Συνέντευξη

Η διαρκής επανέκδοση του Δημήτρη Αθανίτη

στα 10

Με αφορμή την επανακυκλοφορία των ταινιών του μέσα στο καυτό καλοκαίρι του 2025, ο Δημήτρης Αθανίτης μιλάει στο Flix σε μια εφ' όλης της ύλης συνέντευξη για το σινεμά και το σινεμά (του).

Η διαρκής επανέκδοση του Δημήτρη Αθανίτη

Βλέποντας ξανά μετά από αρκετά χρόνια το «Αντίο Βερολίνο» και το «Καμιά Συμπάθεια για τον Διάβολο», τώρα που οι ταινίες του Δημήτρη Αθανίτη γίνονται οι αναπάντεχες (επίκαιρες) ελληνικές επανεκδόσεις του καλοκαιριού, μοιάζει αδύνατον να μην θυμηθείς το ανακουφιστικό επιφώνημα που ακολούθησε και τις δύο πρώτες προβολές, τότε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.

Πρώτα σπουδαία σημάδια της φιλμογραφίας ενός δημιουργού που δεν σταμάτησε ποτέ να δηλώνει και να είναι ανεξάρτητος, να πειραματίζεται πάνω στην αφήγηση και να σπρώχνει στα όρια καθιερωμένες έννοιες πάνω στην ίδια την τέχνη του σινεμά αλλά και να στέκεται επικριτικός στις παθογένειες του ελληνικού και παγκόσμιου σινεμά, οι δύο αυτές ταινίες είναι οι πρώτες που βγαίνουν ξανά στις αίθουσες για να δοκιμάσουν και να δοκιμαστούν.

Στο Flix, o Δημήτρης Αθανίτης μιλάει για τα 30 χρόνια που μεσολάβησαν από το «Αντίο Βερολίνο» για το «Καμια Συμπάθεια για το Διάβολο» που πλέον τον κάνει ευτυχισμένο, για το κόστος που είχε η «ανεξαρτησία» για την οποία πάλεψε μέσα στα χρόνια και για την ερωτική του σχέση με το σινεμά, που ακόμη και να μην ήθελε, είναι τόσο βιωματική που δεν μπορεί παρά να παραμένει ακόμη και σήμερα, αδιαπραγμάτευτα... επαναστατική.

Το «Καμια Συμπάθεια για το Διάβολο» του Δημήτρη Αθανίτη, η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του από το 1997 βγαίνει σε επανέκδοση στις αίθουσες στις 19 Ιουνίου από τη New Star.

Δημήτρης Αθανίτης Από τα γυρίσματα του «Oνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας»

Σε τι διανοητική και τι συναισθηματική κατάσταση σας βρίσκει το καλοκαίρι του 2025;

Σε μια δημιουργική υπερένταση καθώς πέρα από το αφιέρωμα με 6 από τις 11 μεγάλου μήκους ταινίες μου, ολοκληρώνω το ρεπεράζ και το καστ της νέας ταινίας μου με τον προσωρινό τίτλο «Κύριος Χ», σχεδιάζω συμπληρωματικά γυρίσματα για ένα ιδιότυπο ντοκιμαντέρ που έχω ξεκινήσει αμέσως μετά την «Μήδεια» και κάνω πρόβες για την «Λαίδη Μάκβεθ» που θα συνεχίσει για 3η χρονιά στο θέατρο «Βαφείο».

Με αφορμή τις επανεκδόσεις των ταινιών σας φέτος το καλοκαίρι, πως θα συνοψίζατε την πορεία και την φιλμογραφία σας μέχρι σήμερα; Τι θα αλλάζατε; Τι θα κρατούσατε αδιαπραγμάτευτα ίδιο;

Δεν θα άλλαζα απολύτως τίποτα. Ξαναβλέποντας στην μεγάλη οθόνη τις 6 ταινίες που επέλεξα για το αφιέρωμα, τις εκτίμησα περισσότερο. Διατηρούν τη φρεσκάδα, την τρέλα, την ανατροπή που είχαν. Μοιάζουν τελείως σημερινές, αν όχι αυριανές. Ο χρόνος είναι απίστευτος κριτής. Οταν μια ταινία ξαναβγαίνει μετά από 30 χρόνια, μπορεί να χαρακτηριστεί κλασική. Οταν όμως βγαίνουν έξι ταινίες, μιλάμε για κλασικό σινεμά. Ενα μεγάλο κομμάτι της γοητείας που διατηρούν αμείωτη οι ταινίες μου, είναι η εξαιρετικά πολυεπίπεδη δομή τους. Αλλά και ο βιωματικός, άμεσα ή έμμεσα, χαρακτήρας τους. Κάνω ταινίες μόνο από έρωτα.

Θα έλεγα ότι είμαι επαναστάτης. Και μάλιστα σε όλα τα επίπεδα. Και σε αισθητικό επίπεδο και σε επίπεδο παραγωγής. Αλλά αυτό που με κινεί είναι κάτι άλλο, κάτι θετικό: είναι αυτή η λεπτή κόκκινη γραμμή που ενώνει όλες τις ταινίες μου. Αναζητώ την χαμένη κινηματογραφική μαγεία. Και το σινεμά δεν διαχωρίζεται από την ζωή μου.»

Αθανίτης Στιγμιότυπο από το «Πόλη Κρυμμένη»

Κοιτώντας πίσω πόσο εύκολο, δύσκολο, απελπιστικό, συναρπαστικό […] ήταν το να κάνετε τις ταινίες που θέλατε στην κάθε συγκεκριμένη εποχή; Ποιες είναι οι στάσεις που σταματάει η μνήμη κοιτώντας προς τα πίσω;

Ηταν εξαιρετικά δύσκολο. Κι αυτό που έμοιαζε αδύνατον, ήταν να συνεχίσεις μετά την 3η-4η ταινία. Ωστόσο επειδή όπως είπα κάνω ταινίες από έρωτα, ήταν ένα συναρπαστικό ταξίδι. Το να κάνω την πρώτη ταινία το «Αντίο Βερολίνο» και μάλιστα σαν ανεξάρτητη παραγωγή, ήταν σίγουρα ένας σταθμός και μια τεράστια πρόκληση. Το «Καμιά Συμπάθεια Για Τον Διάβολο» επίσης, γιατί είναι το πρώτο σενάριο που έγραψα, χρόνια πριν το γυρίσω. «Οι Τρεις Μέρες Ευτυχίας» είναι ένα ακόμη σημείο καμπής αφού αντιμτώπισα σύγχρονες ρεαλιστικές καταστάσεις με μια καθαρά κινηματογραφική, προσωπική ματιά. Η «Μήδεια» είναι σίγουρα μια στάση και μια τεράστια πρόκληση . Τόσο τεράστια που ενώ είναι η μόνη ταινια μου, που ήρθε η ίδια να με βρει, χρειάστηκε να περάσουν 20 χρόνια πριν αποφασίσω να την ξεκινήσω. Τέλος «Η Περιπέτεια Του Βλέμματος» είναι μια πρόκληση απέναντι στο ίδιο το έργο μου αλλά και μια μοναδική ταινία-πρόκληση στην παγκόσμια φιλμογραφία.

Σήμερα πόσο έχει αλλάξει ο τρόπος με τον οποίο κάνετε σινεμά; Αν ναι, τι σας αρέσει από αυτήν την αλλαγή και τι θα θέλατε να παραμείνει όπως παλιά;

Δεν έχει αλλάξει τίποτα. Νιώθω μεγαλύτερη ελευθερία, περισσότερες προκλήσεις, συνεχή ερεθίσματα για νέα σχέδια και συνεχή πειραματισμό. Εκτός από τις 11 ταινίες που έχω γυρίσει, άλλες τόσες περιμένουν στος συρτάρι. Ωστόσο, αν και η οικονομική στήριξη που έχω, από μέτρια έως στοιχειώδης που ήταν, τώρα πια είναι στο μηδέν, παραμένω απελπιστικά αισόδοξος.

αθανίτης Από τα γυρίσματα της «Μήδειας»

Είστε ένας ανεξάρτητος δημιουργός που υπερασπίζεστε με σθένος την ανεξαρτησία σας; Πόσο σας κόστισε αυτό μέσα στα χρόνια; Τι σημαίνει σήμερα ανεξάρτητος δημιουργός;

Μου έχει κοστίσει απίστευτα. Σε όλα τα επίπεδα. Το ανεξάρτητο σινεμά είναι μια πρόκληση για την εξουσία αλλά και για το κινηματογραφικό κατεστημένο διεθνώς. Ωστόσο, το ότι κάνω ταινίες έξω από νόρμες μου δίνει και την δύναμη και την ενέργεια να τις κάνω. Όπως είπα, κάνω ταινίες από έρωτα. Καθόλου όμως αυτοαναφορικές. Κάνω ταινίες που αφορούν τους πάντες και με τρόπο που μπορεί να αγγίξει τους πάντες. Ο «Διάβολος» έχει παιχτεί σε πάνω από 30 χώρες μέσω της πλατφόρμας Vimeo. Με το Invisible, έκανα περιοδεία σε 35 πόλεις σε όλη την Ελλάδα με απίστευτη επιτυχία. Η «Μήδεια» έμεινε 54 εβδομάδες στη αίθοσα.
Οι «2000+1 Στιγμές» πιάνουν τον παλμό όλου του πλανήτη στην μετάβαση του Μιλένιουμ κι ας γυρίστηκαν στην Αθήνα. Δεν είναι τυχαίο το πόσο άγγιξαν κριτικούς από τα Variety, Age, Sequences, Senses of Cinema.

Παραμένετε διαρκώς στο «περιθώριο» της ελληνικής κινηματογραφικής κοινότητας. Από επιλογή; Τι είναι αυτό που δεν σας συνδέει με τους υπόλοιπους συναδέλφους σας;

Ακριβώς το αντίθετο.Υπήρξα Πρόεδρος της Ένωσης Σκηνοθετών Παραγωγών, ηγετικό μέλος της «Ομίχλης», βασικό ιδρυτικό μέλος της Ακαδημίας Κινηματογράφου και μέλος του ΔΣ για δύο διετίες.
Εχω παίξει καθοριστικό ρόλο στην διαμόρφωση αυτών των δύο κοινοτήτων και μάλιστα με τεράστιο προσωπικό ρίσκο και κόστος. Όμως δεν με ενδιαφέρει η διαχείριση της όποιας, μικρής ή μεγάλης εξουσίας. Κάνω ταινίες από έρωτα θα ξαναπώ και δημιουργώ σχέσεις με αντίστοιχα πρόσωπα.

τρεις μέρες ευτυχίας Σκηνή από το «Τρεις Μέρες Ευτυχίας»

συμπάθεια Σκηνή από το «Καμια Συμπάθεια για το Διάβολο»

Μιλώντας εν μέσω της επίκαιρης αναταραχής στην κινηματογραφική κοινότητα - αναφερόμαστε στο «Ορατότης Μηδέν» - που στέκεστε σε σχέση με την πρωτοβουλία και τα προβλήματα που αναζητούν επίλυση σήμερα στο ελληνικό σινεμά;

Εβλεπα το αδιέξοδο τουλάχιστον ένα χρόνο πριν και σίγουρα δεν ήμουν ό μόνος. Υπάρχει μια στρέβλωση που πολλοί δεν θέλουν να παραδεχθούν, ενώ είναι φανερό ότι θα γίνει πιο έντονη. Προσωπικά πάντως η λογική του να δέχεσαι την εξουσία σαν τον δεδομένο πατέρα, δεν με αφορά σαν δημιουργό.

Είστε επικριτικός ως προς τα διεθνή φεστιβάλ, το δίκτυο της παγκόσμιας κινηματογραφικής κοινότητας σήμερα, τον τρόπο με τον οποίο γίνονται, προβάλλονται και προωθούνται οι ταινίες εντός και εκτός συνόρων. Ποιες πιστεύετε ότι είναι οι παθογένειες του σινεμά σήμερα διεθνώς;

Μα το ότι το ίδιο το σινεμά εξαφανίζεται. Και ακριβέστερα, αφανίζεται. Σαν θεματολογία, σαν είδος, σαν παραγωγή, σαν προσωπική ματιά. Το σύστημα, στο οποίο φαίνεται να υποκλίνονται οι θεσμοί που αναφέρετε, επιδιώκει το θάψιμο του σινεμά σαν τέχνη και σαν μέσο κοινωνικής επαφής. Ονειρο τους, ο απομονωμένος θεατής μπροστά στην οθόνη του. Το «Αντίο Βερολίνο», το «Βοξ», ο «Διάβολος» το επεσήμαιναν δεκαετίες πριν.
Και καθόλου τυχαία, πρόσωπα όπως ο Βέρνερ Χέρτσογκ ή ο Γιάννης Μπακογιαννόπουλος ασκούν στο κινηματογραφικό, εγχώριο και διεθνές σύστημα, την ίδια κριτική με εμένα.

Ποια είναι η σχέση σας με την κριτική; Διαβάζετε κριτικές σήμερα; Αραγε γράφετε κριτικές;

Διαβάζω κριτικές με άποψη. Και βέβαια, έχω γράψει. Το βιβλίο μου «Η Εβδομη Ήπειρος» του 2022, μια ανθολογία 60 ταινιών από 120 χρόνια κινηματογράφου, είναι μια επιλεκτική, τεκμηριωμένη κριτική ματιά πάνω σε σκηνοθέτες και ταινίες που εξακολουθούν να με ερεθίζουν.

Ποια είναι γνώμη σας για την ελληνική ταινία σήμερα; Για το γεγονός ότι φτιάχνεται με τον ίδιο κόπο που γινόταν πάντα και πασχίζει - σχεδόν όπως έκανε πάντα - στη συνάντηση της με τους θεατές; Έχετε κάποια λύση για να δει ο Έλληνας θεατής την ελληνική ταινία;

Η ελληνική ταινία φτιάχνεται με πολύ λιγότερο κόπο σήμερα και με μια αυτάρεσκη αυτοαναφαρικότητα που είναι επόμενο να στέλνει τον θεατή σπίτι του. Δεν αφορά όμως μόνο την Ελλάδα το φαινόμενο. Οταν η σημαία του Χόλιγουντ, ο Κόπολα δεν βρίσκει παραγωγό, βάζει ο ίδιος 100 εκατομμύρια για να κάνει την ταινία του, την χειροκροτούν μισή ώρα στις Κάννες αλλά πάλι βάζει άλλα 15 εκατομμύρια για να την βγάλει στις αίθουσες χωρίς να αποφύγει τελικά το φιάσκο, βλέπεις όλη την παθογένεια του σινεμά σήμερα.

Και για να το πω, με δικά μου λόγια. Ο λόγος της κατάρρευσης του κινηματογράφου σήμερα, βρίσκεται στο ότι δεν είναι σινεμά. Είναι κάτι σαν σινεμά...

Ποτέ δεν σκέφτηκα ότι κάνω ελληνικές ταινίες. Και αυτό είναι ορατό. Δεν ξέρω αν έχω επηρεάσει. Το "Αντίο Βερολίνο" έχει δανείσει την ιδέα του σε τουλάχιστον άλλες δύο ταινίες, ενώ πρόσφατα η "Μήδεια" δάνεισε την οπτική της σύλληψη.»

Αθανίτης

Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση στην περίπτωση της επανακυκλοφορίας μιας ταινίας στις αίθουσες;

Το πόσο ζωντανή, πόσο φρέσκια παραμένει. Για πόσο ουσιαστικά πράγματα μιλάει, πέρα από συμβάσεις, πολιτικές ιδεοληψίες και κατηχήσεις, πέρα από μια πασέ πια επικαιρότητα. Και πάνω από όλα, κατά πόσο έχει μια ισχυρή, προσωπική ματιά.
Εντυπωσιάστηκα, όταν στο πρώτο τριήμερο του αφιερώματος, είδα θεατές να μένουν να δουν και τις δύο ταινίες της ημέρας και μάλιστα να έρχονται και τις δύο επόμενες μέρες γαι να δουν όλο το πρόγραμμα.

Πώς νιώσατε όταν είδατε ξανά το «Αντίο Βερολίνο» να παίζει στις αίθουσες και να έχει διατηρήσει τον πυρήνα της φρεσκάδας και των ηθικών-αισθητικών του αναζητήσεων; Τι έχετε κρατήσει από την εμπειρία αυτής της πρώτης ταινίας;

Υπέροχο αίσθημα γιατί από τη μια την εκτίμησα ακόμη περισσότερο κι από την άλλλη, ένιωθα να την απολαμβάνω σαν θεατής.

Εχοντας την ταινία στο μυαλό μου πριν την γυρίσω, μπόρεσα να την κάνω με ελάχιστα μέσα και φυσικά ελάχιστο χρήμα. Τα γυρίσματα ωστόσο ήταν μια συνεχής πρόκληση με το απρόοπτο να καραδοκεί παντού. Αντιμετώπιζα τα πάντα και κυρίως κάθε αναποδιά σαν παιχνίδι αλλά και με αυστηρό επαγγελματισμό.
Εμπειρία ήταν και η πρεμιέρα στο Fεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Η ιδιαιτερότητα της ταινίας στα πάντα ήταν τόσο κραυγαλέα, που προκάλεσε ενθουσιασμό μαζί με αμηχανία έως και ενόχληση...

συμπάθεια Η Λένα Κιτσοπούλου στα γυρίσματα του «Καμία Συμπάθεια με το Διάβολο»

Ο (εντός της ταινίας) σκηνοθέτης του «Αντίο Βερολίνο» που βρίσκεται σήμερα; Θα είχε την ίδια κατάληξη εν έτει 2025;

Πάντως εγώ, τον Άλεξ, τον εντός της ταινίας σκηνοθέτη, τον αντιμετώπιζα με απσροσδόκητο σαρκασμό, φτάνοντας να είμαι ο δολοφόνος του. Πραγματικά δεν ξέρω τι κατάληξη θα είχε σήμερα αν και δεν αισθάνομαι ότι ο χρόνος με αγγίζει.

Τι κρύβει το director’s cut του «Καμία Συμπάθεια για το Διάβολο»; Η επέμβαση ήταν διορθωτική ή συμπληρωματική;

Είναι μια νέα ταινία. Για την ακρίβεια είναι η ταινία όπως την ήθελα, αφού αναγκάστηκα να κάνω πρεμιέρα στην Θεσσαλονίκη χωρίς να είναι ολοκληρωμένη.Εχω κάνει κάποιες μικρές χειρουργικές επεμβάσεις στο μοντάζ και κυρίως έχω προσθέσει επιτέλους την φωνή του ήρωα που μιλά εκτός κάδρου, όπως και στο «Αντίο Βερολίνο». Και ναι, ο «Διάβολος» με κάνει πια ευτυχισμένο!

Τα πάντα είναι σινεμά, ακόμη και η ζωή μου. Εκ πρώτης μοιάζουν κάτι άλλο, οι ταινίες, τα βιβλία, η τεκμηρίωση. Το σινεμά είναι η τέχνη των τεχνών, αυτή που εμπεριέχει τα πάντα. Αλλά και κάτι που δεν μπορεί να αγγίξει καμιά από αυτές. Το βλέμμα!»

αθανίτης Ο Δημήτρης Αθανίτης το 1997 στο 38ο Φεστιβάλ Θεσσαλονικής για την πρεμιέρα του «Καμια Συμπάθεια με το Διάβολο»

Θεωρείτε το «Καμία Συμπάθεια με το Διάβολο» την πιο φιλόδοξη ταινία σας; Σε ποια ταινία σας υπήρξατε 100% ικανοποιημένος από το αποτέλεσμα;

Ο «Διάβολος» παραμένει η μεγαλύτερη παραγωγή μου αν και έγινε με πολύ μικρό μπάτζετ. Σίγουρα είναι μια απίστευτα φιλόδοξη ταινία αφού πατά σε μια αρχέγονη ιστορία, στήνει μια ακραία δυστοπική Αθήνα χωρίς καμιά σκηνική επέμβαση και βάζει σε πρώτο πλάνο μια προκλητική ερωτική ιστορία σε συνδυασμό με μια νεο-νουάρ, αστυνομική πλοκή. Η «Μήδεια» είναι εξίσου φιλόδοξη για τους ίδιους λόγους. Επανεφευρίσκει μια κορυφαία τραγωδία, ξεπερνώντας την απλή εικονοποίηση, δημιουργεί πρόσωπα αμφίσημα και τολμά να δείξει έναν κόσμο πριν 2.500 χρόνια, εστιάζοντας σε αρχετυπικά στοιχεία. Εχουν και οι δύο αυτές ταινίες μια μοναδική θέση στην παγκόσμια φιλμογραφία. Στο αφιέρωμα έμεινα όμως έκπληκτος από τις «Τρεις Μέρες Ευτυχίας» και τον «Αόρατο». Εκτιμώ πάντως όλες τις ταινίας μου γιατί όλες έχουν μια θεματική μοναδικότητα και ταυτόχρονα δοκιμάζουν νέα πράγματα.

Σε μια εποχή σαν την σημερινή που γνώριμοι όροι αναθεωρούνται και μπαίνουν με νέα παραδείγματα στα λεξικά, πως κρίνετε την διαρκή ανανεωτική σας διάθεση ήδη από την αρχή της καριέρας σας; Θεωρείστε επαναστάτης;

Θα έλεγα ναι. Και μάλιστα σε όλα τα επίπεδα: αισθητικό και παραγωγής. Αλλά αυτό που με κινεί είναι κάτι άλλο, κάτι θετικό: είναι αυτή η λεπτή κόκκινη γραμμή που ενώνει όλες τις ταινίες μου. Αναζητώ την χαμένη κινηματογραφική μαγεία. Και το σινεμά δεν διαχωρίζεται από την ζωή μου.

Όλοι οι σκηνοθέτες που αγαπήσατε, το σινεμά που είδατε ως έφηβος και νέος σκηνοθέτης, τα βιβλία που ξαναδιαβάσετε, τι έχει απομείνει ως πρώτο σημείο αναφοράς όταν σας ρωτούν για τις επιρροές σας;

Ο Λουίς Μπουνουέλ και οι μοναδικές ταινίες του. Δεν ξέρω αν έχω επηρεαστεί αλλά εκεί είδα την πιο αβίαστη σχέση φανταστικού και πραγματικού. Δεν υπήρξε τυχαία μέλος των Σουρεαλιστών, του πιο απελευθερωτικού και πιο δημιουργικού κινήματος στην Ιστορία της Τέχνης.

Δημήτρης Αθανίτης Στα γυρίσματα του «Oνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας»

invisible αθανίτης 607 Στα γυρίσματα του «Αόρατου»

Που πιστεύετε ότι τοποθετείται το έργο σας μέσα στο σύγχρονο ελληνικό σινεμά; Εχετε αντιληφθεί την επίδραση του σε δημιουργούς νεότερης γενιάς;

Ποτέ δεν σκέφτηκα ότι κάνω ελληνικές ταινίες. Και αυτό είναι ορατό. Δεν ξέρω αν έχω επηρεάσει. Το «Αντίο Βερολίνο» έχει δανείσει την ιδέα του σε τουλάχιστον άλλες δύο ταινίες, ενώ πρόσφατα η «Μήδεια» δάνεισε την οπτική της σύλληψη.

Που χωράνε μέσα στην κινηματογραφική μυθοπλασία, τα βιβλία, οι πειραματισμοί με την τεκμηρίωση και την αφήγηση; Είναι όλα όσα κάνετε, εκτός των ταινιών, κινηματογραφικά;

Τα πάντα είναι σινεμά, ακόμη και η ζωή μου. Εκ πρώτης μοιάζουν κάτι άλλο, οι ταινίες, τα βιβλία, η τεκμηρίωση. Το σινεμά είναι η τέχνη των τεχνών, αυτή που εμπεριέχει τα πάντα. Αλλά και κάτι που δεν μπορεί να αγγίξει καμιά από αυτές. Το βλέμμα! Στην πολυδιάστατη μαγεία του κινηματογραφικού βλέμματος είναι αφιερωμένη η τελευταία ταινία μου, «Η Περιπέτεια Του Βλέμματος».

Λένε πως μετά από μια τραγωδία, είναι πάντα ώρα για μια κωμωδία. Μετά τη «Μήδεια» τι;

Μετά την «Μήδεια» και την «Περιπέτεια», ο «Κύριος Χ». Οχι δεν είναι κωμωδία αν και έχει κωμικοτραγικά στοιχεία. Πρόσφατα συνειδητοποίησα ότι έχει απίστευτα κοινά στοιχεία με το «Αντίο Βερολίνο». Θα είναι κι αυτή ασπρόμαυρη και όπως παρατήρησε φίλος, «επικίνδυνα επίκαιρη». Και μαζί απόλυτα κλασική, θα συμπλήρωνα εγώ.

Το «Καμια Συμπάθεια για το Διάβολο» του Δημήτρη Αθανίτη, η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του από το 1997 βγαίνει σε επανέκδοση στις αίθουσες στις 19 Ιουνίου από τη New Star.

Αθανίτης Ο Δημήτρης Αθανίτης την εποχή του «Αντίο Βερολίνο»