Μα τι είναι αυτή η ψύχωση με την παγκόσμια λογοτεχνία, που καταλαμβάνει τα εθνικά μας σόσιαλ μίντια μια φορά το χρόνο, Οκτώβριο μήνα, λίγο πριν και λίγο μετά την ανακοίνωση του Νόμπελ; Κάθε χρήστης κι από ένα μέλος της Σουηδικής Ακαδημίας, με δικαίωμα ψήφου. Ομαδοποιήσεις και προβλέψεις. Πάθη και μίση - συνήθως για τον ίδιο συγγραφέα, ο Ροθ και ο Μουρακάμι κρατάνε τα πρωτεία. Κραυγές θριάμβου αν το πάρει ο «δικός μας» - δεν θα με ξεχάσω ποτέ να ουρλιάζω μέσα στην άδεια εκείνη την ώρα «Ελευθεροτυπία» και να τρέχω πάνω κάτω στους διαδρόμους όταν ο Τζ. Μ. Κουτσί έπαιρνε το Νόμπελ το 2003. Σήμερα ντρέπομαι για την αυθόρμητη αντίδρασή μου, αλλά είχα λόγο σοβαρό, ήταν ο Θεός μου, τελεία.
Εκτοτε σοβάρεψα. Ούτε ο Πίντερ, ούτε ο Παμούκ, ούτε ο Λιόσα, ούτε ο Μοντιανό και ο Ισιγκούρο, πολύ αγαπημένοι μου, με έκαναν να ρεζιλευτώ από τη χαρά μου και υπήρχαν και χρονιές (το ομολογώ) που ευχόμουνα να είναι ο Νομπελίστας ψιλοάγνωστος και αμετάφραστος στα ελληνικά, για να έχω λιγότερο δημοσιογραφικό βάρος, να «ξεπετάξω», η τεμπέλα, το απαραίτητο κομμάτι «αντιγράφοντας» τις ξένες εφημερίδες, χωρίς υπερβολικές απαιτήσεις για βάθος και ουσία.
Δεν πρόλαβε να αποτελειώσει την ανακοίνωση του ονόματός της ο μόνιμος γραμματέας της Σουηδικής Ακαδημίας και νάτα τα πρώτα σεντόνια εναντίον της στο facebook, και νάτες οι πρώτες εύκολες ταμπέλες, τόσο γι’ αυτήν όσο και για την Ακαδημία. Βρήκαμε έναν ακόμα λόγο να αφορίσουμε και να μαλλιοτραβηχτούμε.»
Ενας τέτοιος ήταν ο περσινός νομπελίστας, ο Τανζανός Αμπντουλραζάκ Γκούρνα. Αν εξαιρέσεις τη χοντροκομμένη καζούρα για το όνομά του, τη γλύτωσε ο άνθρωπος. Μόνο τώρα, ένα χρόνο μετά, που ένα βιβλίο του υπάρχει πια στα ράφια των βιβλιοπωλείων («Αλλες ζωές», Ψυχογιός, το συνιστώ θερμά), άρχισαν δειλά-δειλά τα κατεδαφιστικά σχόλια για το έργο του στα σόσιαλ μίντια, αλλά μάλλον ευπρεπώς και με κάποια επιχειρήματα. Δυστυχώς η νέα μας Νομπελίστρια, η γαλλίδα Ανί Ερνό, την πάτησε μεγαλοπρεπώς. Ηταν, βλέπετε, πολυμεταφρασμένη στη χώρα μας. Δεν πρόλαβε, λοιπόν, να αποτελειώσει την ανακοίνωση του ονόματός της ο μόνιμος γραμματέας της Σουηδικής Ακαδημίας και νάτα τα πρώτα σεντόνια εναντίον της στο facebook, και νάτες οι πρώτες εύκολες ταμπέλες, τόσο γι’ αυτήν όσο και για την Ακαδημία. Βρήκαμε έναν ακόμα λόγο να αφορίσουμε και να μαλλιοτραβηχτούμε.
Η Ερνό στις αρχές του '20, όταν διαβάζαμε τον «Τόπο»
Ακουσα στο ραδιόφωνο μεγάλο όνομα της δημοσιογραφίας με δική του εκπομπή να κατακεραυνώνει την εκλογή της ως «πολιτική», επειδή , λέει, στο βιβλίο της, «Το γεγονός», περιγράφει την παράνομη έκτρωση που είχε κάνει τη δεκαετία του ’60 – είναι το βιβλίο που ενέπνευσε την εξαιρετική, και τόσο πρόσφατη ταινία της Οντρέ Ντιγουάν, περσινό Χρυσό Λέοντα στη Βενετία, και έκανε και το Flix να ασχοληθεί μαζί της, ένα κινηματογραφικό site που με συγγραφείς δεν έχει συχνές επαφές, λογικό είναι. Και την ίδια ακριβώς στιγμή, άλλος πολύ γνωστός δημοσιογράφος, έπιανε τον ακριβώς απέναντι τοίχο: στηλίτευε με κείμενό του τη Σουηδική Ακαδημία σε site εξαιρετικής επιθεώρησης επειδή με την Ερνό απέδειξε πόσο…απολίτικη είναι! Πόσο αδιάφορη για τα δεινά της ανθρωπότητας σήμερα, από Ουκρανία μέχρι κλιματική αλλάγη. Επειδή η Γαλλίδα συγγραφέας, όπως αυτός την διάβασε (ή δεν τη διάβασε), υπεκφεύγει συστηματικά την πραγματικότητα, ασχολείται πάντα, σχεδόν αυτοβιογραφούμενη, με τα δικά της, τα προσωπικά της.
Διαβάστε ακόμη: Τα Γεγονότα που δεν απατούν...
Δεν ισχυρίζομαι πώς αυτές οι δυό ακραίες, εύκολες και αβασάνιστες τοποθετήσεις, έκριναν ακριβώς το κλίμα και ότι ο μόνος που, τελικά, πανηγύρισε στην Ελλάδα για το Νόμπελ της Ερνό είναι ο εκδοτικός της οίκος, το «Μεταίχμιο». Την άλλη μέρα, όμως, ο τοίχος μου στο fb δονείτο από φιλοερνικά ή αντιερνικά αισθήματα, μάταια μερικές νηφάλιες φωνές προσπαθούσαν να την τοποθετήσουν στις σωστές της διαστάσεις, ούτε ΤΕΡΑΣΤΙΑ αλλά ούτε και ΑΙΣΧΟΣ. Την ίδια στιγμή, ευτυχώς, σε εφημερίδες και site συγγραφείς και δημοσιογράφοι που ήξεραν σε βάθος το έργο της και το εκτιμούσαν, ανέλυαν την Ανί Ερνό. Με Νόμπελ ή χωρίς Νόμπελ, ήταν εδώ και πολλά χρόνια μιά καθόλα υπολογίσιμη συγγραφέας, με πολύ προσωπικό δρόμο και αυστηρό λογοτεχνικό πλάνο, μια παγκόσμια προσωπικότητα στα 82 της, και κάθε χρόνο «υποψήφια» για το Νόμπελ, τουλάχιστον στις λίστες των στοιχημάτων.
Τι μάθημα, όμως, όλα αυτά. Η λογοτεχνία δεν έχει ανάγκη από νευρωτικούς φαν ή εχθρούς. Να παίρνεις ένα βιβλίο στα χέρια σου, θέλει, και να το διαβάζεις με σεβασμό.»
Και από πότε, παρακαλώ, έγινε στην Ελλάδα, για την ελίτ των βιβλιοφίλων και των ειδικών, κόκκινο πανί η λογοτεχνία, που καταργεί τα όρια με την αυτοβιογραφία και «βυθομετρεί τα τραύματα» του συγγραφέα, όπως ευφυώς έγραψαν για την Ερνό οι New York Times; Βαριέμαι να συντάξω κατάλογο των μεγάλων συγγραφέων που κάνουν πάνω κάτω το ίδιο με την Ερνό, που γράφει για τη μαμά της, τον μπαμπά της, τους βιασμούς και τους εραστές της, την ταπεινή της τάξη και τις ενοχές από την αστικοποίησή της. Και, τι σύμπτωση. Τις ίδιες μέρες που φρύδια σηκώνονταν περιφρονητικά για την Ερνό, γέμιζαν αμφιθέατρα και η αθηναική νεολαία παραληρούσε για έναν άλλο Γάλλο συγγραφέα, πολύ νεώτερος αυτός, που για την προσωπική του πορεία προς το φως και τη δόξα από την πιο μίζερη, υποβαθμισμένη και σκοτεινή Γαλλία γράφει - και για τη μαμά του. Και είναι φίρμα και λογοτεχνικό φαινόμενο - στον Εντουαρ Λουί αναφέρομαι, αλλα αυτός δεν είναι γυναίκα, είναι γκέι άνδρας.
Διαβάστε ακόμη: «Το Γεγονός» | Η Ανί Ερνό έγραψε ένα βιβλίο για την παράνομη έκτρωση που την έκανε να νιώθει περήφανη
Ο Εντουάρ Λουί πανηγύρισε το Νόμπελ της Ανί Ερνό. Ξέρετε και ποιος άλλος; Ο Ζαν-Λικ Μελανσόν. «Εκλαψα από ευτυχία», δήλωσε όταν η θερμή του οπαδός πήρε το Νόμπελ. Να, λοιπόν, που μια απορροφημένη, για κάποιους, από τα δικά της συγγραφέας, μπορεί να είναι σύμβολο της «άκρας αριστεράς». Σ’ αυτήν ανήκει η καρδιά της, ποτέ δεν το έκρυψε. Αντε, λιγουλάκι και στα Κίτρινα Γιλέκα, που δημόσια τα είχε χαιρετήσει. Αλλά αυτή είναι μια ακόμα ακατανόητη ιστορία γαλλικής πολιτικής τρέλας, όπως και ο «αντισημιτισμός» κάποιων πολιτικών κινήσεων της Ερνό, που η «Le Monde» διακριτικά θύμησε σε ένα αξιοθαύμαστης ισορροπίας άρθρο για την νέα Νομπελίστρια. Τι μάθημα, όμως, όλα αυτά. Η λογοτεχνία δεν έχει ανάγκη από νευρωτικούς φαν ή εχθρούς. Να παίρνεις ένα βιβλίο στα χέρια σου, θέλει, και να το διαβάζεις με σεβασμό ξέροντας πως τα μυστικά του δεν θα στα αποκαλύψει με το πρώτο. Και γι’ αυτό πολύ χαίρομαι που το «Μεταίχμιο» σύντομα θα μας προσφέρει δυο ακόμα βιβλία της Ερνό. Την επόμενη φορά που θα πάρει καποιο βραβείο, να είμαστε πιο νηφάλιοι και προετοιμασμένοι.