
Ο παρελθοντικός χρόνος μοιάζει ασύνδετος με τον Θανάση Ρεντζή.
Οχι μόνο γιατί υπήρξε πάντα υπέρμαχος ενός κινηματογράφου που κοιτούσε μπροστά σε πρωτοπορίες, πειραματισμούς και νέες τεχνολογίες, αλλά γιατί σε ολόκληρη τη ζωή του και μέχρι και λίγο πριν το θανατό του ήταν κυριολεκτικά παρών σε συνέδρια, θεωρητικές συζητήσεις γύρω από το σινεμά και ανασκοπήσεις, επαναφέροντας στην τάξη όποιον δεν θυμόταν καλά τα γεγονότα πίσω στα ταραγμένα (και συναρπαστικά) χρόνια της δεκαετίας του '70 και του '80 αλλά και με μια διάθεση να συνεχίσει να μαθαίνει.
Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, 1992
Σκηνοθέτης, δάσκαλος, εκδότης του θρυλικού ΦΙΛΜ, ιδρυτικό μέλος του Κέντρου Πειραματικού Κινηματογράφου, ηγετική φιγούρα του Αντιφεστιβάλ, με θητεία αργότερα και σε διευθυντικές θέσεις στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και στην ΕΡΤ, μαχητικός συνδικαλιστής, ο Θανάσης Ρεντζής παραμένει μια πολυπρισματική φιγούρα για όλα όσα θεωρεί κανείς «σύγχρονο κινηματογράφο» στην Ελλάδα.
To μανιφέστο του, δημοσιευμένο στο τεύχος 8, του περιοδικού ΦΙΛΜ (Χειμώνας 1975-76) προδίδει τις περισσότερες από τις ρηξικέλευθες, θεωρητικές ιδέες που ακολούθησαν όλη τη διαδρομή του:
Γεννημένος το 1947 στο Αίγιο, σπούδασε Κινηματογραφία και Σκηνοθεσία στην Ανωτάτη Σχολή Θεάτρου-Κινηματογράφου Αθηνών, υπό τη διεύθυνση των Ειρήνη Καλκάνη και Κώστα Φωτεινού, και Σημειολογία στο Παρίσι. Το 1968 συστήνει μαζί με ομοιδεάτες του (αναμεσά τους και ο Θανάσης Καστανιώτης) μία ομάδα διεπιστημονικής Ερευνας και Μελέτης, κι ασχολούνται, με τα Μαθηματικά, την Κυβερνητική, τα Νέα Μέσα Επικοινωνίας, και κυρίως με τον Κινηματογράφο. Μια πρώτη σημαντική στιγμή θα έρθει το χειμώνα του 1969 όταν θα ιδρύσει με τον Δημήτρη Σπέντζο και άλλους, το Κέντρο Πειραματικού Κινηματογράφου, που λειτούργησε για περισσότερα από τρία χρόνια.
Δείτε παρακάτω μερικές σελίδες από την ιδρυτική διακήρυξη του Κέντρου Πειραματικού Κινηματογράφου:
Μέσα από τις αναζητήσεις της ομάδας του Κέντρου Πειραματικού Κινηματογράφου γεννήθηκε και ο Θανάσης Ρεντζής ο δημιουργός.
Το 1973 συνσκηνοθετεί με τον Νίκο Ζερβό, το «Μαύρο+Ασπρο», την (αυτοβιογραφική) ιστορία ενός φοιτητή της Σχολής Καλών Τεχνών (τον υποδύεται ένας νεαρός Γιώργος Τσεμπερόπουλος) που έρχεται σε αντίθεση με τους συμφοιτητές του, όταν αρνείται να ενταχθεί στο γενικότερο κλιμα αναταραχής που συγκλονίζει το Ελληνικό Πανεπιστήμιο τα δυο τελευταία χρόνια της χούντας. H ταινία - από τις σημαντικότερες ως καταγραφή της εποχής - γυρίστηκε μετά την κατάληψη της Νομικής το 1973 και προβλήθηκε τις μέρες του Πολυτεχνείου στην «Αλκυονίδα» λίγο πριν κλείσει ο κινηματογράφος λόγω των μέτρων που επέβαλε η νέα χούντα του Ιωαννίδη.
Μαύρο+Ασπρο, 1973
Το 1974 ιδρύει με τον Θανάση Καστανιώτη το θρυλικό περιοδικό ΦΙΛΜ [Περιοδική Έκδοση Ανάλυσης και Θεώρησης του Κινηματογράφου], με σκοπό την θεωρητική σπουδή της 7ης Τέχνης, και μ’ έμφαση στις Πρωτοπορίες και τον Πειραματισμό, το οποίο και διηύθυνε έως το 1986, δημοσιεύοντας πάνω από 6.000 σελίδες θεωρητικών κειμένων.
Δείτε ακόμη: Διαβάζοντας από την αρχή το «Σύγχρονο Κινηματογράφο» και το «Φιλμ»
Το 1975, κάνει τη δεύτερη ταινία του, τη «Βιο-Γραφία», ένα υβρίδιο μεταξύ του animation και του live action, βασισμένη σε κολάζ από γκραβούρες του Τσάμι Τσούμεζ. Με την ταινία διακρίνεται στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, ταξιδεύει στα διεθνή Φεστιβάλ (Ρότερνταμ, Μπολόνια) και καθιερώνεται ως μια δυνατή φωνή πειραματισμού στα ελληνικά πράγματα. Το σενάριο της ταινίας, ουσιαστικά μια συλλογή από κείμενα πάνω στο σινεμά και την εκ νέου θεωρησή του εν μέσω των 70s, κυκλοφόρησε την ίδια εποχή από τις Εκδόσεις Εξάντας και παραμένει ένα πολύτιμο εργαλείο για την κατανόηση της κοσμοθεωρίας του δημιουργού Θανάση Ρεντζή.
Διαβάστε ακόμη: Από τα αρχεία | Μια πραγματικά μεγάλη συνέντευξη του Θανάση Ρεντζή στον Γιάννη Καρπούζη
Βράβευση το 1975 στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για τη «Βιο-Γραφία»
Με τη Λουκία Ρικάκη, Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης 1987
Το 1977 τίθεται επικεφαλής της αντίδρασης των Ελλήνων Κινηματογραφιστών κατά της τότε κυβερνητικής πολιτικής για τον Κινηματογράφο κι αναλαμβάνει την Προεδρία της διοργάνωσης, «του δημοσιογραφικώς καλούμενου "Αντιφεστιβάλ"», που υπήρξε ουσιαστικά και ο μοχλός αλλαγής τόσο του ίδιου του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης αλλά και της κρατικής νοοτροπίας γύρω από την ελληνική κινηματογραφική κοινότητα. Εκτοτε παραμένει δυναμικός «συνδικαλιστής» για τα θέματα του κινηματογράφου και της Τέχνης στην Ελλάδα.
Διαβάστε ακόμη: Από τα αρχεία | Το Διαβολικό Μηχανάκι του Θανάση Ρεντζή
Το 1981 σκηνοθετεί την πιο διάσημη ταινία του, τον «Ηλεκτρικό Αγγελο», που όπως αναφέρει και ο ίδιος είναι «ένα οπτικοακουστικό ποίημα που με παιγνιώδη τρόπο αναπαριστά την πολυμορφία του ερωτισμού». Πάλι εδώ με συνδυασμό animation και live action, ο Ρεντζής συνδυάζει ποικιλία οπτικοακουστικών τεχνικών και μεθόδων προκειμένου να αναδείξει μια αίσθηση, περισσότερο από οτιδήποτε γραμμικό, απτό ή εύληπτο με το πρώτο βλέμμα.
Το 1986, αναλαμβάνει την Διεύθυνση, καθώς και την εκ βάθρων αναδιοργάνωση, του Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης. Θα μείνει στη θέση αυτή για δύο χρόνια, καθώς όπως ανέφερε και ο ίδιος οι διαφορές που είχε με τους συνδικαλιστικούς φορείς του κινηματογράφου χώρου ήταν απροσπέλαστες. Μέχρι το 1990 διατέλεσε διευθυντής του Τομέα Ψυχαχωγίας της ΕΡΤ.
Σιωπηλές Μηχανές, 1999
Συνεχίζοντας να σκηνοθετεί, τόσο για το σινεμά όσο και για την τηλεόραση (οι τελευταιές του ταινίες ήταν ήταν οι θαυμαστές «Σιωπηλές Μηχανές» που προβλήθηκαν το 2000 στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης «ένας στοχασμός πάνω στο χρόνο, που αφορά στη μνήμη των βιομηχανικών τόπων, ως αντικειμένου της ιστορίας για το οποίο η γνώση επέρχεται ως σωτηρία» και το «Ωδή στην Ελιά», ένα ντοκιμαντέρ μέρος ενός προγράμματος αφιερωμένο στον πολιτισμό της Ελιάς), αφιερώθηκε στην έρευνα και σε συνεργασία με εκπαιδευτικούς οργανισμούς στην Ελλάδα και το εξωτερικό, υπήρξε υπεύθυνος για καθοριστικές μελέτες για τον ελληνικό πολιτισμό, για εκθέσεις που ανέδειξαν άγνωστα κομμάτια της ελληνικής ιστορίας και μέσα από τη διδασκαλία του στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών, της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών με το μάθημα «Αισθητικής του Κινηματογράφου και των Νέων Μέσων» ανέθρεψε γενιές ολόκληρες νέων που είδαν στο ακούραστο βλέμμα του κάτι από την ανησυχία της προόδου και της αναζήτησης.
Το 2024 κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Αιγόκερως η εμβριθής μελέτη του Ηρακλή Δ. Λογοθέτη για τον Θανάση Ρεντζή με τον τίτλο «Η Αισθητική Ανθρωπολογία στον Κινηματογράφο του Θανάση Ρεντζή».