Για όσους έχουν έστω και μια αμυδρή γνώση πάνω στην ομώνυμη, εξωφρενικά δημοφιλή σειρά ιαπωνικών manga κόμικ των Τσουγκούμι Ομπα και Τακέσι Ομπάτα, ή τις πολυάριθμες anime, live action, λογοτεχνικές, τηλεοπτικές και κινηματογραφικές ενσαρκώσεις της που δεν έχουν πάψει να βομβαρδίζουν τη Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου από το 2003 μέχρι σήμερα, η υπόθεση της δυτικής εκδοχής του «Death Note» που υπογράφει ο Ανταμ Γουίνγκαρντ είναι λίγο-πολύ οικεία.

Ενα μυστηριώδες σημειωματάριο πέφτει κυριολεκτικά από τον ουρανό στα χέρια του Λάιτ Τέρνερ, ενός έφηβου μαθητή που σύντομα ανακαλύπτει ότι μπορεί να σκοτώσει όποιον επιθυμεί, και σχεδόν όπως το επιθυμεί, αρκεί να γνωρίζει το πρόσωπό του και να γράψει το όνομά του στις σελίδες του – κι όλα αυτά υπό το άγρυπνο βλέμμα και την ενίοτε παραπλανητική καθοδήγηση ενός χαιρέκακου δαίμονα ονόματι Ριούκ. Επειτα από μια πρώτη παρορμητική χρήση των νεοαποκτηθέντων δυνάμεών του για προσωπικούς λόγους, ο Λάιτ αποφασίζει να χρησιμοποιήσει το μακάβριο τετράδιο ως μέσο για να εξαγνίσει τον κόσμο από τους εγκληματίες και τους κάθε λογής εκμεταλλευτές των αδυνάτων. Αγνοώντας τις επιπτώσεις και ελισσόμενος ανάμεσα στους περίπλοκους κανόνες που διέπουν τη λειτουργία των φονικών σελίδων, σύντομα θα μετατραπεί σε έναν αγνώστου ταυτότητας αλλά διεθνούς φήμης εκδικητή, αποκτώντας άσπονδους εχθρούς αλλά και φανατικούς οπαδούς – μαζί και μια αποφασισμένη σύμμαχο στο πρόσωπο της γοητευτικής νεαράς με την οποία μοιράζεται το μυστικό του.

Death Note 424

Δημιουργός του μεταμοντέρνου slasher «You’re Next» και του ακόμα πιο απολαυστικού θρίλερ «The Guest», ο Ανταμ Γουίνγκαρντ έκανε το πρώτο του πραγματικό ατόπημα με το πρόσφατο, απρόσμενο και μάλλον αχρείαστο σίκουελ του «Blair Witch Project», όχι όμως πριν επιδείξει μια αξιοζήλευτη ικανότητα να παντρεύει ετερόκλητες κινηματογραφικές αναφορές και ποπ κουλτούρα σε απενοχοποιημένα ποτ πουρί με b-movie καταβολές και mainstream φιλοδοξίες. Η ίδια πολυσυλλεκτικότητα τον γλιτώνει εδώ κι από τις έντονες διαμαρτυρίες για το διαβόητο whitewashing που συνόδευσαν το δυτικό αυτό «Death Note» πριν καν ακόμα ολοκληρωθεί: Ο Γουίνγκαρντ οραματίζεται τη δική του διασκευή λιγότερο ως μια δουλοπρεπή υπόκλιση στην τόσο χαρακτηριστικά ιαπωνική manga μυθολογία και αισθητική, και περισσότερο ως ένα εκτροχιασμένο ρομάντζο ανάμεσα σε δύο έφηβους μεθυσμένους από τη θανάσιμη εξουσία τους και τη σχεδόν «θεϊκή» υπόσταση που αποκτούν.

Την ίδια στιγμή, όμως, που το «Death Note» ακροβατεί ριψοκίνδυνα και εθιστικά ανάμεσα σε μακιαβελικά ηθικά διλήμματα, αιματοβαμμένα ξεσπάσματα, στυλιζαρισμένα slow motion και ’80s μπαλάντες, ο σεναριακός του άξονας κινδυνεύει ανά πάσα στιγμή να ξεβιδωθεί από έναν φρενήρη ρυθμό επιβεβλημένο σε μεγάλο βαθμό από την υποχρέωση των σεναριογράφων να συμπεριλάβουν όσο το δυνατόν περισσότερα στοιχεία και ανατροπές από μια πρωτότυπη ιστορία που εμφανώς χρειαζόταν περισσότερο χρόνο για να αναπνεύσει και να αναπτυχθεί πειστικά – ακόμα και στο πλαίσιο του φανταστικού σινεμά στο οποίο ανήκει.

Παρά τα πολυάριθμα προαναφερθέντα slow motion, η ταινία μοιάζει στην πραγματικότητα να κινείται σε fast forward, με τη μία σκηνή να διαδέχεται την άλλη, χωρίς να έχεις προλάβει να χωνέψεις την προηγούμενη, και την αρχικά ιντριγκαδόρικη ιδέα να δίνει γρήγορα τη θέση της σε ένα ιλιγγιώδες ανθρωποκυνηγητό ανάμεσα στον Λάιτ και τη νέμεσή του, έναν εξίσου νεαρό και προβληματικό ντετέκτιβ με το αινιγματικό όνομα L.

Death Note 424

Είναι πραγματικά απορίας άξιο πώς το Netflix δεν αποφάσισε να δώσει στο «Death Note» ένα ενδεχομένως πιο βολικό επεισοδιακό φορμά από εκείνο μιας μεγάλου μήκους ταινίας που φαντάζει σαν περίληψη από την οποία λείπουν σημαντικά συστατικά για την πορεία των χαρακτήρων και τα κίνητρα των ακραίων τους πράξεων και αποφάσεων.

Αν ο Γουίνγκαρντ θα καταφέρει να ξανακερδίσει τις ισορροπίες και το έδαφος που έχασε με αυτές τις δύο τελευταίες του απόπειρες, αυτό είναι κάτι που μένει να φανεί με τις επόμενες, ακόμα πιο φιλόδοξες (κι επίσης ασιατικών καταβολών) σκηνοθετικές του προσπάθειες, με το ριμέικ του «I Saw the Devil» και την κολοσσιαία αναμέτρηση του «Godzilla vs. Kong».

[H ταινία προβάλλεται στο Netflix με ελληνικούς υπότιτλους]