Με εξαίρεση το «Annette» του Λεός Καράξ το 2021, το σερί γαλλικού σινεμά στην έναρξη του Φεστιβάλ Καννών μετράει το στα όρια «Jeanne du Barry» της Μαιγουέν το 2023 και μια (ανεκδιήγητη - κυριολεκτικά και μεταφορικά) ταινία για το σινεμά, το «Coupez!» του Μισέλ Χαζαναβίσιους το 2022.
Φέτος ακόμη μια γαλλική ταινία για το σινεμά παίρνει σειρά, αυτή τη φορά από τον Κεντέν Ντουπιέ που αν δεν τον ξέρετε δεν χάνετε και κάτι ιδιαίτερο, αν τον ξέρετε θα είναι γιατί είναι υπερπαραγωγικός (μετράει ήδη 13 ταινίες μεγάλου μήκους από το 2007 και μετά), γιατί ίσως είδατε το «Απίστευτο κι όμως Αληθινό», τη μοναδική ταινία του που βγήκε στην Ελλάδα ή θα δείτε σύντομα (στις αρχές Ιουνίου) το το «Daaaaaali!», την προτελευταία του ταινία πριν από τη «Δεύτερη Πράξη».
Η «Δεύτερη Πράξη» θέλει - και εντάξει ίσως είναι - meta, με την έννοια της ταινίας που μιλάει για μια ταινία που τελικά μιλάει για μια άλλη ταινία και όλα αυτά σε ένα παιχνίδι πραγματικότητας και μυθοπλασίας που διαρκεί από το πρώτο μέχρι το ευτυχώς μόλις 80 της λεπτό. Και είναι, για όσους έχουν δει παραπάνω Ντουπιέ (το «Λάστιχο» του 2010 ή το «Mandibules» του 2020 ή «Yannick» του 2023) ακριβώς μια ταινία του Κεντέν Ντουπιέ: μια απίθανη ιδέα που εξαντλείται στα πρώτα 15 λεπτά της ταινίας φτάνοντας ασθμαίνοντας στο φινάλε χωρίς να έχει να προσθέσει τίποτα περισσότερο από μια μικρού μήκους που πήρε διάρκεια χωρίς να τη χρειάζεται.
[Αν και λίγοι θα ενδιαφερθούν, ακολουθούν spoilers που χαλάνε την ίσως μοναδική έκπληξη της ταινίας. Οπότε διαβάζετε με δική σας ευθύνη, αν και η ταινία - για την ώρα - δεν έχει αγοραστεί για διανομή στην Ελλάδα.]
Ο Νταβίντ προσπαθεί να πείσει τον φίλο του, Γουίλις, να την πέσει στην κοπέλα που τον έχει ερωτευτεί, επειδή ο ίδιος δεν είναι ερωτευμένος, ενώ αυτή νομίζει ότι έχει βρει τον άντρα της ζωής της. Η Φλοράνς, αγνοώντας τις προθέσεις του καλού της, ετοιμάζει μια γνωριμία με τον πατέρα της που θα οδηγήσει και τους τέσσερις σε ένα diner στη μέση του πουθενά με το όνομα «Le Deuxième Acte», εκεί όπου τίποτα πλέον δεν είναι δεδομένο…
Ο,τι ξεκινάει σαν μια χαζό-ρομαντική κομεντί, αντιλαμβάνεσαι γρήγορα πως είναι το γύρισμα μιας ταινίας, όπου οι διάσημοι ηθοποιοί που πρωταγωνιστούν προσπαθούν να διαχειριστούν τα εγώ τους, τη νέα εποχή της πολιτικής ορθότητας, την cancel culture, το ρατσισμό, την ομοφοβία, το στρες και πολλά άλλα, διακόπτωντας διαρκώς το γύρισμα. Όμως δεν υπάρχει κανείς για να τους σταματήσει, κανείς για να φωνάξει «cut», σε μια ροή σαν (και κυριολεκτικά) μονοπλάνο που συνεχίζεται σαν να μπαινοβγαίνει από την πραγματικότητα και τη μυθοπλασία και το ανάποδο.
Κάποια στιγμή αποκαλύπτεται πως βρισκόμαστε στα γυρίσματα μιας ταινίας που έχει γραφτεί και σκηνοθετείται από Τεχνητή Νοημοσύνη. Και έτσι, κάπως όλα αρχίζουν να παίρνουν άλλο νόημα, όταν ακόμη μια ανατροπή αποκαλύψει πως και οι σκηνές που νόμιζες ότι είναι εκτός ρόλου βρίσκονται μέσα στο σενάριο. Κάπου εκεί τελειώνει και η ταινία του Κεντέν Ντουπιέ, αφού για πολλή ώρα έχει προσπαθήσει (για να είμαστε και γενναιόδωροι κάτι μικρό έχει καταφέρει) να ψελλίσει ένα-δύο πράγματα πάνω στη νέα εποχή της βιομηχανίας του θεάματος και στη φενάκη της πολυδιαφημισμένης μαγείας του σινεμά.
Αστεία που πέφτουν στο κενό από την άσκοπη επανάληψη τους, σκηνές - παγίδες που θέλουν να σε φέρουν υπόλογο μπροστά σε σοβαρά θέματα όπως το #MeToo, η αυτοδιάθεση, η γυναικεία χειραφέτηση, ακόμη και η επιληψία σε ένα μενού ελαφρού κοινωνικού σχολίου και ένα φτηνό αν και τεχνικά άρτιο στιλιζάρισμα που ακουμπάει πάνω στην ίδια την κατασκευή της εικόνας και στην αντανάκλαση της στο θεατή, είναι μόνο μερικά από τα στοιχεία που καταδικάζουν τη «Δεύτερη Πράξη» σε μια ατελέσφορη απόπειρα για μια ταινία κόνσεπτ που θα μπορούσε να αποτελέσει καθρέφτη της νέας τάξης πραγμάτων.
Τώρα στέκει μόνο ως μια υπενθύμιση για σπουδαίους ηθοποιούς που φέρνουν εις πέρας ακόμη και την πιο ασχημάτιστη ιδέα (εξαιρετικοί και λίγα λέμε η Λέα Σεϊντού, ο Βενσάν Λεντόν, ο Λουί Γκαρέλ, ο Ραφαέλ Κενάρ και ο σπουδαίος Μανουέλ Γκιγιό) και για ταινίες που αναλώνονται σε ιδέες και γαλλικές meta-φιλοσοφίες, χωρίς να τολμούν να πάνε βαθύτερα: εκεί όπου όντως η πραγματικότητα και η μυθοπλασία συνυπάρχουν στην ίδια ακριβώς σκηνή, εκεί όπου οι ταινίες που μιλάνε για το σινεμά είναι πραγματικά μαγικές και το Φεστιβάλ Καννών δεν χρειάζεται να αποθεώνει διαρκώς το σινεμά της χώρας του όταν ακόμη και το ίδιο πλανάται οικτρά για τo βαρυσήμαντο της ύπαρξης του.
Ευχαριστούμε την Aegean Airlines για τη βοήθεια πραγματοποίησης του ταξιδιού στο 77ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών.