Δεκαπέντε καθοριστικά χρόνια μετά βρίσκουμε τον ντροπιασμένο Ντέρεκ και τον Χάνσελ να ζουν απομονωμένοι, μακριά από τον κόσμο. Οταν καθένας τους λαμβάνει μια ειδική πρόσκληση ώστε να πρωταγωνιστήσουν στο μεγαλύτερο ντεφιλέ μόδας που θα λάβει χώρα στην Ρώμη, δεν μπορούν να αντισταθούν στην πρόκληση της παλιάς τους λάμψης κι έτσι τους ξαναβρίσκουμε πίσω στον πολιτισμένο κόσμο. Φτάνοντας, ο Ντέρεκ και ο Χάνσελ γνωρίζουν τους παράξενους κι εκκεντρικούς σχεδιαστές της νέας αυτοκρατορίας της μόδας. Γρήγορα συνειδητοποιούν πως ο κόσμος της μόδας, όπως τον γνώριζαν, δεν υπάρχει πλέον και την ίδια στιγμή βρίσκουν τους εαυτούς τους και πάλι στο επίκεντρο. Ενώ προσπαθούν να μάθουν τον νέο κόσμο του blogging, vlogging και της αντι-μόδας, καλούνται να σταματήσουν μια θανάσιμη πλεκτάνη καταστροφής της όποιας πιθανότητας ο κόσμος της μόδας να αποκτήσει την παλιά του αίγλη.

Ομολογούμε ότι μια συνέχεια, ακόμη και δεκαπέντε χρόνια μετά, έμοιαζε καλή ιδέα. Στο κάτω κάτω το πρώτο «Zoolander» ήταν μια από τις πιο αστείες κωμωδίες του Χόλιγουντ εδώ και πολλά πολλά χρόνια -για να μην πούμε και μια από τις αγαπημένες ταινίες του Τέρενς Μάλικ. Το χιούμορ του παραλόγου και η καλοδεχούμενη -και μεταξύ μας δίκαιη- σάτιρα στην εξωφρενική ελαφρότητα του κόσμου της μόδας, έκανε το φιλμ του Μπεν Στίλερ εξαιρετικά απολαυστικό και για κάτι τόσο εφήμερο, σχεδόν κλασσικό.

Ομως το δεύτερο φιλμ της σειράς μοιάζει να καθυστέρησε πολλά περισσότερα χρόνια απ όσα θα χρειαζόταν και κάπως έτσι, το αστείο που αποτελεί μια την επωδό της ταινίας, για το πόσο εκτός τόπου και χρόνου είναι πλέον ο Ντέρεκ Ζουλάντερ κι ο Χάνσελ, μοιάζει να ισχύει και για την ταινία. Ναι το φιλμ δεν είναι δίχως χιούμορ και σίγουρα υπάρχουν στιγμές που θα σε διασκεδάσουν, όμως η αίσθηση που αφήνει είναι ενός αμήχανου, υπερβολικά βεβιασμένου αστείου, που ξεκινά αδιάφορα και ξεφουσκώνει δίχως punchline.

Και αν το πρώτο Zoolander μοιάζει να αγκάλιαζε την ανοησία του και να την φορούσε σαν παράσημο στο πέτο, η συνέχεια του , φορτώνει την πλοκή με πολύ περισσότερη ιστορία απ όση χρειάζεται και με μια συνωμοσία που προφανώς είναι αδιάφορη, αλλά αυτό θα ήταν ΟΚ αν κατάφερνε τουλάχιστον, να σε κάνει να γελάσεις.

Μονο που δυστυχώς σε όλη την ταινία, το γέλιο έρχεται πολύ πιο σπάνια απ όσο θα ήθελες και σχεδόν ποτέ όσο πετυχημένα έλπιζες, κάνοντας το φιλμ να μοιάζει με κάτι που θα ήθελες να μαζέψει η αστυνομία όχι της μόδας, αλλά του σινεμά...