Μπορεί να συνοδευόταν από τους ηθοποιούς του που βρίσκονται στη Βενετία, Αγγελική Παπούλια, Αριάν Λαμπέντ, Τζώννυ Βεκρή και την παραγωγό του, Αθηνά Ραχήλ Τσαγγάρη, αλλά οι ερωτήσεις στην αίθουσα Tύπου του 68ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας απευθύνθηκαν στην συντριπτική πλειοψηφία τους προσωπικά στον δημιουργό των «Αλπεων», Γιώργο Λάνθιμο. Χαμογελαστός, πρόθυμος να απαντήσει σε όλες, μίλησε για:
Την προέλευση της ιδέας του σεναρίου:
Η ιδέα δεν ήρθε μόνο από μια πηγή. Κουβεντιάζαμε με τον Ευθύμη Φιλίππου, τον συν-σεναριογράφο μου, τι θα κάνουμε μετά τον «Κυνόδοντα» και είχε μια ιδέα που μας φάνηκε ενδιαφέρουσα αλλά όχι ιδιαίτερα κινηματογραφική. Αφορούσε μια ομάδα ανθρώπων που έγραφαν γράμματα ή τηλεφωνούσαν σε συγγενείς νεκρών, προσποιούμενοι ότι είναι τα αγαπημένα τους πρόσωπα. Από την αρχή όμως συμφωνήσαμε πως δεν μπορείς να κάνεις μια ταινία με ανθρώπους που τηλεφωνούν ή γράφουν γράμματα, οπότε σκεφτήκαμε γιατί να μην υποδύονται τους ίδιους τους νεκρούς;Η ιστορία αφορά σε αυτούς τους ανθρώπους, όχι στους θλιμμένους συγγενείς, οι οποίοι φυσικά αποτελούν κομμάτι της ταινίας. Oμως το κέντρο βάρος της, η οπτική της γωνία αφορά τους ανθρώπους που υποδύονται κάποιον άλλο.
Για την σχέση της ταινίας με τον «Κυνόδοντα» κι αν ο ίδιος βλέπει τις Αλπεις σαν ένα συγγενικό φιλμ:
Αυτή είναι μια ερώτηση που υποθέτω δεν μπορώ να αποφύγω, ακόμη κι αν οι «Αλπεις» είναι ένα εντελώς διαφορετικό φιλμ. Για μένα είναι το αντίθετο του «Κυνόδοντα». Εκεί είχαμε την ιστορία μιας ομάδας ανθρώπων που προσπαθούν να ξεφύγουν από έναν κατασκευασμένο κόσμο, οι «Αλπεις» είναι ένα φιλμ για ανθρώπους που προσπαθούν να μπουν σε έναν κατασκευασμένο κόσμο. Αλλά ποτέ δεν σκεφτόμαστε την επόμενη ταινία σε σχέση με την προηγούμενη. Πάντα βρίσκουμε κάτι που μας ενδιαφέρει την κάθε στιγμή, αλλά είμαστε οι ίδιοι άνθρωποι που γράψαμε το σενάριο και στις δύο ταινίες οπότε υποθέτω δεν μπορείς να αποφύγεις κάποιες ομοιότητες στον τόνο ή το ύφος.
Για τον τρόπο που δούλεψαν το «παράξενο» σενάριο:
Η ταινία μοιάζει πολύ με αυτό που είχαμε γράψει στο σενάρίο μας, μερικές φορές μάλιστα, η μορφή του σεναρίου μας δημιούργησε προβλήματα, γιατί δεν είναι συνηθισμένο να διαβάζεις ένα τέτοιο σενάριο. Ομως για μας αυτός είναι ο τρόπος να αφηγηθούμε την ιστορία μας και η αλήθεια είναι πως δεν μας φάνηκε καθόλου παράξενος. Ακόμη κι αν μείναμε πιστοί στο σενάριο όμως, στα γυρίσματα, κάθε φορά, όταν τελειώναμε τις σκηνές της ημέρας, κάναμε κάποιους αυτοσχεδιασμούς, ή σκηνές που εμπνεόνταν από τον χώρο που γυριζαμε και που κάποιες από αυτές βρήκαν το δρόμο τους στο φιλμ.
Για την αγάπη του σε σκηνές όπου οι ηθοποιοί του χορεύουν:
Μου αρέσει να δουλεύω με την σωματικότητα των ηθοποιών και για μένα ο χορός είναι ένας πολύ εκφραστικός τρόπος να κάνεις κάτι τέτοιο. Και μερικές φορές βρίσκω ότι ο χορός μπορεί να είναι και εξαιρετικά αστείος.
Για μια από τις βασικές ερωτήσεις που κάνουν τα μέλη των «Αλπεων»: «ποιος είναι ο αγαπημένος σου ηθοποιός;»
Το σινεμά είναι ένα βασικό κομμάτι της κουλτούρας μας. Είναι κάτι που ρωτάς κάποιον που γνωρίζεις, ποιο είναι το αγαπημένο σου φαγητό, ποιο είναι το αγαπημένο σου τραγούδι, ο αγαπημένος σου ηθοποιός. Οι «Αλπεις» ενδιαφέρονται για τα αγαπημένα πράγματα των ανθρώπων, είναι ένας απλοϊκός τρόπος να περιγράψεις, να ορίσεις έναν άνθρωπο.
Αν το φιλμ έχει κανει με την Ελλάδα, την κρίση, αν οι άνθρωποι στην Ελλάδα είναι τόσο απελπισμένοι ώστε να κάνουν κάτι τέτοιο σαν αυτό που βλέπουμε στην ταινία:
Δεν νομίζω ότι η ταινία έχει να κάνει μόνο με την Ελλάδα, είναι ένα φιλμ που θα μπορούσα να είχα γυρίσει οπουδήποτε. Τα χρήματα είναι ένας από τους λόγους που αυτοί οι άνθρωποι κάνουν ό,τι κάνουν, αλλά βλεποντας την ταινία ανακαλύπτεις ότι αυτός δεν ειναι ο βασικός λόγος. Το κάνουν γιατί στην πραγματικότητα έχουν άλλες βαθύτερες ανάγκες. Ασφαλώς μπορείς να το συνδέσεις με την κατάσταση στην Ελλάδα κι αυτό ειναι το ενδιαφέρον όταν κάνει μια ταινια σε μια συγκεκριμένη χώρα, μπορείς να την συνδέσεις με την κατάστασή της, και να διαβάσεις έτσι διαφορετικά πράγματα στο φιλμ. Ομως δεν ήταν στις προθέσεις μας να κάνουμε μια ταινία που να μιλά συγκεκριμένα για την κατάσταση στην Ελλάδα.
Για το αν τον ενοχλεί η ταμπέλα του «παράξενου» που κάποιοι δίνουν στο ελληνικό σινεμά:
Δεν με ενοχλεί φυσικά, οποιοσδήποτε μιλά για το ελληνικό σινεμά είναι καλό, αλλά πιστεύω ότι πολλές φορές οι άνθρωποι θέλοντας να ομαδοποιήσουμε ένα γκρουπ σκηνοθετών ειδικά αν προέρχονται από μια συγκεκριμένη χώρα, βάζουν πολλούς ανθρώπους στο ίδιο κουτί ακόμη κι αν δεν ταιριάζουν. Νομίζω ότι οι Ελληνες σκηνοθέτες κάνουν διαφορετικές ταινίες ο καθένας με την δική του ματιά, δίχως κάποια συνταγή ή απώτερο στόχο. Και πρέπει να πω κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες, σε μια χώρα που δεν έχει σωστή κινηματογραφική εκπαίδευση, δίχως σωστή κρατική χρηματοδότηση. Κάτω από τις παρούσες συνθήκες μάλιστα, μοιάζει εξαιρετικά δύσκολο να κρατήσουμε το momentum αυτού του νέου ελληνικού σινεμά.
Για το αν σκοπεύει να εγκαταλείψει την Ελλάδα όπως υπαινίχθηκε σε μια δήλωση του στην εφημερίδα «Guardian»:
Η ελπίδα μου είναι ότι θα μπορώ να δουλέψω στην Ελλάδα περισσότερο. Αλλά και οι τρεις ταινίες που έκανα εκεί, έγιναν με πολύ δύσκολες συνθήκες, κι όχι μόνο τώρα που η κατάσταση είναι αληθινά σκληρή. Ηταν πάντα δύσκολα για νέους σκηνοθέτες να κάνουν ταινίες χάρη στη δομή των νόμων, την νοοτροπία, τον τρόπο που δίνονταν οι χρηματοδοτήσεις. Ακόμη κι αυτό το φιλμ σκέφτηκα να το γυρίσω αλλού, γιατί ήταν πολύ δύσκολο να βρω τα χρήματα τα οποία ακόμη ψάχνουμε, στην πραγματικότητα. Αλλά ήθελα να το κάνω στην Ελλάδα γιατί θέλω να κάνω ταινίες στην χώρα μου και είναι σημαντικό για μένα. Αλλά ναι, αυτή τη στιγμή είναι πιο εύκολο να κάνω ταινίες σε κάποια άλλη χώρα, οπότε θα ήθελα να εξερευνήσω αυτή την πιθανότητα και να δω τι μπορεί να βγει από αυτό. Oσο με ενδιαφέρει να κάνω σινεμά στην Ελλαδα, άλλο τόσο με ενδιαφέρει να κάνω ταινίες αλλού γιατί η χώρα στην οποία γυρίζεις μια ταινία, προσθέτει την δική της ατμόσφαιρα γίνεται κομμάτι της ταινίας. Οπότε, όποια κι αν είναι η κατάσταση της χώρας μου στο μέλλον, θα ήθελα να κάνω ταινίες και αλλού...
Tags: βενετία 2011, Αλπεις, ΛΑΝΘΙΜΟΣ