Η Μέγκαν Μάιλς είναι μια ξανθιά Τεξανή παρουσιάστρια του απογευματινού δελτίου ειδήσεων σε τοπικό κανάλι του Λος Αντζελες – πιστή στο προφίλ που πλασάρει, του «καλού κοριτσιού». Οταν, μέσα σε μια μέρα, ο αρραβωνιαστικός της θα την εγκαταλείψει και η πιθανότητα να κερδίσει ένα πόστο σε εθνικό τηλεοπτικό κανάλι πέσει στο κενό, η Μέγκαν θα ξεδώσει σ’ ένα κλαμπ με τις φίλες της, θα γίνει σκνίπα και θα περάσει το βράδυ στο σπίτι του συμπαθέστατου μπάρμαν, που θέλει όμως να είναι μεταμοντέρνος ρομαντικός συγγραφέας, κυρίως επειδή ακούγεται ωραίο (όχι, στον ήρωά του δεν υπάρχει καμιά απολύτως ανατροπή). Το ξημέρωμα η Μέγκαν θα ενημερωθεί ότι η θέση στο εθνικό κανάλι παίζει ακόμα και θα ξεκινήσει, χωρίς τσάντα, κινητό ή χρήματα, φορώντας ένα μικροσκοπικό κίτρινο φόρεμα και τακούνια, έναν αγώνα δρόμου να φτάσει στη δουλειά της, ενώ ολόκληρο το Λος Αντζελες μοιάζει να συνωμοτεί εναντίον της, από επιθετικούς ταξιτζήδες μέχρι τα’ αφεντικά του καρτέλ που, ωστόσο, την παρακολουθούν ανελλιπώς στις ειδήσεις.
Η Ελίζαμπεθ Μπανκς είναι, όπως πάντα, τόσο φωτεινή όσο το κίτρινο φουστάνι της, διασκεδαστική και πρόθυμη να τσαλακωθεί, να εκτεθεί και να πέσει στο βούρκο για χάρη της κωμωδίας – κι αν το σενάριο τη βοηθούσε λίγο παραπάνω, θα ήταν εξαιρετική. Ωστόσο, το οδοιπορικό της ταινίας που απ’ όταν ξεκινά δε σταματά τις «ακραίες», ή μάλλον ακραία τυποποιημένες συναντήσεις παρά στο φινάλε, καταφέρνει να είναι ταυτόχρονα, παρά τις αφελείς φεμινιστικές προθέσεις του, απίστευτα προβλέψιμο, ανόητα υπερβολικό, καθόλου ενδιαφέρον, όχι αστείο και, τελικά, απρόσμενα ανιαρό: το να προσπαθεί ένας ήρωας να βρει την άκρη του τρέχοντας αλλόφρων στη διάρκεια μιας μέρας ή μιας νύχτας προσφέρεται για εκπληκτική κωμωδία, όπως έχουμε δει τουλάχιστον στο «Μετά τα Μεσάνυχτα» του Σκορσέζε και σε καμιά ντουζίνα λιγότερο έξυπνων ασκήσεων με το χρόνο. Αλλά το «Walk of Shame» δεν πιάνει ούτε τα βασικά και, ταυτόχρονα, μοιάζει να διαρκεί πραγματικά ένα 24ωρο!