Οταν λίγα χρόνια πριν κυκλοφόρησε η ταινία του Χόλγκερ Τάπε, «Happy Family», έμοιαζε σαν ένα κακέκτυπο του «Hotel Transylvania» χωρίς να εξηγεί ούτε στο ελάχιστο γιατί τα best seller βιβλία του βραβευμένου με Διεθνές Βραβείο Emmy Γερμανού σεναριογράφου και συγγραφέα Ντέιβιντ Σάφιερ ήταν τόσο αγαπητά στο κοινό. Πέντε χρόνια μετά, και χωρίς κανείς να το ζητήσει, έρχεται ένα σίκουελ που μπορεί να δείχνει τουλάχιστον καλύτερο οπτικά, μιας και το budget φαίνεται να έχει μεγαλώσει, αλλά παραμένει το ίδιο ανέμπνευστο και βαρετό ως το τέλος.

Οταν η Μπάμπα Γιάγκα και ο Ρέινφιλντ γίνονται ο στόχος της κυνηγού τεράτων Μίλα Σταρ, τα μέλη της οικογένειας Γουίσμποουν μεταμορφώνονται σε τέρατα για μία ακόμα φορά. Ετσι, ο μπαμπάς Φρανκεστάιν, η μαμά Βρικόλακας, η κόρη Μούμια και ο γιος Λυκάνθρωπος ταξιδεύουν σε όλο τον κόσμο για να σώσουν τους φίλους τους, να κάνουν νέες «τερατώδεις» γνωριμίες και να συνειδητοποιήσουν ότι κανείς δεν είναι τέλειος. Κι αυτό είναι εντάξει!

Το animation έχει αναβαθμιστεί από τις δύσκαμπτες και πιο απαρχαιωμένες τεχνικές της πρώτης ταινίας και δείχνει τουλάχιστον ανεκτό, όμως το χιούμορ (ή μάλλον η έλλειψή του) παραμένει η αχίλλειος πτέρνα και αυτής της δεύτερης ταινίας. Τα αστεία τα ψάχνεις με το μεγεθυντικό φακό, και όταν καταφέρεις να βρεις έστω κι ένα μέσα από μια σωρεία αποτυχημένων gags το μόνο που μπορούν προσφέρουν είναι ένα βαρετό μειδίαμα.

Φυσικά πίσω από την «περιπετειώδη» πλοκή κρύβονται για άλλη μια φορά πιο σοβαρά θέματα και μηνύματα όπως το «τι κάνει μια οικογένεια ευτυχισμένη», το «να αγαπάς τον εαυτό σου όπως είναι» και «κανείς δεν είναι τέλειος» - όλα μοιάζουν να χάνονται κάτω από μια ανούσια πλοκή και ένα μάλλον ρηχό σενάριο το οποίο δεν μπορεί να εκμεταλλευτεί στο ελάχιστο τα όσα θέλει να πει. Ακόμα και η συναισθηματική περιπέτεια της οικογένειας για να βρει την ευτυχία της δεν είναι τόσο πειστική, με το χαρούμενο φινάλε να μοιάζει σαν να μην της αξίζει πραγματικά.

Μια ακόμα ταινία η οποία σίγουρα δεν θα σας κάνει να βγείτε, ούτε εσείς ούτε τα παιδιά που συνοδεύετε, περισσότερο «χαρούμενοι» από την αίθουσα.