Η Λίλα Κάσεν, μια επιτυχημένη Ισπανίδα τραγουδίστρια, ετοιμάζεται να επανέλθει θριαμβευτικά στην ενεργό δράση μετά από μια δεκαετία μυστηριώδους σιωπής, αλλά την παραμονή της μεγάλης της συναυλίας χάνει τη μνήμη της σε ένα ατύχημα. Η Βιολέτα, μια τραγουδίστρια καραόκε που λυτρώνεται από τη θλιβερή της ζωή κάθε φορά που ερμηνεύει επί σκηνής τα τραγούδια της Κάσεν, αναλαμβάνει να θυμίσει στη σταρ τις διαστάσεις της θρυλικής της περσόνας, μαθαίνοντάς της απ’ την αρχή να είναι ο εαυτός της.
Ενα παιχνίδι με τις ταυτότητες και τους ρόλους, το είδωλο και τον πραγματικό εαυτό, την εικόνα και τον αντικατοπτρισμό της, τα όσα ορίζουν την ίδια μας την ύπαρξη βρίσκεται στο κέντρο του πολύπλευρου, συναρπαστικού, μεγαλόπνοου μελοδράματος του Κάρλος Βερμούτ ο οποίος στην τρίτη ταινία του δεν αφήνει καμία αμφιβολία για το μέγεθος και το εύρος της ματιάς και της φιλοδοξίας του.
Αυτή η πρισματική εικόνα της μπερδεμένης σχέσης δυο γυναικών χωρά στην μελαγχολική, σπηλαιώδη καρδιά της θραύσματα από αμέτρητες αναφορές και μια εικονογραφία και προβληματική που ξεκινά από το κλασικό χόλιγουντ για να φτάσει στον Φασμπίντερ και τον Μπέργκμαν και φυσικά σε έναν από τους μεγαλύτερους θαυμαστές του Βερμούτ -και μαζί μια από τις πιο ξεκάθαρες επιρροές του- τον Πέδρο Αλμοδόβαρ.
Ομως ακόμη κι αν δεν είναι δύσκολο να αποκρυπτογραφήσεις τις πηγές της έμπνευσης του φιλμ, το αποτέλεσμα κάθε άλλο παρά αποτελεί μια φτηνή απομίμηση, ένα ποτ πουρί από δανεικές ιδέες, αφού το «Ποιος θα σου Τραγουδήσει», κατορθώνει να ανυψώσει τα δομικά υλικά του σε ένα ολοκληρωμένο, συνεπές και απολύτως σαρωτικό φιλμ. Ενα μελαγχολικό, ονειρικό παραμύθι που εναλλάσσει την ποίηση με την σκληρότητα, που εξετάζει με αληθινό ενδιαφέρον αλλά και κυνισμό την ιδέα της διασημότητας και της γοητείας που μας ασκεί και ζωγραφίζει με κομψότητα και αξιοθαύμαστο κινηματογραφικό στιλ μια ωμή, εικόνα της ατελούς ανθρώπινης φύσης.
Και η καλειδοσκοπική, περίτεχνη ιστορία που συνθέτει τον κορμό της ταινίας του, χωρά επίσης μέσα της μια ενδιαφέρουσα προβληματική πάνω στην μητρότητα και τους συχνά καταπιεστικους, αδιάρρηκτους δεσμούς που ορίζουν τις σχέσεις μητέρας και κόρης και που πολλές φορές διατρέχουν τον χρόνο, ξεπερνούν ακόμη και τον θανατο. Αλλα και για το τίμημα της δόξας, για την βαμπιρική σχεδόν φύση του καλλιτέχνη, το κόστος της δημιουργίας, τα ψέματα και τις πικρές αλήθειες που συχνά κρύβονται κάτω από ένα λαμπερό προσωπείο.
Φλερτάροντας κατά στιγμές με το χιτσκοκικό θρίλερ εκσυγχρονίζοντας σε άλλες απόλυτα πετυχημένα το πιο κλασικό μελόδραμα, προσθέτοντας δόσεις χιούμορ, το φιλμ του Βερμούτ δεν κατατάσσεται εύκολα σε ένα κινηματογραφικό είδος αλλά ορίζει ένα σημείο απόλυτα δικό του, ένα σινεμά καλογυαλισμένο και απόλυτα κομψό που όμως κόβει το ίδιο βαθιά όπως ένα διαμάντι το γυαλί. Και σε αυτή την κόψη, στις χαρακιές που αφήνει η ιστορία κι ο συναισθηματικός της αντίκτυπος, στις αντανακλάσεις των υπέροχων εικόνων της και στον ρυθμό της μεθυστικής μουσικής της, μπορείς να δεις την λάμψη του ταλέντου του Βερμούτ ο οποίος ενορχηστρώνει με μαεστρία μια κινηματογραφική συμφωνία, ξεχωριστή και μαγευτική.