Ο επιστήμονας πρωτοζωολόγος Ντέιβις Οκόγιε, ένας άνδρας που κρατάει τον κόσμο σε απόσταση, μοιράζεται έναν ακλόνητο δεσμό με τον Τζορτζ, έναν εντυπωσιακά έξυπνο γορίλα τον οποίο φροντίζει από τη γέννησή του. Αλλά ένα παράνομο γενετικό πείραμα που πήγε στραβά μεταμορφώνει τον πράο γορίλα σε ένα οργισμένο τέρας. Τα πράγματα θα χειροτερέψουν, όταν σύντομα αποκαλύπτεται πως υπάρχουν και άλλα ζώα-κυνηγοί που έχουν τροποποιηθεί με παρόμοιο τρόπο. Καθώς τα προσφάτως δημιουργημένα τέρατα διασχίζουν την Βόρεια Αμερική καταστρέφοντας τα πάντα στο διάβα τους, ο Οκόγιε συμμαχεί με έναν αναξιόπιστο γενετικό μηχανικό για να φτιάξουν ένα αντίδοτο, μέσα σε ένα πεδίο μάχης που συνεχώς χειροτερεύει, όχι μόνο για να αποτρέψει μια παγκόσμια καταστροφή, αλλά και για να σώσει το τρομακτικό τέρας που ήταν κάποτε φίλος του.

Δεν χρειάζεται να γνωρίζεις πολλά για το «Rampage», το video game που κυκλοφόρησε και γνώρισε επιτυχία στα αμέτρητα arcades στα μέσα της δεκαετίας του ’80, πέρα του ότι απλά εσύ ως παίκτης χειριζόσουν ένα από τα τρία τεράστια μεταλλαγμένα τέρατα, έναν γορίλα, έναν δεινόσαυρο κι έναν λύκο, τα οποία κατέστρεφαν διάφορες πόλεις στο πέρασμά τους. Απλό, πλην (ανεγκέφαλα) διασκεδαστικό.

Aυτή ακριβώς είναι και η κεντρική η ιδέα της κινηματογραφικής μεταφοράς του παιχνιδιού, με πρωταγωνιστή μάλιστα τον Ντουέιν – The Rock – Τζόνσον, ο οποίος συνεργάζεται, για άλλη μια φορά, με τον σκηνοθέτη Μπραντ Πέιτον των «San Andreas: Επικίνδυνο Ρήγμα» και «Journey 2: The Mysterious Island», γεγονός που προδίδει πως το «Rampage: Το Απόλυτο Χάος» είναι ακριβώς αυτό που περιμένεις. Μια ταινία καταστροφής γεμάτη πραγματικά απίστευτες σκηνές δράσης, πομπώδεις ερμηνείες, με την υπερβολή να ξεχειλίζει από παντού και την αληθοφάνεια και το σενάριο να έχουν πεταχτεί προ πολλού από το παράθυρο.

Η υπερβολή είναι προφανής, αφού στην ταινία πρωταγωνιστούν όχι ένα, όχι δύο, αλλά και τα τρία τέρατα μαζί, αντικαθιστώντας τον δεινόσαυρο με έναν αλιγάτορα και τον λύκο με έναν ιπτάμενο... λύκο (φυσικά). Το χάος δεν αργεί να έρθει καθώς τα τέρατα αρχίζουν να καταστρέφουν τα πάντα στο διάβα τους, από στρατιωτικές εγκαταστάσεις μέχρι και ολόκληρες πόλεις, με τους ουρανοξύστες του Σικάγο να πέφτουν σαν τραπουλόχαρτα. Και μπορεί τα εφέ, αν και generic, να καταφέρνουν να εντυπωσιάσουν με τις καταστροφές να διαδέχονται η μια την άλλη, αλλά χάνουν γρήγορα την λάμψη τους όταν όλα αρχίζουν να μοιάζουν επαναλαμβανόμενα.

Σίγουρα όμως, μην περιμένετε να βγάλετε κάποιο νόημα από το σενάριο της ταινίας. Αυτό δεν υπάρχει, αφού το μόνο που ενδιαφέρει είναι η ιστορία να αποτελεί μια δικαιολογία για την επόμενη καταστροφή. Αλλά και οι χαρακτήρες της είναι αρκετά χάρτινοι για να είναι τουλάχιστον ενδιαφέροντες. Σίγουρα η Ναόμι Χάρις άξιζε μιας αρκετά καλύτερης μεταχείρισης από όσα περνάει εδώ, ενώ ο χαρακτήρας του Τζέφρι Ντιν Μόργκαν μοιάζει σαν καρικατούρα του Νίγκαν από το «The Walking Dead». Αυτό που παραμένει σίγουρο είναι πως η ταινία αποτελεί, ξανά, μια δικαιολογία για να δείξει ο The Rock τα μούσκουλά του και να τον δούμε να σώζει τον κόσμο σηκώνοντας απλά το φρύδι του κι ένα μυδράλιο όπλο.

Λογικό, μέσα σε αυτή την υπερφόρτωση σκόνης και αμέτρητων μπάζων, να υπάρχουν και δόσεις camp, αλλά και κάποιες, ίσως και άθελα, αστείες στιγμές (θέλουμε σε gifακι το πρόσωπο του The Rock όταν ανοίγει το αλεξίπτωτο τώρα!). Οπως υπάρχουν φυσικά και οι στιγμές που η ταινία κλείνει το μάτι στους φαν του παιχνιδιού, ρίχνοντας εδώ κι εκεί διάφορα easter eggs όπως ένα arcade cabinet του παιχνιδιού στο γραφείο των κακών της υπόθεσης, τα ονόματα των τεράτων αλλά και μερικές σκηνές που θυμίζουν λίγο κάτι από τις πίστες των 80s.

Κάπως έτσι, το «Rampage» καταλήγει όπως ακριβώς και ο τίτλος του: ένα απόλυτο χάος, κομμένο και ραμμένο για το κοινό στο οποίο απευθύνεται και για λίγες ώρες (αρκετά ένοχης) απόλαυσης.