Οπως και το «Black Panther» πριν από αυτό, έτσι και η ταινία του Ντέστιν Ντάνιελ Κρέτον «Ο Shang-Chi και ο Θρύλος των Δέκα Δαχτυλιδιών» μοιάζει να έχει ένα κάπως βαρύ φορτίο να κουβαλήσει. Κι αυτό γιατί εισάγοντας εδώ τον πρώτο Ασιάτη πρωταγωνιστή υπερήρωα στο κινηματογραφικό σύμπαν της Marvel και φιλοξενώντας σχεδόν αποκλειστικά Ασιάτες χαρακτήρες προσπαθεί να όχι μόνο να γιορτάσει την ασιατική κληρονομιά και κουλτούρα, παραδίδοντας ταυτόχρονα μια εντυπωσιακή ταινία, αλλά και παράλληλα να διορθώσει μερικές αμφισβητούμενες επιλογές του παρελθόντος τόσο στις ταινίες του MCU όσο και στα κόμικς.
Και μπορεί να μην είναι η πιο (πολιτικά έστω) φιλόδοξη ταινία που έχει γυρίσει ποτέ η Marvel, αλλά η επίσημη έναρξη της τέταρτης φάσης του κινηματογραφικού σύμπαντός της δείχνει με εντυπωσιακό τρόπο πως τα καλύτερα έρχονται.
O νεαρός Σανγκ-Τσι ζει στο Σαν Φρανσίσκο και δουλεύει σαν παρκαδόρος, μέχρι που μία ομάδα εκτελεστών του κλέβει το μενταγιόν που του είχε δώσει η μητέρα του όταν ήταν μικρός. Παρέα με την κολλητή του Κέιτι, ξεκινάει ένα ταξίδι μέχρι το Μακάου για να προειδοποιήσει τη αδελφή του, Ξιαλίνγκ, για τον κίνδυνο που πρόκειται να βρει και την ίδια. Ο Σανγκ-Τσι, που έχει πια μπλέξει στα δίχτυα της μυστηριώδους και επικίνδυνης κλίκας των Δέκα Δαχτυλιδιών με επικεφαλής τον αποξενωμένο πατέρα του, καλείται να αντιμετωπίσει το παρελθόν του.
Ο σκηνοθέτης, και ένας από τους σεναριογράφους, Ντέστιν Ντάνιελ Κρέτον (τον οποίο έχουμε γνωρίσει από την ταινία «Short Term 12») αποφασίζει να χτίσει την δυναμική της ταινίας γύρω από τις σχέσεις των χαρακτήρων της, αποφεύγοντας τα ασιατικά στερεότυπα, βάζοντας στο επίκεντρο ένα οικογενειακό δράμα με χαρακτήρες που τους ωθεί η θλίψη της απώλειας και το μίσος. Μπορεί όλα αυτά να ακούγονται αρκετά σοβαρά και σε στιγμές να πέφτουν στα αναμενόμενα και απαραίτητα κλισέ, αλλά γεμίζοντας την ιστορία όμως στα κατάλληλα σημεία της με το υπέροχο χιούμορ και την ανάλαφρη διάθεση που χαρακτηρίζει τις ταινίες της Marvel, της δίνει έτσι τον τόνο αλλά και τις βάσεις για μια ιστορία η οποία καταφέρνει να κρατήσει το ενδιαφέρον ως το επικό φινάλε.
Ο πρωτοεμφανιζόμενος Σίμου Λιου είναι ένας πραγματικά υπέροχος Σανγκ-Τσι. Καταφέρνει να συνδυάσει μια εντυπωσιακή, ογκώδη παρουσία με την παιδική αθωότητα και ανάλαφρη λεβεντιά και με δόσεις σοβαρότητας όπου χρειάζεται, γοητεύοντας κάθε στιγμή που εμφανίζεται στην ταινία. Η Ακουαφίνα από την άλλη είναι αυτό που περιμένει κάποιος από την κωμικό. Χτυπώντας τις κατάλληλες νότες χιούμορ με μερικές από τις καλύτερες ατάκες στην ταινία, δείχνει να είναι το ανάλαφρο αντίβαρο σε αυτό το ταξίδι του Σανγκ-Τσι, με την χημεία μεταξύ τους να είναι ένα από τα καλύτερα σημεία της ταινίας.
Ισως ο πιο ενδιαφέρων από όλους τους χαρακτήρες να είναι πατέρας του Σανγκ-Τσι, ο Γουένγου, τον οποίο ερμηνεύει ένας από τους καλύτερους ηθοποιούς του ασιατικού κινηματογράφου της γενιάς του, ο Τόνι Λιούνγκ. Γνωστός από τις ταινίες του Γουόνγκ Καρ Γουάι όπως τα «2046» και «Ερωτική Επιθυμία» αλλά και το «The Grandmaster», ο Λιούνγκ αντί να αφήσει τον χαρακτήρα του να είναι ο κλασικός μονοδιάστατος και χάρτινος κακός των υπερηρωικών ταινιών, φτιάχνει μόνος του έναν πιο σύνθετο χαρακτήρα. Ορμώμενος από τη θλίψη της απώλειας - κάτι που φαίνεται να τον κρατά δέσμιο και να μην μπορεί εύκολα να ξεφύγει από αυτή (γιατί, όπως ακούγεται στην αρχή «το να ξεπεράσεις τον χαμό αγαπημένου σου είναι ένα Δυτικό τέχνασμα»), κάνει αποτρόπαια πράγματα τόσο στους άλλους όσο και στην οικογένειά του. Και αυτό ο Λιούνγκ το υπηρετεί με σιωπηλό πάθος και αστείρευτο ερμηνευτικό μεγαλείο.
Με την τέταρτη φάση να έχει ξεκινήσει ήδη, είναι σαφές πως η Marvel θέλει να ξεφύγει, όσο το δυνατόν μπορεί, από τις κλασικές σκηνές δράσης και να φέρει κάτι νέο και πιο φρέσκο στο MCU. Αν και ο Κρέτον ακολουθεί πιστά τους κανόνες των υπόλοιπων υπερηρωικών ταινιών της Marvel (εντυπωσιακές σκηνές δράσης, ανάλαφρη διάθεση και επικές στιγμές) χωρίς να αποκλίνει ιδιαίτερα από αυτούς, εισάγει το ιδιαίτερο μαγευτικό ύφος της Κινέζικης μυθολογίας και τις αέρινα μεγαλειώδες χορογραφίες των γουσιά ταινιών στις μάχες, χτίζοντας έτσι το δικό του μικροσύμπαν.
Μέσα σε αυτήν την ιδιαίτερη μυστικιστική ατμόσφαιρα ο Κρέτον εμπνέεται από άλλες ταινίες πολεμικών τεχνών, όπως ο «Τίγρης και Δράκος» και ο «Ηρωας», για να δώσει μερικές από τις καλύτερες μάχες σώμα με σώμα που έχουμε δει ποτέ σε ταινία της Marvel. Από την σκηνή στο λεωφορείο και την δράση στις σκαλωσιές στον ουρανοξύστη μέχρι και το μαγικό βασίλειο του Τα Λο (όπου δυστυχώς τα κακά εφέ και ο καταιγισμός των CGI υπονομεύουν την δράση), ο Κρέτον δεν σταματά να κινηματογραφεί τις μάχες αυτές με αστείρευτη ενέργεια με την αιθέρια χορογραφία σχεδόν να σε υπνωτίζει με τον δυναμισμό της και να σε μαγεύει σε κάθε της στιγμή.
Και καθώς πέφτουν οι τίτλοι τέλους (καλό είναι να μείνετε για να δείτε ακόμα δυο σκηνές) «Ο Shang-Chi και ο Θρύλος των Δέκα Δαχτυλιδιών» έχει παραδώσει όλα όσα υποσχέθηκε στην αρχή και λίγο παραπάνω. Δεν είναι μια από τις καλύτερες ταινίες της Marvel, δεν είναι μια από τις συγκινητικότερες, αλλά σίγουρα είναι μια που ξεχωρίζει και αυτή που δίνει το σωστό βήμα για την ασιατική εκπροσώπηση στις υπερηρωικές ταινίες.