Τις τελευταίες μέρες του 2021, το Flix παρουσίασε σε αντίστροφη μέτρηση τη δεκάδα με τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς, όπως τις ψήφισαν οι συντάκτες του Flix. ΜΙα δεκάδα αντιπροσωπευτική μιας χρονιάς που επιστρέψαμε στα σινεμά - λιγότερο ή (ελπίζουμε) περισσότερο σοφοί.
Η ψηφοφορία των αναγνωστών: Εσύ ψήφισες για την καλύτερη ταινία του 2021;
Πατώντας πάνω στον τίτλο της κάθε ταινίας, διαβάζετε τη γνώμη του Flix, την αγαπημένη μας σκηνή, το λόγο για τον οποίο η κάθε ταινία θα μείνει κλασική.
10. Γαλλική Αποστολή (The French Dispatch) του Γουές Αντερσον
Με τη δέκατή του ταινία ο Γούες Αντερσον θέλει να κάνει κάτι ξεχωριστό. Να υμνήσει με τον δικό του απαράμιλλο στιλ και ιδιοσυγκρασία, αλλά ταυτόχρονα με νοσταλγία, μελαγχολικό βλέμμα, την δημοσιογραφία εκείνη που έχει χαθεί (ίσως ανεπιστρεπτί) και να αποτίσει το δικό το φόρο τιμής σε όλους εκείνους που εργάστηκαν σε αυτήν. Το καλοκαίρι του 1925 ένας νεαρός αμερικανός αποφασίζει να παρατείνει τις διακοπές του στη φιξιόν κωμόπολη Ennui-sur-Blasé και να ξεκινήσει να γράφει τις ταξιδιωτικές του εμπειρίες, μεταμορφώνοντας την εφημεριδούλα του πατέρα του («Liberty, Kansas Evening Sun») σε περιοδικό με τίτλο «Γαλλική Αποστολή». Τελικά, ο Αρθουρ Xάουγιτσερ έμεινε εκεί για πάντα - μέχρι το 1975 που άφησε την τελευταία του πνοή και το τελευταίο τεύχος. Εμείς τον συναντάμε λίγο πριν το τέλος, όπου έχει συγκεντρώσει στην ταυτότητα του περιοδικού δημοσιογράφους, συγγραφείς, κριτικούς με δυνατές πένες, εκκεντρικές προσωπικότητες, ασυμβίβαστο βλέμμα, στηρίζοντας τα κείμενα τους με το δικό του αλάνθαστο ένστικτο - ένα δικό του σύστημα αξιών όπου το ταλέντο και η ακεραιότητα προστατεύονται με όποιο κόστος. Κάπως έτσι συγχωρείται ο νέος ταξιδιωτικός του αρθρογράφος, που καταστρέφει το picturesque όνειρο του μέσου Αμερικάνου, περιγράφοντας το Ennui χαριτωμένο ναι, αλλά χωρίς να παραλείπονται τα ποντίκια που κατακλύζουν τους υπονόμους του, ή τα πτώματα (ξεκαθαρίσματα της τοπικής μαφίας) που εμφανίζονται τις πρωινές ώρες να επιπλέουν στο ποτάμι του. Ετσι δικαιολογούνται τα παράλογα έξοδα της ιδιοσυγρασιακής κριτικού τέχνης, διαμονές σε spa και ακριβά δείπνα, γιατί στο τέλος θα του φέρει το πορτρέτο μίας εικαστικής διάνοιας. Κάπως έτσι, αναδεικνύεται κι ο γαστρονομικός οδηγός σε κάτι πολύ πιο ουσιώδες, που αφήνει στον ουρανίσκο γλυκόπικρη κοινωνικοπολιτική επίγευση: τον γράφει ο γκέι συντάκτης του περιοδικού ως αστυνομικό ρεπορτάζ με αιχμές και ουσία που σου σφίγγουν το στομάχι.
9. Μικρή Μαμά (Petite Maman) της Σελίν Σιαμά
Η οκτάχρονη Νελί έχει μόλις χάσει τη γιαγιά της και δεν πρόλαβε να της πει ένα αντίο. Μαζί με τη μαμά της, Μαριόν και τον μπαμπά της, πηγαίνουν στο πατρικό της Μαριόν, στο σπίτι της γιαγιάς, μέσα στο ονειρικό δάσος, για να το αδειάσουν και να το κλείσουν. Τη δεύτερη κιόλας μέρα, η Μαριόν θα φύγει. Η Νελί, ανακαλύπτοντας το σπίτι, παίζοντας στο δάσος, θα κάνει μια καινούρια φίλη: είναι κι αυτή οκτώ χρόνων και τη λένε Μαριόν. Η ταινία της Σελίν Σιαμά μετά το «Πορτρέτο Μιας Γυναίκας που Φλέγεται» δεν είναι ένα (απλό) παραμύθι.
8. Ιστορίες της Τύχης και της Φαντασίας του Ριγιουσούκε Χαμαγκούτσι
Και λες, δεν μπορεί ένας σκηνοθέτης, μέσα στην ίδια χρονιά, να υπογράψει δυο αριστουργήματα - όμως μπορεί. Ο τρυφερός, ανατρεπτικός Ιάπωνας δημιουργός, την ίδια χρονιά που χάρισε σε όσους τυχερούς μπόρεσαν να το δουν (όχι στην Ελλάδα ακόμα) το «Drive My Car», παρουσίασε και το σπονδυλωτό, διακριτικό έπος του και τιμήθηκε με την Αργυρή Αρκτο στο Φεστιβάλ Βερολίνου. Τρία κεφάλαια: στο πρώτο, δυο φίλες μοιράζονται τα κουτσομπολιά για τη μαγική ερωτική εμπειρία της μίας, μόνο που η άλλη τυχαίνει να τη γνωρίζει παραπάνω από καλά. Στο δεύτερο, ένας καθηγητής λογοτεχνίας διατείνεται ότι κρατά την πόρτα του πάντα ανοιχτή για τους φοιτητές του. Μέχρι να σκεφτεί να την κλείσει. Στο τρίτο, μια γυναίκα επιστρέφει στη γενέτειρα για το reunion συμμαθητών, για να συναντήσει εκείνη που τότε, στην εφηβεία, είχε ερωτευτεί παράφορα και άδοξα.
7. Ο Πατέρας (The Father) του Φλόριαν Ζέλερ
«Θυμάσαι;» Ενα ρήμα που χρησιμοποιούμε με ανάλαφρη βεβαιότητα στον καθημερινό μας λόγο. Κι όμως, για τους ανθρώπους που παλεύουν με τον εκφυλισμό του μυαλού και της ταυτότητάς τους, ένα ρήμα εχθρικό, επιθετικό, τραυματικό. «Ναι, φυσικά» απαντά με σπαρακτική αμηχανία ο Πατέρας, ενώ τα υγρά του μάτια προδίδουν πόσο πιο άγρια είναι η αλήθεια του. Και η κόρη; Που νιώθει ότι ο πατέρας της δεν την αναγνωρίζει πια; Πόσο πιο τραυματικός τρόπος να τον πενθήσει... ζωντανό; Πώς μπορείς να συλλάβεις, να καταγράψεις, να αποτυπώσεις αυτή την άδικη, εκφυλιστική μέθη του μυαλού σε μια ταινία; Ο Φλόριαν Ζέλερ (μέσα από την μεταφορά του θεατρικού του έργου «Le Père»), επιλέγει τον πιο δύσκολο και συνάμα τον πιο συγκινητικό, επώδυνο τρόπο: να μάς βάλει στον λαβύρινθο του μυαλού ενός ηλικιωμένου άντρα, εκεί που η συνεχής σύγχισή του δεν του επιτρέπει να αναγνωρίζει πια τι είναι αλήθεια και τι φαντασία.
6. Παράλληλες Μητέρες (Madres Paralelas) του Πέδρο Αλμοδόβαρ
Μάς έχει αποδείξει πόσο αγαπά κι εκτιμά και τιμά τις γυναίκες. Ξέρουμε πόσο, ειδικά οι μητέρες, έχουν σημαντικό και κύριο λόγο στις ταινίες του. Δεν φανταζόμασταν όμως ποτέ, ότι στην έβδομη δεκαετία της ζωής του, ο Πέδρο Αλμοδόβαρ θα επέμενε στο σύμβολο της μάνας για να συνθέσει ένα πολύ μεγαλύτερο καμβά ως φόντο και τελικά προορισμό της ταινίας του. Οτι, «παράλληλα» με την προσωπική ιστορία των ηρωίδων του, θα έκανε μία ταινία τόσο πολιτική, τόσο συγκινητική για το παρελθόν, τόσο σημαντική για το παρόν και το μέλλον.
Εχουν περάσει σχεδόν 10 χρόνια από το «Holy Motors». Εχουν περάσει έξι χρόνια απ' όταν ξεκινήσαμε ν' ακούμε για την «Annette», το μιούζικαλ που θα έκανε ο Λεός Καράξ με τον Ανταμ Ντράιβερ και, τότε, τη Ρούνι Μάρα. Ο καιρός πέρασε, ο Καράξ ποτέ δεν βιαζόταν, έτσι κι αλλιώς, η πανδημία ήρθε κι έμεινε, το Φεστιβάλ Καννών τον τίμησε με το Βραβείο Σκηνοθεσίας: εκκωφαντικά επίκαιρο, παρότι πέρασε τόσο δρόμο ώσπου να μας έρθει, το «Annette», το μιούζικαλ του Καράξ και των The Sparks, είναι ένα τραγικό love story, ένα παράδοξο, μαγευτικό έπος για το χρόνο, την αγάπη, το μίσος, τη διασημότητα και το femicide.
4. Ανάμνηση (Memoria) του Απιτσατπόνγκ Βιρασετάκουν
Η Τζέσικα, μια Αγγλίδα που ζει στο Μεντελίν της Κολομβίας, ιδιοκτήτρια μιας μικρής ανθοκομικής επιχείρησης, βρίσκεται στη Μπογκοτά για να επισκεφτεί την αδερφή της που βρίσκεται στο νοσοκομείο με αναπνευστικά προβλήματα. Ένα βράδυ κατά τη διάρκεια του ύπνου της, η Τζέσικα θα ξυπνήσει από έναν εκκωφαντικό ήχο που την αναστατώνει. Τον ίδιο ήχο θα ακούσει ξανά λίγο καιρό μετά όταν θα βγει για φαγητό με την αδερφή της και τον κουνιάδο της μέσα σε ένα εστιατόριο. Προς έκπληξη της, θα αντιληφθεί πως κανείς άλλος δεν ακούει τον ήχο εκτός από την ίδια. Θα επισκεφθεί τον μαθητή ενός φίλου, τον Χερνάν, σε ένα στούντιο ηχογραφήσεων και θα του ζητήσει να αναπαραστήσει τον ήχο ψηφιακά μέσα από τις περιγραφές της. Αυτός θα το κάνει, όμως λίγο αργότερα θα εξαφανιστεί και η Τζέσικα θα ρωτήσει για να λάβει την απάντηση πως δεν υπήρξε ποτέ κάποιος Χερνάν στο στούντιο. Λίγο αργότερα θα συναντήσει έναν ηλικιωμένο άνδρα, κι αυτός με το όνομα Χερνάν, ο οποίος αρχίζει να ανασύρει από μέσα της αναμνήσεις. Πόσο σίγουρο όμως είναι ότι είναι δικές της; Και τι σχέση έχει η τραγική, αποτρόπαια ιστορία του Χερνάν με την ίδια, με τον ήχο που ακούει, με τον ερχομό των «ξένων»; Οι ερωτήσεις της Τζέσικα είναι πολλές. Και δεν είναι μόνο δικές της.
3. West Side Story του Στίβεν Σπίλμπεργκ
Ο Στίβεν Σπίλμπεργκ, ο αιώνιος έφηβος του αμερικανικού σινεμά, αλλά και μια από τις πιο ισχυρές φυσιογνωμίες του Χόλιγουντ, αποφάσισε πως ήρθε η ώρα στη 50χρονη καριέρα του να σκηνοθετήσει το πρώτο του μιούζικαλ. Και επιλογή του να κάνει ένα ριμέικ ενός από τα διασημότερα μιούζικαλ όλων των εποχών, του «West Side Story», αποδεικνύει πως δεν υπάρχει τίποτα που να μην μπορεί να κάνει αυτός ο σπουδαίος παραμυθάς. Σε μια Νέα Υόρκη της ταξικής ανάπλασης, δυο συμμορίες, οι Σαρκς, παιδιά Πορτορικάνων μεταναστών και οι Τζετς, παιδιά Ευρωπαίων μεταναστών, Ιταλών, Πολωνών, μάχονται για την κυριαρχία στην υποβαθμισμένη γειτονιά τους, η οποία, με τραγική ειρωνεία, πρόκειται να κατεδαφιστεί για να χτιστεί το Λίνκολν Σέντερ. Καταραμένοι ήρωες, ή, όπως ειρωνεύεται ο αστυνομικός Σρανκ, «οι τελευταίοι των Καυκάσιων που δεν τα κατάφεραν», παιδιά χαμένα από χέρι. Εκεί ζει ο Τόνι, πρώην Τζετ, που έχει μόλις αποφυλακιστεί: ένα χρόνο νωρίτερα κόντεψε να σκοτώσει έναν Αιγύπτιο μετανάστη κι η επαφή του με το έγκλημα και τη φυλακή τον έχει αλλάξει, τον έχει κάνει πασιφιστή. Όμως ο κολλητός του, ο Ριφ, πεινάει για μια ακόμα μάχη με τους Σαρκς – το ίδιο κι ο αρχηγός τους, ο Μπερνάρντο, με την εκρηκτική φιλενάδα, την Ανίτα και την ευάλωτη, αθώα αδελφή του, τη Μαρία. Ο Τόνι κι η Μαρία θα γνωριστούν, θα ερωτευτούν κεραυνοβόλα και θα διεκδικήσουν μια κοινή διαδρομή που, φυσικά, η ζωή, ο Σέξπιρ και η προκατάληψη θα τους στερήσουν με τον πιο δραματικό τρόπο.
2. Ασπρο Πάτο (Druk) του Τόμας Βίντεμπεργκ
Πολλοί αγαπήσαμε αυτή την ταινία. Για άλλους λόγους ο καθένας. Οπως και είχε πολύ ενδιαφέρον πώς ερμήνευσε ο κάθε θεατής το τέλος της. Ηταν αισιόδοξο, δοξαστικό, αφρώδες ή πικρό, καυστικό, σου έκαιγε τα σωθικά σαν malt whiskey; «Oh what a life». Ισως το πιο ωμά ειλικρινές είναι ότι η ζωή είναι και αισιόδοξη, και αφρώδης και πικρή και καυστική και όλα μαζί. Και βγάλτα πέρα, όπως μπορείς. Αποδέξου τα λάθη, εκτίμησε όσους σε αγαπούν (αν μπορείς, ας είσαι ανάμεσά τους) και παραμένουν δίπλα σου, κι όλα τα υπόλοιπα που σου ροκανίζουν το μυαλό, ας πάνε στην ευχή - στροβίλισέ τα με τα χέρια ανοιχτά, ζάλισέ τα με ένα ποτηράκι. Κανείς δεν ξέρει τι θα γίνει αύριο. Κάνε το άλμα, ελεύθερος. «Oh what a life». Και δεύτερη, δεν έχει.
Ο Τόμας Βίντεμπεργκ επέστρεψε, στην πιο δύσκολη στιγμή της δικής του ζωής, κι έκανε ταινία όσα μας πονάνε, όσα μας απογοητεύουν, όσα, όσο μεγαλώνουμε, δεν μπορούμε πια να αγνοήσουμε. Οχι, η ζωή δεν είναι αυτό που μάς υποσχέθηκαν όταν ήμασταν μικροί. Αυτό που θα ερχόταν "αν ήμασταν καλά παιδιά". Οχι, η ζωή δεν είναι ό,τι ονειρευόμασταν. Και πάνω από όλα, όχι, εμείς δεν γίναμε ποτέ, αυτό που ονειρευόμασταν. [Για δυνατούς λύτες: «Is it a dream a lie, if it don't come true / or is it something worse?»)
Ο Βίντεμπεργκ όμως καταφέρνει, με τον μαγικό τρόπο που έχει το μεγάλο σινεμά των μικρών στιγμών, να σε παρηγορήσει. Η μεγάλη εικόνα της ζωής σου στερεί τον έλεγχο - κι αυτό είναι λύτρωση. Ζήσε την αληθινά. Θαρραλέα. Με αγάπη, φιλίες και άσπρο πάτο.
«Η Εξουσία του Σκύλου» (The Power of the Dog) της Τζέιν Κάμπιον
Ας το ομολογήσουμε, ευτυχώς που η Τζέιν Κάμπιον κάνει τόσο λίγες ταινίες, γιατί η καθεμιά τους έχει ένα τέτοιο καλλιτεχνικό και υπαρξιακό βάρος, που σε κάνει να βουλιάζεις από δέος και θαυμασμό, σαν τη Φλόρα του «Μαθήματα Πιάνου», το αριστούργημά της του 1993 με το οποίο το νέο της φιλμ βρίσκεται σε άμεση επικοινωνία. Εχοντας να «επισκεφθεί» το σινεμά από το 2009 και το «Bright Star», αλλά με την υπογραφή της, στο μεταξύ, στην εξαιρετική τηλεοπτική σειρά «Top of the Lake», η Κάμπιον στηρίζεται στο μυθιστόρημα του Τόμας Σάβατζ και κερδίζει το Βραβείο Σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ Βενετίας. Κερδίζει και το πάθος και το θαυμασμό μας, επειδή, κάνοντας αριστουργηματικό, ελεγχόμενο, αφοσιωμένο σινεμά, χρησιμοποιεί μια ιστορία γελαδάρηδων του 1925 για να μιλήσει για τη θέση της γυναίκας όχι με μπαναλιτέ, αλλά τρυπώνοντας βαθιά στις ρίζες του προβλήματος και προβάλλοντάς το ως το δικό μας μέλλον.
Στην απεραντοσύνη της Μοντάνα, δυο αδέλφια, ο Φιλ κι ο Τζορτζ Μπέρμπανκ, διευθύνουν ένα μεγάλο ράντσο. Ο Φιλ (Μπένεντικτ Κάμπερμπατς), είναι ο ανίκητος λύκος, ο σκληροτράχηλος κατακτητής, μια γουέστερν ενσάρκωση του Κακού, μια ελλοχεύουσα απειλή, κοντά στο σαδισμό ή στην παράνοια. Ο Τζορτζ (Τζέσι Πλέμονς), λιγότερο σωματικός, πιο μειλίχιος, αποφασίζει να παντρευτεί τη Ρόουζ (Κίρστεν Ντανστ), τη χήρα μητέρα που τρέχει το τοπικό εστιατόριο, εκεί όπου ο άντρας της αυτοκτόνησε. Ο γιος της, ο νεαρός Πίτερ (Κόντι Σμιτ-ΜακΦι), είναι «διαφορετικός», ευαίσθητος, ντελικάτος, μελετηρός. Ιδανικό ερέθισμα για τον εριστικό Φιλ που, ίσως, κάτω από το βίαιο πρόσωπό του κρύβει δικά του μυστικά, δικές του συγκρούσεις.