Συνέντευξη

Ο The Boy και η Σοφία Κόκκαλη ξετυλίγουν το «Νήμα»

στα 10

Ο σκηνοθέτης και η πρωταγωνίστρια μιας από τις πιο ξεχωριστές ταινίες του σινεμά των ημερών μας, μιλούν στο Flix.

Ο The Boy και η Σοφία Κόκκαλη ξετυλίγουν το «Νήμα»
Φωτό: Νίκος Πάστρας

Το «Νήμα», τέταρτη μεγάλου μήκους του Αλέξανδρου Βούλγαρη (aka The Boy) είναι δίχως αμφιβολία η ταινία που συνθέτει όλα τα υλικά του κόσμου του σε κάτι αισθητικά σπουδαίο και συναισθηματικά μεγαλειώδες.

Από την ελληνική ιστορία στην αχανή μυθολογία της επιστημονικής φαντασίας, από τις συγκεκριμένες κινηματογραφικές αναφορές σε ένα καινούριο φιλμικό σύμπαν, από την μουσική ως τον θόρυβο, από μια μητέρα στον γιο της, από την τρυφερότητα στον πιο βαθύ πόνο, από τη ζεστή επιφάνεια της θάλασσας στην λεπίδα ενός παγοπέδιλου, το φιλμ είναι μια σαρωτική «περιπέτεια δωματίου» που δεν φοβάται να ανοιχτεί σε αχαρτογράφητες περιοχές και να αναμετρηθεί με τις πιο υψηλές κινηματογραφικές φιλοδοξίες.

Τολμηρή ως εγχείρημα αυτή η ιστορία μιας «ηρωίδας μητέρας» και της κληρονομιάς που αφήνει στον γιο της και την γενιά του, στήνεται πάνω στο πρόσωπο της Σοφίας Κόκκαλη, η ερμηνεία της οποίας και στους δύο ρόλους είναι από εκείνες - όπως και το φιλμ - που μοιάζουν ήδη με ορόσημο. Με την ταινία στις αίθουσες πλέον, ο Αλέξανδρος Βούλγαρης και η Σοφία Κόκκαλη μίλησαν στο Flix.

Το «Nήμα» του The Boy προβάλλεται από την Πέμπτη 7 Δεκεμβρίου στο ΑΣΤΟΡ. Διαβάστε εδώ την κριτική του Flix για την ταινία.

Διαβάστε εδώ την κριτική του Flix για την ταινία.

νήμα

Σκεπτόμενος το «Νήμα», δεν μπορώ παρά να σκεφτώ την λέξη «εμπιστοσύνη». Το πόσο πολύ εμπιστοσύνη θα πρέπει να είχατε ο ένας στον άλλο για να δοκιμάσετε να κάνετε αυτό το φιλμ.

The Boy: Από την δική μου πλευρά το μεγαλύτερο πρόβλημα σε ό,τι αφορούσε στην πρωταγωνίστρια ήταν η επιλογή της, το κάστινγκ. Με την Σοφία, ούτε πρόβες κάναμε, ούτε κάποιου είδους συγκεκριμένη προετοιμασία. Της έδωσα κάποιες ταινίες να δει, αλλά όχι κάτι το ιδιαίτερα κατατοπιστικό… Ομως το κάστινγκ ήταν κάτι καθοριστικό, καθώς η ταινία βασιζόταν απόλυτα στην πρωταγωνίστρια της. Οποια κι αν ήταν θα όριζε απόλυτα την αισθητική της, τα χρώματα της, τα σκηνικά της, την ατμόσφαιρα, τα πάντα. Θα ήταν επίσης μια ηθοποιός που θα έπρεπε να κάνει πολλά δύσκολα πράγματα, να είναι ένα πλάσμα οργισμένο, ερωτικό, απελπισμένο, αστείο κι αυτά παίζοντας τόσο έναν γυναίκειο όσο κι έναν ανδρικό χαρακτήρα. Και θα έπρεπε να είναι μια ηθοποιός που θα έπαιρνε ένα τεράστιο ρίσκο καθώς αν δεν έβγαινε αυτή η ιδέα, ένα μεγάλο μέρος του βάρους θα έπεφτε πάνω της. Θα έπρεπε να μπορεί να το αντέξει αυτό. Κάπως έτσι, σε αντίθεση με τις προηγούμενες ταινίες μου όπου δεν έκανα καθόλου κάστινγκ, εδώ είδα πολλές κοπέλες κι επέλεξα περίπου δεκαπέντε κορίτσια, κάποια από τα οποία δεν ήταν καν ηθοποιοί. Εκανα κάστινγκ με μια σκηνή την οποία μετά την μόνταρα, της έκανα color correction κι έβαλα μουσική ώστε να μπορέσω να δω κάτι όσο το δυνατόν πιο κοντά στο τελικό αποτέλεσμα. Και κάπως έτσι, κατέληξα στην Σοφία την οποία φυσικά ήξερα από την «Μικρά Αγγλία». Από κει και πέρα, πραγματικά δεν υπήρξε καμιά δυσκολία. Υπήρξε αυτό που λες, εμπιστοσύνη. Και στο γύρισμα το πήρε όλο πάνω της κι εγώ ήμουν εκεί μόνο για να διορθώνω κάποιες μικρολεπτομέρειες καθώς ήμουν αυτός που είχε όλη την εικόνα του πράγματος στο μυαλό μου.

Σοφία Κόκκαλη: Υπήρξε όντως πολύ μεγάλη εμπιστοσύνη και, ναι, δεν κάναμε πρόβες, αλλά συζητούσαμε πάρα πολύ στην διάρκεια της προετοιμασίας. Αφαιρούσαμε ιδέες, προσθέταμε καινούριες, κάναμε σκέψεις, εξετάζαμε πιθανότητες και με κάποιο τρόπο, ήταν σαν ο Αλέξανδρος να με πήρε και να με έβαλε ολοκληρωτικά σε έναν κόσμο. Οταν πήγαμε στο γύρισμα, ακόμη κι αν είχαμε κουβεντιάσει πολύ πριν, δεν είχαμε επιβεβαιώσει αν όντως οι φαντασίες μας ήταν ίδιες. Αυτό που συνέβη και που ήταν πάρα πολύ περίεργο και πάρα πολύ ενδιαφέρον, ήταν πως στην πρώτη λήψη αντιληφθήκαμε και οι δύο ότι είμαστε στο ίδιο μήκος κύματος, στον ίδιο κόσμο. Και ακριβώς γι αυτό, παρ΄ ότι στα γυρίσματα ήμουν ελεύθερη να κάνω ότι ήθελα, νιώθω ότι ήμουν σε απόλυτη συνέπεια με τον κόσμο που ο Αλέξανδρος είχε κατασκευάσει στο δικό του μυαλό. Και με κάποιο τρόπο ο Αλέξανδρος είχε ορίσει τους δύο ήρωες της ταινίας ήδη από την γραφή του σεναρίου, αλλά κι από τα ρούχα, τα μαλλιά τις συμπεριφορές τους. Μου είχε φτιάξει ένα πολύ σαφές κάδρο μέσα στο οποίο μπορούσα να κινηθώ.

Νομίζεις ότι οι φαντασίες σας συναντήθηκαν γιατί λίγο πολύ σκέφτεστε το ίδιο;

Σοφία Κόκκαλη: Ή ίσως γιατί είμαστε και οι δύο από το Πολύδροσο. (Γελάνε)

νήμα 607

Το «Νήμα» γράφτηκε για πρώτη φορά αμέσως μετά το «Ροζ». Πόσο άλλαξε μέσα στα χρόνια μέχρις ότου φτάσει στην οθόνη;

The Boy: Μετά το «Ροζ» κάποια πράγματα με τάραξαν αρκετά σε σχέση με το τι σημαίνει προσωπικό σινεμά ή ένα σινεμά στο οποίο ο θεατής έχει ανάγκη να ταυτίζεται. Και σαν αποτέλεσμα, άρχισα να σκέφτομαι μια διαφορετική ταινία επιστημονικής φαντασίας. Κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης προέκυψε η ιδέα αυτής της ιστορίας και στην ουσία μέσα σε μισή ώρα χτίστηκε όλη η βάση της, δηλαδή ότι θα διαδραματίζεται σε δυο συγκεκριμένες εποχές, ότι θα υπάρχει μια μάνα κι ένας γιος που θα τους παίζει το ίδιο άτομο και θα είναι γυναίκα. Οτι θα υπάρχει στη μέση μια σκηνή σε μια παραλία. Oτι θα γυριστεί σε ένα πλατό. Αν και γράφτηκαν πολλά draft της ταινίας, νομίζω δώδεκα, το πρώτο draft εξακολουθεί να είναι πολύ κοντά στο φιλμ που γυρίσαμε. Κάπου στην μέση αυτής της διαδικασίας, η ταινία μεταμορφώθηκε σε κάτι άλλο, αλλά στην πορεία επέστρεψε στην αρχική ιδέα, κρατώντας όμως κάποια στοιχεία από αυτό το «άλλο».

Γιατί ήταν τόσο σημαντικό η ταινία να γυριστεί σε πλατό; Σε έναν μη ρεαλιστικό κόσμο;

The Boy: Oταν κάνεις ταινίες που είναι πολύ εσωτερικές, δικές σου, οι αποφάσεις που παίρνεις είναι με κάποιο τρόπο ψυχαναλυτικές. Και κάπως έτσι ήθελα αυτή η ταινία να είναι απόλυτα δική μου και οι υπάρχοντες χώροι δεν κάλυπταν αυτό που είχα στο μυαλό μου. Οπότε έπρεπε να το φτιάξω από την αρχή. Αλωστε εμένα ανέκαθεν μου άρεσε το σινεμά του πλατό είτε μιλάμε για το παλιό σινεμά, είτε μιλάμε για το σινεμά του Γκάι Μάντιν ή του Φασμπίντερ, ή του Μαξ Οφιλς. Ηταν κάτι που είχα μισοκάνει στο «Ροζ», και ήθελα να το δοκιμάσω ξανά εδώ σε μεγαλύτερη κλίμακα.

Νήμα 607

Η επιστημονική φαντασία είναι το πολιτικό σινεμά της εποχής μας - The Boy

Nήμα 607

Αυτή η συνθήκη, πόσο δυσκόλεψε ή διευκόλυνε, ή απλά άλλαξε την δουλειά σας;

Σοφία Κόκκαλη: Δεν ξέρω αν με δυσκόλεψε ή όχι, αλλά έπαιξε ρόλο. Αυτός ο κόσμος που είναι απών από την οθόνη, δεν είναι κάτι που πρέπει να φανταστεί μόνο ο θεατής, αλλά είναι κάτι που κι εγώ έπρεπε να κατασκευάσω στο μυαλό μου στην διάρκεια των γυρισμάτων. Ηταν μια συνθήκη που λειτούργησε πολύ καλά για μένα. Καθώς όλα όσα βλέπεις στο φιλμ είναι σαν αν ξεκινάνε από τον εσωτερικό κόσμο της ηρωίδας και να βγαίνουν προς τα έξω σαν τέρατα μεγάλα. Η συνθήκη αυτή με απελευθέρωσε, με βοήθησε να γεμίσω τα κενά αυτού του κόσμου με την φαντασία μου.

The Boy: Σαν διαδικασία ασχέτως του αποτελέσματος και του πως αυτό θα φανεί στον καθένα, ήταν πολύ ενδιαφέρουσα. Πηγαίναμε το πρωί και είχαμε να κάνουμε συνήθως ένα δύο πλάνα, πολύ σύνθετα για όλους, για μένα για τον φωτογράφο, για την Σοφία, για την μακιγιέζ, για τους ανθρώπους στα εφέ. Ολοι μας δοκιμάσαμε πράγματα που δεν είχαμε ξανακάνει κι αυτό από μόνο του ήταν θαυμάσιο. Κι όσο για το να φτιάχνεις έναν κόσμο εκεί που δεν υπάρχει, αυτό ήταν μια πρόκληση για μένα ως το τέλος του post production. Στις περισσότερες περιπτώσεις σε μια ταινία, ο μιξέρ για παράδειγμα ξέρει από την εικόνα και μόνο πότε μια σκηνή αλλάζει χώρο. Εδώ δεν ήταν προφανές, ήταν κάτι που θα έπρεπε να του υποδείξω και να οριοθετήσουμε με τον ήχο, το χρώμα κτλ. Και ήταν μια δουλειά συνολική που άφησε πολύ χώρο σε όλους τους συνεργάτες παρ' ότι το φιλμ ήταν πολύ σχεδιασμένο εξ αρχής από μένα. Από πολύ νωρίς κάναμε αναγνώσεις του σεναρίου όπου ήθελα να ξέρω τι δεν λειτουργούσε ή τι οι συνεργάτες μου ένιωθαν ότι θα μπορούσε να αλλάξει.

Δείτε εδώ το βίντεο από την επίσκεψη του Flix στα γυρίσματα της ταινίας.

νήμα 607

Υποθέτω πάντως ότι νιώσατε μια ανακούφιση όταν τελικά βγήκατε από το πλατό.

Σοφία Κόκκαλη: Το κατάλαβα όταν στην μέση της ταινίας πήγαμε στην παραλία. Ηταν σαν να πήραμε όλοι μια μεγάλη ανάσα. Αλλά ακόμη κι αν ήταν μια πιο κλειστοφοβική κι έντονη συνθήκη, δεν έλειπε καθόλου η αίσθηση του παιχνιδιού από τα γυρίσματα. Μπορεί να είχαμε να κάνουμε μια πολύ δύσκολη σκηνή, αλλά πάντα δοκιμάζαμε καινούρια πράγματα και πάντα υπήρχε μια αίσθηση χαράς κι ανακάλυψης.

The Boy: Κοίτα, ακόμη κι αν βρίσκω ενδιαφέρουσες τις ιστορίες σκηνοθετών που σπρώχνουν τους συνεργάτες τους και ειδικά τους ηθοποιούς στα όρια τους, στα όρια της «κακοποίησης» (γελά), εγώ προσωπικά είμαι της σχολής του να είναι τα πράγματα ήρεμα. Και ήταν μια ταινία που σε κάθε σχεδόν σκηνή η Σοφία είχε κάτι πολύ δύσκολο να κάνει. Το να διατηρήσουμε λοιπόν μια χαλαρότητα, τις ώρες των γυρισμάτων, το να έχουμε ωραίο φαγητό, να είναι όλο το συνεργείο ήρεμο, είναι στοιχεία που αναμφίβολα βοηθάνε.

Φαγητό από την μητέρα σου όπως είδα στα credits.

The Boy: Ναι κι από άλλες φίλες της (γέλια).

Οπότε ωραίο, φαγητό όντως. Μιλώντας για τους τίτλους, βλέποντας πως έχεις κάνει σχεδόν τα πάντα στο φιλμ από το σενάριο και την σκηνοθεσία μέχρι τα σκηνικά και τη μουσική, θα πίστευε κανείς ότι είσαι control freak.

The Boy: Δεν ήμουν, αλλά καθώς μπαίνεις σε ταινίες που είναι ο κόσμος σου, δεν μπορείς παρά να το κάνεις. Αλλά προσπαθώ να το μετριάσω (γελά). Εν τούτοις όπως σου είπα, αυτό που θέλαμε να κάνουμε κι αυτό που ήθελα να κάνω εγώ, ήταν να κάνω μια ταινία που να είναι δικιά μας. Για να καταλάβεις, αυτό που κάναμε με τους συνεργάτες μου ήταν να βλέπουμε ταινίες που μας ενδιέφεραν και να απορρίπτουμε πράγματα που δεν είχαν λειτουργήσει. Αλλά την ίδια στιγμή να βλέπουμε και πράγματα που είχαν λειτουργήσει και να τα απορρίπτουμε επίσης γιατί είχαν ήδη γίνει. Αυτό που σκεφτόμουν γα τις ταινίες επιστημονικής φαντασίας είναι ότι πολύ λίγοι σκηνοθέτες έχουν κάνει μια αληθινά καινούρια πρόταση, αφού στην πλειοψηφία τους βασίζονται πάνω σε πολύ καλούς συγγραφείς. Πολύ λίγοι το έχουν καταφέρει, ο Μάικλ Κράιτον, ο Αντριου Νίκολ –που δεν έχουν κάνει και σπουδαίες ταινίες- και κυρίως ο Κρόνενμπεργκ. Οπότε σκεφτόμουν τι είναι επιστημονική φαντασία για μένα και ήδη από το σενάριο είχα φτιάξει μια βάση που ακόμη κι αν εκεί έμενε το φιλμ, πάλι θα ήμουν ικανοποιημένος. Αλλά αν κάθε συνεργάτης ήθελε να πάρει αυτή τη βάση και να την εξελίξει, ακόμη καλύτερα. Αλλά αυτή η βάση, ήθελα να υπάρχει γιατί αν θες να κάνεις μια ταινία που να είναι δική σου, δεν μπορείς παρά να ξεκινήσεις από εκεί.

νήμα 607

Εν τούτοις επειδή κανένα φιλμ δεν μπορεί να αποφύγει τις συγκρίσεις, με ποια φιλμ ή με τις δουλειές ποιων σκηνοθετών θα προτιμούσες να συγκριθεί;

The Boy: Ακόμη κι αν απορρίψαμε πάρα πολλά πράγματα υπήρχαν μερικά που δεν μπορέσαμε να αποφύγουμε. Υπάρχουν μερικές σκηνές που φωτογραφικά το πράγμα πήγε προς το «Suspiria» του Ντάριο Αρτζέντο και δεν καταπολεμήθηκε αυτή η τάση, μουσικά υπάρχουν στιγμές που πήγε το πράγμα προς τον Κάρπεντερ ή τον Χάουαρντ Σορ των ταινιών του Κρόνενμπεργκ. Ή στα ψυχεδελικά κομμάτια του τελευταίου μέρους, μπορείς να δεις τον Κεν Ράσελ ας πούμε. Οι σκηνοθέτες που εμένα που δημιουργούν μια ιδιαίτερη ένταση μέσα μου, πέραν του Κιούμπρικ που είναι ο αγαπημένος μου, είναι ο Ζουλάφσκι, ο Πολάνσκι, ο Κρόνενμπεργκ, ο Κάρπεντερ, ο Κεν Ράσελ. Κι αν και δεν το περίμενα, ο Ντέιβιντ Λιντς, τον σκεφτόμουν πολύ όσο έκανα αυτή την ταινία. Αυτοί είναι οι πετυχημένοι. Γιατί υπάρχει μια ολόκληρη λεγεώνα αποτυχημένων που με επηρεάζουν περισσότερο απ όσο θα έπρεπε (γέλια).

Νήμα 607

Θέλω να κάνω προσωπικές αλλά όχι αυτοβιογραφικές ταινίες - The Boy

Νήμα 607

Από την απόλυτη βία στην απόλυτη τρυφερότητα, το φιλμ μοιάζει με rollercoaster. Πόσο εύκολο ήταν να χτίσετε αυτόν τον τόνο κι αυτόν τον τόσο αμφίσημο κεντρικό χαρακτήρα;

The Boy: Δεν με ενδιαφέρει να κάνω πράγματα μονοδιάστατα. Δεν με ενδιαφέρει να κάνω μια ταινία μόνο βίαιή ή μονό τρυφερή ή μόνο τρομακτική. Και κάπως έτσι κάθισα κι έκανα μια λίστα με όλα τα πράγματα που για μένα είναι η ζωή. Και προσπάθησα αυτή τη λίστα να την εντάξω σε αυτή την ταινία. Και σε ότι κάνω. Ηθελα αυτή η ταινία να τα περιέχει όλα αυτά. Δυστυχώς αυτό που βλέπω είναι ότι μερικά πράγματα γράφουν με μεγαλύτερη ένταση στους ανθρώπους απ΄ ότι άλλα. Η βία για παράδειγμα. Και νιώθω ότι αν αυτή ήταν μια ταινία τρόμου, το κοινό θα άντεχε να δει πολύ περισσότερα πράγματα γιατί θα ήταν προετοιμασμένο. Σε αυτή την ταινία επειδή δεν πας προετοιμασμένος για κάτι τέτοιο, κι ακόμη κι αν η βία είναι περιορισμένη σε λίγες μόνο σκηνές του φιλμ, με κάποιο τρόπο σου μένει πιο έντονα απ όσο πραγματικά υπάρχει.

Σοφία Κόκκαλη: Από την αρχή ο Αλέξανδρος μου είχε πει ότι αυτή η μάνα ήθελε να είναι αληθινή, να μην την βλέπουμε μόνο αγία, αλλά να έχει στιγμές όπου φωνάζει ή γίνεται ακόμη και βίαιη. Η πολύ συγκεκριμένη οδηγία του για παράδειγμα ήταν ότι η Νίκη είναι μια επαναστάτρια μια γυναίκα με πολύ δύναμη, αλλά δεν είναι μια δυναμική γυναίκα όπως έχεις συνηθίσει να τις βλέπεις στις ταινίες. Κρίνοντάς την ακόμη κι από τα γυαλιά της, τους τρόπους της, η την εξωτερική της εμφάνισή.

The Boy: Και με κάποιο τρόπο θέλαμε να κάνουμε μια από εκείνες τις ταινίες, τα πορτρέτα χαρακτήρων, όπως τα όρισε το σινεμά του Σκορσέζε, που δεν είναι απαραίτητα συμπαθητικοί. Ανθρωποι που πρέπει να δώσεις χρόνο για να σε κερδίσουν. Και για μένα η μάνα που παίζει η Σοφία, που φωνάζει στο παιδί της, δεν είναι κάτι παράξενο, όλες οι μανές έχουν τέτοιες στιγμές, αλλά δεν είναι κάτι που έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε στο σινεμά γιατί δύσκολα θα ρισκάρει ένας σκηνοθέτης την πιθανότητα να αντιπαθήσει ο θεατής την βασική του ηρωίδα.

νήμα 607

Και το ρίσκο της μεταμόρφωσης της Σόφιας; Από Νίκη στο πρώτο μέρος, σε Λευτέρη στο δεύτερο; Πώς το δουλέψατε;

Σοφία Κόκκαλη: Ηταν πολύ εύκολο. Κάναμε κάποιες δοκιμές κι όταν μπήκαν κάποια πράγματα που διευκολύνουν τον ηθοποιό, όπως τα δόντια που άλλαξαν, τα μαλλιά ή το χρώμα των ματιών, έγινε ένα κλικ. Σαν ηθοποιός προσπαθείς να ξεχάσεις αυτό που είσαι και να δοκιμάσεις κάτι άλλο. Πώς περπατά ένα αγόρι, πώς μιλά ένα αγόρι, πώς κάνει έρωτα ένα αγόρι. Είχαμε σαν πρότυπο τον Ρίβερ Φίνιξ πρέπει να πω, αλλά δεν μπήκε ποτέ το στοίχημα να κρύψουμε ότι είμαι εγώ που υποδύομαι ένα αγόρι στην ταινία.

The Boy: Αλλά η αλήθεια είναι ότι στο εξωτερικό, άνθρωποι που δεν ξέρουν την Σοφία, πίστεψαν ότι είναι άλλος ηθοποιός.

Η ταινία χρησιμοποιεί το είδος της επιστημονικής φαντασίας και για να μιλήσει για μια ακόμη νωπή σελίδα της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας.

The Boy: H επιστημονική φαντασία ήταν ένα από τα είδη που μου άρεσαν ανέκαθεν. Για παράδειγμα αποφάσισα να γίνω σκηνοθέτης όταν είδα το «Blade Runner» συγκεκριμένα. Οπότε άρχισα να σκέφτομαι τι είναι αυτό που μου αρέσει στο είδος γιατί όντως πιστεύω ότι η επιστημονική φαντασία είναι το πολιτικό σινεμά της εποχής μας, έτσι όπως το όρισε ο Κρόνενμπεργκ. Η ταινία ανήκει σαφώς στο είδος της επιστημονικής φαντασίας και στο υπο-είδος του alternate history όπως το όρισε ο Φίλιπ Ντίκ σε κάποια από τα βιβλία του, ή οι «Watchmen». Ηθελα να βάλω αυτές τις δυο περιόδους που δεν ανήκουν στο μέλλον να αναμετρηθούν με την επιστημονική φαντασία. Ο ήρωας της ταινίας, γιατί η Νίκη κι ο Λευτέρης για μένα είναι το ίδιο, βρίσκεται ουσιαστικά μόνο στο κέντρο της ταινίας, στην σκηνή της θάλασσας κι από εκεί, με κάποιο τρόπο φαντασιώνεται το μέλλον του κι ερμηνεύει το παρελθόν του που δεν θυμάται. Εξ ου και η σκηνή της θάλασσάς είναι η μόνη ρεαλιστική σκηνή της ταινίας. Ο ήρωας για μένα είναι ένα τραύμα που φαντάζεται αυτές τις δύο περιόδους. Και νομίζω ότι κάπως έτσι λειτουργούν οι άνθρωποι και στην ζωή τους. Δεν πιστεύω στην πραγματικότητα. Ο καθένας την εκφράζει έτσι όπως θέλει και για τον καθένα ακόμη κι όσοι ζήσανε εκείνη την εποχή και την ζήσανε ενεργά, έχουν φτιάξει την δική τους πραγματικότητα η οποία με τον καιρό έχει μεταλλαχθεί σε κάτι εντελώς προσωπικό. Αυτό με ενδιέφερε κι αυτό είναι το ενδιαφέρον μου για ένα σινεμά που αναζητά μια αλήθεια αλλά όχι έναν ρεαλισμό. Νιώθω ότι ο ρεαλισμός περισσότερο μπερδεύει την αλήθεια παρά την αποκαλύπτει.

νήμα 607

Πόσο προσωπική θα έλεγες ότι είναι η ταινία αυτή. Κι έχει στ΄ αλήθεια νόημα να αναζητάμε τον δημιουργό μιας ταινίας σε αυτή;

The Boy: Δεν ξέρω πόσο σχέση έχει το φιλμ με μένα. Απενεργοποιήθηκα από αυτή τη σκέψη πολύ νωρίς. Θέλω να κάνω προσωπικές αλλά όχι αυτοβιογραφικές ταινίες. Απ όταν σκέφτηκα αυτή την ιστορία λοιπόν, έβγαλα τις δικές μου σχέσεις από την εικόνα κι έγραψα την ιστορία ενός άλλου. Περισσότερο το είδα ως μια σύγκρουση δυο γενιών, και στο θέμα το πολιτικό, αφού η ταινία γράφτηκε το 2007 έως το 2009, μια πολύ έντονη εποχή, όταν υπήρξαν πολλές συζητήσεις για την σχέση αυτών των δυο γενιών και στην πολιτική, αλλά και στον πολιτισμό. Και για μένα υπάρχει ένα μεγάλο ζήτημα για το πόσο αυτή η γενιά θα μεταλλάξει στα δικά της μέτρα και σταθμά την σχέση της με την ελληνικότητα. Αυτό που έκανε η γενιά του εβδομήντα που άλλαξε την ιδέα της ελληνικότητας σε σχέση με την γενιά του 30. Τότε κάναν ταινίες σαν τον «Θίασο» που έμοιαζαν πολύ μοντέρνες και ξενόφερτες και διαφορετικές ασχέτως αν τώρα τις έχουμε αποδεχτεί. Αλλά που τότε είχαν την ίδια ξένη αίσθηση που έχει αυτή τη στιγμή το σινεμά του Λάνθιμου για πολλούς. Για μένα λοιπόν υπήρχε ένα τέτοιο ζήτημα για το πως η γενιά της δεκαετίας του 80 θα αλλάξει το τοπίο και την έννοια της ελληνικότητας. Μια τέτοιου είδους συζήτηση.

Και θα άλλαξει ίσως και την εικόνα που έχουμε για την Αθήνα στο σύγχρονο σινεμά;

The Boy: Η Αθήνα για μένα, ή η «όχι Αθηνα» στο φιλμ, δεν είναι κάτι παραπάνω από το μέρος που ζω. Ιδανικά θα ήθελα κάτι αντίστοιχο με αυτό που έχουν κάνει άλλοι καλλιτέχνες, οι οποίοι μέσα από το σινεμά έχουν δημιουργήσει τους δικούς τους μύθους για το μέρος που ζουν. Κάτι τέτοιο θα ήθελα να κάνω κι εγώ μέσα από τις ταινίες μου. Δεν με ενδιαφέρει να πάω στην Αμερική να κάνω σινεμά αλλά με ενδιαφέρει να δημιουργήσουμε κάποιους μύθους εδώ, σε αυτή την πόλη.

Το «Nήμα» του The Boy προβάλλεται από την Πέμπτη 7 Δεκεμβρίου στο ΑΣΤΟΡ. Διαβάστε εδώ την κριτική του Flix για την ταινία.

αλέξανδρος βούλγαρης, σοφία κόκκαλη 607