Εξαιτίας της επίθεσης ενός καρχαρία, στη γειτονιά όπου ζούσαν οι γονείς του κλοουνόψαρου Νέμο, το μόνο ψάρι που διασώζεται είναι ο πατέρας του, Μάρλιν, και το αυγό του Νέμο που ακόμη δεν έχει εκκολαφθεί. Η υπερπροστατευτικότητα του Μάρλιν στη μετέπειτα ζωή του μοναχογιού του, Νέμο, θα τον οδηγήσει σε μια επικίνδυνη πράξη, που θα έχει ως αποτέλεσμα την απαγωγή του από δύτες. Ο πατέρας του, θα πρέπει να περάσει από χίλια κύματα για να τον σώσει και να τον ξαναφέρει κοντά του.
Ακόμη κι όσοι διαφωνούν πως το «Ψάχνοντας το Νέμο» είναι η καλύτερη ταινία της Pixar, ίσως το καλύτερο δείγμα computer animation που γυρίστηκε ποτέ και μια από τις καλύτερες ταινίες της ιστορίας του σινεμά, δύσκολα δεν θα το τοποθετούσαν ανάμεσα στα καλύτερα φιλμ κινουμένων σχεδίων όλων των εποχών.
Ενα ατράνταχτο επιχείρημα θα ήταν πως, ακόμη και σήμερα, δέκα χρόνια μετά και ενώ η Pixar μετράει οκτώ ταινίες μετά το 2003 και το σύγχρονο animation βρίσκεται σε επίπεδα που κανείς ποτέ δεν θα μπορούσε να φανταστεί, το «Ψάχνοντας το Νέμο» παραμένει η επιτομή του και ταυτόχρονα η ευθεία γραμμή που ενώνει την ίδια την ιστορία των κινουμένων σχεδίων όπως μας την έμαθε η Disney με την αναπόφευκτη είσοδό τους σε έναν ψηφιακά εξελιγμένο κόσμο.
Για να ξεκαθαρίσουμε τα πράγματα, δεν υποτιμά κανείς τα δύο «Toy Story» που προηγήθηκαν του «Finding Nemo». Αλλωστε ακόμη και σήμερα μοιάζει δύσκολο να ταξινομήσεις τα ουκ ολίγα «αριστουργήματα» της Pixar σε μια ιεραρχία που να τα δικαιώνει.
Απλά, μετά από τεσσερις ταινίες (τα δύο «Τoy Story», το «Bug’s Life» και το «Μπαμπούλας Α.Ε.»), η Pixar ένιωθε πλέον σίγουρη πως θα μπορούσε να «κλειδώσει» για πάντα τον τίτλο της «βασίλισσας» του σύγχρονου animation και ο μόνος τρόπος που θα μπορούσε να το κάνει αυτό ήταν να χρησιμοποιήσει – περισσότερο από όλες τις προηγούμενες ταινίες της – όλους τους κώδικες ενός κλασικού παραμυθιού.
Ηδη από τη σύλληψή του, το «Ψάχνοντας το Νέμο» υπήρξε η πιο κεκαλυμμένη απόπειρα της Pixar για ένα φόρο – τιμής στο κλασικό animation και ταυτόχρονα η πιο μεταμοντέρνα εκδοχή της συνεισφοράς της στην τέχνη του κινηματογράφου.
Δεν είναι μόνο η vintage παιδικότητα της εικονογράφησης, ούτε μόνο ο ήδη τότε γνωστός στα κινούμενα σχέδια κόσμος του βυθού (βλ. «Η Μικρή Γοργόνα») που σε βάζουν αυτόματα σε ένα σύμπαν που μοιάζει να έρχεται χωρίς καμία στάση από το παιδικό ασυνείδητο.
Είναι κυρίως, το γεγονός πως το «Ψάχνοντας το Νέμο» έχει για ήρωα – πρώτη φορά τότε (με μόλις δεύτερη το όχι και τόσο πετυχημένο «Brave» του 2012) – ένα παιδί.
Ψάρι μεν, αλλά παιδί. Με ό,τι και αν σημαίνει αυτό για μια ταινία που απευθύνεται πρωτίστως σε παιδιά και μιλάει για το τι σημαίνει να χάνεσαι μέσα στη απύθμενο κενό ενός εχθρικού και αφιλόξενου κόσμου, περιμένοντας κάποιον να σε αναζητήσει.
Μοιάζει άσκοπο να αρχίσει κανείς να αναλύει πως το «Ψάχνοντας το Νέμο» ξεκινάει ως ένα χαριτωμένο ταξίδι στον κόσμο του βυθού για να εξελιχθεί σε ένα από τα πιο σκοτεινά και ταυτόχρονα λυτρωτικά φιλμ ενηλικίωσης που γυρίστηκαν ποτέ. Την ίδια στιγμή που ξεκινάει ως η ιστορία ενός παιδιού που χάνεται για να εξελιχθεί στην οδύσσεια ενός πατέρα που θα κάνει τα πάντα για να το βρει και να το σώσει.
Κι αυτό γιατί οποιαδήποτε ανάλυση θα αναφερθεί αναπόφευκτα σε πράγματα ήδη κλασικά.
Στο ρεαλιστικό σκηνικό του βυθού που μοιάζει ταυτόχρονα βγαλμένο από ένα παραμύθι. Στην ήδη από την πρώτη σκηνή δραματουργικά σπουδαία σχέση του Νέμο με τον πατέρα του. Στην πρώτη αριστοτεχνική τρομακτική σκηνή με τους δύτες. Στον σπουδαιότερο δεύτερο χαρακτήρα της ιστορίας των animation, την Ντόρι της Ελεν Ντε Τζενέρις με τη μνήμη του χρυσόψαρου και τη μεγάλη καρδιά. Στο group therapy με τους καρχαρίες (τι ιδέα, διάολε!) που προσπαθούν να μην τρώνε ψάρια. Στη μαγική εικόνα με τις μέδουσες. Στο κοπάδι με τις χελώνες που θα βοηθήσουν τον Μέρλιν να φτάσει στην Αυστραλία. Στην πιο αφοπλιστική ερωτική εξομολόγηση που είδαμε ποτέ στο σινεμά («Μαζί σου θυμάμαι τα πράγματα καλύτερα. Σε κοιτάω και νιώθω σαν είμαι σπίτι»). Στον μικρόκοσμο του ενυδρείου του γιατρού όπου βρίσκεται φυλακισμένος ο Νέμο. Στους πελεκάνους που θα οργανώσουν το σχέδιο της διάσωσης...
Το «Ψάχνοντας το Νέμο» δεν πατάει μόνο πάνω σε ένα υποδειγματικό σενάριο που ακυρώνει και επανεφεύρει ταυτόχρονα όλα τα κλισέ μιας παιδικής ταινίας. Ούτε εξαντλείται σε έναν σκηνοθετικό οίστρο που το κάνει να μοιάζει με ένα ανεξάντλητο roller-coaster διαρκών εκπλήξεων, ενορχηστρωμένων σκηνών δράσης, τεντωμένης αγωνίας και καθαρής συγκίνησης από το οποίο δεν θες να κατέβεις ποτέ.
Οσα χρόνια κι αν περάσουν, όσες ταινίες κινουμένων σχεδίων κι αν προσπαθήσουν να αγγίξουν τη μεγαλοφυία του θα χτυπούν πάντα πάνω στη δαιμόνια απλότητα του και στην πρωτοφανή ακόμη και σήμερα συγκινησιακή του δύναμη.
Αυτή που το ανακήρυξε ήδη από την πρώτη του θέαση στο πρώτο κλασικό παραμύθι του νέου αιώνα. Και αυτή που οδήγησε τους δημιουργούς του να εκμεταλλευτούν την τρισδιάστατη τεχνολογία για να το γνωρίσουν και σε μια καινούρια γενιά, προσθέτοντας του απλά το βάθος που έτσι κι αλλιώς διέθετε από την πρώτη στιγμή της γέννησής του.
[Η τρισδιάστατη επανέκδοση του «Ψάχνοντας το Νέμο» προβάλλεται μόνο μεταγλωττισμένη στις ελληνικές αίθουσες. Από τη μία, δυστυχώς, κυρίως για τη μνημειώδη ερμηνεία της Ελεν Ντε Τζενέρις στο ρόλο της Ντόρι. Από την άλλη, ευτυχώς, γιατί οι φωνές των Θοδωρή Αθερίδη (στο ρόλο του Μάρλιν) και της Δήμητρας Παπαδοπούλου (στο ρόλο της Ντόρι) απέδωσαν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τους ευφυείς αυτούς δύο ρόλους.]