Αυτή η κριτική θα μπορούσε να αρχίζει και να τελειώνει εδώ: ο Μπραντ Πιτ και η Μαριόν Κοτιγιάρ μαζί στην οθόνη. Αλλά ας πούμε και μερικά ακόμη.
Ο Ρόμπερτ Ζεμέκις, με τελευταίο του «υψηλό» πόνημα το «The Walk», αποφασίζει να κατασκευάσει και να σκηνοθετήσει ό,τι πιο κοντινό έχουμε δει τελευταία σ’ ένα αγνό, μεγαλεπήβολο, ρετρό ερωτικό δράμα και, αισθητικά τουλάχιστον, τα καταφέρνει περίφημα. Η ιστορία συναντά τον Καναδό Μαξ και τη Γαλλίδα Μαριάν στην Καζαμπλάνκα του 1942. Οι δυο τους συνεργάζονται σε μια αποστολή κατασκοπείας που στέφεται με απρόσμενη επιτυχία: την ίδια ώρα ερωτεύονται, παντρεύονται και συνεχίζουν τη ζωή τους ήσυχα, με τη μικρή κόρη τους, στο εμπόλεμο, ακόμα, Λονδίνο. Οταν, ωστόσο, κινηθούν υποψίες ότι η Μαριάν είναι διπλή πράκτορας των Ναζί, ο Μαξ θ’ αναγκαστεί να διερευνήσει.
Ο Ζεμέκις επιλέγει τους τέλειους συνεργάτες για την εικόνα του: τον φωτογράφο Ντον Μπέρτζες (υπεύθυνο, άλλωστε και για το «Forrest Gump» του Ζεμέκις), τα εκπληκτικά κοστούμια της Τζοάνα Τζόνστον (πλήθους ταινιών του Στίβεν Σπίλμπεργκ, αλλά και του εξαιρετικά στιλάτου «The Man from U.N.C.L.E.»), την καλλιτεχνική διεύθυνση του Τζέισον Νοξ-Τζόνστον, μεταξύ άλλων του «Inception» και του «Skyfall». Κι έτσι η κοσμοπολίτικη αίσθηση της Καζαμπλάνκας, τα κομψά ρούχα του Μπραντ Πιτ, τα αιθέρια μετάξια που τυλίγουν την Κοτιγιάρ, τα λονδρέζικα τουΐντ, η ανατολή στους αμμόλοφους, η χαμένη λάμψη μιας παλιάς ομορφιάς, αναδύονται σε κάθε πλάνο με τελειότητα.
Μέσα σ’ αυτήν την κορνίζα, ο Μπραντ Πιτ, παρά το παράξενα φουσκωμένο πρόσωπό του και η Μαριόν Κοτιγιάρ, αποδεικνύουν ξανά και ξανά γιατί είναι, σήμερα, σούπερ σταρ με εκπληκτικό εκτόπισμα στην οθόνη: όταν κάνουν παθιασμένο σεξ στο αυτοκίνητο, όταν κουβεντιάζουν στις ταράτσες του Μαρόκο, όταν, απλώς, υπάρχουν. Στην κλασική στόφα τους, άλλωστε, ταιριάζουν γάντι οι αναφορές στην «Καζαμπλάνκα» του Μάικλ Κέρτιζ, στο Χιτσκοκικό σύμπαν, χωρίς να ξεχνιέται και μια μερίδα «Mr. and Mrs. Smith» που, θέλοντας και μη, περνά συχνά από το μυαλό.
Ωστόσο οι «Σύμμαχοι» εναπόκεινται τόσο στο πρωταγωνιστικό ζευγάρι, στην εποχή και στο ντεκόρ τους, που ξεχνούν ν’ ασχοληθούν με το σενάριο. Από το φιλμ λείπει η σπιρτάδα του χιούμορ, λείπει οποιοδήποτε ενδιαφέρον στο κεντρικό κομμάτι, λείπουν οι χαρακτήρες των ίδιων των ηρώων που μένουν στα στερεότυπα. Ακόμα περισσότερο, η ταινία οδηγείται σε μια αποκάλυψη του φινάλε (στην, ομολογουμένως, θαυμάσια σκηνοθετημένη σκηνή στο αεροδρόμιο), που κάνει δύσκολη οποιαδήποτε ταύτιση ή συμπάθεια για τους ήρωες. Γι’ αυτό και το «Allied» δε θα πάρει τη θέση του στις σημαντικές ταινίες της κλασικής παράδοσής του. Θα μείνει, όμως, στη μνήμη, ως η ταινία όπου ο Μπραντ Πιτ και η Μαριόν Κοτιγιάρ εμφανίστηκαν μαζί στην οθόνη. Οπότε θα μπορούσαμε και να είχαμε σταματήσει εκεί.