Ενημέρωση

Φεστιβάλ Δράμας 2025: Οι ελληνικές ταινίες του Διεθνούς Διαγωνιστικού Προγράμματος

of 10

Γνωρίζουμε μαζί τις τέσσερις ελληνικές ταινίες που συμμετέχουν στο Διεθνές Διαγωνιστικό Πρόγραμμα του 48ου Διεθνούς Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας.

Φεστιβάλ Δράμας 2025: Οι ελληνικές ταινίες του Διεθνούς Διαγωνιστικού Προγράμματος

Το Διεθνές Τμήμα του Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας είναι φέτος εορταστικό, αφού το Φεστιβάλ Δράμας ως διεθνές κλείνει τα 30 του χρόνια.

Ανάμεσα στις ταινίες του Διεθνούς Διαγωνιστικού Τμήματος - φέτος με επικεφαλής προγραμματισμού τον Βασίλη Τερζόπουλο - συναντάμε τέσσερις ελληνικές ταινίες: το «Noi» του Νεριτάν Ζιντζιρία που έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο Raindance (διαβάστε περισσότερα εδώ), το «Μαγκνταλένα Χάουζεν: Παγωμένος Χρόνος» του Γιάννη Καρπούζη, οι «400 Κασέτες» της Θέλγιας Πετράκη (διαβάστε περισσότερα εδώ) που έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο Φεστιβάλ του Λοκάρνο, το «Pirateland» του Σταύρου Πετρόπουλου (διαβάστε περισσότερα εδώ) με παγκόσμια πρεμιέρα στο Φεστιβάλ του Κλερμόν-Φεράν.

Διαβάστε ακόμη: Εν αναμονή του 48ου Φεστιβάλ Δράμας, γνωρίζουμε καλύτερα τις ταινίες του Εθνικού Διαγωνιστικού Προγράμματος, αλλά και όλες τις ελληνικές συμμετοχές στα διεθνή τμήματα.


Αναζητήστε περισσότερες πληροφορίες για το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Δράμας στο επίσημο site του, στην επίσημη σελίδα του στο Facebook, στο κανάλι του στο YouTube και στον επίσημο λογαριασμό του στο Instagram.


noi

Noi του Νεριτάν Ζιντζιρία

Η ταινία

Η εκδίκηση ψιθυρίζει: σε ποια θερμοκρασία βράζει το αίμα πάνω στο χιόνι; Οταν ο μεγαλύτερος αδερφός σκοτώνεται από το αγαπημένο του άλογο, ο μικρότερος πρέπει να αποφασίσει -μέσα από εφιάλτες και οράματα- αν θα σκοτώσει το ζώο ή θα το συγχωρέσει.

Ο σκηνοθέτης

Γεννήθηκε στα Τίρανα Αλβανίας, ζει και εργάζεται στα Βαλκάνια. Δημιουργός των ταινιών «Χαμομήλι», «A Country of Two», «Φῶς ἐκ φωτός» - υποψήφιος για βραβείο Tiger Short από το Διεθνές Φεστιβάλ Ρότερνταμ και βραβευμένος με το Grand Prix του εκλεκτικού φεστιβάλ του Slamdance. Διαμέσου της φιλμικής γλώσσας και ανάμεσα στη μυθοπλασία και το ντοκουμέντο, ερευνά πώς ο θάνατος και η απώλεια επαναπροσδιορίζουν την ανθρώπινη μνήμη.

Εξι ερωτήσεις για το «Noi»:

Πώς επιλέξατε το θέμα της ταινίας σας, ποια ήταν η αρχική ιδέα, ποια η ανάγκη να αφηγηθείτε αυτή την ιστορία;

Είδα στον ύπνο μου να εξιστορώ σε έναν αγαπημένο συνεργάτη την ταινία που είχαμε αφήσει στη μέση: μια ιστορία για ένα άλογο και ένα αγόρι. Για την εκδίκηση που καρτερικά περιμένει, από τότε που το άλογο σκότωσε τον μεγάλο του αδερφό. Στο όνειρο, αφηγούμουν σχεδόν ολόκληρη την ταινία. Αυτό που ξεκίνησε το υποσυνείδητο, το συνειδητό το πήρε και το συνέχισε, σε μια προσπάθεια εξερεύνησης του ακατέργαστου κόσμο των ενστίκτων μέσα από το αξιακό σύστημα ενός δεκατετράχρονου αγοριού.

Τι σας δυσκόλεψε στην πραγματοποίηση της ταινίας, τι σας έφερε μεγάλη χαρά, ή τι σας εξέπληξε - θετικά ή αρνητικά;

Το να κάνεις μια ταινία όπως την ονειρεύτηκες είναι εκ φύσεως δύσκολο, πόσο μάλλον όταν περιλαμβάνει 200 άγρια άλογα, έναν πιτσιρικά πρωταγωνιστή, -15 βαθμούς Κελσίου και έναν επιβήτορα σχεδόν ενός τόνου σε απομονωμένη τοποθεσία. Θα σταθώ σε μια μόνο ανάμνηση, από τις δεκάδες. Κατά τη διάρκεια της ακρόασης, βρισκόμασταν στον τρίτο όροφο του δημοτικού κέντρου του χωριού. Ψάχναμε ένα κορίτσι που θα μπορούσε να υποδυθεί την Νύφη του Αδερφού - μια φιγούρα που λειτουργεί υπερβατικά κατά τη διάρκεια της ταινίας και ενοποιεί τα κομμάτια που τη διατρέχουν σε ένα σώμα. Ενώ η ώρα έχει πάει γύρω στις 20:00 και είχαμε καταλήξει σε μια πρόταση για την οποία είχα σοβαρές δεύτερες σκέψεις, άκουσα απ’ το παράθυρο μια παιδική φωνή να φωνάζει «βοήθεια». Τρέξαμε κάτω. Ένα κοριτσάκι έκλαιγε για τον πατέρα της που παραλίγο να γλιστρήσει στον παγετό. Ήταν ανήσυχη όμως τελικά, όλα καλά. Στο κάλεσμα αυτό για βοήθεια, βρέθηκε η Νύφη της ταινίας.

Η ελληνική κινηματογραφική κοινότητα βρίσκεται σε αναβρασμό την τελευταία περίοδο. Πόσο αφορά αυτό τους/τις σκηνοθέτες της δικής σας γενιάς και ποια βήματα θα θεωρούσατε ως βελτίωση;

Μια ζωή ταλαιπωρία. Η αναντιστοιχία ανάμεσα στις ώρες εργασίας και στην ποιότητα ζωής, έχει διαπεράσει ένα τεράστιο κομμάτι της κοινωνίας, όπου και εάν κοιτάξεις στο χάρτη. Αυτό φυσικά δεν είναι παρηγορητικό όμως φέρνει το πρόβλημα σε μια διάσταση τέτοια, που εάν δεν προλάβουμε να κάνουμε κάτι, φοβάμαι για το τι μπορεί να ακολουθήσει. Στα δικά μας, ξεκίνησα το 2008 και θυμάμαι τα χρόνια της Ομίχλης λίγο μετά - αλλά τώρα έχει χαθεί ακόμη κι η αίσθηση της δύναμης. Τα αντανακλαστικά μας είναι το μόνο που μας κρατά ενωμένους. Προσπαθούμε να επαναφέρουμε όχι μόνο την αξιοπρέπεια με την οποία γίνονται οι ταινίες, αλλά και το κύρος μιας κινηματογραφικής κληρονομιάς, έπειτα από χρόνια πίστης, απογοητεύσεων και σκληρής δουλειάς. Η Ορατότητα έθεσε κάποια από αυτά τα ζητήματα και η ανάγκη για προσοχή είναι επιτακτική.

Είναι οι πλατφόρμες και το streaming μια ευκαιρία για τη διανομή και προβολή της μικρού μήκους ταινίας; Ποιες άλλες λύσεις θα βλέπατε προκειμένου η μικρού μήκους ταινία να φτάσει σε περισσότερο κόσμο;

Δυσκολεύομαι να απαντήσω. Ίσως φταίει η εκλεκτική φύση του θαύματος, να μην είναι παρά μόνο για εκείνους που θέλουν να το δουν - σαν να βρίσκεται μια μυστική ευτυχία στο κυνήγι των ταινιών. Η πιθανότητα εξόδου σε streaming, έχει επηρεάσει σε ένα σημαντικό βαθμό τα ίδια τα έργα. Θυμάμαι μικρού μήκους ταινίες, τις οποίες εύκολα μπορείς να δεις στη μικρή οθόνη, να τις βλέπω σε αίθουσα και να μην αντέχω. Η φεστιβαλική φρενίτιδα έχει γεννήσει ένα δικό της σύμπαν, το οποίο, πέρα από τους μεσάζοντες πωλητές, έχει συνδεθεί με την έξοδο στις πλατφόρμες. Οι περισσότερες μικρού δεν αντέχουν στη μεγάλη οθόνη μιας και δεν μοιάζουν να απευθύνονται εκεί και, ως ένα καλό σημείο επαναπροσδιορισμού, θα πρότεινα την επιστροφή στα οκτώ μέτρα πανί - αυτό θα βοηθήσει να γίνουν καλύτερες ταινίες. Εάν γίνουν καλύτερες ταινίες, δεν θα τις αφήσουμε έτσι. Θα τις βρούμε όπου και να κρυφτούν.

Τι σημαίνει το Φεστιβάλ Δράμας για εσάς, αλλά και για το σημερινό κινηματογραφικό τοπίο; Τι προσδοκίες έχετε από τη νέα καλλιτεχνική διεύθυνση;

Ο κοινός τόπος, η πατρίδα όλων μας. Ένα σημείο αναφοράς που διατηρεί τη δύναμη να σε κάνει να ελπίζεις για την επόμενη μέρα. Εύχομαι η νέα καλλιτεχνική διεύθυνση να καταφέρει το ακατόρθωτο: να δικαιώσει τα όνειρα, χωρίς να χάσει το κέφι και την ορμή της.

Τι κάνει μία ταινία μικρού μήκους... μεγάλη;

Η μικρού μήκους είναι εκ καταγωγής, το ακροκέραμο της κινηματογραφικής τέχνης. Ήταν το μοναδικό ελεύθερο πεδίο για τη εξέλιξη της φιλμικής γλώσσας και η ορμή που χάριζε καθόριζε συχνά την πορεία ενός δημιουργού, ατομικά αλλά και συλλογικά. Ακόμη και όσοι δεν έκαναν ποτέ μικρού, έχουν επηρεαστεί βαθιά απ’ αυτήν. Συνήθως η μικρού υποτιμάται, με την ίδια βιασύνη που κάποιος υποτιμά τον πρώτο του παιδικό έρωτα - και ας ευθύνεται αυτός για τον τρόπο με τον οποίο ερχόμαστε κοντά ο ένας στον άλλον. Έτσι η πραγματική ερώτηση, είναι τι κάνει μια ταινία μεγάλη, ανεξαρτήτως διάρκειας: ο λόγος πίσω, μπροστά και πέρα από την οθόνη.

Noi: Πρωταγωνιστούν: Γιώργος Βαδεβούλης, Δημήτρης Ξανθόπουλος, Μένη Κωνσταντινίδου, Αποστόλης Βαρσάνης, Θεοδώρα Τέτσιου | Σενάριο & Σκηνοθεσία: Νεριτάν Ζιντζιρία | Παραγωγός: Κυριακή Βήρου | Συμπαραγωγοί: Efijeni Kokedhima, Νεριτάν Ζιντζιρία | Διεύθυνση Φωτογραφίας: Χριστίνα Μουμούρη GSC | Ενδυματολογία: Ματίνα Μαυραγάννη | Σκηνικά: Σοφία Βάσο | Μοντάζ: Χρήστος Γιαννακόπουλος | Σχεδιασμός Ηχου: Λέανδρος Ντούνης | Πρωτότυπη Μουσική: Αποστόλης Κουτσογιάννης | VFX: Παντελής Αναστασιάδης | Colorist: Αγγελος Μάτζιος | Executive Παραγωγοί: Μιχάλης Παπαδόπουλος, Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος | Παραγωγή: AbFab Productions, Reconstructing Memories

noi


Αναζητήστε περισσότερες πληροφορίες για το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Δράμας στο επίσημο site του, στην επίσημη σελίδα του στο Facebook, στο κανάλι του στο YouTube και στον επίσημο λογαριασμό του στο Instagram.


magdalena

Μαγκνταλένα Χάουζεν: Παγωμένος Χρόνος του Γιάννη Καρπούζη

Η ταινία

Η φωτογράφος Μαγκνταλένα Χάουζεν διασχίζει το μεταπολεμικό τοπίο της Ευρώπης στην προσπάθεια να συλλάβει μία εικόνα του ανέμου. Ενα φιλμ για την πολιτική ταυτότητα και τους κρυφούς μηχανισμούς της μνήμης.

Ο σκηνοθέτης

O Γιάννης Καρπούζης γεννήθηκε το 1984 στην Αθήνα. Είναι εικαστικός, σκηνοθέτης και παραγωγός. Εχει λάβει πλήθος διακρίσεων γύρω από την καλλιτεχνική του δράση όπως το βραβείο Descubrimientos της PHotoEspana15. Το βιβλίο του «Ο Χάρτινος Χρόνος Τέλειωσε» κατατάχθηκε στις βραχείες λίστες του ΥΠΠΟΑ και βραβεύτηκε από το περιοδικό «Αναγνώστης». Το 2015 ίδρυσε την Empty Square, καλλιτεχνική εταιρεία παραγωγής οπτικοακουστικών έργων. Το 2020 ολοκλήρωσε το ντοκιμαντέρ «Νίκος Καρούζος: ο δρόμος για το έαρ» και βραβεύτηκε στο 22ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Είναι απόφοιτος των Sarajevo Talents (βραβείο Pack & Pitch) και Berlinale Talents. Τα έργα του ασχολούνται με τις πολιτικές ταυτότητες, τις χρονομηχανές και την μελαγχολία.

Εξι ερωτήσεις για το «Μαγκνταλένα Χάουζεν: Παγωμένος Χρόνος»:

Πώς επιλέξατε το θέμα της ταινίας σας, ποια ήταν η αρχική ιδέα, ποια η ανάγκη να αφηγηθείτε αυτή την ιστορία;

Η ανάγκη για την εφεύρεση της Μαγκνταλένα Χάουζεν προέκυψε το 2011 μέσα στη στάσιμη δίνη των μνημονίων από τον κεντρικό ρόλο που έπαιξε η Γερμανία σχετικά με την εκτεταμένη καταστροφή της ελληνικής οικονομίας και τη διάλυση του κοινωνικού μας ιστού. Αναζητούσα τότε ένα χαρακτήρα - μία ηρωίδα από τη Γερμανία που θα ερχόταν σε πλήρη αντίθεση, ηθικά και αισθητικά, με τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ενωσης στα χρόνια της κρίσης. Ηθελα να δω μία ηρωίδα με πολιτική ταυτότητα, με οξύ βλέμμα πάνω στην ιστορία και ιδεολογική τοποθέτηση που να γράφεται μέσα στο δραματουργικό της τόξο.

Τι σας δυσκόλεψε στην πραγματοποίηση της ταινίας, τι σας έφερε μεγάλη χαρά, ή τι σας εξέπληξε - θετικά ή αρνητικά;

Εκτοτε το σενάριο πέρασε πολλές γραφές. Εμπλουτίστηκε και εξελίχτηκε χάρη στις συμβουλές του script consultant Τζον Στίβενς και επηρεάστηκε από την επαφή μου με το έργο του Γερμανού συγγραφέα Μαξ Ζέμπαλντ. Το μοντάζ επίσης ήταν μία εξαιρετικά επίπονη και πολύμηνη διαδικασία αφού η ταινία συναρμολογήθηκε ουσιαστικά καρέ-καρέ με πολλές και αιφνίδιες αισθητικές προκλήσεις. Η μεγάλη μου χαρά αφορά τη συμμετοχή στην ταινία δύο θρυλικών μορφών του ευρωπαϊκού σινεμά, της ηθοποιού Χάνα Σιγκούλα και της συνθέτριας Ελένης Καραΐνδρου αλλά και του διάσημου Γερμανού ηθοποιού Αντρέας Πίτσμαν. Δεν μπορώ να παραλείψω την αφοσίωση και τη γενναιοδωρία του διευθυντή φωτογραφίας Γιώργου Φρέντζου και την αμέριστη πίστη και στήριξη του στο εγχείρημά μας.

Η ελληνική κινηματογραφική κοινότητα βρίσκεται σε αναβρασμό την τελευταία περίοδο. Πόσο αφορά αυτό τους/τις σκηνοθέτες της δικής σας γενιάς και ποια βήματα θα θεωρούσατε ως βελτίωση;

Στηρίζω τις κινητοποιήσεις του κλάδου και εκτιμώ από την έκταση που έχει πάρει η πρωτοβουλία «Ορατότης Μηδέν» ότι εμπλέκονται με πλατύ τρόπο όλες οι γενιές και όλες οι ειδικότητες που εργάζονται στον κινηματογράφο. Να πω ωστόσο ότι για πολλούς/ές από εμάς, προτεραιότητα έχουν τα αιτήματα που αφορούν την αύξηση των δαπανών του κράτους για ελληνικές κινηματογραφικές παραγωγές και «δύσκολα έργα». Πώς γίνεται να δίνονται τόσα λίγα χρήματα για ελληνικές ταινίες τη στιγμή που προβλέπονται ασύμμετρα περισσότερα για προγράμματα Cash rebate;

Είναι οι πλατφόρμες και το streaming μια ευκαιρία για τη διανομή και προβολή της μικρού μήκους ταινίας; Ποιες άλλες λύσεις θα βλέπατε προκειμένου η μικρού μήκους ταινία να φτάσει σε περισσότερο κόσμο;

Δεν γνωρίζω το θέμα και δεν μπορώ να προσφέρω μία ουσιαστική απάντηση.

Τι σημαίνει το Φεστιβάλ Δράμας για εσάς, αλλά και για το σημερινό κινηματογραφικό τοπίο; Τι προσδοκίες έχετε από τη νέα καλλιτεχνική διεύθυνση;

Το φεστιβάλ Δράμας είναι το ελληνικό κινηματογραφικό φεστιβάλ για ταινίες μικρού μήκους. Αυτό τα λέει όλα. Η σημασία του είναι αυταπόδεικτη. Η κινηματογραφική και η καλλιτεχνική κοινότητα το έχουν καταλάβει αυτό. Το έχουν αγκαλιάσει, το παρακολουθούν και επενδύουν στο φεστιβάλ. Σχετικά με την νέα διεύθυνση έχω να πω μόνο τα καλύτερα. Εχω δει ιδίοις όμμασι τον Γιώργο Αγγελόπουλο μεταξύ άλλων να παραλαμβάνουν ένα διαλυμένο από την κρίση Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου και να το ξαναστήνουν στα πόδια του. Γνωρίζοντας αυτήν του την προσφορά δεν θα μπορούσα να ελπίσω για καλύτερο συνεχιστή. Είμαι σίγουρος πως θα τα καταφέρουν εξαιρετικά.

Τι κάνει μία ταινία μικρού μήκους... μεγάλη;

Ορισμένες από τις σημαντικότερες ταινίες στην ιστορία του κινηματογραφικού μέσου είναι μικρού μήκους: ο «Ανδαλουσιανός Σκύλος», το «Meshes of the Afternoon», το «La Jetée», ένα μεγάλο μέρος των έργων της πρωτοπορίας. Ολα αυτά τα έργα έχουν το κοινό ότι αντιμετωπίζουν την ταινία μικρού μήκους ως μία διακριτή φόρμα με τα δικά της ειδικά εργαλεία και όχι ως αφήγηση μίας μικρότερης ιστορίας. Συχνά η ταινία μικρού μήκους θεωρείται λανθασμένα ως το μικρό βήμα πριν από την απόπειρα για μία μεγάλη παραγωγή. Η ιδιαίτερη αυτή φόρμα δεν είναι όμως απλώς ένα πεδίο για μαθητεία. Για αυτό το σκοπό υπάρχουν εξάλλου οι σπουδαστικές ταινίες με ξεκάθαρη την εκπαιδευτική τους πρόθεση.

Μαγκνταλένα Χάουζεν: Παγωμένος Χρόνος | Written/ Directed/ Εdited: Γιάννης Καρπούζης | CAST: Hanna Schygulla, Lina Helfrich, Andreas Pietschmann, David Bruckner, Sandra Sieber, Innes Schiller, Jonas Riemer | DoP: Γιώργος Φρέντζος GSC | Music: Ελένη Καραΐνδρου, Δημήτρης Μυγιάκης – Κώστας Ζουλιάτης | Costumes: Johanna Schraut | Make-up & hair: Carlotta Cécile Whan | Producers: Lejla Aliev – Juli Film (Germany), Empty Square (Greece) | Funded: NRW (North Rhine Westphalia) Kunststiftung, Greek Film Center, Hellenic broadcasting corporation

magdalena


Αναζητήστε περισσότερες πληροφορίες για το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Δράμας στο επίσημο site του, στην επίσημη σελίδα του στο Facebook, στο κανάλι του στο YouTube και στον επίσημο λογαριασμό του στο Instagram.


400 κασέτες

400 Κασέτες της Θέλγιας Πετράκη

Η ταινία

Στην τάξη ο δάσκαλος μιλά για τους κοσμικούς αρχαιολόγους.
Στο προαύλιο τα παιδιά παίζουν μπουγέλο. Στο λεωφορείο η ΄Ελλη θα κλέψει την ψυχή της Φαίης και η Φαίη στο δωμάτιο θα χαρίσει στην Έλλη μια σπάνια κασέτα.
Οταν το σκοτάδι θα πέσει και ο ουρανός θα γεμίσει από αστέρια, μια μουσική από το παρελθόν θα θυμίσει στα κορίτσια ότι τίποτα δεν κρατά πραγματικά για πάντα.

Η σκηνοθέτης

Η Θέλγια Πετράκη σπούδασε σκηνοθεσία στο California Institute of the Arts (CalArts) και ανθρωπολογία στο University College London (UCL). Η πρώτη της μικρού μήκους, «Pray» (2012), έκανε πρεμιέρα στο Palm Springs International ShortFest. Ακολούθησαν το ντοκιμαντέρ «Εγώ και οι Αλλοι» (2015), που συμμετείχε στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, και η «Helga is in Lund» (2017), που προβλήθηκε στο Clermont-Ferrand. Το 2020, η «Bella» απέσπασε τον Χρυσό Διόνυσο στη Δράμα και έφτασε στα τελικά των Ευρωπαϊκών Βραβείων Κινηματογράφου (EFA). Η τελευταία της μικρού μήκους, «400 Κασεττες» (2024), έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ του Λοκάρνο. Αυτή την περίοδο αναπτύσσει την πρώτη της μεγάλου μήκους ταινία «Αγρυπνία», που παρουσιάστηκε στο Berlinale Talents & Script Station 2025.

Εξι ερωτήσεις για τις «400 Κασέτες»:

Πώς επιλέξατε το θέμα της ταινίας σας, ποια ήταν η αρχική ιδέα, ποια η ανάγκη να αφηγηθείτε αυτή την ιστορία;

Η αρχική ιδέα αφορούσε μια εντελώς διαφορετική ταινία, βασισμένη σε ένα τραγούδι για το οποίο τελικά δεν κατάφερα να εξασφαλίσω τα δικαιώματα. Ψάχνοντας για νέα μουσική, έπεσα πάνω στο Youth των Alive She Died. Το τραγούδι αυτό μου ξύπνησε μνήμες καλά κρυμμένες, μου δημιούργησε έντονα συναισθήματα και άρχισε να γεννά εικόνες από τα σχολικά μου χρόνια. Αυτές οι εικόνες συνέθεσαν τελικά το σύμπαν της ταινίας. Είχα, μάλλον, ανάγκη να ξαναθυμηθώ πώς ένιωθα στην εφηβεία μου – τότε που το συναίσθημα δεν είχε έλεγχο ούτε λογική.

Τι σας δυσκόλεψε στην πραγματοποίηση της ταινίας, τι σας έφερε μεγάλη χαρά ή τι σας εξέπληξε – θετικά ή αρνητικά;

Η παραγωγή της ταινίας ήταν μια συνεχής διαδικασία προσαρμογής – σε πρακτικό, καλλιτεχνικό, αλλά και ψυχικό επίπεδο. Χρειάστηκε να πάρω πολλές γρήγορες αποφάσεις, να αλλάζω πορεία διαρκώς, να ξανασκέφτομαι πράγματα που θεωρούσα δεδομένα. Αυτό από μόνο του ήταν πρόκληση, αλλά και πηγή μεγάλης χαράς, γιατί με έφερε σε επαφή με τον πυρήνα του ίδιου του σινεμά: το να δουλεύεις με ό,τι έχεις, με εφευρετικότητα και πίστη στους συνεργάτες σου.

Η ελληνική κινηματογραφική κοινότητα βρίσκεται σε αναβρασμό την τελευταία περίοδο. Πόσο αφορά αυτό τους/τις σκηνοθέτες της δικής σας γενιάς και ποια βήματα θα θεωρούσατε ως βελτίωση;

Ο κινηματογράφος δεν είναι ένα εφήμερο μέσο· είναι κάτι που μένει για πάντα. Αυτή η αιωνιότητα είναι που ανεβάζει την αξία του. Εμείς οι κινηματογραφιστές το γνωρίζουμε αυτό πολύ καλά – δυστυχώς όμως η πολιτεία και η κοινωνία συχνά δεν το αναγνωρίζουν και έτσι δεν μας στηρίζουν. Αυτή η στάση τους, κάνει τα πάντα εξαιρετικά απαιτητικά έως και αδιέξοδα κάποιες φορές. Χρειάζεται καλλιέργεια, κινηματογραφική παιδεία και κάπως έτσι θα έχουμε αποτέλεσμα, έστω και μακροπρόθεσμα.

Είναι οι πλατφόρμες και το streaming μια ευκαιρία για τη διανομή και προβολή της μικρού μήκους ταινίας; Ποιες άλλες λύσεις θα βλέπατε προκειμένου η μικρού μήκους ταινία να φτάσει σε περισσότερο κόσμο;

Είναι πλέον ξεκάθαρο ότι οι ταινίες μικρού μήκους λειτουργούν πολύ πιο αποτελεσματικά στις streaming πλατφόρμες από τις μεγάλου μήκους – τόσο λόγω της μικρής τους διάρκειας όσο και λόγω του τρόπου που το κοινό καταναλώνει περιεχόμενο σήμερα. Οι παραδοσιακές αίθουσες σπάνια δίνουν χώρο στη μικρή φόρμα, ενώ το streaming προσφέρει τη δυνατότητα οι ταινίες αυτές να φτάσουν σε πολύ ευρύτερο και ποικιλόμορφο κοινό. Ίσως αξίζει να ξανασκεφτούμε την προβολή μιας μικρού μήκους ταινίας πριν από μια μεγάλου – μια παλιά πρακτική που έχει σχεδόν ξεχαστεί, αλλά θα μπορούσε να επανέλθει ως ουσιαστικό κομμάτι της κινηματογραφικής εμπειρίας. Είναι ένας απλός, αλλά σημαντικός τρόπος να δοθεί χώρος στη μικρή φόρμα μέσα στο φυσικό της περιβάλλον: τη σκοτεινή αίθουσα.

Τι σημαίνει το Φεστιβάλ Δράμας για εσάς, αλλά και για το σημερινό κινηματογραφικό τοπίο; Τι προσδοκίες έχετε από τη νέα καλλιτεχνική διεύθυνση;

Είναι βέβαιο ότι η νέα, ανανεωμένη ομάδα του Φεστιβάλ είναι εξαιρετικά ικανή. Και είναι ακριβώς αυτό που αξίζει σ’ ένα φεστιβάλ με τόσο σημαντική ιστορία.

Τι κάνει μία ταινία μικρού μήκους… "μεγάλη";

Η μοναδικότητά της. Η ιδιαιτερότητά της. Το θάρρος να μην ακολουθεί τις τάσεις, αλλά να τις εφευρίσκει – ακόμα κι όταν το αποτέλεσμα δεν είναι τέλειο.

400 Κασέτες | Ηθοποιοί: Παναγιώτα Γιαγλή, Ελλη Γαλούση, Αργύρης Παυλίδης, Θάνος Κονιάρης, Μάκης Βλάχος, Φρόσω Γκάζα | Σκηνοθέτης: Θέλγια Πετράκη | Παραγωγός: Κώστας Ταγκαλάκης | Παραγωγός: Πάνος Παπαδόπουλος | Συμπαραγωγός Christopher ZItterbart | Συμπαραγωγός: Federico Pietra | Συμπαραγωγός: Πάνος Μπίσδας | Παραγωγή: Out of the Box - ΤοpSpot | Συμπαραγωγή: ΕΚΚΟΜΕΔ - ΕΡΤ Μικροφίλμ - ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΜΟΝ. Ε.Π.Ε. - WATCHMEN GMBH - AUTHORWAVE - STEFI PRODUCTIONS Διάρκεια: 14'

400 κασέτες πόστερ


Αναζητήστε περισσότερες πληροφορίες για το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Δράμας στο επίσημο site του, στην επίσημη σελίδα του στο Facebook, στο κανάλι του στο YouTube και στον επίσημο λογαριασμό του στο Instagram.


pirateland

Pirateland του Στέλιου Πετρόπουλου

Η ταινία

Στο τέλος της τουριστικής σαιζόν, μια οικογένεια Νορβηγών καταφθάνει σε μια πανσιόν στην περιοχή της Γραμβούσας στην Κρήτη, διεκδικώντας από τους Έλληνες οικοδεσπότες μια αυθεντική εμπειρία πειρατικής βίας. Η σχέση του Μάνου και του Τάσου, πατέρα και γιου, δοκιμάζεται, καθώς δυσκολεύονται να ικανοποιήσουν τις συνεχώς αυξανόμενες απαιτήσεις των τουριστών. Όταν το παιχνίδι ξεπερνά τα όρια, οι δυο τους αναγκάζονται να αντιδράσουν.

Ο σκηνοθέτης

Ο Σταύρος Πετρόπουλος γεννήθηκε στη Ζάκυνθο το 1984. Είναι απόφοιτος του τμήματος Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης και του τμήματος Media and Communications του Goldsmiths College (University of London). Το 2013 ίδρυσε την εταιρία παραγωγής ALASKA FILMS με τον Λεωνίδα Κωνστανταράκο. Ως σκηνοθέτης και παραγωγός έχει δημιουργήσει ποικίλα είδη οπτικοακουστικών έργων, συμπεριλαμβανομένων ταινιών μυθοπλασίας, ντοκιμαντέρ και τηλεοπτικών παραγωγών. Έχει συμμετάσχει σε διεθνή και εγχώρια κινηματογραφικά φεστιβαλ αποσπώντας διακρίσεις και βραβεία.

Εξι ερωτήσεις για το «Pirateland»:

Πώς επιλέξατε το θέμα της ταινίας σας, ποια ήταν η αρχική ιδέα, ποια η ανάγκη να αφηγηθείτε αυτή την ιστορία;

Μεγάλωσα σε ένα ελληνικό νησί και είδα από κοντά τη σταδιακή του αλλοίωση από τον τουρισμό. Οι άλλοτε άδειες, όμορφες ακτογραμμές και τα βουνά γέμισαν ξενοδοχεία και ενοικιαζόμενα. Οι παραδόσεις και τα έθιμα μεταμορφώθηκαν σε κάτι εύπεπτο, σχεδιασμένο για να καταναλωθεί από επισκέπτες. Η φροντίδα και η φιλοξενία έδωσαν τη θέση τους σε μια πιο κερδοσκοπική λογική. Όσο ένιωθα να χάνεται κάτι οικείο, τόσο πιο έντονα γεννιόταν μέσα μου η ανάγκη να αναζητήσω ό,τι είχε απομείνει "ανέγγιχτο". Στην πορεία όμως συνειδητοποίησα ότι κι αυτή η αναζήτηση — για το αυθεντικό, το «πραγματικό» — μπορεί εύκολα να γίνει κι αυτή μια μορφή κατανάλωσης. Αντί να πηγαίνω στο νησί μου, άρχισα να επιλέγω για διακοπές τα λίγα νησιά που διατηρούσαν ακόμα κάτι αγνό. Και ύστερα τα έβλεπα κι αυτά να αλλάζουν. Σαν να συμμετείχα χωρίς να το θέλω σε αυτό που ήθελα να προστατεύσω. Αυτή η αντίφαση — ανάμεσα στην οικειότητα και τη συνενοχή — είναι το σημείο απ’ όπου ξεκίνησε το Pirateland.

Τι σας δυσκόλεψε στην πραγματοποίηση της ταινίας, τι σας έφερε μεγάλη χαρά, ή τι σας εξέπληξε - θετικά ή αρνητικά;

Μια από τις βασικές δυσκολίες που αντιμετωπίσαμε ήταν ότι το κάστινγκ των Νορβηγών ηθοποιών ολοκληρώθηκε ελάχιστα πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα. Αυτό σήμαινε πως η γνωριμία μας και οι πρόβες έπρεπε να συμβούν σχεδόν ταυτόχρονα με τα γυρίσματα, κάτι που αναπόφευκτα δημιούργησε πίεση. Παρ’ όλα αυτά, στάθηκα πολύ τυχερός. Η προθυμία και ο επαγγελματισμός τους — αλλά και η αβίαστη, σχεδόν απρόσμενη χημεία που ανέπτυξαν με τους Έλληνες ηθοποιούς — οδήγησαν σε μια δυναμική που ξεπέρασε κάθε μου προσδοκία.

Η ελληνική κινηματογραφική κοινότητα βρίσκεται σε αναβρασμό την τελευταία περίοδο. Πόσο αφορά αυτό τους/τις σκηνοθέτες της δικής σας γενιάς και ποια βήματα θα θεωρούσατε ως βελτίωση;

Ο αναβρασμός έρχεται ως αντίδραση στη βαθιά δυσλειτουργική κατάσταση στην οποία βρίσκεται η ελληνική κινηματογραφία αυτή τη στιγμή. Και, όπως είναι αυτονόητο, αφορά όλους τους δημιουργούς, ανεξαρτήτως ηλικίας ή εμπειρίας. Είναι γνωστό πως η Ελλάδα κατατάσσεται διαχρονικά στις τελευταίες θέσεις της Ευρώπης όσον αφορά τη δημόσια χρηματοδότηση για τον κινηματογράφο. Δεν το λέω από διάθεση σύγκρισης ή ανταγωνισμού με άλλες χώρες· απλώς δεν μπορώ να αγνοήσω την αντίφαση ανάμεσα σε αυτό το στατιστικό και το εθνικό αφήγημα που θέλει την Ελλάδα “χώρα του πολιτισμού”. Αν θέλουμε οι Έλληνες και οι Ελληνίδες σκηνοθέτες να συνεχίσουν να φτιάχνουν ελληνικές ταινίες, αυτό το τοπίο πρέπει να αλλάξει.

Είναι οι πλατφόρμες και το streaming μια ευκαιρία για τη διανομή και προβολή της μικρού μήκους ταινίας; Ποιες άλλες λύσεις θα βλέπατε προκειμένου η μικρού μήκους ταινία να φτάσει σε περισσότερο κόσμο;

Το streaming και οι πλατφόρμες προσφέρουν — χωρίς αμφιβολία — ευκαιρίες για τη μικρού μήκους ταινία, ειδικά, επειδή αποτελούν έναν από τους ελάχιστους τρόπους για να ζήσει το είδος έξω από το φεστιβαλικό κύκλωμα. Παρ’ όλα αυτά, δεν βλέπω γιατί να μη διεκδικούμε και μια μεγαλύτερη παρουσία στις κινηματογραφικές αίθουσες. Όχι μόνο ως συνοδευτικό υλικό πριν από ταινίες μεγάλου μήκους, αλλά και μέσα από επιμελημένα blocks μικρού μήκους — προγράμματα με θεματική συνοχή, σωστή προώθηση και την προβολή που τους αξίζει.

Τι σημαίνει το Φεστιβάλ Δράμας για εσάς, αλλά και για το σημερινό κινηματογραφικό τοπίο; Τι προσδοκίες έχετε από τη νέα καλλιτεχνική διεύθυνση;

Αυτή θα είναι η πρώτη μου συμμετοχή στο Φεστιβάλ Δράμας ως σκηνοθέτης, και ανυπομονώ πραγματικά. Νιώθω πως δεν είναι καθόλου τυχαίο που το Φεστιβάλ θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα για τη μικρού μήκους ταινία στην Ευρώπη. Με 48 χρόνια ιστορίας στην πλάτη του, έχει συμβάλλει ουσιαστικά στη χαρτογράφηση του σύγχρονου ελληνικού σινεμά και στη στήριξη νέων δημιουργών. Είμαι σίγουρος πως και η νέα καλλιτεχνική διεύθυνση θα κάνει ό,τι μπορεί για να συνεχίσει — και να εξελίξει — αυτό το έργο.

Τι κάνει μία ταινία μικρού μήκους... μεγάλη;

Όπως και στη μεγάλου μήκους, έτσι και στη μικρού μήκους ταινία, αυτό που με ενθουσιάζει περισσότερο είναι όταν νιώθω πως οι δημιουργοί της είχαν πραγματική ανάγκη να πουν κάτι — κάτι που, αν δεν το έλεγαν, θα “έσκαγαν”. Με άλλα λόγια, αυτό που κάνει μια ταινία «μεγάλη» δεν είναι ούτε η διάρκεια, ούτε το είδος, ούτε το budget, αλλά η αλήθεια που κουβαλά μέσα της. Η ειλικρίνεια και το βάθος της πρόθεσης.

Pirateland | Πρωταγωνιστούν: Κώστας Κορωναίος, Μαριάνθη Παντελοπούλου, Αστέρης Ριμαγμός Ρήγας, Aslag Guttormsgaard, Marian Ηole, Lea Meyer | Παραγωγός Λεωνίδας Κωνστανταράκος (Alaska Films, GR) | Συμπαραγωγοί Stephane Marchal (Yukunkun Productions, FR), Silje Baer (Ferdi Film, NOR) | Σκηνοθέτης Σταύρος Πετρόπουλος | Σεναριογράφος Γιώργος Τελτζίδης | Διευθ. Φωτογραφίας Γιώργος Κουτσαλιάρης | Μοντάζ Στάμος Δημητρόπουλος | Ηχητική Επεξ/σία & Μίξη Ήχου Στέλιος Κουπετώρης | Διευθ. Παραγωγής Μανόλης Κριτσωτάκης | Βοηθός Δ. Παραγωγής Γιώργος Τσακίρης | A' Βοηθός Σκηνοθέτη Γιώργος Μπόγδανος | Σκηνογράφοι (Rectifier) Μαίρη Μαρμαρινού, Ιωάννα Παπαδόγιαννη | Ενδυματολόγος Γεωργία Μπούρα | Βοηθός Ενδυματολόγου Κυράννα Γκιόκα | Focus Puller Βαγγέλης Κασαπάκης | Β' Βοηθός Οπερατέρ/DIT Ελένη Λόλα | Ηλεκτρολόγος Ηρακλής Μητρόπουλος | Βοηθός Ηλεκτρολόγου Χάρης Πουρνιάς | Μακενίστας Σταμάτης Καρναβάς | Ηχολήπτης Ιάσων Θεοφάνου | Boom Operator Γιώργος Αλεξανδρόπουλος | Make-up/Hair Stylist Ιωάννα Λυγίζου | Φροντιστής Χριστόφορος Καρτάλος | Location Scouting Πέτρος Χυτήρης, Μανώλης Κανδανολέων | Casting Σοφία Δημοπούλου | Βοηθοί Παραγωγής Κωνσταντίνος Παναγιωτόπουλος, Πέτρος Κουβούσης, Χριστόφορος Καραμπίνης | Διεύθυνση Παραγωγής 2nd Unit Σπύρος Καρακώστας | Β. Σκηνογράφου/Ενδυματολόγου 2nd Unit Νίκος Ρούβαλης | Βοηθός Παραγωγής 2nd Unit Νίκος Ρήγας | Βοηθός Παραγωγής 2nd Unit Νίκος Κουρομπίνας | Norwegian Delegate Eline Hegna | Συντονισμός Παραγωγής Ολυμπία Καλτσά | Συνεργάτες Παραγωγοί Σοφία Δημοπούλου, Στέλιος Κουπετώρης, Πέτρος Χυτήρης

pirateland


Αναζητήστε περισσότερες πληροφορίες για το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Δράμας στο επίσημο site του, στην επίσημη σελίδα του στο Facebook, στο κανάλι του στο YouTube και στον επίσημο λογαριασμό του στο Instagram.