Η ταινία «Δουνκέρκη» ξεκινά, ενώ εκατοντάδες χιλιάδες στρατιώτες των Βρετανών και των Συμμάχων είναι περικυκλωμένοι από δυνάμεις του εχθρού. Παγιδευμένοι στην παραλία, με τις πλάτες τους στην θάλασσα έρχονται αντιμέτωποι με μια ανέφικτη κατάσταση, καθώς ο εχθρός πλησιάζει. Η ιστορία ξεδιπλώνεται στη στεριά, στη θάλασσα και στον αέρα. Αεροπλάνα spitfires της RAF (Βασιλικής Πολεμικής Αεροπορίας της Μεγάλης Βρετανίας) έρχονται αντιμέτωπα με τον εχθρό πάνω από το Κανάλι προσπαθώντας να προστατεύσουν τους ανυπεράσπιστους άνδρες στην στεριά. Την ίδια στιγμή, εκατοντάδες μικρές βάρκες επανδρωμένες με απλούς πολίτες και στρατιώτες κάνουν μια απέλπιδα προσπάθεια, με κίνδυνο της ζωής τους, σε μια μάχη ενάντια στο χρόνο, προσπαθώντας να σώσουν έστω και ένα μέρος του στρατού τους.

Σχεδόν εξ ορισμού, μια πολεμική ταινία αφηγείται μια ίσως δύσκολη, επώδυνη αιματοβαμμένη, μα μεγαλειώδη νίκη, μια ηρωική επέλαση, ένα παράδειγμα ανδρείας και μεγαλοπρέπειας. Την επιβεβαίωση της δύναμης και τους σθένους, την δικαίωση ενός αγώνα, μιας πατρίδας, κάποιων ιδανικών. Η «Δουνκέρκη» του Κρίστοφερ Νόλαν, είναι η εξιστόρηση μιας ήττας, μιας υποχώρησης, μιας σχεδόν πανωλεθρίας, που όμως δοξάζει ένα διαφορετικό σθένος και μια σειρά από άλλα ιδανικά. Οχι αυτά μιας χώρας ή μιας «εθνικής αποστολής», μα των ανθρώπων, της προσωπικής τους ηθικής. Και κάπως έτσι ο Νόλαν κατορθώνει να κάνει το ακριβώς αντίθετο μιας πολεμικής ταινίας και μαζί ένα επικό φιλμ που κρατά την απεικόνιση των μαχών, της στρατηγικής και των ελιγμών στο περιθώριο, αλλά κατορθώνει να φέρει όλη την αγωνία και τον αντίκτυπο μιας παράλογης και απόλυτα σκληρής συνθήκης, στο προσκήνιο.

Το φιλμ του Νόλαν χτίζεται με εξαιρετική ευφυία κι απόλυτα αφαιρετικά, μα ολοκληρωτικά έντονα, πάνω σε τρεις άξονες. Τρεις αφηγηματικές γραμμές που κυλούν παράλληλα για να ενωθούν στο ίδιο χρονικό σημείο. Ο «Μωλος» ορίζει τον τόπο των νικημένων στρατιωτών που περιμένουν την απομάκρυνσή τους από τις Γαλλικές ακτές, την απελπισία απέναντι στις επιδρομές των γερμανικών αεροπλάνων, την αγωνία τους μπροστά στην απουσία των πλοίων που θεωρητικά θα τους μεταφέρουν στην σωτηρία. Στη «Θάλασσα», ο ιδιοκτήτης ενός μικρού πλοιαρίου ξεκινά από το Ντόβερ μαζί με τον γιο του και ένα ακόμη αγόρι για να φτάσει στην Γαλλία προκειμένου να σώσει όσους μπορεί. Ενας μόνο από τους εκατοντάδες βρετανούς που έκαναν το ίδιο. Και στον «Αέρα», ένας πιλότος με χαλασμένο τον δείκτη του ντεπόζιτου καυσίμων, θα πολεμήσει για να αναχαιτίσει τα αεροπλάνα που χτυπούν τους στρατιώτες στην ακτή.

Εναλλάσσοντας την δράση ανάμεσα σε αυτούς τους πόλους, η «Δουνκέρκη» δεν χτίζει το πορτρέτο τριών ηρώων αφού το φιλμ δεν έχει καν έναν τυπικό «ήρωα» με οποιαδήποτε σημασία της λέξης, κάποιον που θα οδηγήσει τους θεατές στην πολυπόθητη λύτρωση, μα περιγράφει το ένστικτο, την αγωνία της επιβίωσης, την δύναμη του «καθήκοντος», την ίδια την ανθρωπιά. Και κάπως έτσι το φιλμ βρίσκει με τον δικό του τρόπο την ηρωική πτυχή μιας πολεμικής ταινίας, όχι όμως επευφημώντας νικητές ή χτίζοντας θρύλους μα δοξάζοντας τον άνθρωπο στο πιο βαθύ, ουσιώδες κύτταρο του.

Παράλληλα το φιλμ του Νόλαν δοξάζει την ίδια την τέχνη και την τεχνική του σινεμά, αγγίζοντας το μεγαλειώδες μέσα από μια κινηματογραφική σύνθεση που δεν προσπαθεί ποτέ να εντυπωσιάσει με εύκολους τρόπους. Κι όμως οι εικόνες του είναι συναρπαστικές, η αγωνία του σχεδόν χειροπιαστή, η ένταση ασφυκτική και η συναισθηματική φόρτιση αμείωτα παρούσα, από το πρώτο ως το τελευταίο λεπτό. Η «Δουνκέρκη» έχει τον αέρα ενός σινεμά που είναι αυτοστιγμεί κλασικό μα και ταυτόχρονα απόλυτα σύγχρονο στον τρόπο που κοιτάζει την Ιστορία, την ιστορία του, τους χαρακτήρες και στο δρόμο που επιλέγει για να συνθέσει από τα υλικά του κάτι τόσο σπουδαίο. Μια ταινία που χτίζει πάνω σε μια ήττα έναν κινηματογραφικό θρίαμβο και που κατορθώνει να επαναπροσδιορίσει τον τρόπο που ορίζεις την ίδια την έννοια του ηρωισμού και της νίκης. Ακόμη και μπροστά στο πρόσωπο μιας αληθινής τραγωδίας.

Διαβάστε ακόμη: To Flix βάζει τις ταινίες του Κρίστοφερ Νόλαν στη (σωστή) σειρά