιπα όργανα. Ο Hendrix όμως πήγαινε πολύ γρήγορα, πιο γρήγορα - και συγνώμη αγαπητοί Rene Goscinny και Morris - ακόμα κι από τον ίσκιο του΄ το τί έτρεχε να προλάβει μόνο αυτός το ήξερε…


Το οποίο και φανέρωσε στο διάρκειας μίαμισης ώρας διπλό Electric Ladyland (Οκτώβριος ’68) που αντικατόπτριζε στα αυλάκια του όχι μόνον την εκπληκτική εξερεύνηση των εξωπραγματικών ήχων και του εσωτερικού του κόσμου αλλά κυρίως την πλέον περιπετειώδη περιπλάνησή του στα άδυτα της ηλεκτρικής κιθάρας. Ολόκληρη η τρίτη πλευρά καταλαμβάνεται από ένα στουντιακό ψηφιδωτό γαλαξιακής περιπλάνησης (“Rainy Day, Dream Away”, “1983 … A merman I Should Turn To Be”, “Moon, Turn The Tides … Gently Gently Away”) ενώ στις υπόλοιπες τρεις αιωρούνται σε σταθερή τροχιά γερά rockers (“Crosstown Traffic”, “House Burning Down”, “Little Miss Strange”, “Gypsy Eyes”), ψυχεδελικά blues (“Long Hot Summer Night”, “Burning Of The Midnight Lamp”), στοιχειωμένα jams (“Voodoo Chile”) και αυτή η ριζική ανακατασκευή στο “All Along The Watchtower” του Bob Dylan. Και η κιθάρα του, που δίνει την εντύπωση ότι βρίσκεται… είκοσι χιλιάδες λεύγες κάτω από τη θάλασσα, συνοδεύεται, πέρα από τους Experience και πολλούς άλλους, από τα πλήκτρα του Steve Winwood (Traffic), το μπάσο του Jack Casady (Jefferson Airplane) και τα τύμπανα του Buddy Miles - αφήνοντας όλους τους υπόλοιπους να τρώνε την γαλαξιακή σκόνη του.


Η οποία κάποια στιγμή κάθισε μάλλον και στο δικό του το λαιμό΄ προϊόν ανανέωσης λοιπόν, σινιάλο στους Μαύρους Πάνθηρες αλλά και εκπλήρωση των όρων ενός παλιού συμβολαίου που είχε καταλήξει στην Capitol Αμερικής το ζωντανά ηχογραφημένο στο Fillmore East της Νέας Υόρκης την παραμονή και την Πρωτοχρονιά του ’70 Band of Gypsys (Μάρτιος ’70). Ηταν η πρώτη φορά μάλιστα, από τότε που έγινε διάσημος, που έπαιξε αποκλειστικά και μόνον με μαύρους - ο κολλητός από τα στρατά Billy Cox στο μπάσο και ο ήδη φτασμένος Buddy Miles στα τύμπανα - και με ολόκληρο το σετ από τα μαγικά του πετάλια επί σκηνής΄ αφήνοντας επίσης κατά μέρος τις φιοριτούρες και τα διάφορα σχετικά κόλπα έπαιξε μερικά από τα καλύτερα σόλο της τόσο σύντομης καριέρας του αποτελώντας το επίκεντρο τόσο στο μονολιθικό funk των “Who Knows”, “Machine Gun - το καλύτερο παράδειγμα του πόσο μάγκας ήταν με την κιθάρα ο άτιμος – και “Power To Love” – το πρότυπο για το “Stratus” του Βilly Cobham ίσως; - όσο και στο φευγάτο rock των “Changes”, “Message To Love” και “We Gotta Live Together”. [σημ. Ολως περιέργως το εξώφυλλο της βρετανικής έκδοσης, που προηγήθηκε, κοσμούν… κούκλες - ομοιώματα του Hendrix, του ήδη μακαρίτη Brian Jones, του Bob Dylan και του θρυλικού ραδιοφωνικού παραγωγού John Peel, ενώ αυτό της αμερικάνικης, που ακολούθησε τρεις μήνες αργότερα, μία φωτογραφία του Hendrix από την εμφάνισή στο Fillmore].


Οσον αφορά τέλος το προς τα πού θα το πήγαινε το όλο πράγμα μόνον αποσπασματικές ενδείξεις του ακούμε όλα αυτά τα χρόνια΄ οι οποίες μάλιστα είναι εικασίες κάποιων άλλων ειδικών μεν αλλά, πολύ απλά, άλλων…

H ταινία «Jimi: All Is by My Side» βγαίνει στους κινηματογράφους την Πέμπτη, 24 Σεπτεμβρίου. Δείτε το τρέιλερ παρακάτω και διαβάστε περισσότερα εδώ

Διαβάστε περισσότερο «Flexibility» από τον Νίκο Πετρουλάκη