Οπως εξελίσσεται η καριέρα του Γάλλου σεναριογράφου και σκηνοθέτη ιδιοσυγκρασιακών δημιουργιών, όλο και μας πείθει ότι είναι ένας έξυπνος καλλιτέχνης που ενθουσιάζεται με μια ιδέα του αλλά δεν τον απασχολεί η ολοκλήρωσή της. Ξεκινώντας τη φήμη του από το «Rubber», μια ταινία για μια ρόδα, συνεχίζοντας με το «Mandibules», μια ταινία για μια μύγα, έφτασε φέτος στη «Δεύτερη Πράξη», μια ταινία για ένα... τράβελινγκ, που άνοιξε το Φεστιβάλ Καννών, περνώντας ενδιάμεσα από το «Απίστευτο κι Ομως Αληθινό», μια ταινία για τις σωστές και λάθος επιλογές, την πιο ουσιαστική του, και το «Νταααααλί!», με ελληνική πρεμιέρα στο φετινό Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου, που σε ξαφνιάζει, σε συναρπάζει και σε προσγειώνει ήδη από τα πρώτα πέντε λεπτά του.
Ο σκελετός του σεναρίου είναι υποτυπώδης, μια νεαρή, άπειρη Γαλλίδα δημοσιογράφος επιχειρεί πεισματικά να πάρει συνέντευξη από τον μετρ, τον Σαλβαντόρ Νταλί, όσο εκείνος ακκίζεται, προσβάλλεται, επιβάλλεται, δίπλα στην Γκαλά, πάνω από το ίδιο του το έργο. Εξι τα «α» στο όνομά του στον (πρωτότυπο) τίτλο, πέντε οι ηθοποιοί που τον ενσαρκώνουν, κάποιες φορές περισσότεροι και μέσα στην ίδια σεκάνς, από τον Ζιλ Λελούς, τον Ζονατάν Κοέν και τον Εντουάρ Μπερ, ως τον Πίο Μαρμάι και τον Ντιντιέ Φλαμάν.
Για τον διασημότερο σουρεαλιστή καλλιτέχνη, ο Ντουπιέ κάνει μια ταινία κυβιστική: όλες οι φάσεις του χρόνου, όλες οι περίοδοι του ζωγράφου, η πραγματικότητα, η φαντασία, τα όνειρα και το τίποτα παίζουν όλα μαζί, δημιουργώντας μια διακεκομμένη αφήγηση, όπως θα την ήθελε, ας πούμε, σχηματικά, ο Γκοντάρ, αλλά μόνο γι' αστείο, για την αλητεία, χωρίς αυτό να προσφέρει κάτι στην ουσία της ταινίας. Οι Νταλ-οί διαδέχονται ο ένας τον άλλο, σε μια σάτιρα της καλλιτεχνικής έπαρσης και της υποκρισίας, μ' ένα χιούμορ και πάλι όχι σουρεαλιστικό, αλλά περισσότερο του παραλόγου.
Τα κάδρα που φτιάχνει ο Ντουπιέ είναι πανέμορφα και γεμάτα έμπνευση, με λεπτομέρειες (ή όχι τόσο λεπτομέρειες) αναφοράς σε πίνακες του ζωγράφου αλλά και κινηματογραφικές και λατρευτικές, ενώ μέσα σ' αυτό το σύμπαν η Αναΐς Ντεμουστιέ ως δημοσιογράφος είναι αταίριαστα βγαλμένη από γαλλική κομεντί της αδεξιότητας. Η ταινία είναι σίγουρα διασκεδαστική, σχεδόν... σχολαστικά ευρηματική, όμως πολύ γρήγορα η ευρηματικότητα γίνεται αυτοσκοπός του Ντουπιέ, όπως, άλλωστε, σε όλες τις ταινίες του κι εσύ νιώθεις ότι έμεινες μ' ένα εξυπνακίστικο αντίγραφο έργου τέχνης που δεν σε πήρε ποτέ στα σοβαρά.