Φεστιβάλ / Βραβεία

«Παράδεισος»: ο Παναγιώτης Φαφούτης, το πάρτυ και το hangover

of 10

Η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του Παναγιώτη Φαφούτη συμμετέχει στο Διαγωνιστικό Τμήμα του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης ως ανοιχτή πρόσκληση σ’ ένα πάρτυ επιθυμιών.

«Παράδεισος»: ο Παναγιώτης Φαφούτης, το πάρτυ και το hangover

Ενα σαββατοκύριακο στην Πάτρα, στην κορύφωση του καρναβαλιού, τέσσερα «ζευγάρια», επίσημα κι ανεπίσημα, στροβιλίζονται παρέα με τις επιθυμίες τους, βρίσκοντας ευκαιρία να διεκδικήσουν όσα δεν τολμούν όλη την υπόλοιπη χρονιά.

Ο Παναγιώτης Φαφούτης, στη δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του, έχει την εξυπνάδα να καταπιαστεί με καταστάσεις και συναισθήματα που γνωρίζει καλά: είτε αυτό είναι το πατρινό καρναβάλι και ο τυφώνας του που παρασύρει την πόλη, είται είναι το partying και οι ερωτικές σχέσεις. Ετσι, καταφέρνει να έχει τον έλεγχο της ιστορίας του, να σκηνοθετεί με σιγουριά και να προσφέρει στο θεατή αληθοφάνεια και συναισθήματα που του είναι οικεία. Επιλέγει το καρναβάλι ως πεδίο δράσης των ηρώων και το μεταδίδει με αυθεντικότητα – όχι μόνο σαν πάρτυ, αλλά σαν ένα γεγονός γύρω απ’ το οποίο κινητοποιείται πραγματικά ολόκληρη η πόλη και που δίνει στους ανθρώπους της την ευκαιρία να ζήσουν για λίγο σε μια άλλη διάσταση, όπου όλα επιτρέπονται.

Οι ιστορίες των ανθρώπων του χτίζονται σταθερά και σε παρασύρουν στα διλήμματά τους: η Ευγενία που θέλει να φτιάξει τη ζωή της μ’ έναν νεότερο άντρα, με τον οποίο είναι ερωτευμένη κι η κόρη της. Η Μαρίνα που έρχεται απ’ το Λονδίνο για να πει στον Μιχάλη ότι βλέπει τη σχέση τους σοβαρά, ενώ εκείνος δεν είναι έτοιμος. Ο Ηλίας που δίνει στον εαυτό του μια τελευταία ευκαιρία να διεκδικήσει την πρώην γυναίκα του. Κι ο Νίκος που ψάχνει τον τρόπο να πει στον Σωκράτη ότι είναι ερωτευμένος μαζί του.

Η κάθε ιστορία στην ταινία έχει μια αυτοτέλεια. Οι ήρωες είναι άνθρωποι που καταλαβαίνουμε, με διλήμματα που έχουμε αντιμετωπίσει εμείς ή οι κοντινοί μας. Οι ερμηνείες είναι φυσικές κι έχουν βάθος. Το καρναβάλι δεν περνά ποτέ στην υπερβολή, παραμένει περιβάλλον, για να σηματοδοτήσει αυτό που πρέπει: ότι η εναλλαγή της αλήθειας με το ψέμα είναι τόσο εύκολη όσο το να τραβήξεις το λαστιχάκι της μάσκας πάνω από το κεφάλι σου. Και οι ήρωες, όσο μασκαρεύονται, πίνουν, γλεντάνε κι αλλάζουν την εξωτερική τους εμφάνιση με μια άλλη, ψεύτικη, τόσο βρίσκουν τη δύναμη, μέσα στο καμουφλάζ τους, να μιλήσουν αληθινά, να βγάλουν στην επιφάνεια αυτό που πραγματικά θέλουν, να είναι ειλικρινείς. Γιατί μέσα στη δυνατή μουσική και τη βαβούρα του συνεχούς πάρτυ, τα λόγια ακούγονται πιο καθαρά.

Για το πόσο σταδιακά και στιβαρά χτίζει ο Φαφούτης τις ιστορίες των ανθρώπων του σε όλη τη διάρκεια της ταινίας, τις κλείνει μάλλον άδοξα, ή απλουστευμένα. Η ιστορία της Μαρίνας και του Μιχάλη τελειώνει δυο τρεις φορές και η ιστορία της Ευγενίας, μετά την έντονη δραματικότητά της, λύνεται εύκολα. Κι αν κάτι δε λειτουργεί αποτελεσματικά στον «Παράδεισο» είναι αυτό: σεναριακά, άρα και συναισθηματικά, ενώ η ταινία φτάνει σε μια υπέροχη κορύφωση, δεν έχει το χρόνο για την αποκλιμάκωση, περνά κατ’ ευθείαν στο «μετά», στη γρήγορη απάντηση. Παιδεύονται οι ήρωες, παιδευόμαστε κι εμείς μαζί τους και μένουμε, μετά από μια λευκή νύχτα γεμάτη χρώματα, να έχουν όλα τελειώσει χωρίς τη δική μας εμπλοκή.

Μπορεί αυτή να ήταν και η πρόθεση του Φαφούτη, μια και μετά το πάρτυ έρχεται και το hangover του, η επιστροφή στη σύμβαση που είναι η καθημερινή ζωή, ένας μικρός πονοκέφαλος κι ένα θολωμένο κεφάλι. Αλλά όπως όλα περνούν μ’ ένα ντεπονάκι, έτσι και στον «Παράδεισο» όλα γίνονται αποδεκτά, ακόμα κι οι σεναριακές κατηφόρες, ακόμα και μια αίσθηση σκοταδιού μέσα στη γιορτή, γιατί παρά την όποια της αδυναμία, η ταινία έχει ψυχή, ρυθμό και διάθεση για δημιουργικές μεταμφιέσεις.

Δείτε εδώ το βίντεο της παρουσίασης του «Παραδείσου» στη χθεσινοβραδινή επίσημη πρεμιέρα του.

Περισσότερα για τον «Παράδεισο»: