Ο Κέρτις είναι ένας σκληραγωγημένος, δυνατός άντρας χωρίς πολλά λόγια. Σκοπός του είναι να κάνει καλά τη δουλειά του και να φροντίζει για την όμορφη και γλυκειά γυναίκα του, τη Σαμάνθα και τη μικρή τους κόρη που έχει χάσει την ακοή της. Μόνο που ο Κέρτις αρχίζει να βλέπει ολοζώντανους εφιάλτες, όπου η ζωή των αγαπημένων του απειλείται χωρίς εκείνος να μπορεί να παρέμβει. Η αίσθησή τους μεταφέρεται και στην καθημερινότητα του Κέρτις, αφού ξυπνά. Παράλληλα, νιώθει τον κίνδυνο μιας μεγάλης καταιγίδας που προβλέπει ότι θα έρθει στην περιοχή τους και ξεκινά εμμονοληπτικά να κατασκευάζει ένα υπόγειο καταφύγιο, για να μπορέσει να διασώσει την οικογένειά του όταν έρθει αυτή η ώρα.

Οσο λιτή ταινία είναι το «Take Shelter» στην αισθητική και τη σκηνοθεσία της, τόσο σύνθετη είναι στην ανάλυσή της. Ο απλούστερος τρόπος να την περιγράψεις είναι ως ένα υπαρξιακό θρίλερ, όπου όμως το στοιχείο του τρόμου είναι το ίδιο το ανθρώπινο μυαλό.

Ο Τζεφ Νίκολς, στη δεύτερη μόλις ταινία του (μετά το «Shotgun Stories» του 2007), δημιουργεί ένα αριστοτεχνικά κατασκευασμένο, στην κάθε του λεπτομέρεια, σύμπαν, όπου κάτω από το τίποτα υποβόσκουν τα πάντα. Τοποθετεί την ιστορία του στη συντηρητική κεντρική Αμερική του Οχάιο, όπου όλα είναι «μέτρια» και κανείς δεν έχει το περιθώριο να υπερβεί την πεπατημένη, αλλά απεικονίζει αυτόν τον τραχύ τρόπο ζωής με τέτοια αφαιρετικότητα και σιωπή που μοιάζει λυρικός, ποιητικός, μοναχικός. Τόσο μεγαλύτερη λοιπόν η αντίθεση με τις «εκρήξεις» των σκηνών των ονείρων, γλαφυρές και με εντυπωσιακά εφέ που σπέρνουν τον τρόμο και, όπως συμβαίνει με τον Κέρτις, δεν αφήνουν το κοινό να συνέλθει απόλυτα ποτέ.

Αυτή ακριβώς η οικονομία και η σιωπή είναι που οδηγούν την πλοκή της ταινίας και την προσοχή του θεατή σ’ έναν εσωτερικό κόσμο της σκέψης, όπου η τόση ηρεμία προκαλεί αμφιβολία, ανησυχία και τελικά πανικό.

Ολόκληρη η ταινία πατά πάνω στην εκπληκτική ερμηνεία του Μάικλ Σάνον, ο οποίος με αυτοσυγκράτηση δίνει σ’ έναν ενδεχομένως παράφρονα ήρωα την ανθρώπινή του διάσταση, την τραγικότητά του και τον κάνει τόσο συμπαθή που όσο καταστρέφει τη ζωή και τους γύρω του, τόσο ο θεατής στέκεται στο πλάι του. Θα θέλαμε, βέβαια, κάποια φορά να δούμε τον Μάικλ Σάνον σ’ ένα διαφορετικό ρόλο, αλλά πόσο μεγάλο ταλέντο έχει αυτός ο ηθοποιός που δίνει γοητεία στο άσχημο, δύναμη στην αδυναμία και μια λογική σειρά στην ανθρώπινη τρέλα.

Παρότι ο Κέρτις είναι ο κεντρικός ήρωας του «Take Shelter», τόσο το σενάριο όσο και η μαγική παρουσία της Τζέσικα Τσαστέιν κάνουν τη γυναίκα του, τη Σαμάνθα, μια τρισδιάστατη φιγούρα, με διάφανη και πεισματική καλοσύνη, που πατά γερά στα πόδια της απέναντι στον ταλαντευόμενο άντρα της. Γιατί παράλληλα το «Take Shelter» είναι και μια ιστορία ζευγαριού, τόσο ζεστή και ρομαντική που δίνει ανθρωπιά σε κάτι που μοιάζει υπεράνθρωπο. Μια σχέση που απειλείται από την καταιγίδα που σκεπάζει τον ουρανό, ή το σπίτι της οικογένειας, ή τελικά ολόκληρη την ανθρώπινη μοίρα.

Μεταξύ μικρόκοσμου και σύμπαντος, η ταινία κινείται διαρκώς σε δυο επίπεδα: το πραγματικό, με τα πρακτικά ζητήματα που πρέπει ν’ αντιμετωπιστούν και το φιλοσοφικό, που αναζητά μια πνευματική απάντηση. Ο Κέρτις φτιάχνει το καταφύγιο του τίτλου για να προστατεύσει την οικογένειά του από την καταιγίδα, ή την οικογένειά του από τον ίδιο, ή τον εαυτό του από τον έξω κόσμο; Το γεγονός ότι ο Κέρτις είναι κατασκευαστής, τρυπά καθημερινά με μηχανήματα τη Γη για να χτίσει θεμέλια ανθρώπινης τεχνογνωσίας, απαιτεί κάποιου είδους τιμωρία;

Το «Take Shelter» μπορεί να κατηγοριοποιηθεί ως κοινωνικό δράμα, ή ως θρίλερ, αλλά τελικά είναι μια φιλοσοφική ταινία, με ανησυχίες μεταφυσικές, τελολογικές, ακόμα και θρησκευτικές αν θέλεις να το δεις έτσι. Δεν είναι μόνο το ανοιχτό της τέλος που οδηγεί σ’ αυτό το συμπέρασμα. Είναι η συνεχόμενη πάλη των ηρώων της να διαπιστώσουν πόσο βίαιη μπορεί να είναι η επαφή του ανθρώπου με τον εαυτό του, πόσο κοντά βρίσκονται η λογική με την παράνοια, πόσο πιθανό είναι, αν υπακούς πιστά στους κανόνες της λογικής, της κοινωνίας και της φύσης, να οδηγηθείς τελικά στην απόλυτη καταστροφή. Είναι η υπέροχη κινηματογραφική απεικόνιση του βασανιστικού διλήμματος: αυτό που νομίζουμε ότι είμαστε, ή αυτό που νομίζουμε ότι βλέπουμε ή γνωρίζουμε ή αγαπάμε στους άλλους, είναι πραγματικό ή πλασματικό;

Το «Take Shelter» μπορεί να φέρει στο μυαλό των θεατών εικόνες από το «Τελευταίο Κύμα» του Πίτερ Γουιρ, ή προβληματισμούς από το «Αλογο του Τορίνο» του Μπέλα Ταρ, παρά την τόσο διαφορετική αισθητική τους. Θα φέρει σίγουρα στο μυαλό τους καταιγίδα, πολλές απορίες και μια βεβαιότητα: σ’αυτήν την ταινία βρίσκεται μια από τις μεγάλες καλλιτεχνικές επιτυχίες της χρονιάς.