«Ισως τελικά αυτό που κατακτά κανείς στη ζωή δεν είναι τίποτε άλλο παρά η προσπάθεια να ανακτήσει την παιδικότητα του». Με αυτό το φαινομενικά απλό, αλλά πολλαπλών αναγνώσεων τσιτάτο του Τεοντόρ Αντόρνο αρχίζει το «Ο Μπαμπάς Μου», πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του κοσοβαρικής καταγωγής κι εγκατεστημένου στη Γερμανία σκηνοθέτη Βίσαρ Μορίνα, η οποία κέρδισε το Βραβείο Σκηνοθεσίας στο φεστιβάλ του Κάρλοβι Βάρι το 2015 (μεταξύ πολλών άλλων διακρίσεων) κι αποτέλεσε την επίσημη πρόταση του Κοσόβου για το Ξενόγλωσσο Όσκαρ της ίδιας χρονιάς. Πρωταγωνιστής της δε θα μπορούσε παρά να είναι ένα παιδί. Ο πρωτότυπος τίτλος της ταινίας, άλλωστε, σημαίνει Μπαμπά στα κοσοβάρικα, διατυπωμένος περισσότερο σαν έκκληση και κραυγή παρά στην ονομαστική του πτώση.
Στο Κόσοβο των αρχών της δεκαετίας του 90, αρκετά χρόνια πριν από την εμφύλια διαμάχη με τη Σερβία που ρήμαξε την περιοχή, ο δεκάχρονος Νόρι ζει μαζί με τον πατέρα του Γκεσίμ πουλώντας λαθραία τσιγάρα. Εγκαταλείμενοι (για λόγους που η ταινία ποτέ δεν αποκαλύπτει) κι οι δύο από τη μητέρα και σύζυγο αντίστοιχα, ο Νόρι κι ο Γκεσιμ φιλοξενούνται στο σπίτι του δεσποτικού μεγαλύτερου θείου και πάτερ (της ευρύτερης) φαμίλιας, προσπαθώντας να επιβιώσουν σε έναν σκληρό και πολύβουο κόσμο, που όπως όλα δείχνουν (κι η ταινία διακριτικά υπαινίσσεται) θα οδηγηθεί στον σπαραγμό κι όπου η μόνη σωτηρία είναι η φυγή στο εξωτερικό. Αυτή η φυγή είναι, άλλωστε, το μοναδικό όνειρο του πατέρα, από την αρχική κιόλας σκηνή, στην οποία ο Γκεσίμ αποτυγχάνει να περάσει τα σύνορα για το Μαυροβούνιο, όταν οι Σέρβοι συνοριοφύλακες θα ανακαλύψουν μέσα σε μια βαλίτσα στο πορτ μπαγκάζ του αυτοκινήτου τον δεκάχρονο γιο του.
Σ' ένα τέτοιο περιβάλλον η αθωότητα είναι μάλλον μια χαμένη υπόθεση και ο μικρός Νόρι θα το διαπιστώσει με τον πιο δραματικό τρόπο, όταν ο πατέρας του θα τον εγκαταλείψει τελικά για να βρει μια καλύτερη τύχη στη Γερμανία, όσο αυτός νοσηλεύεται μετά από την προηγούμενη απόπειρα να τον εμποδίσει να φύγει χωρίς αυτόν. Ολοκληρωτικά μόνος και ξεκομμένος πλέον σε ένα σόι που αδυνατεί να (τον) κατανοήσει, ο Νόρι θα προσπαθήσει με κάθε θυσία, να πάει να βρει τον πατέρα του, κι όταν τελικά θα το καταφέρει, θα αρχίσει το δεύτερο και πιο οδυνηρό μέρος της Οδύσσειας του, αφού θα συνειδητοποίησει ότι μπροστά του απλώνεται μια ζωή διαρκών περιπλανήσεων και κακουχιών σε αναζήτηση ενός ευρωπαϊκού «παράδεισου».
Χωρισμένο σε δύο διακριτά μέρη, ένα στο Κόσοβο κι ένα στη Γερμανία, το «Ο Μπαμπάς Μου» είναι ένα σκληρό και ρεαλιστικό χρονικό για την απώλεια της παιδικότητας και το βίαιο πέρασμα σε μια αβέβαιη, αν κι αναγκαστική, ωριμότητα ενός αγοριού που κοιτάζει τον κόσμο με μονίμως απορημένο και φοβισμένο βλέμμα, όπως αυτό αποτυπώνεται στην αποκαλυπτική ερμηνεία του μικρού Βάλ Μαλόκου, που αποτελεί και το μεγαλύτερο προτέρημα της ταινίας, θυμίζοντας αντίστοιχες ερμηνείες εμβληματικών για το είδος ταινιών, όπως το «Κες» του Κεν Λόουτς ή η «Ροζέτα» των αδερφών Νταρντέν. Σε αντίθεση όμως με τις ταινίες αυτές, η ταινία αδυνατεί να μετουσιώσει το ανθρώπινο δράμα σε κάτι πιο καθολικό και πανανθρώπινο και παραμένει δέσμια της ομολογουμένως δυνατής, αλλά σε περιορισμένη τελικά εμβέλεια καταγραφής του μεταναστευτικού αγώνα ενός αγοριού με τον πατέρα του.
Ανομοιογενές και αμφίθυμα μετέωρο στα δύο μέρη του, το Babai βρίσκει τις πιο δυνατές του στιγμές, όταν υπαινίσσεται κι όχι όταν φωνάζει, όπως στη σκηνή της μετάβασης του μικρού Νόρι στην Ιταλία, που θυμίζει λιτανεία, κι ενώ παρεκτρέπεται αρκετές φορές σε μελοδραματικές κι αψυχολόγητες κορώνες, επιτυγχάνει ωστόσο να αποδώσει τόσο την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της προπολεμικής Γιουγκοσλαβίας ως μία πολύφωνη κι εντροπική ωρολογιακή βόμβα, όσο και την σχεδόν μετά-αποκαλυπτική (στα μάτια του μικρού ήρωα) εικόνα μιας αφιλόξενης και άγριας Γερμανίας. Ο Βίσαρ Μορίνα προσπαθεί ακόμα να ανακαλύψει τα χρώματα της σκηνοθετικής του παλέτας, δείχνει όμως αναμφίβολα με την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του πως διαθέτει όλα τα κατάλληλα υλικά για να συνθέσει μια άκρως ενδιαφέρουσα φιλμογραφία. Το μέλλον είναι γι' αυτόν, όπως και για τον μικρό του ήρωα, μονόδρομος.
Αμέσως μετά τις προβολές στο ΑΣΤΟΡ, το «O Μπαμπάς Μου» θα είναι διαθέσιμο για online streaming σε συνεργασία με την διαδικτυακή πλατφόρμα MUBI. Οι θεατές που θα παρακολουθήσουν την ταινία στο ΑΣΤΟΡ θα έχουν την μοναδική ευκαιρία να αποκτήσουν δωρεάν συνδρομή δύο μηνών στο MUBI για να απολαύσουν αγαπημένες ταινίες και να ανακαλύψουν σπάνια κινηματογραφικά διαμάντια.