Γνωρίσαμε τον Μισέλ Φράνκο πριν, περίπου, μια δεκαετία. Στο διάστημα αυτό έχει κάνει επτά ταινίες (η πιο πρόσφατη, το «Sundown», ακόμα αναμένεται στις ελληνικές αίθουσες), διαγράφοντας μια φιγούρα επίμονου αλλά και προβοκάτορα auteur. Από το «Μετά τη Λουτσία» με θέμα το bullying, το βιασμό, τα social media, την αυτοδικία, διαμέσω του «Chronic», με θέμα το θάνατο, την ευθύνη και τα... σοκαριστικά φινάλε, φτάνουμε στη «Νέα Τάξη», το θεαματικό και βίαιο κατηγορώ της εξουσίας και της εγγενούς διαφθοράς της.
Σ' ένα zoom call, ο Μισέλ Φράνκο μας μίλησε για το νιχιλισμό και την ελπίδα. Διαβάστε παρακάτω.
Η ταινία του Μισέλ Φράνκο, «Νέα Τάξη», προβάλλεται από την Πέμπτη, 17 Μαρτίου, στις αίθουσες, από τη Weird Wave. Διαβάστε και δείτε περισσότερα εδώ.
Γιατί στην ταινία αναπτύσσετε τους ήρωες της «υψηλής τάξης» αλλά αφήνετε τους «επαναστάτες» ως σχηματικές φιγούρες;
Δεν αναπτύσσω τους «επαναστάτες» ως χαρακτήρες, όμως δεν παρακολουθώ μόνο την υψηλή τάξη, αλλά και τους εργαζόμενούς τους, τους νυν και τους πρώην. Προσπαθώ ν’ αντιπροσωπεύσω όλες τις τάξεις μέσα από την ιστορία αυτής της οικογένειας και του κύκλου τους.
Πώς νιώσατε που για πρώτη φορά γυρίσατε μεγάλες σκηνές πλήθους, σεκάνς έντονης δράσης;
Ηταν προκλητικό, αλλά δεν το έκανα για την πρόκληση. Ήμουν περίεργος να κάνω μια ταινία που θα έδειχνε πώς καταρρέει κοινωνικά, βίαια μια χώρα. Αυτό το απαιτούσε. Δεν ήθελα να το κάνω σε εσωτερικούς χώρους και να φαντάζεσαι τι συμβαίνει έξω, ήθελα να το κάνω στ’ αλήθεια. Οπότε ήταν δύσκολο να γράψω το σενάριο και να το φανταστώ και να το κάνουμε πραγματικότητα, ήταν όντως απαιτητικό, ήταν μια πρόκληση. Ωστόσο δεν μ’ ενδιαφέρουν σώνει και καλά οι μεγαλύτερες ταινίες, αλλά όποια ταινία αναπτύσσω κάθε στιγμή, ανεξαρτήτως μεγέθους.
Γιατί επιλέξατε να δείξετε τόσο ωμή, σκληρή βία;
Αν κάνεις μια ταινία γι’ αυτό το θέμα δεν μπορείς να υποτιμήσεις το κοινό μη δείχνοντας τις συνέπειες της βίαιης εξέγερσης και της βίαιης αναχαίτισής της. Αλλά αν κοιτάξεις καλά, όλα σταματούν πριν ξεκινήσει η βία, πριν τον βιασμό, εκτός κάδρου. Δεν είναι κάτι που απολαμβάνω, σίγουρα δεν το απολαμβάνει ο θεατής και το γυρίζω σαν κάθε άλλο event στην ταινία. Δείχνω όσο λιγότερα γίνεται, αλλά θα ήταν άδικο και ψεύτικο για τον θεατή να μην εισχωρήσω στη βία.
Σ' ένα τοίχο βλέπουμε γραμμένο το «putos ricos», αλλά τελικά στην ταινία... όλοι είναι «putos». Θα λέγατε πως είστε πεσιμιστής για το ανθρώπινο γένος, νιχιλιστής;
Αγαπώ τους ανθρώπους, είμαι πολύ κοινωνικός, αλλά φοβάμαι τους πολλούς, συγκεντρωμένους, ανθρώπους γιατί τότε η βία αρχίζει να μοιάζει φυσιολογική, μολύνουν ο ένας τον άλλο. Είμαι πεσιμιστής για την κατεύθυνση που παίρνει ο κόσμος, για την κοινωνική ανισότητα και για την έλλειψη αμοιβαιότητας. Το να φτιάξω μια τέτοια ταινία είναι ένας ρεαλιστικός τρόπος να πω, μην κοροϊδευόμαστε, πηγαίνουμε στη λάθος κατεύθυνση και θεωρώ ότι αυτή είναι μια θετική προσθήκη από εμένα στη συζήτηση, έστω κι αν σκληρή.
Η «Νέα Τάξη» θέλει να μας πει ότι κάθε επανάσταση είναι, έτσι κι αλλιώς, καταδικασμένη;
Η θετική ιδέα είναι έξω από την ταινία. Αν βγεις από την ταινία και τη σκέφτεσαι και συμπάσχεις όταν δεις ανθρώπους να ζουν δύσκολα, εκεί είναι η θετική πλευρά, ό,τι συμβαίνει μετά, αφού τελειώσει η ταινία.
Εχετε βρεθεί «θύμα» της cancel culture. Πώς αντιδράτε σ' αυτό;
Δεν θα έλεγα ότι ήμουν θύμα, αντίθετα, κολακεύτηκα. Ο σκοπός της ταινίας ήταν να προκαλέσω αυτές τις συζητήσεις. Αν άρεσε σε όλους και δεν υπήρχαν αντιδράσεις θ’ ανησυχούσα. Ως σκηνοθέτης ξέρω ότι όταν υψώνω τη φωνή μου για να υπογραμμίσω αυτά τα προβλήματα θα υπάρξουν αντιδράσεις. Κάποιοι μου επιτέθηκαν προσωπικά αλλά αυτός είναι ο ψηφιακός κόσμος στον οποίο ζούμε, τον οποίο εγώ δεν βρίσκω ενδιαφέροντα.
Εχετε επισκεφτεί αρκετές φορές την Ελλάδα, ποια είναι η γνώμη σας για το σημερινό ελληνικό σινεμά;
Αυτό που μου αρέσει στο ελληνικό σινεμά είναι ότι γενικά αναζητά διαφορετικούς τρόπους να πει κάτι, δεν προσπαθεί να γίνει αμερικανικό, έχει τη δική του προσωπικότητα. Φυσικά κάθε σκηνοθέτης πρέπει να είναι διαφορετικός κι αυτό δεν έχει να κάνει με τη χώρα του, αλλά μ’ αρέσει που υπάρχει ελευθερία και ότι οι σκηνοθέτες υποστηρίζονται για να είναι διαφορετικοί. Το Χόλιγουντ είναι το αντίθετο κι αυτό είναι το πρόβλημα.
Εχουμε συνηθίσει από εσάς ταινίες με σοκαριστικά, ανατρεπτικά φινάλε. Γίνεται αυτό αυτοσκοπός σας όταν γράφετε ένα σενάριο;
Ξεκινώντας μια ταινία έχω στο μυαλό καθαρά ολόκληρη την ιστορία, αλλά όχι ότι γράφοντας δεν αλλάζουν τα πράγματα, πολλές φορές κι εντελώς. Η «tabula rasa» δεν υπάρχει για μένα. Αρχίζω να γράφω γιατί παθαίνω εμμονή με μια ιδέα κι έχω πολλά να γράψω γι’ αυτήν. Το τέλος έχει πάντα σημασία, όπως κι η αρχή. Η αρχή επίσης πρέπει πάντα να είναι σπουδαία, αλλιώς η ταινία σου είναι μια χαμένη ευκαιρία.