Φεστιβάλ / Βραβεία

«Αλπεις»: το ελληνικό σινεμά στην κορυφή

στα 10

Μόλις μάθαμε τον αληθινό λόγο που η νέα ταινία του Γιώργου Λάνθιμου ονομάζεται «Αλπεις»: γιατί είναι «μεγαλοπρεπής» όσο και η οροσειρά, κι όπως εκείνη δεν μπορεί να αντικατασταθεί από κανένα άλλο βουνό, έτσι και οι Αλπεις, δεν μπορούν να αντικατασταθούν από καμιά άλλη ταινία.

«Αλπεις»: το ελληνικό σινεμά στην κορυφή

Μετά το τελευταίο πλάνο των «Αλπεων» και πριν πέσουν οι τίτλοι του τέλους, μεσολαβούν στην οθόνη, λίγα δευτερόλεπτα μαύρου. Για ένα κοινό που πρώτο βλέπει μια ταινία τόσο ιδιαίτερη κι «αποσταθεροποιητική» , αυτά τα λίγα δευτερόλεπτα έμοιαζαν με απότομη προσγείωση σε μια άγνωστη χώρα.

Σε μια τεράστια αίθουσα, κατάμεστη από δημοσιογράφους, ένιωθες ένα πολύ σπάνιο αίσθημα. Αν μια καρφίτσα έπεφτε στο πάτωμα εκείνα τα λίγα δευτερόλεπτα, θα μπορούσες να την είχες ακούσει, όπου κι αν καθόσουν.

Υστερα ήρθαν τα γράμματα των τίτλων, το χειροκρότημα, η επιστροφή όλων μας σε «στέρεο έδαφος», στην βεβαιότητα των ρόλων μας. Ομως αυτό που κατάφερε το φιλμ του Γιώργου Λάνθιμου στην διάρκεια της προβολής του - με ακόμη μεγαλύτερη ένταση μόλις τελείωσε-, ήταν κάτι που σπάνια μπορείς να βιώσεις πια στο σινεμά. Η αίσθηση πως στέκεσαι απέναντι σε κάτι αληθινά ξεχωριστό και γιατί όχι, σπουδαίο.

Μέχρι και λίγη ώρα πριν το συγκλονιστικό φινάλε τους, βλέπεις, οι Αλπεις σε κρατούν σε μια κατάσταση limbo. Ναι αυτό που βλέπεις είναι αισθητικά γνώριμο, συγγενικό με τις προηγούμενές ταινίες του σκηνοθέτη, παρόμοιο σε νοοτροπία, στον τρόπο που χτίζει τις σκηνές, τους χαρακτήρες, τα μικρά κομμάτια δράσης, όμως αντίθετα από τον «Κυνόδοντα» , προτιμά να μην σου δώσει κανέναν οδηγό, για να αποκρυπτογραφήσεις τις προθέσεις του.

Οσα συμβαίνουν, θα μπορούσαν να είναι από απολύτως τραγικά ως απόλυτα αστεία, όσα αντιλαμβάνεσια ως πραγματικά, θα μπορούσαν να είναι ένα παιχνίδι ρόλων, όλες οι σχέσεις που μπορείς να φανταστείς ότι συνδέουν τους ανθρώπους στην οθόνη, μπορεί κάλλιστα να έχουν διαφορετική δυναμική.

Προσπαθώντας να σχηματίσεις την μεγάλη εικόνα των «Αλπεων» όσο βλέπεις το φιλμ, δεν είναι απλά σαν να δοκιμάζεις να φτιάξεις ένα παζλ από το οποίο λείπουν κομμάτια, αλλά σαν να αγωνιάς να βρεις το επομενο, ενώ κάποιος, μπερδεύει συνέχεια τα κομμάτια που ήδη έχεις ενώσει.

Παρ όλα αυτά, ή ίσως ακριβώς γι αυτό, το φιλμ λειτουργεί εξαιρετικά και μεγεθύνει την έντασή του όσο η ώρα περνά και η απειλή ενός ξεσπάσματος, γίνεται όλο και περισσότερο ξεκάθαρη στον ορίζοντα.

Χτισμένο από μικρές συχνά σουρεαλιστικές στιγμές, γεμάτο από συνεχείς αναφορές στην ποπ κουλτούρα, πιστό στο φλερτ του σκηνοθέτη με την ελληνική εκδοχή ενός «vintage» πλέον κιτς, διάσπαρτο από μικρές εκρήξεις μαύρου χιούμορ, συχνά απόλυτα στενάχωρο, σταθερά ανησυχητικό, το φιλμ είναι μια συναρπαστική κινούμενη άμμος που δεν σε αφήνει ποτέ να επαναπαυτείς.

Ομως οι Αλπεις δεν είναι ένα αίνιγμα, δεν πρόκειται για ένα παράδοξο που δεν έχει λύση, ούτε μια οφθαλμαπάτη που σκοπεύει να ξεγελάσει. Αντίθετα είναι μια κοφτερή, επώδυνα καθαρή ματιά στην ανθρώπινη κατάσταση, ένα βγάλσιμο της γλώσσας, στο στημένο παιχνίδι ρόλων, που ονομάζουμε ζωή.

Και μαζί μια γεμάτη δύναμη ταινία που δικαιώνει με το παραπάνω τον θόρυβο γύρω της και επιβεβαιώνει την θέση του σκηνοθέτη της ανάμεσα στους πιο ξεχωριστούς δημιουργούς του σινεμά σήμερα.