Ενημέρωση

Tα αφιερώματα του 52ου Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης

of 10

Πάολο Σορεντίνο, Σάρα Ντράιβερ, Ολε Κρίστιαν Μάντσεν και Ούλριχ Ζάιντλ, οι προσωπικότητες στις οποίες το 52ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης θα ρίξει τον προβολέα του.

Tα αφιερώματα του 52ου Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης
«Models» του Ούλριχ Ζάιντλ

Ο ρόλος ενός Φεστιβάλ είναι ταυτόχρονα να συστήνει στο κοινό τις νέες κινηματογραφικές τάσεις αλλά και να του αποκαλύπτει σημαντικούς δημιουργούς που στιγμάτισαν ή διαμορφώνουν τώρα το κινηματογραφικό τοπίο. Μ’ αυτή τη λογική, το 52ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης παρουσιάζει τέσσερις ξεχωριστές προσωπικότητες που καθορίζουν το σύγχρονο σινεμά.

Εντοπίζοντας την ελληνική ματιά στον Κωνσταντίνο Γιάνναρη, με την πλήρη ρετροσπεκτίβα στο έργο του, το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης ξεχωρίζει τέσσερις δημιουργούς από το σινεμά του κόσμου και ρίχνει πάνω τους την προσοχή του.

Πάολο Σορεντίνο: Εγινε περισσότερο γνωστός στην Ελλάδα με το «Il Divo» κι επανέρχεται φέτος με το πολυαναμενόμενο «This Must Be the Place» - ναι, εκείνο όπου ο Σον Πεν μοιάζει να έχει προσχωρήσει στους Cure.

Με σκηνοθεσία στυλιζαρισμένη και σενάρια υπογεγραμμένα απ’ τον ίδιο το δημιουργό, ο κινηματογραφικός κόσμος του Σορεντίνο, αρχιτεκτονικά δομημένος, τολμηρός και αινιγματικός, επιμένει στις λεπτομέρειες που κάνουν τη διαφορά. Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα, το ντεμπούτο του με τίτλο «L’ Uomo in Piu» (2001), μια υπαρξιακή παραβολή γύρω από την άνοδο και την πτώση δύο διάσημων ανδρών, αλλά και το «L’ Amico di Famiglia» (2006), ένα γκροτέσκο παραμύθι διαπροσωπικών συγκρούσεων. Ο αγαπημένος ηθοποιός του Σορεντίνο, Τόνι Σερβίλο, πρωταγωνιστεί όχι μόνο στο πολυβραβευμένο «Il Divo» (2008), τη συγκλονιστική, οπερατικού ύφους βιογραφία του Τζούλιο Αντρεότι, αλλά και στο αντονιονικό θρίλερ «Le Conseguenze dell’ Amore» (2004), μια κατάδυση στον κόσμο της μαφίας. Υποδείγματα σκηνοθετικής δεξιοτεχνίας είναι και οι μικρού μήκους ταινίες του Σορεντίνο, ο οποίος άλλοτε ελίσσεται μυθοπλαστικά ανάμεσα στο μικρόκοσμο της μαφίας («L’ Amore non ha Confini», 1998), των ναρκωτικών («La Notte Lunga», 2001) και της οικογένειας («La Partita Lenta», 2009), κι άλλοτε συνθέτει το πορτραίτο της γενέτειράς του («Napoli 24 - La Principessa di Napoli», 2010).

Το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης θα προβάλλει τις μικρού μήκους ταινίες του Σορεντίνο, για μια πιο εμπεριστατωμένη μελέτη του έργου του, τις διακεκριμένες μεγάλου μήκους του και θα παρουσιάσει την ελληνική πρεμιέρα του «This Must Be the Place». Διαβάστε περισσότερα για την ταινία εδώ και δείτε το τρέιλερ εδώ.

Σάρα Ντράιβερ: Κάτι σαν την Ανιές Βαρντά του αμερικανικού ανεξάρτητου σινεμά, η Σάρα Ντράιβερ ήταν αρχικά η γυναίκα πίσω από τον Τζιμ Τζάρμους - εκτός από σύντομους ρόλους στις ταινίες του, έχει υπογράψει και την παραγωγή σε πολλές από αυτές, όπως στο ντεμπούτο του, το «Διακοπές Διαρκείας», αλλά και το «Πέρα από τον Παράδεισο – μέχρι να κάνει τα δικά της, αυτόνομα κι αξιοσημείωτα κινηματογραφικά βήματα.

Η 55χρονη, πια, δημιουργός, αρχικά σπούδασε αρχαιολογία, ολοκληρώνοντας μάλιστα το τελευταίο έτος των σπουδών της στην Ελλάδα, πριν στραφεί στον κινηματογράφο. Σουρεαλιστικές και απρόβλεπτες, οι ταινίες της Ντράιβερ συνδέουν το ποιητικό με το καθημερινό, μοιάζοντας με εκκεντρικά παραμύθια. Το μικρού μήκους ντεμπούτο της, «You Are Not I» (1981) - βασισμένο σε διήγημα του Πολ Μπόουλς και με τον Τζιμ Τζάρμους ως συνσεναριογράφο - απέκτησε καλτ φήμη, ενώ χαρακτηρίστηκε απ’ το Cahiers du Cinéma ως μια από τις καλύτερες ταινίες της δεκαετίας του ’80 – δείτε το τρέιλερ εδώ.

Ενα καταραμένο κινέζικο χειρόγραφο, γκάνγκστερς, αλλά και ο Στιβ Μπουσέμι σε ένα μικρό ρόλο, παρελαύνουν στο αλλόκοτο «Sleepwalk» (1986), που τιμήθηκε με το βραβείο Georges Sadoul της Γαλλικής Ταινιοθήκης. Στη feelgood κομεντί, «When Pigs Fly» (1993), αλληλοδιαπλέκονται κωμικά ο Αλφρεντ Μολίνα ως τζαζ μουσικός, η Μάριαν Φέιθφουλ σε ρόλο φαντάσματος και το ανατρεπτικό σάουντρακ του Τζο Στράμερ. Τέλος, στο «The Bowery» (1994), τμήμα της ανθολογίας «Postcards from New York», η Ντράιβερ συνθέτει το πορτρέτο της ομώνυμης θρυλικής συνοικίας της Νέας Υόρκης, όπου και ζει η ίδια.

Η Σάρα Ντράιβερ θα παρευρεθεί στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, για να το ευλογήσει ως «ιέρεια» του αυθεντικού ανεξάρτητου σινεμά, να παρουσιάσει το έργο της και να μιλήσει με το κοινό.

Ολε Κρίστιαν Μάντσεν: Ενας απ’ τους πιο ιδιοσυγκρασιακούς και διακεκριμένους εκπροσώπους του νέου κύματος του δανέζικου κινηματογράφου, ο Ολε Κρίστιαν Μάντσεν, περισσότερο γνωστός στο κοινό για το «Flame and Citron», θα βρίσκεται στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης μαζί με τις πιο αντιπροσωπευτικές ταινίες του.

Με οξύνοια, αφηγηματική τόλμη, αλλά και τολμηρό μαύρο χιούμορ, ο Δανός δημιουργός αντλεί έμπνευση από προσωπικά βιώματα για να διεισδύσει στο πιο εύθραυστο κομμάτι της ανθρώπινης ύπαρξης. Ισορροπώντας ανάμεσα στο καλλιτεχνικό και το εμπορικό σινεμά, στηρίζεται στην ερμηνευτική δεινότητα των ηθοποιών του - ανάμεσά τους ο Μαντς Μίκελσεν και η Στίνε Στινγκάντε – χτίζοντας ένα σύμπαν δωρικό, ρεαλιστικό, με εκφραστική λιτότητα και στοιχειώδη υλικά.

Συμφοιτητής του Τόμας Βίντερμπεργκ και του Περ Φλι, ξεχώρησε ήδη με τις πρώτες ταινίες του, «Sinan’s Wedding» (1997) και «Pizza King» (1999), ως ένας απ’ τους πρώτους Δανούς κινηματογραφιστές που καταπιάστηκαν με το μεταναστευτικό ζήτημα. Το 2003 ασπάστηκε το Δόγμα ’95 με την ταινία «Kira’s Reason: A Love Story», μια συγκλονιστική σπουδή πάνω στο γυναικείο ψυχισμό μιας συζύγου και μητέρας. Η κατάρρευση παραμένει αγαπημένο θέμα του Μάντσεν και στο «Prague» (2006), που ανιχνεύει τις βαθύτερες αιτίες πίσω απ’ την διάλυση ενός γάμου. Το 2008 σκηνοθετεί το τολμηρό και φιλόδοξο «Flame and Citron», απ’ τις πιο εμπορικές ταινίες του δανέζικου κινηματογράφου, που ρίχνει φως σε μια άγνωστη πτυχή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, ο Μάντσεν θα παρουσιάσει και την πρεμιέρα του «Superclasico» (2011), πρώτη κωμωδία του σκηνοθέτη και τελευταίο κομμάτι της τριλογίας του γάμου (μετά τα «Kira’s Reason» και «Prague»), στην οποία με γουντιαλενική διάθεση ο σκηνοθέτης μάς ταξιδεύει στην Αργεντινή, εξιστορώντας την περιπέτεια ενός διαζυγίου, με φόντο τον κόσμο του ποδοσφαίρου, του κρασιού και του παραλόγου. Δείτε το τρέιλερ του «Superclasico» εδώ.

Ούλριχ Ζάιντλ: Αποκαλυπτικό ντοκιμαντερίστας και ανατρεπτικός μυθοπλάστης, ο Ζάιντλ αποτελεί μια από τις πιο οξυδερκείς και προκλητικές φωνές του ευρωπαϊκού σινεμά. Εχει ήδη κερδίσει μια θέση στην κινηματογραφική μνήμη με το ντοκιμαντέρ «Animal Love», για το οποίο ο Βέρνερ Χέρτσογκ δήλωσε, «ποτέ ξανά στο σινεμά δεν μπόρεσα να κοιτάξω κατάματα την κόλαση»!

Το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης θα παρουσιάσει αντιπροσωπευτικές ταινίες από τη φιλμογραφία του Αυστριακού σκηνοθέτη: το «Good Νews» (1990), με θέμα τις ανισότητες μεταξύ μεταναστών και γηγενών, τα «Losses to Be Expected» (1992) και «The Last Real Men» (1994), που αποδεικνύουν τη διαπεραστική ματιά του Ζάιντλ στις διαπροσωπικές σχέσεις, το διττό χαρακτήρα της καλοσύνης στο «The Bosom Friend» (1997), το «Models» (1999), όπου ο Ζάιντλ εκθέτει τη ναρκισσιστική βιομηχανία του μόντελινγκ, το βραβευμένο με Αργυρό Λιοντάρι στο Φεστιβάλ Βενετίας «Dog Days» (2001), που απεικονίζει τα δεινά μιας ομάδας εύθραυστων χαρακτήρων με ωμό συναίσθημα και ειρωνική ισορροπία, τις εξομολογήσεις πιστών στο «Jesus, You Know» (2003), το βαθιά ουμανιστικό και σκληρό «Import / Export» (2007), που καταπιάνεται με την οικονομική μετανάστευση, δίνοντας στους απελπισμένους ήρωες μια υπόσχεση λύτρωσης, και, φυσικά, τη σχεδόν διαστροφική αγάπη ανθρώπου και κατοικίδιου στο «Animal Love» (1996) – Δείτε το τρέιλερ του «Animal Love» εδώ.

Το αφιέρωμα στον Ούλριχ Ζάιντλ εντάσσεται στο τμήμα «Ανοιχτοί Ορίζοντες», δράση που χρηματοδοτείται μεταξύ άλλων από την Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Το 52ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης θα διαρκέσει από τις 4 έως τις 13 Νοεμβρίου 2011. Το Flix θα σας κρατά ενήμερους για το καθετί!

Στο photo gallery, με τη σειρά, η αφίσα του 52ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, την οποία σχεδίασε το δημιουργικό γραφείο dolphins // communication design και φωτογραφίες από τις ταινίες «This Must Be the Place» του Πάολο Σορεντίνο, «When Pigs Fly» της Σάρα Ντράιβερ, «Superclasico» του Ολε Κρίστιαν Μάντσεν και «Models» του Ούλριχ Ζάιντλ.