Μια υπάλληλος του Υπουργείου Εξωτερικών διορίζεται στην Αμερικανική πρεσβεία στο Λονδίνο όταν όλη της η ομάδα συνεργατών σκοτώνεται από μια έκρηξη βόμβας. Η ίδια γίνεται στόχος εκτελεστών και βρίσκεται παγιδευμένη για εγκλήματα που δεν έχει κάνει. Θα ακολουθήσει ένας αγώνας επιβίωσης, δικαίωσης αλλά και προσπάθειας να αποτρέψει μια καταστροφική επίθεση που θα λάβει χώρα την Παραμονή Πρωτοχρονιάς.
Δεν είναι τόσο ότι το «Survivor» είναι μια κακή ταινία -αν και σίγουρα δεν είναι καλή- αλλά κυρίως ότι είναι μια τόσο ανέμπνευστη, αδιάφορη, γνώριμη και αληθινά άχρηστη επανάληψη πραγμάτων που έχεις δει ξανά. Και ξανά. Και ξανά. Και με πολύ καλύτερο τρόπο.
Ναι η Μίλα Γιόβοβιτς έχει πολεμήσει απέθαντους και ζόμπι ντόμπερμαν και έχει ρίξει κλωτσιές σε δεκάδες πισινούς - και ξέρει να το κάνει καλά. Ναι ο Πιρς Μπρόσναν έχει υπάρξει νούμερο (007 για την ακρίβεια) κι έχει πλάκα που εδώ περνά από την άλλη μεριά. Και ναι ο Τζέιμς ΜακΤιγκ ξέρει να κάνει τη δουλειά του - αλλά δεν θα μείνει ως οραματιστής του action cinema στην ιστορία.
Μόνο που κανείς τους, όπως κι όλες οι άλλες αναγνωρίσιμες φάτσες που θα δείτε να περνάνε από την οθόνη, δεν δείχνει να πιστεύει ότι αυτό που κάνει εδώ είναι κάτι που αξίζει αληθινά τον κόπο, έστω κι αν το κάνοει με επαγγελματισμό.
Φταίει ένα σενάριο που θα μπορούσε να χωρά σε ένα οποιαδήποτε επεισόδιο μιας εβδομαδιαίας τηλεοπτικής σειράς. Φταίει το μπάτζετ που είναι περίπου το ίδιο. Φταίει το γεγονός ότι στ΄αλήθεια δεν σε νοιάζει καθόλου η πλοκή και κανείς από τους ήρωες δεν κερδίζει την προσοχή σου. Φταίει ότι δεν υπάρχει μια σεκάνς που ξεχωρίζει - ακόμη κι αν η καταδίωξη γίνεται όχι μόνο σε δύο ηπείρους μα κι από τον υπόγειο του Λονδίνου έως τους ουρανοξύστες της Times Square.
Κάπως έτσι το φιλμ του ΜακΤιγκ μοιάζει με μια από εκείνες τις ταινίες που κάποτε θα αποφάσιζες να νοικιάσεις εκείνο το βράδυ που θα πήγαινες στο video club γύρω στις δέκα και μισή κι όλες οι άλλες επιλογές σου ήταν νοικιασμένες. Κι ακόμη χειρότερα, ο υπάλληλος πίσω από τον πάγκο δεν θα έδειχνε και τρελό ενθουσιασμό όταν απαντούσε στην ερώτησή σου: «λέει τίποτα;»