Το 1985, ο σκηνοθέτης και εκδότης (Αιγόκερως) Γιάννης Σολδάτος σχεδίαζε να βγάλει ένα κινηματογραφικό περιοδικό. Με συνεργάτη τον φέρελπι σκηνοθέτη Αντώνη Κόκκινο («Τέλος Εποχής», μια δεκαετία αργότερα), κανόνισε μια κοινή συνέντευξη του Θόδωρου Αγγελόπουλου και του Νίκου Παναγιωτόπουλου, στην αυλή του σπιτιού τού πρώτου στο Μάτι, όπου οι δυο δημιουργοί θα συζητούσαν μεταξύ τους για το έργο τους και η απομαγνητοφώνηση τής κουβέντας τους θα δημοσιεύονταν στο περιοδικό. Το οποίο δεν βγήκε ποτέ.

Οι κασέτες τής συζήτησης, ωστόσο, έρχονται τώρα στην επιφάνεια, κοντά σαράντα χρόνια από την εγγραφή τους στο ξεχασμένο μαγνητόφωνο, έντεκα χρόνια μετά το θάνατο του Αγγελόπουλου, επτά μετά του Παναγιωτόπουλου, όχι μόνο για να προσθέσουν στο υλικό που άφησαν πίσω τους οι δυο άνδρες, αλλά και για να θυμίσουν, πραγματικά, πόσο λείπουν οι προσωπικότητές τους από την πολιτισμική συζήτηση των ημερών.

Η σκηνοθετική επιλογή των Κόκκινου και Σολδάτου είναι να «ντύσουν» το διάλογο Αγγελόπουλου - Παναγιωτόπουλου με διαφορετικά υλικά, εκτός από τις «μελαγχολικές» εικόνες της ίδιας αυλής, στο Μάτι, σήμερα, με άδειες φερ φορζέ καρέκλες: από τη μια, πλάνα των ταινιών τους και των γυρισμάτων τους που ανταποκρίνονται σε ό,τι συζητούν. Από την άλλη με την κουβέντα άλλων «δημιουργικών ζευγαριών» που σχολιάζουν συγκεκριμένα αποσπάσματα τής ηχογράφησης: από τον Γιώργο Αρβανίτη και τον Γιώργο Φρέντζο, τους διευθυντές φωτογραφίας που ταυτίστηκαν με το έργο των δυο σκηνοθετών αντίστοιχα, στους αυτόνομα ανατρεπτικούς Θανάση Ρεντζή και Γιάννη Οικονομίδη, στη Φοίβη Οικονομοπούλου με τον Πέτρο Μάρκαρη που «ανοίγουν» το γραφείο του Αγγελόπουλου στα Εξάρχεια, στη Μαρία Κατσουνάκη και τον Γιάννη Ζουμπουλάκη που δίνουν μια πιο θεωρητική, πιο αναλυτική και ταυτόχρονα βιωματική εικόνα τής ακτινοβολίας των δυο δημιουργών στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, στον τρυφερά «παναγιωτοπουλικό» Αγγελο Φραντζή και την Αλεξία Καλτσίκη που ξεκίνησε τα κινηματογραφικά βήματά της στο «Delivery» και πολλές ακόμα δυάδες, άλλες πιο εύστοχες, άλλες πιο παρωχημένες. Σ' αυτά προστίθεται και μια συγκλονιστική αρχειακή συζήτηση του Αγγελόπουλου με τον Βασίλη Ραφαηλίδη, αλλά και ένα γράμμα που γράφει σήμερα και διαβάζει η Αλίξ Παναγιωτοπούλου στον πατέρα της. Είναι γεγονός ότι ένα τέτοιο ηχητικό ντοκουμέντο - σταθμός θα μπορούσε ν' απογειωθεί σκηνοθετικά σε κάτι πρωτότυπο και εμπνευσμένο, που να φέρνει το λόγο των δυο δημιουργών στο παρόν και στο μέλλον, όπως του αξίζει, ωστόσο οι Κόκκινος και Σολδάτος δουλεύουν με αγάπη, συνέπεια και σεβασμό.

Εκείνο που τέρπει και συγκλονίζει, φυσικά, είναι η ίδια η συζήτηση του Αγγελόπουλου και του Παναγιωτόπουλου, ο έκδηλος ανταγωνισμός αλλά και ο απρόθυμος θαυμασμός μεταξύ τους, η καλλιέργεια και το (συχνά αθέατο) χιούμορ του πρώτου, το ατίθασο πνεύμα και το καλλιεργημένο πάθος του δεύτερου, η βαθιά γνώση του ενός για το έργο του άλλου, οι διαφορές κι οι διαφωνίες που, σταδικά, στο δεύτερο μέρος, μεταβάλλονται σε μια καλλιτεχνική ομόνοια δυο χαρισματικών ανθρώπων που όχι μόνο λατρεύουν τον κινηματογράφο, αλλά και τον γνωρίζουν βαθιά. Που στηρίζουν τις επιλογές τους σε ξεκάθαρες απόψεις, που μοιράζονται την... ασφάλεια που χαρίζει ένα τράβελινγκ, που έχουν την αυτοπεποίθηση να αυτοσαρκαστούν, που διένυσαν παράλληλες διαδρομές προς διαφορετικές κατευθύνσεις αλλά, κατά βάθος, συνέπλευσαν με τρυφερότητα μεγαλύτερη από τον ανταγωνισμό τους και συνδέθηκαν με όσα αγαπούσαν. Η, σχεδόν ερωτική, επιστολή που διαβάζει στο τέλος η Μαρία Κατσουνάκη, γραμμένη το 2003 από τον Αγγελόπουλο για ένα βιβλίο του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης αφιερωμένο στον Παναγιωτόπουλο, είναι εγγύηση δακρύων, σ' ένα ντοκιμαντέρ που θα γεμίσει κέφι, αισιοδοξία και γλυκύτητα κάθε σινεφίλ.