Ο Λικ Μπεσόν ξέρει να στήνει περιπέτειες, αλλά αυτή εδώ δεν είναι μια από τις επιτυχημένες του προσπάθειες. Ο Τζέισον Στέιθαμ ανεβάζει την αδρεναλίνη περίπου όπου πατά το πόδι του, αλλά εδώ λάμπει δια της απουσίας του. Το reboot του franchise του «Transporter», μετά από τρεις ταινίες και μια τηλεοπτική σειρά, κρατά την κεντρική ιδέα, αλλάζει πρωταγωνιστή και πετά όλα τ' άλλα και μαζί την όποια ανεβαστική μυρωδιά βενζίνης. Ο σκηνοθέτης Καμίλ Ντελαμάρ τα είχε καταφέρει καλύτερα στο «Brick Mansions», αλλά εκεί είχε και την εγγύηση του Πολ Γουόκερ και διάφορους τύπους που χοροπηδούσαν κάνοντας παρκούρ.
Στο νέο «Transporter», ο «μεταφορέας» είναι ο Φρανκ / Εντ Σκράιν που αναλαμβάνει με το αζημίωτο κάθε είδους τροχοφόρα απόδραση, κυρίως διατηρώντας ένα ύφος πάρα πολύ σκληρό και πάρα πολύ κουλ και συνοφρυωμένο. Αυτή τη φορά το «πακέτο» που έχει να μεταφέρει είναι τέσσερις πανέξυπνες πόρνες που θέλουν να εκδικηθούν τον μαστροπό τους κι ολόκληρη τη ρωσική μαφία που έχει εγκατασταθεί στη γαλλική Ριβιέρα. Οι σκηνές της δράσης είναι τόσο τετριμμένες και τόσο φτηνά κατασκευασμένες που αγγίζουν την παρωδία. Το styling επίσης φέρνει χαμόγελο στα χείλη, καθώς βυθίζεται με καμάρι στο άδυτο του eurotrash. Οι ατάκες είναι βαρύγδουπες, αλλά ειπωμένες με τραγικωμική σοβαροφάνεια - αν, τουλάχιστον, η ταινία αυτοπαρωδούνταν ελαφρά, το αποτέλεσμα θα ήταν περισσότερο ανεκτό.
Εκείνο που μένει είναι η ομορφιά του τοπίου, της λαμπερής Κυανής Ακτής και η ακόμα μεγαλύτερη μαγεία του αληθινού πρωταγωνιστή της ταινίας, του παντοδύναμου Audi που οδηγεί ο Φρανκ, το οποίο βρίσκει στο φιλμ το τέλειο διαφημιστικό του σποτ, παρότι κάτι μας λέει ότι αντίστοιχα κομμάτια δεν πωλούνται στην αγορά κι άλλωστε αχρείαστα να' ναι.