Οι διαφορές στην τάξη και στην κοσμοθεωρία είναι τόσο κουραστικές όσο το ν' ανεβαίνεις ασταμάτητα στον πέμπτο όροφο μιας πολυκατοικίας με τα πόδια. Αυτό το «αταίριαστο» ενός ζευγαριού βρίσκεται στην καρδιά του σεναρίου του Νιλ Σάιμον, διασκευή από το δικό του θεατρικό έργο, όπως έχει βρεθεί και σε τόσες άλλες, πιο ανάλαφρες ή πιο δραματικές ταινίες, από το «Οσα Παίρνει ο Ανεμος» ως το «The Way We Were» και πολύ, πολύ παραπέρα. Είναι ο συνδυασμός των πρωταγωνιστών, της φθινοπωρινής Νέας Υόρκης και της κοινωνικής επανάστασης που έφερε η δεκαετία του '60 που δίνουν σ' αυτήν εδώ την ταινία τον ιδιαίτερο, αξιολάτρευτο χαρακτήρα της. Και, φυσικά, το ακαταμάχητο πρωταγωνιστικό ζευγάρι της που έγραψε Ιστορία.

Η Κόρι είναι ελεύθερο πνεύμα, παρορμητική, τολμηρή, εντελώς ερωτευμένη με τον νεοαποκτηθέντα άντρα της, τον Πολ. Ο Πολ είναι καθώς πρέπει, συντηρητικός, συγκρατημένος, εντελώς ερωτευμένος με τη νεοαποκτηθείσα γυναίκα του. Οταν οι δυο τους εγκατασταθούν στο πρώτο τους σπίτι, ένα διαμέρισμα στον 5ο όροφο μιας πολυκατοικίας στο Μανχάταν, κοντά στο Σέντραλ Παρκ, οι διαφορές ανάμεσά τους θα δημιουργήσουν ένα μεγάλο χάσμα, που εύκολα γεμίζεται με την παρεμβατικότητα των εκκεντρικών γειτόνων και συγγενών τους, οδηγώντας το ζευγάρι σε όλο και πιο μακρινές γωνίες.

Η Τζέιν Φόντα στην πιο υπέρλαμπρη ομορφιά της και μ' ένα αστραφτερό χιούμορ, ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ πιο χρυσαφένιος από ποτέ, η Αμερική που απελευθερώνεται (ή προσπαθεί, λαχανιασμένη, ανεβαίνοντας σκαλοπάτια), από τα στεγανά μιας παραδοσιακής οικογενειακής ζωής, ο ξενόφερτος Βίκτορ του Σαρλ Μπουαγιέ, με αλβανικές ρίζες και μια δεινότητα στην καλοπέραση, η διστακτική Εθελ της Μίλντρεντ Νάτγουικ που λίγο θέλει για να παρακούσει τις εντολές που η ίδια έδωσε στην κόρη της, την Κόρι. Και μια σκηνοθεσία, από τον Τζιν Σακς, που από τη μια τολμά και το γυμνό κορμί και το γυμνό συναίσθημα κι από την άλλη, λες, μεθά με την ελευθερία της εποχής και ξεδίνει μ' ένα ρομαντικό γαϊτανάκι.

Ολα αυτά είναι που διαμορφώνουν την ιδιαιτερότητα της ταινίας, που ξεχωρίζει με χάρη ανάμεσα σε μπόλικες παρόμοιες, η οποία, μέχρι τέλους, αναζητά τη σωστή απάντηση: είναι πιο ειλικρινής αυτός που περπατά στο πάρκο ξυπόλητος, ή με παπούτσια; Δεν έχει μεγάλη σημασία, αρκεί να περπατά χέρι-χέρι με κάποιον άλλον.