«Δεν με χρειάζεται πια. Σιγά σιγά θα αποτραβηχτώ.»
Δεν μπορείς να κατηγορήσεις τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ επειδή μετά από σχεδόν τρεις δεκαετίες, νιώθει πως ο ενεργός ρόλος του στο Φεστιβάλ του Sundance μπορεί πλέον να λάβει τέλος, όπως δήλωσε στη συνέντευξη Τύπου του Sundance London, που για δεύτερη χρονιά ισχυροποιεί το διεθνές πρόσωπο του Φεστιβάλ, επικυρώνοντας με αυτόν τον τρόπο την επιτυχία και την επίδρασή του παγκοσμίως.
«Μήπως το Sundance έγινε πολύ μεγάλο; Αυτό είναι κάτι που θα αποφασίσουν οι άλλοι. Εγινε πολύ μεγάλο για μένα; Αυτό είναι πιθανό, με την έννοια ότι συνειδητοποίησα πως πνίγομαι μέσα σ' αυτό. Νιώθω πολύ ευχαριστημένος με το να μπορώ απλά να επιστρέφω σε αυτό περιοδικά για να εξασφαλίζω ότι μένει πιστό στους αρχικούς του στόχους και πως δεν ξοδεύει τόσο πολύ χρόνο στο να βγάζει λεφτά. Το Sundance είναι στην πραγματικότητα ένας μη κερδοσκοπικός οργανισμός. Υποτίθεται ότι αφορά τους ανεξάρτητους δημιουργούς, ανθρώπους που αλλιώς δεν θα είχαν κάποια τύχη στη βιομηχανία. Πρέπει να μείνουμε πιστοί σε αυτήν την αξία. Δεν μπορούμε να το αφήσουμε να γίνει σαν το Μπέβερλι Χιλς. Την πρώτη χρονιά που το Φεστιβάλ έγινε στο Παρκ Σίτι, υπήρχε μόνο ένα σινεμά και αυτό σε κακή κατάσταση. Χρειάστηκε να βρίσκομαι έξω από αυτό και να πείθω τον κόσμο να μπει μέσα, σαν τους κράχτες έξω από τα στριπτιζάδικα. Πολύ γρήγορα έγινε κάτι διαφορετικό από αυτό που οραματίστηκα.»
Πολλοί θα πουν πως ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ άργησε πολύ να συνειδητοποιήσει πως το Φεστιβάλ του Sundance μοιάζει εδώ και πολλά χρόνια με το Μπέβερλι Χιλς, αφού η έννοια «ανεξάρτητο αμερικάνικο σινεμά» μοιάζει να έχει χαθεί οριστικά μετά την επέλαση των μεγάλων στούντιο του Χόλιγουντ που διαθέτουν όλα από ένα τμήμα για «ανεξάρτητες» ταινίες. Αυτό δεν σημαίνει ότι το Sundance δεν συνεχίζει να προωθεί, έστω και πολύ περιορισμένα πλέον, το low budget ανεξάρτητο σινεμά, αλλά στο κέντρο του βρίσκεται μάλλον κυρίαρχη μια ολόκληρη βιομηχανία με τα οικονομικά της παιχνίδια, σε αναλογίες που θα μπορούσαν να χαρακτηρίσουν το Φεστιβάλ ως ένα μικρό Χόλιγουντ.
Από την άλλη, ο Ρέντφορντ (ένας από τους πιο πλούσιους ηθοποιούς που γνώρισε ποτέ η βιομηχανία, ακριβώς την εποχή που ίδρυσε το Φεστιβάλ), γνωρίζει καλά πως αυτή θα ήταν η προδιαγεγραμμένη πορεία του Φεστιβάλ που γέννησε μερικούς από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες του αμερικανικού σινεμά. Και η πικρία του για το τέλος μιας ολόκληρης εποχής στρέφεται κυρίως προς αυτούς.
«Είναι αστείο. Υποστηρίξαμε όλους αυτούς τους δημιουργούς για 30 χρόνια και όμως κανένας δεν μου ζήτησε ποτέ να παίξω σε κάποια από τις ταινίες τους. Το έβρισκα πάντα περίεργο μέχρι που ο Τζει Σι Τσάντορ μου ζήτησε να παίξω στην καινούρια του ταινία. Τελικά, βρέθηκα να είμαι μέρος αυτού που δημιούργησα.»
Ισως η αλήθεια να βρίσκεται κάπου στη μέση. Οσο το Φεστιβάλ δεν χρειάζεται πλέον τον Ρέντφορντ (αν και αμφιβάλλουμε αν κάθε επόμενη διοργάνωσή του θα είναι ίδια χωρίς τον ίδιο να κηρρύττει την έναρξή της), άλλο τόσο και ο Ρέντφορντ δεν χρειάζεται πλέον το Φεστιβάλ, αφού συνεχίζει με όρεξη την κινηματογραφική του καριέρα, μπροστά και πίσω από την κάμερα, έχοντας ήδη μπει στην όγδοη δεκαετία της ζωής του. Και αυτό είναι τουλάχιστον μια απόδειξη πως, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, η ζωή συνεχίζεται...
Μόλις φέτος ο Ρέντφορντ έκανε την πρεμιέρα του «The Company You Keep» (διαβάστε περισσότερα εδώ), το οποίο σκηνοθέτησε και στο οποίο πρωταγωνιστεί, στο Φεστιβάλ της Βενετίας, ολοκλήρωσε τα γυρίσματα του «All is Lost» του Τζεϊ Σι Τσάντορ (διαβάστε περισσότερα εδώ) που θα προβληθεί εκτός συναγωνισμού στο 66ο Φεστιβάλ Καννών και ετοιμάζεται για τα γυρίσματα του δεύτερου «Captain America» (διαβάστε περισσότερα εδώ) με τίτλο «Captain America: The Winter Soldier».
Δείτε παρακάτω ένα βίντεο από το Φεστιβάλ του Sundance του 2013, όπου ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ μιλάει για το πως ξεκίνησαν όλα: